Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα ορεινό χωριό ενός μικρού σχετικά νησιού ζούσε ένα νέο, έξυπνο και ζωηρό κορίτσι που το έλεγαν Μαρία. Όπως οι περισσότεροι συγχωριανοί της, ασχολιόταν κυρίως με τις αγροτικές εργασίες, ώσπου ένα ατύχημα της κόστισε το δεξί χέρι, ενώ λίγο αργότερα ένα δεύτερο ατύχημα τής προκάλεσε αναπηρία και στο αριστερό χέρι.
Οι εργασίες στα χωράφια
αλλά και τα παιχνίδια στην εξοχή έγιναν παρελθόν για τη Μαρία «Κουτσοχέρω»,
όπως πλέον την αποκαλούσαν κοροϊδευτικά.
Όμως, εκείνη δεν το
έβαλε κάτω. Άρχισε να κεντά με το μοναδικό «κουτσό» χέρι της, έχοντας βρει
τρόπο να συγκρατεί το ύφασμα του κεντήματος με μια παραμάνα πάνω στο φόρεμά της
και κρατώντας το ανάμεσα στα πόδια. Κένταγε, ξήλωνε, κένταγε, ξήλωνε, ώσπου
κάποια στιγμή όχι μόνο έμαθε να κεντάει αλλά ανακάλυψε και μια εντελώς
πρωτότυπη βελονιά με την οποία δημιούργησε πανέμορφες συνθέσεις που ενθουσίασαν
όλο το χωριό. Τότε τα κορίτσια άρχισαν κι αυτά να κεντάνε με τον τρόπο της
Μαρίας και να φτιάχνουν υπέροχα κεντήματα, η φήμη των οποίων έφτασε έως τη
βασίλισσα της χώρας, η οποία μόλις τα αντίκρισε εντυπωσιάστηκε τόσο που ίδρυσε
μια σχολή για την κεντητική αυτή τέχνη στο χωριό, ενώ μπαούλα με εργόχειρα
έφταναν στο παλάτι για την προίκα της, αλλά και σε βασιλικά σαλόνια άλλων
χωρών…
Η αφήγηση αυτή θα μπορούσε να είναι ένα πανέμορφο παραμύθι για τη δύναμη της θέλησης και του ψυχικού σθένους που κάνει θαύματα -όμως πρόκειται για αληθινή ιστορία. Η Μαρία Σταύρακα ή «Κουτσοχέρω» που γεννήθηκε στην Καρυά Λευκάδας γύρω στο 1860 και πέθανε το 1948, είναι η εμπνεύστρια της περίφημης «καρσάνικης βελονιάς» και πρωτεργάτρια του «καρσάνικου κεντήματος», που έκανε γνωστή την Καρυά και τη Λευκάδα όχι μόνο στην υπόλοιπη Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη.
Η βασίλισσα που εντυπωσιάστηκε
από τα εργόχειρα ήταν η Σοφία, η οποία ενημερώθηκε για τα αριστουργήματα της
Μαρίας από τη Ζωή Βαλαωρίτη, νύφη του εθνικού ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη.
Έτσι....
Για
τη συνέχεια εδώ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου