Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

Ο ζωγράφος Γιώργος Γουναρόπουλος (G.Gounaro), (1890-1977)

Η μεγάλη κυρία, The grand lady, 1970
Ο Γιώργος Γουναρόπουλος (G. Gounaro) γεννήθηκε στις 22 Μαρτίου του 1890 στην Σωζόπολη, μικρή παραθαλάσσια πόλη στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας στην Βουλγαρία. Η πόλη στους αρχαίους χρόνους ήταν αποικία Μυλησίων και ονομαζόταν Απολλωνία, προς τιμή του Θεού του φωτός. Από την εποχή του Βυζαντίου μέχρι σήμερα κατοικείται αποκλειστικά από Έλληνες. Ο Γουναρόπουλος ήταν γιος της Άννας και του Ηλία και ήταν το έκτο και μικρότερο παιδί της οικογένειας.


Εκστασιασμένος από τους μύθους του Ορφέα και από τις διηγήσεις για τα στοιχειά των σπιτιών του χωριού του, πλάθει ένα ονειρικό υποσυνείδητο που θα τον βοηθήσει αργότερα να περάσει στο έργο του τις οπτασιακές μορφές του μύθου και τις εξωλογικές διηγήσεις που άκουγε μικρός . Την εποχή των αρχών του 1900 η Βουλγαρική Κυβέρνηση πιέζει τους Έλληνες να πολιτογραφηθούν Βούλγαροι. Η οικογένεια τότε αποφασίζει να εγκατασταθεί στην Ελλάδα. Μετά από περιπλάνηση σε διάφορες πόλεις εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα. Οι συνθήκες ζωής στην Αθήνα του 1904 είναι σκληρές, ο μικρός Γουναρόπουλος χρησιμοποιώντας την σχεδιαστική του ικανότητα εργάζεται σε διάφορα επιγραφοποιία της πόλης, κερδίζοντας χρήματα για την διατροφή όλων των μελών της οικογένειας.

Θέματα και σύμβολα

Αυτοπροσωπογραφία, 1965
Η υφολογική ανάλυση του έργου του Γ. Γουναρόπουλου αναφέρεται διεξοδικά στο βιβλίο του Γ. Μουρέλου με τίτλο "Gounaro" που εξεδόθη από το Γαλλικό Ινστιτούτο το 1958 αποσπάσματα του οποίου ακολουθούν στην συνέχεια: Θα ήταν δύσκολο να κατατάξουμε τη ζωγραφική του Γουναρόπουλου σε μια από τις κατηγορίες εκείνες όπου κατατάσσουμε συνήθως τις εκδηλώσεις της σύγχρονης ζωγραφικής, γιατί δεν ανήκει σε καμιά από τις κατηγορίες αυτές. Το πολύ πολύ θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε μερικά ονόματα ζωγράφων των περασμένων αιώνων, όχι για να πιστοποιήσουμε μια πραγματική συγγένεια, μα για να συλλάβουμε κάποια ανάλογη διάθεση μέσα στην ιστορία της Τέχνης. Έτσι, λόγου χάρη, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε τον Οντιλόν Ρεντόν για το συμβολικό περιεχόμενο των έργων, τον Εζέν Καρριέρ για τη ρευστότητα των χρωματικών τόνων, τον Τάρνερ για την διαφάνεια και τα μυθολογικά θέματα, τον Ρούμπενς για την μεστότητα των όγκων, τον Ρέμπραντ για την διάχυση του φωτός, χωρίς όμως οι συσχετισμοί αυτοί να εκφράζουν και την ελάχιστη επίδραση, γιατί η ζωγραφική του Γουναρόπουλου είναι μια ζωγραφική εντελώς πρωτότυπη, που δεν βρίσκουμε πουθενά το αντίστοιχό της. Αν θέλαμε να την χαρακτηρίσουμε κατά κάποιο τρόπο, θα έπρεπε να δανειστούμε έναν όρο από μια άλλη τέχνη και να την ονομάσουμε «ποιητική ζωγραφική».


Η έκθεση, 1920


Εργασία

Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε και έναν άλλο όρο και να την ονομάσουμε «ονειρική ζωγραφική». Η φαντασία του ζωγράφου, μετουσιωμένη σε φαντασία ποιητή, δίνει στο έργο όχι πια ένα βάρος ψυχολογικό, μα ένα βάρος λυρικό και στα σύμβολα που διαμορφώνει ένα κοσμολογικό νόημα, χωρίς να ασχολείται με τους ψυχολογικούς μηχανισμούς που τον έχουν οδηγήσει ως αυτά. Για να καταλάβουμε καλύτερα το νόημα των συμβόλων αυτών καθώς και τη θέση που κατέχουν στο έργο του, πρέπει να αναφερθούμε στον τόπο όπου γεννήθηκε και στο περιβάλλον όπου πέρασε τα πρώτα παιδικά του χρόνια. Αυτό που χαρακτηρίζει τη ζωγραφική του Γουναρόπουλου είναι η βαθιά ηρεμία.


Η μητέρα του ζωγράφου, 1929



Ο γυρισμός, Η επιστροφή από τον πόλεμο, 1914

Παρόλο το δυναμισμό των μορφών που ξεπηδούν από τα θαλασσινά τοπία- βράχοι, γυναίκες, πλοία, σπίτια, δέντρα, λουλούδια- το νερό, και μόνο με την παρουσία του, προσθέτει μια δική του διάσταση στο κάθε έργο, τη διάσταση ενός κόσμου που περιβάλλεται από άπειρο το οποίο χαρακτηρίζει μια απόλυτη ηρεμία και γαλήνη. Ο Γκαστόν Μπασσελάρ, στο κλασικό σήμερα πια βιβλίο του Το νερό και τα όνειρα, έδειξε, με μια σειρά από χαρακτηριστικά παραδείγματα, πόσο η κλίση προς το όνειρο δημιουργεί υδάτινες παραστάσεις. Τίποτα δεν δείχνει περισσότερο την ενδοστρεφή φύση της έμπνευσης του καλλιτέχνη απ' όσο οι γυναικείες μορφές που παρουσιάζει. Χαρακτηριστικό στοιχείο του δυναμισμού και της πλαστικής εκφραστικότητας του καλλιτέχνη είναι ακόμα το πλήθος και η ποικιλία των λουλουδιών που έχει ζωγραφίσει τα είκοσι τελευταία χρόνια. Τα λουλούδια του Γουναρόπουλου, ακόμα και μόνα τους, συμβολίζουν όλη την ανθρώπινη περιπέτεια.


Κορίτσια που κεντούν, 1920-1922


Μικρός καπνιστής


Προσωπογραφία Ελευθερίου Βενιζέλου


Ζωγραφικός χώρος

Ο ιδιότυπος χαρακτήρας της τέχνης του Γουναρόπουλου τον ώθησε, από τη στιγμή που αισθάνθηκε τον εαυτό του απόλυτο κύριο των εκφραστικών του μέσων, να δημιουργήσει έναν εικαστικό χώρο που να είναι κατάλληλος να δεχθεί τα οράματα της φαντασίας και του ονείρου. Στη μορφοποίηση ενός τέτοιου χώρου ο καλλιτέχνης αφιέρωσε μια ολόκληρη σειρά ετών.


Λιμανάκι στη Νότια Γαλλία, 1925-28


Νεκρή φύση στη θάλασσα, 1965


Το εκκλησάκι στο βράχο


Pierrot et poupées


The artist’s muse
Ο χώρος της φαντασίας και του ονείρου έπρεπε να είναι αναγκαστικά ένας χώρος ρευστότητας που να μπορεί να περιλάβει αντικείμενα χωρίς βάρος, ένας χώρος που οι γραμμές της προοπτικής να χρησιμοποιούνται πιο ελεύθερα σύμφωνα με το είδος των παραστάσεων που θα απεικονίσει ο ζωγράφος. Ο χώρος αυτός, για τον Γουναρόπουλο, έπρεπε να διαμορφωθεί έτσι ώστε να έχει δύο βασικές ιδιοτυπίες: Να είναι διαφανής ώστε να επιτρέπει να εισχωρούν τα αντικείμενα το ένα μέσα στο άλλο και να είναι ένας χώρος δυναμικός. Χώρος ρευστός όπου οι μορφές και τα σχήματα των αντικειμένων συμφύονται, όπου τα όρια που τα χωρίζουν εκμηδενίζονται, είναι ένας χώρος διάχυσης και αλληλοεισχώρησης. Όσο για το δεύτερο χαρακτηριστικό του εικαστικού χώρου του Γουναρόπουλου αυτός παρουσιάζεται σαν ένας χώρος ελαστικός, γεμάτος δυναμισμό που βρίσκεται ο ίδιος σε κίνηση σε σχέση με τα αντικείμενα που περιλαμβάνει. Η δημιουργία ενός χώρου αλληλοεισχώρησης και έντασης αποκαλύπτει, κατά κάποιον τρόπο, μια ενδοστρεφή τοποθέτηση απέναντι στον κόσμο της δημιουργίας, που στην περίπτωση αυτή μεταβάλλεται σε εικαστικό σύμπαν. Οι νόμοι της προοπτικής που κυβερνούν το ζωγραφικό του χώρο είναι τέτοιοι, οι όγκοι των αντικειμένων παρουσιάζονται με τρόπο τέτοιο, ώστε ενώ βγαίνουν ανάγλυφοι δεν αποκτούν το περίγραμμά τους παρά σε σχέση με κάποιο σύστημα αναφοράς που χρησιμεύει σαν βάθος και που ανήκει στην περιοχή του φανταστικού.

Έτσι δημιουργείται στο θεατή η εντύπωση ότι οι μορφές, ενώ κρατούν τα κύρια χαρακτηριστικά τους, το περίγραμμα και τον όγκο τους, αντί να είναι τοποθετημένες στον εξωτερικό κόσμο που μας αποκαλύπτουν οι αισθήσεις μας, ανήκουν σ' ένα χώρο οραματικό


Κόρη, 1947

Αρχαϊκές Μορφές, 1952

Φως
Ο Γουναρόπουλος άρχισε από νωρίς να ασχολείται με τη διάταξη του φωτός επάνω σ' ένα ζωγραφικό πίνακα. Όταν έφθασε στο Παρίσι, μόλις κατόρθωσε να λυτρωθεί από την επίδραση της ακαδημαϊκής τεχνικής, έστρεψε όλη την προσοχή του στην οργάνωση του φωτεινού πεδίου ενός πίνακα. Μπορεί να πει κανείς ότι η πρωτοτυπία της ζωγραφικής του έγκειται κυρίως στον τρόπο με τον οποίο κατανέμει το φως. Την ολοκληρωτική ταύτιση του αντικειμένου με το φως επιχειρεί να πραγματοποιήσει με το έργο του ο Γουναρόπουλος, με σκοπό να δημιουργήσει ένα ζωγραφικό χώρο τελείως ανεξάρτητο από το φυσικό. Για να το επιτύχει, διακόπτει, στο σημείο αυτό, κάθε δεσμό με την παραδοσιακή τεχνική. Αντί να φωτίζει τα αντικείμενά του από τα έξω, όπως συνέβαινε σχεδόν με όλους τους προκατόχους του, τα φωτίζει από τα μέσα. Το φως του, προερχόμενο από μια εστία υποθετική, τοποθετημένη κάπου στο εσωτερικό του αντικειμένου, σαν ένα μυστηριώδες κέντρο του οποίου η θέση παραμένει μυστική, επιτρέπει στο ζωγράφο να δημιουργεί την αίσθηση ότι τα αντικείμενά του ανήκουν σ' ένα περιβάλλον ονειρικό.


Ψαράδες

Dreamy landscape


Βάζο με άνθη, 1975

Χρώμα

Ο Γουναρόπουλος, απόλυτα κάτοχος των δεδομένων της τέχνης του, ήξερε ότι θέτοντας ένα πρόβλημα φωτός έθετε μαζί και ένα πρόβλημα χρώματος και ότι, για να κατορθώσει να δημιουργήσει ένα ζωγραφικό χώρο όπως είναι ο δικός του, έπρεπε όχι μόνο να χρησιμοποιήσει ένα ιδιαίτερο φωτισμό, μα και ένα χρώμα που να βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία μαζί του. Πολλά χρόνια αναζητήσεων τον οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι η ρευστότητα του ζωγραφικού πεδίου, για να δημιουργεί την εντύπωση ενός οραματικού χώρου, είναι δυνατό να επιτευχθεί με χρώματα των οποίων οι τόνοι να εισχωρούν αδιόρατα ο ένας μέσα στον άλλο, χωρίς καμιά αντιπαράθεση συμπαγών όγκων να διασπά την ενότητα της συνέχειάς τους. Έτσι, αν τα βασικά χρώματα που μεταχειρίζεται είναι το κίτρινο, το ανοιχτό κόκκινο, το βαθύ κόκκινο και το μπλε, δεν τα χρησιμοποιεί ποτέ μοναχά τους, αλλά παράγοντάς τα με τον ακόλουθο τρόπο:
Το κίτρινο, με την πρόσμιξη του κίτρινου του καδμίου με την ώχρα.
Το κόκκινο, με την πρόσμιξη του κόκκινου του καδμίου με το ανοιχτό ρουζανγκλέ.
Το βαθύ κόκκινο, με το σκούρο ρουζανγκλέ και τη λάκα.
Το μπλε με το μπλε του κοβαλτίου και το μπλε ούλτρα μάρε.
Η χρωματική ύλη, καθώς είναι ρευστή, δε φέρνει καμιά αντίσταση στο φως, αλλά το αφήνει να κυκλοφορεί ελεύθερα μέσα από την ίδια του την κίνηση. Έτσι το χρώμα δονείται, ζωντανεύει, ενώνεται με το φως, αποκτώντας μιαν εξαιρετική διαφάνεια.


Νεκρή Φύση, 1965


Fish in the net


STILL LIFE WITH LOBSTER AND FISH

Σχέδιο

Αυτό που κυρίως χαρακτηρίζει το σχέδιο του Γουναρόπουλου είναι η σχεδόν απόλυτη κυριαρχία της καμπύλης.
Το σχέδιο διαγράφεται σαν μια μονοκονδυλιά, γιατί η γραμμή αναπτύσσεται από τον ίδιο το δυναμισμό της σαν μια μελωδία που δεν σταματά παρά μόνο όταν συμπληρωθεί το ηχητικό της θέμα. Ο δυναμισμός του ζωγραφικού χώρου του Γουναρόπουλου φανερώνεται ιδιαίτερα στα σχέδια του τα φτιαγμένα με μολύβι. Στα σχέδια του Γουναρόπουλου δεν υπάρχει ίχνος εγκεφαλικότητας, ούτε το ελάχιστο σημάδι μιας νοητικής κατασκευής. Η σύζευξη του σχεδίου με το φως γίνεται με τρόπο τόσο τέλειο, χάρη στην ίδια τη διαφάνεια του σχεδίου, ώστε και τα δυο μαζί να αποτελούν ένα σύνολο αδιάσπαστο.
Kαι επιγραμματικά ο Γ. Μουρέλος καταλήγει στα εξής: «Δεν διστάζω να υποστηρίξω ότι στη σύγχρονη ζωγραφική ο Γουναρόπουλος αποτελεί ένα μοναδικό φαινόμενο. Είναι από τους λίγους ζωγράφους που μας θυμίζουν τις μεγάλες εκείνες εποχές της τέχνης, όπου ο αληθινός δημιουργός είχε να πει ένα μοναδικό πράγμα και αφιέρωνε σ' αυτό όλη του τη ζωή, απόλυτα συνεπής στη δική του αποκαλυπτική αλήθεια».


Γυναικείο γυμνό με μαντήλι, 1971


Γυμνό, 1950


Γυμνό, 1955_1

Βιβλιογραφία

Contemporary Art of 79 Countries : Greece : Gounaro, 1939 (International fair of N. York)
Mourelos G. , "Gounaro", dans les artistes grecs contemporaines, Athenes , Institut francais 1957
Μ. Σκαλτσά , «Γουναρόπουλος», Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων. 1990
Ι. Κωσταντουλάκη : «Λόγος και Εικόνα», Μουσείο Γ. Γουναρόπουλου 1998

Γουναρόπουλος Γεώργιος», στο Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν του «Ηλίου», Αθήνα, Έκδοση της Εγκυκλοπαιδικής Επιθεωρήσεως «΄Ηλιος», χ.χ., τόμ. 5ος
Κόντογλους, Φ., «Γουναρόπουλος Γεώργιος», στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, 1η έκδ., Αθήνα, Εκδοτικός Οργανισμός «Φοίνιξ», χ.χ., τόμ. 8ος.
Λυδάκης, Σ., Λεξικό Ελλήνων ζωγράφων και χαρακτών: 16ος- 20ος αιώνας, Αθήνα, Μέλισσα, 1976, τόμ. 4ος
Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Εκδοτική Αθηνών, 1985, τόμ. 3ος
Panagopoulos , E. P. and Panagopoulos, B. M.,"Greece-Art: 20th century painting and sculpture", Encyclopedia Americana, International ed., Americana corporation, 1966, vol. 13th.
La vie, 15 oct. 1925, M. A. Leblond, « Gounaro »
Les Arts Plastiques, oct. 1925 (3), M. Seize, « Gounaro »
Cahiers d' art, mars 1926 (3), E. Teriade, « La chronique des expositions » , p. 57, 58
Cahiers d' art, mars 1926 (3), E. Teriade, « Gounaro »
La Vie , 15 avr. 1926, M. A. Leblond, « Gounaro »
La Vie , 15 juin 1926, M. A. Leblond, « Souverbie »
La Vie , 1 aout 1926, « La bourse des tableaux »
Cahiers d' arts, 1931 (9-10), Ch. Zervos, « La nouvelle generetion », pp. 339-430
La Vie , 1 nov. 1933, « Gounaro »
Arts et Sciences, 1 avr. 1933, « Gounaro (Georges) »
Studio (London), Apr. 1938 (85), P. Prevelakis, « The art of modern Greece », pp. 175-190
Arts, Apr. 1949 (38), A. Spiteris, "A Athenes: Gounaro"
[A. Vrouliotis: A. Ξύδης], « Les arts en Grece: Peinture de G. Gounaropoulos, L' Hellenisme Contemporain (3), mai-juin 1949, pp. 293-295.
Zygos 1985 (annual) (4), D. Papastamos, « Georges Gounaro : a landmark in modern Greek painting, 1890-1977 », pp. 47-59.

Το Μουσείο Γουναρόπουλου

Το 1978 ο γιος του Ηλίας Γουναρόπουλος δωρίζει το ατελιέ του ζωγράφου και 40 ελαιογραφίες και σχέδια στον ΔΗΜΟ ΖΩΓΡΑΦΟΥ και δημιουργείται το ΜΟΥΣΕΙΟ Γ. ΓΟΥΝΑΡΟΠΟΥΛΟΥ. Το 1990 ο Δήμος Ζωγράφου επεκτείνει το ΜΟΥΣΕΙΟ κτίζοντας ένα νέο κτίριο δίπλα στο παλαιό διατηρητέο ατελιέ του ζωγράφου, το οποίο λειτουργεί ως ΚΕΝΤΡΟ ΤΕΧΝΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ και το οποίο συμπληρώνει την λειτουργία του κυρίως Μουσείου. Έτσι στο μεν παλαιό κτίριο-ατελιέ του ζωγράφου γίνονται ξεναγήσεις επισκεπτών και κυρίως μαθητών σχολείων στην ζωγραφική του G. GOUNARO, ενώ στο νέο κτίριο του Κέντρου Τέχνης γίνονται εκθέσεις ζωγραφικής, διαλέξεις και γενικά πολιτιστικές εκδηλώσεις.

Ώρες λειτουργίας
Τρίτη - Τετάρτη
9:00 με 13:30 και
17:00 με 20:00
Θερινό ωράριο 18:00 με 21:00
Πέμπτη - Σάββατο
9:00 με 15:00
Δευτέρα και Κυριακή κλειστά
Διεύθυνση μουσείου
Οδός Γ. Γουναροπούλου 6
Άνω Ιλίσια - Αθήνα
τηλ. 210 7777601, 210 7487657
fax 210 7487657


Πηγή:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου