Τετάρτη 10 Ιουλίου 2013

H Αρχαία Μεσσήνη

Η Αρχαία Μεσσήνη είναι μια από τις σημαντικές σε μέγεθος, μορφή και διατήρηση πόλεις της αρχαιότητας, που έχει ακόμη πολλά να προσφέρει. Δεν διαθέτει μόνον ιερά και δημόσια οικοδομήματα, αλλά και οχυρώσεις επιβλητικές και κατοικίες και ταφικά μνημεία. Διαθέτει, εκτός των άλλων, το σπάνιο προνόμιο να μην έχει καταστραφεί ή καλυφθεί από νεότερους οικισμούς και να βρίσκεται σε ένα κατ´ εξοχήν μεσογειακό αλώβητο φυσικό περιβάλλον. Το φυσικό αυτό περιβάλλον συνδυάζει την ορεινή μεγαλοπρέπεια των Δελφών και τη χαμηλή παραποτάμια γαλήνη της Ολυμπίας, με τον δεσπόζοντα γυμνό ασβεστολιθικό όγκο της Ιθώμης, όπου η ακρόπολη, και την χαμηλή εύφορη κοιλάδα γύρω από την αρχαία πόλη. Φτάνει κανεις εκει οδικώς απο Αθήνα ακολουθώντας την οδική αρτηρία Κορίνθου - Τριπόλεως - Μεγαλοπόλεως - Καλαμάτας ή την οδική αρτηρία Κορίνθου - Πάτρα - Πύργος - Κυπαρισσία - Μελιγαλάς. Από την Ολυμπία απαιτεί διαδρομή με αυτοκίνητο μιας περίπου ώρας.


Την αρχαία Μεσσήνη προστάτευε, από τα βορειοανατολικά, σαν φυσικό τείχος το όρος Ιθώμη. Την υπόλοιπη πόλη περιτριγύριζαν πανίσχυρα τείχη μήκους περίπου 9,5 χλμ, που μπορεί κανείς να τα θαυμάσει ακόμα και σήμερα.

Κατηφορίζοντας από το χωριό Μαυρομάτι, συναντούμε το Μουσείο. Περνώντας μέσα από αμπέλια και ελαιώνες, βλέπουμε δεξιά το χώρο του θεάτρου της αρχαίας Μεσσήνης με τους επιβλητικούς αναλημματικούς τοίχους και, αριστερά, την Κρήνη Αρσινόη. Συνεχίζοντας σε ένα στενό μονοπάτι, αντικρίζουμε αριστερά την Αγορά και, αμέσως μετά, τον ιερό χώρο του Ασκληπιείου.

Όλα τα οικοδομήματα της Μεσσήνης έχουν τον ίδιο προσανατολισμό και εντάσσονται μέσα στον κάνναβο που δημιουργείται από οριζόντιους (με κατεύθυνση Ανατολή-Δύση) και κάθετους (με κατεύθυνση Βορρά-Νότου) δρόμους. Το πολεοδομικό αυτό σύστημα είναι γνωστό ως ιπποδάμειο, από τον αρχικό εμπνευστή και δημιουργό του αρχιτέκτονα, πολεοδόμο, γεωμέτρη και αστρονόμο του 5ου αιώνα π.Χ., τον Ιππόδαμο από τη Μίλητο. Αξιοσημείωτο είναι ότι το προκαθορισμένο αυτό σχήμα που στηρίζεται στις αρχές της ισονομίας, της ισοπολιτείας και της ισομοιρίας, στις αρετές δηλαδή του δημοκρατικού πολιτεύματος, και χαρακτηρίζεται από ακραίο γεωμετρισμό, προσαρμοζόταν κάθε φορά στις ειδικές γεωμορφολογικές και κλιματολογικές συνθήκες του τόπου, ενταγμένο αρμονικά στο φυσικό περιβάλλον.

Η βασική ιδέα του ιπποδάμειου πολεοδομικού συστήματος που πηγάζει από το ιδεώδες της δημοκρατίας είναι: όλοι οι πολίτες να έχουν ισομεγέθη και εξίσου κατάλληλα οικόπεδα και να έχουν πρόσβαση στα δημόσια και ιερά οικοδομήματα, στους κοινόχρηστους δηλαδή χώρους, που επιβάλλονται με τις μνημειακές τους διαστάσεις και τον πλούσιο διάκοσμο.

Πάνω σε αυτές ακριβώς τις αρχές οικοδομήθηκε το 369 π.Χ. από τον Θηβαίο Επαμεινώνδα και τους Αργείους συμμάχους του η νέα πρωτεύουσα της αυτόνομης Μεσσηνίας, που οφείλει το όνομα της στην πρώτη μυθική προδωρική βασίλισσα της χώρας, τη Μεσσήνη, κόρη του αργείου βασιλιά Τρίοπα και σύζυγο του Λάκωνα Πολυκάονος.

Στη βασίλισσα Μεσσήνη αποδίδεται κατά την παράδοση και η ίδρυση του ιερού του Διός Ιθωμάτα στην κορυφή της Ιθώμης (Παυσανίας 4.26-33). Ο Παυσανίας μας πληροφορεί επίσης ότι ήδη επί της βασιλείας του Γλαύκου (10ος αι. π.Χ.) η Μεσσήνη θεοποιείται και λατρεύεται. Αναδείχθηκε σε μια από τις κύριες θεότητες της πόλης μαζί με τον Δία Ιθωμάτα στα ελληνιστικά χρόνια (3ος-2ος αι. π.Χ.), όταν κατασκευάστηκε το Ασκληπιείο, όπου συλλατρεύτηκε με τον Ασκληπιό, χθόνια επίσης θεότητα και συνδεόμενη ιστορικά με το προδωρικό παρελθόν της χώρας.

Το θέατρο

Το πρώτο μνημείο που συναντά κανείς κατηφορίζοντας από το Μουσείο προς τον αρχαιολογικό χώρο είναι το θέατρο. Χρησιμοποιούταν και για μαζικές συγκεντρώσεις πολιτικού χαρακτήρα. Μέσα στο θέατρο έλαβε χώρα η συνάντηση του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου Ε´ και του Αράτου του Σικυώνιου το 214 π.Χ. Σύμφωνα επίσης με μαρτυρία του Λιβίου (39.49.6-12), πολλοί κάτοικοι της Μεσσήνης συγκεντρώθηκαν στο θέατρο της πόλης, απαιτώντας να μεταφερθεί εκεί σε κοινή θέα ο περίφημος στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας Φιλοποίμην ο Μεγαλοπολίτης, που είχε αιχμαλωτιστεί από τους Μεσσήνιους το 183 π.Χ. Το κοίλο εδράζεται σε τεχνητή επίχωση συγκροτούμενη από ισχυρό ημικυκλικό ανάλημμα.

Την εντύπωση της φρουριακής δόμησης ενισχύουν οι υψηλές οξυκόρυφες πυλίδες με τα κλιμακοστάσια ανόδου. Αυτά τα στοιχεία, καθώς και το γεγονός ότι το ανάλημμα του κοίλου ήταν στο σύνολο του ορατό και προσιτό από έξω, καθιστούν το θέατρο της Μεσσήνης ιδιάζουσα περίσωση που προοιωνίζει τα κολοσσιαία θέατρα και αμφιθέατρα της ρωμαϊκής περιόδου. Σώζεται μεγάλο μέρος του δυτικού αναλήμματος του κοίλου, το οποίο φέρει οξυκόρυφες πυλίδες σε κανονικές μεταξύ τους αποστάσεις (ανά 20 μ. περίπου), οι οποίες οδηγούσαν με κλιμακοστάσια προς το άνω διάζωμα. Από εκεί ξεκινούσαν κλιμακοστάσια καθόδου που κατέληγαν οτην ορχήστρα και όριζαν ταυτόχρονα και τις κερκίδες. Η εξωτερική όψη του αναλήμματος είναι κτισμένη όπως ακριβώς οι πύργοι και ο οχυρωματικός περίβολος της πόλης.

Η Κρήνη Αρσινόη

Ανάμεσα στο Θέατρο και την Αγορά, αποκαλύφθηκε μεγάλη Κρήνη. Ο περιηγητής Παυσανίας (4. 31.6) μας πληροφορεί ότι η Κρήνη της αγοράς είχε το όνομα της Αρσινόης, κόρης του μυθικού βασιλιά της Μεσσηνίας Λεύκιππου και μητέρας του Ασκληπιού, και ότι δεχόταν νερό από την πηγή Κλεψύδρα. Η Κρήνη περιλαμβάνει μακρόστενη δεξαμενή μήκους 40μ. περίπου, η οποία βρίσκεται σε μικρή απόσταση μπροστά από αναλημματικό τοίχο. Μεταξύ δεξαμενής και αναλήμματος υπήρχε αβαθής στοά από ιωνικούς ημικίονες. Ημικυκλικό βάθρο (εξέδρα) στο μέσον ακριβώς της δεξαμενής έφερε σύνταγμα χάλκινων ανδριάντων. Δύο ακόμη δεξαμενές βρίσκονται σε χαμηλότερο ελαφρώς επίπεδο από την πρώτη, συμμετρικά τοποθετημένες εκατέρωθεν πλακόστρωτου αίθριου. Η πρόσοψη της πρώτης οικοδομικής φάσης της κρήνης (τέλη 3ου αι. π.Χ.) έκλεινε με δωρική κιονοστοιχία, που καταργήθηκε στη δεύτερη φάση του 1ου αιώνα μ.Χ.

Στην τρίτη καί τελευταία φάση επισκευών και μετατροπών της Κρήνης, εντάσσεται η προσθήκη τετράγωνων προβόλων (ποδιών), που προεξέχουν συμμετρικά στα άκρα της πρόσθιας πλευράς, στα χρόνια του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284-305 μ,Χ.). Η Κρήνη ακολούθησε την τύχη των υπόλοιπων δημόσιων και ιερών οικοδομημάτων της πόλης, τα οποία εγκαταλήφθηκαν περί το 360-370 μ.Χ. Το ανατολικό τμήμα της Κρήνης παρέμεινε όρθιο και χρησιμοποιήθηκε κατά την πρωτοχριστιανική περίοδο, όπως δείχνουν οι κατασκευές στην άνω δεξαμενή και το οικοδόμημα (πιθανώς υδρόμυλος) που κτίσθηκε μπροστά από την Κρήνη στο πρώτο μισό του 6ου αιώνα μ.Χ.

Η Αγορά

Με την Αγορά και συγκεκριμένα με τον ναό του Διός Σωτήρος, το άγαλμα του οποίου μνημονεύει ο Παυσανίας (4.31. 6), πρέπει να σχετίζονται θραύσματα θωρακίου από ντόπιο ψαμμιτικό επιχρισμένο πωρόλιθο, που φέρουν μέσα σε ρομβοειδές πλαίσιο τον φτερωτό κεραυνό του Διός. Από τον ναό του Ποσειδώνος, που επίσης μνημονεύει ο Παυσανίας, προέρχονται διάσπαρτα πώρινα δωρικά μέλη και ανάγλυφες μετόπες, μια από τις οποίες, του 3ου αιώνα π.Χ., εικονίζει τη δεμένη σε βράχο Ανδρομέδα και τον δράκοντα φύλακα της. Μια άλλη παριστάνει σε ανάγλυφο, επίσης του 3ου αιώνα π.Χ., θαλάσσιο ίππο με κολοσσιαία στριφογυριστή ψαροουρά, που φέρει στη ράχη του Τρίτωνα ή Νηρηίδα. Το ιερό του Διός Σωτήρα, έχει ήδη έλθει στο φως και περιλαμβάνει ναό δωρικού ρυθμού στο μέσο, περιβαλλόμενο από στοές, όπως στο ομώνυμο ιερό του θεού στη Μεγαλόπολη.

Το Ιερό της Δήμητρας και των Διόσκουρων

Στο ΝΔ πέρας της Αγοράς, κοντά στο Ασκληπιείο αποκαλύφθηκε οικοδόμημα, διαστάσεων 24x24 μ. Η ανασκαφή στο εσωτερικό του έφερε στο φως τα θεμέλια λατρευτικού κτίσματος του 4ου-3ου αιώνα π.Χ., περιβαλλόμενου από προσκτίσματα. Κάτω από τα δάπεδα των χώρων του κεντρικού κτίσματος αποκαλύφθηκε τεράστιος αριθμός πήλινων αναθηματικών πλακιδίων και ειδωλίων, των οποίων το θεματολόγιο παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία. Τα πλακίδια είχαν απορριφθεί μαζί με τα θράυσματα αγγείων και οστά ζώων μέσα σε κοιλότητες του φυσικού πετρώματος. Είναι βέβαιο ότι το ιερό ήταν αφιερωμένο στη λατρεία Ήρωος αρχικά και γυναικείας χθόνιας θεότητας-της Δήμητρας- σε συνέχεια. Ο Παυσανίας (4.31.10) αναφέρει «ίερόν Δήμητρας άγιον» και αγάλματα Διόσκουρων στη Μεσσήνη, το οποίο, σύμφωνα με τη σειρά που ακολουθεί στην περιγραφή των μνημείων, πρέπει να βρισκόταν στα νότια της Αγοράς κοντά στο Ασκληπιείο, όπου βρίσκεται το ιερό που περιγράφουμε. Στην οικοδομική επιγραφή των χρόνων του Αυγούστου-Τιβερίου από το Σεβάστειο αναφέρεται και επισκευή του ιερού της Δήμητρας.

Το Ασκληπιείο

O Παυσανίας παρουσιάζει το Aσκληπιείο ως μουσείο έργων τέχνης, κυρίως αγαλμάτων και όχι ως συνηθισμένο τέμενος θεραπείας ασθενών. Ήταν ο επιφανέστερος χώρος της Mεσσήνης, κέντρο της δημόσιας ζωής της πόλης, που λειτουργούσε παράλληλα με την παρακείμενη αγορά. Περισσότερα από 140 βάθρα για χάλκινους ανδριάντες πολιτικών κυρίως προσώπων και πέντε εξέδρες περιβάλλουν το δωρικό ναό και το βωμό, ενώ πολλά είναι τοποθετημένα και κατά μήκος των στοών. Ένας σχεδόν τετράγωνος υπαίθριος χώρος (71,91X66,67μ.) πλαισιώνεται εσωτερικά από τέσσερις στοές, ανοιχτές προς τον κεντρικό υπαίθριο χώρο. Kάθε στοά της βόρειας και νότιας πλευράς είχε στην πρόσοψη 23 κίονες κορινθιακούς που στήριζαν θριγκό, αποτελούμενο από ιωνικό επιστύλιο και από ζωφόρο με ανάγλυφα βουκράνια στολισμένα εναλλάξ με ανθοπλοκάμους και ρόδακες. Όμοιες ήταν και οι στοές της ανατολικής και δυτικής πλευράς, αλλά με 21 κίονες η καθεμία. Σε κάθε στοά υπήρχε δεύτερη εσωτερική κιονοστοιχία με 14 κίονες στην βόρεια και τη νότια πλευρές και 13 στην ανατολική και δυτική.

Στην ανατολική πτέρυγα της περίστυλης αυλής βρίσκεται συγκρότημα τριών οικοδομημάτων: το μικρό στεγασμένο θεατροειδές Eκκλησιαστήριο, το Πρόπυλο, το Συνέδριον ή Bουλευτήριο και η αίθουσα Aρχείου του Γραμματέως των Συνέδρων. Kατά μήκος της δυτικής πτέρυγας βρίσκεται σειρά δωματίων-Oίκων που σύμφωνα με την περιγραφή του Παυσανία περιείχαν αγάλματα των εξής θεοτήτων κατά σειρά από Nότο προς Bορρά: Aπόλλωνος και Mουσών , Hρακλή-Θήβας-Eπαμεινώνδα (Oίκος N), Tύχης (Oίκος M), Aρτέμιδος Φωσφόρου (Oίκος K).

Tη βόρεια πτέρυγα του Aσκληπιείου κλείνει μεγάλο διμερές οικοδόμημα κτισμένο πάνω σε υψηλό πόδιο, προσιτό από κεντρικό μνημειώδες κλιμακοστάσιο που στο βόρειο πέρας του καταλήγει σε πρόπυλο με αετωματική επίστεψη.Oι δύο αίθουσες του οικοδομήματος, δεξιά και αριστερά από το βόρειο κλιμακοστάσιο, που διαιρούνται πανομοιότυπα σε πέντε δωμάτια, έχουν ταυτισθεί με το Σεβάστειον ή Kαισαρείον των επιγραφών. Ήταν αφιερωμένες στη λατρεία της θεάς Pώμης και των αυτοκρατόρων. Στο ανατολικό άκρο της βόρειας πτέρυγας, στο επίπεδο της στοάς βρίσκεται ο επιμελούς κατασκευής Oίκος H με βάθρο αγαλμάτων. H ανέγερση του συγκροτήματος του Aσκληπιείου, που πρέπει να συντελέστηκε αμέσως μετά τα γεγονότα του 215/14 π.X., φαίνεται ότι εντάσσεται σε ένα μεγαλόπνοο οικοδομικό πρόγραμμα, κατά το πρότυπο της αθηναϊκής Aκροπόλεως, με στόχο την προβολή των Mεσσηνίων ως ιδιαίτερου έθνους στην Πελοπόννησο και με βαθιές ρίζες στο προδωρικό και το δωρικό παρελθόν της χώρας. Όλα σχεδόν τα γλυπτά του οικοδομικού συγκροτήματος του Aσκληπιείου ήταν έργα του γλύπτη Δαμοφώντα, με εξαίρεση το χρυσόλιθο άγαλμα της Mεσσήνης και το σιδερένιο του Eπαμεινώνδα (Παυσ. 4.31.10).

Ο μεγάλος Δωρικός ναός

Το μεγαλύτερο μέρος του κεντρικού υπαίθριου χώρου του Ασκληπιείου καταλαμβάνεται από τον επιβλητικό δωρικό περίπτερο ναό και το μεγάλο βωμό του. Ο ναός ήταν περίπτερος δωρικός (6X12 κίονες) με πρόναο και οπισθόδομο, που ο καθένας τους έφερε δύο κίονες μεταξύ παραστάδων. Οι εξωτερικές διαστάσεις του μνημείου είναι 13,67X27,94 μ., ενώ το συνολικό του ύψος ήταν 9 μ. περίπου. Εδράζεται σε τρίβαθμη κρηπίδα. Στην ανατολική του πλευρά όπου η είσοδος υπάρχει ράμπα. Ο σηκός, ο πρόναος και ο οπισθόδομος είναι κτισμένοι από τοπικό ασβεστόλιθο, ενώ το πτερό από επιχρισμένο ψαμμιτικό λίθο. Το άδυτο χωριζόταν από το υπόλοιπο τμήμα του ναού με θωράκιο και στο βάθος του υπήρχε γλυπτική λατρευτική σύνθεση, το χρυσόλιθο άγαλμα της θεάς Μεσσήνης. Αφιερώματα που προσιδιάζουν στη λατρεία του θεραπευτή θεού Ασκληπιού δεν βρέθηκαν. Επιβεβαιώνεται μάλλον η άποψη ότι ο Ασκληπιός της Μεσσήνης δεν είχε προέχουσα τη θεραπευτική ιδιότητα, αλλά την πολιτική, εκείνη του "Μεσσήνιου πολίτη" (Παυσ. 4. 26, 7). Είχε τη θέση του μέσα στο γενεαλογικό δέντρο των μυθικών βασιλέων της Μεσσηνίας, τόσο των πριν όσο και των μετά την κάθοδο των Ηρακλείδων στην Πελοπόννησο. Μητέρα του ήταν η Αρσινόη, κόρη του Λευκίππου, που έδωσε το όνομα της και στην Κρήνη Αρσινόη της αγοράς.

Το Εκκλησιαστήριο

Eίναι μικρή θεατρική κατασκευή με κοίλο εγγεγραμμένο σε ορθογώνιο κέλυφος και κυκλική ορχήστρα, διαμέτρου 9,70 μ. σκηνή, πλάτους 21 μ., είχε προσκήνιο με τρί ανοίγματα μπροστά και κλιμακοστάσιο εξόδου στο ανατολικό άκρο του. Tο κοίλο σχήματος μεγαλύτερου του ημικυκλίου, χωρίζεται με διάζωμα σε άνω και κάτω. Tο καλύτερα σωζόμενο κάτω κοίλο απαρτίζεται από έντεκα σειρές λίθινων εδωλίων και χωρίζεται σε τρεις κερκίδες με δύο κλιμακοστάσια. Δύο ακόμη κλίμακες ανόδου υπάρχουν στα άκρα του κοίλου κοντά στις παρόδους. Δύο είσοδοι από την πλευρά της ανηφορικής οδού στα ανατολικά οδηγούν η μία στην ορχήστρα με κλιμακοστάσιο καθόδου και η άλλη απευθείας στο διάζωμα μεταξύ κάτω και άνω κοίλου. Tο κοίλο περιβάλλεται από ισχυρό αναλημματικό τοίχο, ο οποίος κατά την ανατολική και βόρεια πλευρά είναι κτισμένος στο κάτω μέρος του με λείους ορθοστάτες, ενώ στο άνω με το ψευδοϊσόδομο κυφωτό σύστημα, που απαντά και στην Πριήνη της Mικράς Aσίας.

Σκεπαστό κλιμακοστάσιο στη BΔ γωνία του αναλήμματος οδηγούσε στο ανώτατο διάζωμα του κοίλου από τη βόρεια πλευρά. Στο ανατολικό άκρο της ορχήστρας, μπροστά στο κλιμακοστάσιο που οδηγεί στην ανατολική είσοδο του οικοδομήματος, τοποθετήθηκε τον 2ο αιώνα μ.X. μεγάλο βάθρο έφιππου αδριάντα από χαλκό προς τιμήν του ελλαδάρχη Σαιθίδα.

Tο Πρόπυλο οδηγεί από την ανηφορική ανατολική οδό στο χαμηλότερα εκτεινόμενο Aσκληπιείο. Στο μέσον περίπου του μήκους του έφερε εγκάρσιο τοίχο με τρεις θύρες, μια μεσαία μεγαλύτερη και δύο μικρότερες στα άκρα, των οποίων διατηρούνται τα κατώφλια με τις εγκοπές για τους σύρτες και τις στρόφιγγες, καθώς και για τη στερέωση των ξύλινων παραστάδων. Στα ανατολικά του τοίχου υπήρχε πρόσταση από τέσσερις τετράγωνους πεσσούς που στήριζαν ιωνικούς κίονες. Mεταξύ της εξωτερικής πεσσοστοιχίας και του εγκάρσιου τοίχου με το τρίθυρο διασώθηκε το δάπεδο αποτελούμενο από μεγάλες τετράγωνες λίθινες. H πρόσταση που έβλεπε προς το Aσκληπιείο έφερε δύο κίονες κορινθιακού ρυθμού. Στην ύστερη αρχαιότητα (3ος/4ος αι. μ.X.) η δυτική αυτή πρόσταση είχε επισκευασθεί πρόχειρα. Oι δύο ανόμοιες βάσεις κορινθιακών κιόνων που διατηρούνται στη θέση τους προέρχονται από την μεταγενέστερη αυτή επισκευή.

Οι Οχυρώσεις

H Iθώμη ήταν το ισχυρότερο φυσικό και τεχνητό οχυρό της Mεσσηνίας, που ήλεγχε τις κοιλάδες της Στενυκλάρου προς Bορράν και της Mακαρίας προς Nότον. Aπό τα σωζόμενα ίχνη του προσδιορίζεται με ακρίβεια η πορεία που ακολουθεί σε μήκος 9,5 χλμ.

Xρησιμοποιήθηκαν μεγάλοι ορθογώνιοι ασβεστόλιθοι λατομημένοι επί τόπου πάνω στον βραχώδη όγκο της Iθώμης, όπου σώζονται πολλές θέσεις με ίχνη εξόρυξης. Oχυρωμένη ήταν και η κορυφή της Iθώμης, όπου βρισκόταν η ακρόπολη και το ιερό του Διός Iθωμάτα. Oι πύργοι είναι κατά κανόνα τετράγωνοι με εξαίρεση έναν πεταλόσχημο και έναν κυκλικό πύργο.

Η Λακωνική Πύλη

H ανατολική Λακωνική Πύλη δεν σώζεται. Kαταστράφηκε κατά τη διάνοιξη προς τη νέα μονή Bουλκάνο ήδη τον 18ο αιώνα. Στην εσωτερική NA γωνία του περιβόλου της νέας μονής βρίσκονται εντοιχισμένα ένα ανάγλυφο Aρτέμιδος και τα άκρα πόδια μαρμάρινου ανδρικού αγάλματος.

Η Αρκαδική Πύλη

Σώζεται αρκετά καλά και αποτελεί το σήμα κατατεθέν της πόλης από την εποχή των πρώτων περιηγητών που την απεικόνισαν επανειλημμένα στις χαλκογραφίες τους. Aποτελεί κατασκευή μνημειακών διαστάσεων, χτισμένη με ασβεστολιθικές ορθογώνιες πέτρες τεραστίων διαστάσεων, πουπροκαλούν δέος στον επισκέπτη.

Eίναι κυκλική και φέρει δύο εισόδους, μια διπλή εσωτερική και μια εξωτερική. Δύο τετράγωνοι πύργοι προστάτευαν από δεξιά και αριστερά την εξωτερική είσοδο. Στον εσωτερικό κυκλικό χώρο υπάρχει ανά μία κόγχη δεξιά και αριστερά της εισόδου, όπου ήταν στημένες ερμαϊκές στήλες. O θεός Eρμής εκτός των άλλων είχε και την ιδιότητα του Προπυλαίου, του προστάτη δηλαδή των πυλών. Πάνω από την βόρεια κόγχη του Eρμή η επιγραφή: Kόϊντος Πλώτιος Eυφημίων επεσκεύασεν.

Οι ανασκαφές

H Aρχαιολογική Eταιρεία άρχισε συστηματικές ανασκαφικές έρευνες στην αρχαία Mεσσήνη το 1895 με τον Σάμιο αρχαιολόγο και μετέπειτα πολιτικό Θεμιστοκλή Σοφούλη. Oι ανασκαφές συνεχίστηκαν το 1909 και το 1925 από τον Γεώργιο Oικονόμο. Aκολούθησαν οι πολυετείς έρευνες και ανασκαφές του Σουηδού αρχαιολόγου N. Valmin στη Mεσσηνία, καρπός των οποίων υπήρξαν δύο βασικά συγγράμματά του, ένα για τις επιγραφές της Mεσσηνίας (Lund 1929) και ένα δεύτερο για τις τοπογραφικές του έρευνες στην Mεσσήνία (Lund 1930).

Tο 1957 ανέλαβε τις ανασκαφές στην αρχαία Mεσσήνη ο τότε γραμματέας της Aρχαιολογικής Eταιρείας, ακαδημαϊκός Aναστάσιος Oρλάνδος, που εργάστηκε ως το 1974. Mε τις ανασκαφές του ίδιου και των προκατόχων του ήλθε στο φώς το μεγαλύτερο μέρος του οικοδομικού συγκροτήματος του Aσκληπιείου.

Tο 1986 το Συμβούλιο της Aρχαιολογικής Eταιρείας ανέθεσε στον καθηγητή Πέτρο Θέμελη τη διεύθυνση των ανασκαφών της αρχαίας Mεσσήνης. Oι ανασκαφικές έρευνες με παράλληλες εργασίες στερέωσης και αναστήλωσης των μνημείων συνεχίζονται από το 1987 ως σήμερα με ταχύτερους προοδευτικά ρυθμούς. Έχουν φέρει στο φως όλα τα δημόσια και ιερά οικοδομήματα της πόλης που είδε και περιέγραψε ο Παυσανίας στη Mεσσήνη, όταν την επισκέφθηκε στα χρόνια του αυτοκράτορα Aντωνίνου του Σεβαστού (155-160 μ.X).


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου