Παρασκευή 13 Ιουνίου 2014

Η Τέχνη στα Επτάνησα

Κιβωτός-Αντιβουνιώτισσα, Κέρκυρα
Από το 16ο αιώνα στην Επτανησιακή Σχολή και στο 19ο αιώνα

Η  Ζωγραφική

Μέσα σε ανάλογο ιστορικό πλαίσιο εξελίσσεται και η ζωγραφική την ίδια περίοδο στα Ιόνια. Παράλληλα, όπως αναλύθηκε παραπάνω, πολλά ζωγραφικά έργα αλλά και ζωγράφοι από την Κρήτη, που ήδη ακμάζει καλλιτεχνικά, διακινούνται στον Ιόνιο χώρο με τελικό προορισμό τη Βενετία. Όμως, από τα τέλη του 16ου και κυρίως κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα μαρτυρείται έντονα στην Κέρκυρα και στα υπόλοιπα Ιόνια εγκατάσταση κυρίως Κρητικών προσφύγων. Επαγγελματικοί, οικονομικοί ή πολιτικοί λόγοι, θεομηνίες ή λοιμοί, αλλά κυρίως η πίεση της ολοένα αυξανόμενης τουρκικής απειλής προκαλούν τις μετακινήσεις αυτές. Έτσι, αρκετοί Κρητικοί ζωγράφοι βρίσκονται να κατοικούν ή να διαμένουν για ένα χρονικό διάστημα στην Κέρκυρα πριν τον τελευταίο σταθμό τους, που είναι συνήθως η Βενετία. Με τον τρόπο αυτό τα ήδη γνωστά στα Ιόνια Νησιά έργα των Κρητικών καλλιτεχνών ζωγραφίζονται τώρα στα εργαστήρια που δημιουργούν οι πρόσφυγες ζωγράφοι στη νέα πατρίδα τους.

Ιησούς-Αντιβουνιώτισσα, Κέρκυρα
Ειδικότερα, από το 1669 με την οριστική πτώση της Κρήτης στους Τούρκους η παρουσία τους στα Ιόνια ενισχύεται ακόμη περισσότερο με την άφιξη των τελευταίων Κρητικών καλλιτεχνών, που καταφεύγουν και πάλι στη Βενετία ή στα Επτάνησα και κυρίως στα δύο μεγαλύτερα αστικά κέντρα, τη Ζάκυνθο και την Κέρκυρα. Δίπλα στους μεγάλους Κρητικούς αλλά και τους διαδόχους τους μαθητεύουν από νωρίς και αρκετοί ντόπιοι. Η ιδιαίτερη συνδυαστική τεχνοτροπία στη ζωγραφική που δημιούργησαν οι Κρήτες ζωγράφοι όχι μόνο γίνεται άμεσα αποδεκτή στα Ιόνια Νησιά, όπου μεταφυτεύτηκε, αλλά και επεκτείνεται γρήγορα. Βασισμένοι στο πνεύμα των Κρητικών δασκάλων, Κερκυραίοι αλλά και Ζακύνθιοι ζωγράφοι φιλοτεχνούν έργα είτε σύμφωνα ακόμα με τη βυζαντινή παράδοση είτε σύμφωνα με την ιταλική τεχνοτροπία ή ακόμα συνδυάζοντας και τα δύο, δημιουργώντας έτσι σταδιακά δικό τους ύφος. Με δεδομένη, όμως, την οριστική κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους το 1669 και την άμεση πλέον καλλιτεχνική επίδραση της Βενετίας η αποδοχή όλο και περισσότερων δυτικών στοιχείων στη ζωγραφική τους είναι εκ των πραγμάτων αναπόφευκτη.



Π. Δοξαράς, Παναγία (περί το 1700).
Ελαιογραφία σε μουσαμά, 43 εκ. x 32,5 εκ. 
Εθνική Πινακοθήκη της Ελλάδας.
Έτσι, όλα τα παραπάνω στοιχεία σε συνάρτηση με τις επικρατούσες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες δημιουργούν κυρίως στη Ζάκυνθο και την Κέρκυρα τις προϋποθέσεις για την άνθηση από τα τέλη του 17ουαιώνα και κυρίως από το 18ομιας αυτόνομης καλλιτεχνικής τεχνοτροπίας με έντονη την αποδοχή των ιταλικών προτύπων. Αντιπροσωπευτικά έργα μεγάλων ζωγράφων της περιόδου αυτής, όπως ο Τζανφουρνάρης και ο Αβράμης, ο Τζάνες και ο Κονταρίνης, φιλοξενούνται στην Αντιβουνιώτισσα. Ωστόσο, στις αρχές του 18ου αιώνα στα Επτάνησα οι συνθήκες είναι ήδη ώριμες για την πλήρη εφαρμογή της ιταλικής τέχνης και ειδικότερα της όψιμης Αναγέννησης και του Μπαρόκ στη θρησκευτική ζωγραφική. Έτσι, τα κοσμικά στοιχεία εισάγονται στην τεχνοτροπία και κυριαρχούν πλέον οριστικά (εκκοσμίκευση της θρησκευτικής τέχνης). Οι εικονιζόμενες μορφές και τα ζωγραφικά θέματα αποτυπώνονται τρισδιάστατα και με προοπτική, ενώ οι κινήσεις τους χαρακτηρίζονται από έντονο συναισθηματισμό και θεατρικότητα. Παράλληλα, εγκαταλείπεται η παραδοσιακή βυζαντινή τεχνική της αυγοτέμπερας πάνω σε ξύλο και επικρατεί η ελαιογραφία σε μουσαμά (ύφασμα με ειδική τεχνική προετοιμασία, ώστε να εφαρμοστεί πάνω του η ζωγραφική). Ειδικότερα, μεγάλα ή και μικρά έργα σε μουσαμά αντικαθιστούν σταδιακά τις φορητές εικόνες σε ξύλο κυρίως στους ναούς των πόλεων.

Π. Δοξαράς, Η Αγία Οικογένεια (περί το 1700).
 Ελαιογραφία σε μουσαμά, 70 εκ. x 59 εκ. 
Εθνική Πινακοθήκη της Ελλάδας.
Έναρξη και αφετηρία της Επτανησιακής Σχολής στη ζωγραφική αποτελεί ο Παναγιώτης Δοξαράς, ο οποίος ταυτίστηκε απόλυτα, όσον αφορά την τέχνη του, με τον μεγάλο Ιταλό ζωγράφο της όψιμης Αναγέννησης Paolo Veronese (1528 1588). Ο Δοξαράς, που διετέλεσε και στρατιωτικός στην υπηρεσία της Βενετίας, ζωγραφίζει το 1727 με καθαρά ιταλικό τρόπο την ουρανία του Αγίου Σπυρίδωνος στην Κέρκυρα, αντιγράφοντας αντίστοιχο θέμα με την «Αποθέωση της Βενετίας», που κοσμεί το Δουκικό Παλάτι της Γαληνοτάτης. Ο ίδιος θέτει παράλληλα και τις θεωρητικές βάσεις της Επτανησιακής Σχολής με ανάλογες μεταφράσεις συγγραμμάτων. Με τον Δοξαρά και τους Ζακύνθιους διαδόχους του, όπως ο Κουτούζης, ο Καντούνης και άλλοι, η θρησκευτική ζωγραφική των Ιόνιων αστικών κέντρων στρέφεται πλήρως στο Μπαρόκ, ενώ στην επτανησιακή ύπαιθρο οι αλλαγές είναι πιο αργές. Όσον αφορά την Αντιβουνιώτισσα, τα έργα της Επτανησιακής Σχολής είναι άμεσα αναγνωρίσιμα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη μεγάλη σύνθεση της ελαιογραφίας ψηλά στο δυτικό τοίχο πάνω από το ιερό. Αντίστοιχα, όπως αναλύεται και στη συνέχεια, προφανής είναι η ιταλική επίδραση σε όλες τις εκφράσεις της τέχνης (ξυλογλυπτική, αργυροχοΐα, διακοσμητική) αλλά και στο γενικότερο ύφος του ναού. 


Ν. Δοξαράς, Ο προφήτης Δαυίδ (18ος αι.).
Λάδι σε μουσαμά, 107 εκ. x 195 εκ. Βυζαντινό Μουσείο Ζακύνθου.


Ν. Δοξαράς, Το γενέσιον της Παναγίας
Λάδι σε μουσαμά, 400 εκ x 300 εκ. Μουσείο Ζακύνθου.
Τέλος, τον 19ο αιώνα, που σφραγίζεται από μεγάλες πολιτικές ανακατατάξεις, από διαδοχή επικυριάρχων, από την Αγγλοκρατία αλλά και την Ένωση το 1864 με την Ελλάδα, καλλιεργείται στα Επτάνησα ένας πολιτισμός υψηλής στάθμης σε όλους τους τομείς της τέχνης και των γραμμάτων. Η Ιόνιος Ακαδημία, ανώτατες σχολές, όπως αυτή των Καλών Τεχνών, καθώς και σημαντικά ονόματα, όπως ο εθνικός ποιητής Διονύσιος Σολωμός, ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος-Μάντζαρος, που μελοποίησε τον Εθνικό Ύμνο της Ελλάδος, ο Ανδρέας Κάλβος, ο αρχιτέκτονας Γιάννης Χρόνης και άλλοι Επτανήσιοι σφραγίζουν χαρακτηριστικά την πολιτισμική πραγματικότητα του Νεοελληνικού Κράτους, που ιδρύεται το 1830. Παράλληλα, το κίνημα του Νεοκλασσικισμού, που επικρατεί γενικά στην Ευρώπη την ίδια περίοδο, επιδρά, όπως είναι φυσικό, και στην τέχνη των Επτανήσων. Η Κέρκυρα με ικανούς καλλιτέχνες διαδέχεται τη Ζάκυνθο, που είχε πρωτοστατήσει στη ζωγραφική του προηγούμενου αιώνα. Ταυτόχρονα, η ίδια η πόλη διατηρεί έντονα αρχιτεκτονικά στοιχεία αλλά και κτίρια της εποχής αυτής σε αρμονικό και ιδιαίτερο συνδυασμό με την αρχιτεκτονική της προηγούμενης περιόδου της Βενετοκρατίας. Στην Αντιβουνιώτισσα ανάμεσα στα διάφορα ανυπόγραφα και ενυπόγραφα εκθέματα της περιόδου συγκαταλέγονται έργα, όπως του Κερκυραίου ζωγράφου του 19ου αιώνα Ιωάννη Καλοσγούρου.

Ν. Καντούνης, Αυτοπροσωπογραφία (αχρονολόγητο;).
 Λάδι σε μουσαμά, 60 εκ. x 75 εκ.
Εθνική Πινακοθήκη της Ελλάδας - Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου

Ν. Κουτούζης, Προσωπογραφία λογίου (π. 1803).
Λάδι σε καμβά, 76 εκ. x 60 εκ.
Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου.

Ν. Κουτούζης, Ο Σολωμός βρέφος, περ. 1799 - 1800

Συμπερασματικά, αξίζει να σημειωθεί ότι η τέχνη, τα γράμματα, το θέατρο, η μουσική και γενικά ο επτανησιακός πολιτισμός είναι αποτέλεσμα της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης, στην οποία βρέθηκαν τα Ιόνια Νησιά από το 14ο αιώνα και μετά, και αποτελεί ένα χαρακτηριστικό, ενιαίο και ξεχωριστό σύνολο στην ιστορία του νεότερου ελληνικού πολιτισμού. Ειδικότερα, ο Ναός-Μουσείο της Αντιβουνιώτισσας αποτελεί το μοναδικό παράδειγμα μνημείου, που αποτυπώνει συνολικά τη θρησκευτική Επτανησιακή Τέχνη των τελευταίων έξι αιώνων σε όλες της τις μορφές. Ουσιαστικά, σ΄ αυτήν αντικατοπτρίζονται οι αισθητικές προτιμήσεις της αστικής κερκυραϊκής κοινωνίας, όπως αυτή εξελίχτηκε στη μακρά περίοδο κυρίως της Βενετοκρατίας με μακρόχρονη συμβίωση ορθόδοξων Ελλήνων και καθολικών Βενετών μέσα στο δυτικοευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Στη συμβίωση αυτή, μολονότι η τέχνη στο σύνολό της εκφράστηκε με δυτικοευρωπαϊκό τρόπο, διατηρήθηκε εν τούτοις ακέραιη η ελληνική συνείδηση και η πίστη στο δόγμα της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας.


Επιστημονικός Υπεύθυνος/Επιμέλεια υλικού: Δρ. Σταμάτιος Θ. Χονδρογιάννης, αρχαιολόγος.

Πηγή;


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου