Πέμπτη 31 Ιουλίου 2014

Ιωάννης Καποδίστριας και Ρωμιοσύνη

Ιωάννης Καποδίστριας (1776 – 1831)

π. Γεωργίου Μεταλληνο
μοτίμου καθηγητο Πανεπιστημίου θηνν
Αναδημοσίευση από το “Ενωμένη Ρωμηοσύνη“

Πολ­λο ­χουν πε πς Κα­ππο­δί­στρι­ας ­ταν ­νας Ε­ρω­πα­ϊ­στής, ­νας ν­θρω­πος πο «­θε­λε ν με­τα­τρέ­ψει τος Ρω­μη­ος σ λ­λη­νες», ­σχύ­ει ­μως κά­τι τέ­τοι­ο;

Τ 1819 γρά­φει στν Πα­τέ­ρα του: «Ε­ναι ρ­γον μο­να­δι­κόν τς προ­στα­σί­ας το Θε­ο κα τν θαυ­μα­τουρ­γν ­γί­ων πο ­να­ξί­ως ­πε­κα­λέ­σθην μ δά­κρυ­α ε­λι­κρι­νος καρ­δί­ας κα ­φο­σι­ω­μέ­νης» προ­σθέ­τον­τας τν φρά­ση: «Πί­πτων ες τος πό­δας το Θαυ­μα­τουρ­γο ­γί­ου μας κα τς ­ει­παρ­θέ­νου Πλα­τυ­τέ­ρας (=Θε­ο­τό­κου)». Ε­ναι κ­δη­λη ­συ­χα­στι­κή του συ­νεί­δη­ση (βλ. τς ση­μει­ω­μέ­νες φρά­σεις) σ ­να ­δι­ω­τι­κ γράμ­μα πο το ­πι­τρέ­πει ν ­πο­κα­λύ­ψει τ μύ­χι­α τς καρ­δι­ς του. Ε­ναι δ γε­γο­νς ­τι ­βλε­πε τν ­στο­ρι­κ ­παρ­ξη το Γέ­νους ζυ­μω­μέ­νη μ τν πί­στη.

Γρά­φει σ λ­λη πε­ρί­πτω­ση: « Χρι­στι­α­νι­κ Θρη­σκεί­α ­συν­τή­ρη­σεν ες τος λ­λη­νας κα γλσ­σα κα Πα­τρί­δα κα ρ­χαί­ας ν­δό­ξους ­να­μνή­σεις κα ξα­να­χά­ρι­σεν ες α­τος τν πο­λι­τι­κν ­παρ­ξιν τς ­ποί­ας ε­ναι στύ­λος κα ­δραί­ω­μα». Συν­δύ­α­ζε δη­λα­δ Κα­ππο­δί­στρι­ας τν ­νά­στα­ση κα τν ­στο­ρι­κ συ­νέ­χει­α το ­θνους, ­χι μ τν Ε­ρώ­πη κα τν ­ποι­α­δή­πο­τε βο­ή­θει­ά της, λ­λ μ τν πα­ρά­δο­ση το Γέ­νους κα τ πνευ­μα­τι­κ ­πο­θέ­μα­τά του. ­νά­λο­γα θ δη­λώ­σει κα στν J. B. Georges Bory de saint Vincent: «Πρ­τα ε­μαι λ­λη­νας… γι­α­τί γεν­νή­θη­κα σ α­τ τν χώ­ρα… Ε­μαι λ­λη­νας ­π πα­τέ­ρα κα μη­τέ­ρα. Ε­μαι μ τν χά­ρη το Θε­ο πού μο ­νέ­θε­σε τν κυ­βέρ­νη­σιν α­το το πτω­χο λα­ο… Ε­μαι λ­λη­νας κ γε­νε­τς, ­π κα­θα­ρ ­γά­πη, ­π α­σθη­μα, ­π κα­θ­κον κα ­π Θρη­σκεί­α».

­πο­στα­σι­ο­ποί­η­σή του ­π τ φράγ­κι­κο πε­ρι­βάλ­λον τς γε­νέ­τει­ράς του ε­ναι τό­σο μ­φα­νς τ 1815 ­στε ν δι­και­ώ­νε­ται χα­ρα­κτη­ρι­σμός του ­π τν Π. Χρι­στό­που­λο ς «τα­ξι­κο ­πο­στά­του». Πα­ρα­τη­ρε Κα­ππο­δί­στρι­ας: « ­νε­τι­κ πο­λι­τεί­α ­κυ­βέρ­να τς ­ο­νί­ους νή­σους μ τ σύ­στη­μα τς δι­α­φθο­ρς. Ο ν­τι­πρό­σω­ποι ­κλέ­γον­το κ τς κλά­σε­ως (=τά­ξε­ως) τν ε­γε­νν ρ­χόν­των τις ­το ε­κα­τα­φρο­νε­στέ­ρα κα μλ­λον δι­ε­φθαρ­μέ­νη δι᾿ ­νη­θι­κό­τη­τα κα ­λε­ει­νό­τη­τα… πο­λι­τεί­α τς Βε­νε­τί­ας ­φο­βε­το τ ­ξο­χον τς φυ­σι­κς με­γα­λο­φυ­ΐ­ας τν λ­λή­νων κα ­προ­σπά­θει ν τ κα­τα­βά­λη μ τν ­μά­θει­αν». ­ταν ε­γε­νς στν κα­τα­γω­γή, λ­λ Ρω­μη­ς στν καρ­δι­ά!

Κα­ππο­δί­στρι­ας γνώ­ρι­ζε κα τς ρ­ρώ­στι­ες τς Ε­ρώ­πης, κά­τι πο θ τ κ­φρά­σει σα­φέ­στε­ρα κα συ­χνό­τε­ρα κα­τ τν πο­λι­τι­κ του δρά­ση στν λ­λά­δα. Στ πρό­σω­πο το Μέτ­τερ­νιχ ν­τι­με­τώ­πι­σε τν με­σαι­ω­νι­κ Ε­ρω­πα­ϊ­κ τυ­ραν­νί­α, που προ­σπα­θο­σε ν ­πι­βι­ώ­σει. Στ πρό­σω­πο το Βο­να­πάρ­τη κα τς με­τε­πα­να­στα­τι­κς Γαλ­λί­ας πο­λέ­μη­σε τν λ­λο­τρι­ω­μέ­νη δη­μο­κρα­τί­α πο ς ­στι­σμς ­πο­κα­τέ­στη­σε τν κλη­ρο­νο­μι­κ ­λι­γαρ­χί­α μ τν ο­κο­νο­μι­κή. Α­τ κ­φρά­ζει τ 1815: «­χο­μεν ­δη τν ­πό­δει­ξιν τού­του ες τς τα­χεί­ας ­πι­τυ­χί­ας τς κα­κο­ή­θει­ας κα τς δο­λι­ό­τη­τος τν Γάλ­λων. Δν ε­ναι ες μό­νον ­νήρ, τν ­πο­ον Ε­ρώ­πη ε­ναι ­πο­φα­σι­σμέ­νη ν πο­λε­μή­σει. Ε­ναι μί­α γε­νε­ ν­θρώ­πων χω­ρς Θρη­σκεί­αν, χω­ρς τι­μήν, χω­ρς Πα­τρί­δα, χω­ρς ρ­χάς, μί­α γε­νε­ τν ­ποία­ πρέ­πει ν τι­μω­ρή­σω­μεν κα ν δι­ορ­θώ­σω­μεν». Δι­α­τη­ρών­τας τν ρ­χαί­α λ­λη­νι­κ ­ρε­τ πο δι­α­τυ­πώ­νει Πλά­των στν ­πι­νο­μί­δα του «,τι περ ν λ­λη­νες Βαρ­βά­ρων πα­ρα­λά­βω­σι, κάλ­λι­ον το­το ες τέ­λος ­περ­γά­ζον­ται», προ­σέ­λα­βε ­πι­λε­κτι­κ στοι­χε­α ­π τν ε­ρω­πα­ϊ­κ πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, λ­λ᾿ ­χι τν Ε­ρώ­πη στ σύ­νο­λό της.

Γι᾿ α­τ θ ­πι­δι­ώ­κει, νε­ο­λαί­α, πο μ τν συν­δρο­μ του σπού­δα­ζε στν λ­βε­τί­α, «ν σχη­μα­τι­σθ πρ­τον λ­λη­νι­στ κα ­χι λ­βε­τι­στ γαλ­λι­στί. λ­λς πρέ­πει πρ­τον ν μορ­φώ­ν λ­λη­νι­κς τν ­πα­λν ψυ­χν τν τέ­κνων της. δ Ε­ρώ­πη ν τε­λει­ο­ποι­ ­στε­ρον τος ­δη ­σχη­μα­τι­σμέ­νους νέ­ους». α­τί­α δη­λώ­νε­ται στν ­πό­με­νη φρά­ση: «Ο­τω τ ­θνος φυ­λάτ­τει τν ­θνι­κν χα­ρα­κτρα του, δν νο­θεύ­ε­ται». ν δν γνω­ρί­ζα­με πς τ γράμ­μα ­νή­κει στν Κα­ππο­δί­στρι­α, θ μπο­ρο­σε ­βί­α­στα ν ­πο­δο­θε σ κά­ποι­ον ­π τος Κολ­λυ­βά­δες Πα­τέ­ρες!!

Πα­ρ᾿ ­λ’ αὐ­τά, ἔ­χει δι­α­τυ­πω­θεῖ ἡ ἄ­πο­ψη ὅ­τι «ὁ φι­λε­λευ­θε­ρι­σμὸς» τοῦ Κα­ππο­δί­στρι­α «εἶ­χε πα­τρί­δα τὴν Ἀγ­γλί­α» καὶ ὅ­τι ἐ­πε­δί­ω­κε «νὰ με­τα­βά­λῃ πρῶ­τα ἀ­π᾿ ὅ­λα τοὺς Ρω­μι­οὺς σὲ Ἕλ­λη­νες Πο­λί­τες» καὶ «νὰ ἑ­νώ­σῃ τὴν Ἑλ­λά­δα μὲ τὴν Εὐ­ρώ­πη – ὄ­χι νὰ τὴν ἐ­πι­στρέ­ψῃ στὸ Βυ­ζάν­τι­ο». Εί­ναι ὅ­μως ἔτ­σι;

Ἤ­δη στὸ γνω­στὸ ὑ­πό­μνη­μα τῆς 18ης Ἀ­πρι­λί­ου 1819, φαί­νε­ται ἡ Βού­λη­σή του νὰ θε­με­λι­ω­θεῖ ἡ φι­λι­κὴ Ἑ­ται­ρεί­α «οὐ­χὶ ἐ­πὶ τῆς ἐ­θνό­τη­τος, ἀλ­λ᾿ ἐ­πὶ τῆς εὐρεί­ας καὶ ζώ­σης Ὀρ­θο­δό­ξου ἐκ­κλη­σί­ας». Τὸν Ἀ­πρί­λι­ο τοῦ 1828 μί­α ἐ­νέρ­γει­ά του φα­νε­ρώ­νει τὸ ἐν­δι­α­φέ­ρον του γι­ὰ Ρω­μαί­ϊκη λύ­ση τοῦ Ἀ­να­το­λι­κοῦ ζη­τή­μα­τος. Ὑ­πο­βάλ­λει στὸν Τσά­ρο Νι­κό­λα­ο σχέ­δι­ό του, ποὺ προ­έ­βλε­πε τὴν ἀ­να­δι­ορ­γά­νω­ση τῆς Ὀ­θω­μα­νι­κῆς Ρού­με­λης (τῆς Βαλ­κα­νι­κῆς) σὲ Ὁ­μο­σπον­δί­α πέν­τε αὐ­τό­νο­μων κρα­τῶν (Ἑλ­λά­δος, Ἠ­πεί­ρου, Μα­κε­δο­νί­ας, Σερ­βί­ας καὶ Δα­κί­ας) μὲ ἐ­λεύ­θε­ρη πό­λη τὴν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη. Ἡ προ­σπά­θει­α αὐ­τὴ συ­νι­στᾶ ὀ­φθαλ­μο­φα­νῶς πα­ραλ­λα­γὴ τοῦ Βαλ­κα­νι­κοῦ σχε­δί­ου τοῦ Ρή­γα. Τὸ Κα­ππο­δι­στρι­α­κὸ σχέ­δι­ο, βέ­βαι­α, ἀ­πορ­ρί­φθη­κε μὲ τὴν συν­θή­κη τῆς Ἀ­δρι­α­νου­πό­λε­ως (14.9.1829), ἀλ­λὰ ἔ­γι­νε τὸ θε­μέ­λι­ο τῆς Ρωσ­σο­ευ­ρω­πα­ϊ­κῆς καὶ Ἀ­με­ρι­κα­νι­κῆς πο­λι­τι­κῆς τῆς «Βαλ­κα­νο­ποι­ή­σε­ως», ἐ­νῶ ὁ Κα­ππο­δί­στρι­ας ἐρ­γα­ζό­ταν γι­ὰ τὴν ἀ­πε­λευ­θέ­ρω­ση καὶ προ­ο­δευ­τι­κὴ ἑ­νο­ποί­η­ση τῶν Εὐ­ρω­πα­ϊ­κῶν ἐ­παρ­χι­ῶν τῆς Αὐ­το­κρα­το­ρί­ας τῆς «Νέ­ας Ρώ­μης». Ἔτ­σι κα­τα­νο­εῖ­ται καὶ ἡ μαρ­τυ­ρί­α τοῦ Ν. Σπη­λι­ά­δη, γι­ὰ τὴν ἐ­πι­θυ­μί­α τοῦ Κα­ππο­δί­στρι­α νὰ ἐ­πι­τύ­χει τὴν ἵ­δρυ­ση τῆς «Νε­ο­ρω­μα­ϊ­κῆς αὐ­το­κρα­το­ρί­ας», δη­λα­δὴ ἀ­νά­στα­ση τῆς αὐ­το­κρα­το­ρί­ας «Νέ­ας Ρώ­μης» / «Βυ­ζαν­τί­ου».

Πῶς μπο­ρεῖ ἄλ­λω­στε νὰ ἑρ­μη­νευ­θεῖ ἡ ἐ­πι­μο­νὴ τοῦ Κα­ππο­δί­στρι­α νὰ πα­ρα­δε­χθεῖ ὁ ἐ­πί­δο­ξος Βα­σι­λι­ὰς τῆς Ἑλ­λά­δος Λε­ο­πόλ­δος τοῦ Σὰξ – Κο­βούρ­γου τὴν Ὀρ­θό­δο­ξη πί­στη, συ­ναν­τώ­με­νος σὲ αὐ­τὸ μὲ τὸν Στρα­τη­γὸ Μα­κρυ­γι­άν­νη, ποὺ ἔ­βλε­πε τὸ ἄρ­θρο 40 τοῦ Συν­τάγ­μα­τος (1844) ὡς τὸ «Βαγ­γέ­λι­ον τοῦ Θε­οῦ;». Τὸ πρό­βλη­μα τῆς Βα­σι­λεί­ας στὴν Ἑλ­λά­δα με­τὰ τὸν Κα­ππο­δί­στρι­α δὲν θὰ εἶ­ναι ἡ (πάν­τα Δυ­τι­κοῦ τύ­που) ἀν­τί­θε­ση «Βα­σι­λευ­ό­με­νης Δη­μο­κρα­τί­ας» καὶ «Προ­ε­δρευ­ό­με­νης Δη­μο­κρα­τί­ας», ἀλ­λὰ ἡ φύ­ση τοῦ βα­σι­λι­κοῦ θε­σμοῦ: Κλη­ρο­νο­μι­κό­ς (ρατ­σι­στι­κός /ἀπο­λυ­ταρ­χι­κός) ἤ Αἱρε­τό­ς (δη­μο­κρα­τι­κός;).

Ἄ­πλε­το φῶς, τέ­λος, γι­ὰ τὴν κρι­τι­κὴ ἀ­πο­τί­μη­ση τῶν πο­λι­τι­κῶν ἐ­νερ­γει­ῶν τοῦ Κα­ππο­δί­στρι­α ρί­χνει ἡ με­λέ­τη τῆς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς πο­λι­τι­κῆς του, βα­σι­κό­τα­το κε­φά­λαι­ο ποὺ δυ­στυ­χῶς ὁ­ρι­σμέ­νοι δὲν φαί­νε­ται νὰ λαμ­βά­νουν σο­βα­ρὰ ὑ­π᾿ ὄ­ψη, χά­νον­τας ἔτ­σι τὴν βα­σι­κό­τε­ρη ἴ­σως προ­ο­πτι­κὴ γι­ὰ τὴν προ­σέγ­γι­ση καὶ κα­τα­νό­η­ση τοῦ Κα­ππο­δί­στρι­α ὡς δι­πλω­μά­τη καὶ πο­λι­τι­κοῦ.

Ἡ σύν­δε­ση τοῦ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ χώ­ρου μὲ τὴν Παι­δεί­α στὴν «Γραμ­μα­τεία­ τῶν Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῶν καὶ τῆς Δη­μο­σί­ου Παι­δεί­ας», χω­ρὶς προ­η­γού­με­νο ἢ καὶ ἑ­πό­με­νο στὴν «Εὐ­ρω­πα­ϊ­κὴ» πο­λι­τι­κὴ σκη­νή, συ­νι­στᾶ ὄ­χι μό­νο ἐν­συ­νεί­δη­τη ἐμ­μο­νὴ τοῦ Κα­ππο­δί­στρι­α στὸ πνεῦ­μα τῆς πα­ρα­δό­σε­ως, ποὺ θέ­λει τοὺς δύ­ο αὐ­τοὺς χώ­ρους ἀ­δι­ά­σπα­στα ἑ­νω­μέ­νους (καὶ ὁ Κα­ππο­δί­στρι­ας τοὺς θε­ω­ροῦ­σε «ἀ­χώ­ρι­στους» καὶ «πρὸς ἕ­να συν­τρέ­χον­τα σκο­πόν, τὴν ἠ­θι­κὴν τῶν πο­λι­τῶν μόρ­φω­σιν»), ἀλ­λὰ καὶ τὴν ἀν­τί­θε­σή του πρὸς τὸ πνεῦ­μα τοῦ χω­ρὶς εἰ­σα­γω­γι­κὰ εὐ­ρω­πα­ϊ­στῆ Κο­ρα­ῆ, ὁ ὁ­ποῖ­ος μὲ τὶς­ καλ­βι­νί­ζου­σε­ς προ­ϋ­πο­θέ­σεις του, ἐ­νέ­τασ­σε στὸ ἔρ­γο του «Λει­τουρ­γοῦ τῆς Δη­μο­σί­ου Παι­δεί­ας» τὴν φρον­τί­δα τῆς Ἀ­στυ­νο­μί­ας, τοῦ Δι­καί­ου καὶ τῆς Θρη­σκεί­ας». Ἡ ὀρ­γά­νω­ση, ἐξ ἄλ­λου, τῶν Κα­ππο­δι­στρι­α­κῶν Σχο­λεί­ων μὲ με­λέ­τη πα­τε­ρι­κῶν ἔρ­γων καὶ κα­τὰ τὸ μο­να­στη­ρι­α­κὸ σύ­στη­μα φα­νε­ρώ­νει τὴν θέ­λη­σή του γι­ὰ τὴν συν­τή­ρη­ση αὐ­τῆς τῆς σχέ­σης. Τὸ ἴ­δι­ο ἀ­πο­δει­κνύ­ει ὅ­μως καὶ ἡ ἀν­τι­με­τώ­πι­ση ἀ­πὸ τὸν Κα­ππο­δί­στρι­α τοῦ ζη­τή­μα­τος τῆς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς πε­ρι­ου­σί­ας γι­ὰ τὴν ἀ­ξι­ο­ποί­η­ση καὶ ὄ­χι τὴ δι­αρ­πα­γή της, κά­τι ποὺ δυ­στυ­χῶς δὲν βρῆ­κε συ­νέ­χει­α.

Μί­α ἰ­δι­αί­τε­ρα ση­μαν­τι­κή του ἀ­πό­φα­ση τὸν Αὔ­γου­στο τοῦ 1831 φω­τί­ζει κα­θο­ρι­στι­κὰ ὄ­χι μό­νο τὸ φρό­νη­μά του, ἀλ­λὰ καὶ τὸ μαρ­τυ­ρι­κὸ τέ­λος του, ποὺ προ­βάλ­λε­ται σὲ μί­α ἄλ­λη προ­ο­πτι­κὴ.

Κα­τὰ πλη­ρο­φο­ρί­α, ποὺ μᾶς προ­σφέ­ρει τὸ Ἀρ­χεῖ­ο τοῦ Ἑλ­λη­νι­κοῦ Ὑ­πουρ­γεί­ου τῶν Ἐ­ξω­τε­ρι­κῶν (γράμ­μα Κων. Οἰ­κο­νό­μου πρὸς τὸν πρέ­σβη τῆς Ρωσ­σί­ας στὴν Πό­λη Τι­τώφ, ἀ­πὸ 16.2.1850), ὁ Κα­ππο­δί­στρι­ας βι­α­ζό­ταν νὰ ἀ­πο­κα­τα­στα­θεῖ ἡ σχέ­ση μὲ τὸ Οἰ­κου­με­νι­κὸ Πα­τρι­αρ­χεῖ­ο κα­τὰ τὴν δή­λω­σή του, «ἵνα μὴν πέ­σῃ ἡ ὑ­πό­θε­σις εἰς τῶν Φράγ­κων τὰς χεί­ρας καὶ τό­τε ἐ­χά­θη­μεν!». Ὁ Οἰ­κο­νό­μος μνη­μο­νεύ­ει δή­λω­ση πρὸς αὐ­τόν τοῦ ἀ­πὸ Ρέ­ον­τος καὶ Πρά­στου καὶ με­τέ­πει­τα Κυ­νου­ρί­ας Δι­ο­νυ­σί­ου, τὸν ὁ­ποῖ­ον «με­τα­κα­λέ­σας» ὁ Κα­ππο­δί­στρι­ας «δι­ώ­ρι­σε δι­ὰ τὴν Κων­σταν­τι­νού­πο­λιν» «ἵνα γέ­νη­ται ἡ κα­νο­νι­κὴ ἀ­να­γνώ­ρι­σης τῆς ἐν Ἑλ­λά­δι Ἐκ­κλη­σί­ας». Πα­ρα­τη­ρεῖ δὲ ὁ Οἰ­κο­νό­μος: «Πό­σον πο­λι­τι­κῶς καὶ Ὀρ­θο­δό­ξως ἅ­μα προ­εῖ­δε καὶ τού­του τοῦ πράγ­μα­τος τὴν ἀ­νάγ­κην ὁ ἀ­εί­μνη­στος ἐ­κεῖ­νος!». Ἀλ­λά, ὅ­πως συ­νε­χί­ζει ὁ Οἰ­κο­νό­μος, «Ἐ­νῶ ἀ­πῆλ­θεν οὗ­τος (ὁ Κυ­νου­ρί­ας) εἰς τὴν ἐ­παρ­χί­αν αὐ­τοῦ πρὸς ἑ­τοι­μα­σί­αν, με­τ᾿ ὀ­λί­γας ἡ­μέ­ρα­ς συ­νέ­βη καὶ ἡ τοῦ Κυ­βερ­νή­του τε­λευ­τὴ» (=δο­λο­φο­νί­α).

Τὸ σω­ζό­με­νο ἀρ­χει­α­κὸ ὑ­λι­κὸ γι­ὰ τὴν Ἰ­ό­νι­ο Ἀ­κα­δη­μί­α τῶν ἀ­δελ­φῶν Τυ­πάλ­δων Ἰ­α­κω­βά­των (Λη­ξού­ρι) δί­νει ἀ­πάν­τη­ση στὸ ἐ­ρώ­τη­μα γι­ὰ τὴν σπου­δὴ τοῦ Κα­ππο­δί­στρι­α τὴ συγ­κε­κρι­μέ­νη αὐ­τὴ στιγ­μή. Ἀ­πὸ τὸ ὑ­πό­μνη­μα τοῦ Κων. Τυ­πάλ­δου – Ἰ­α­κω­βά­του, κα­θη­γη­τῆ τῆς Ἰ­ο­νί­ου Ἀ­κα­δη­μί­ας (Αὔ­γου­στος 1831) πλη­ρο­φο­ρού­μα­στε γι­ὰ τὶς ἐ­νέρ­γει­ες στὸν κύ­κλο τῆς Ἀρ­μο­στεί­ας τῆς Ἑ­πτα­νή­σου γι­ὰ ἐ­νερ­γο­ποί­η­ση τοῦ μη­χα­νι­σμοῦ τῆς αὐ­το­νο­μή­σε­ως δι­ὰ μέ­σου τῆς αὐ­το­κε­φα­λί­ας τῶν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῶν ἐ­παρ­χι­ῶν τῆς Ρω­μαί­ϊκης Ἐ­θναρ­χί­ας. Ὅ­πως ἀ­πέ­δει­ξε ἡ συ­νέ­χει­α (Ἑλ­λα­δι­κὸ αὐ­το­κέ­φα­λο τοῦ 1833, Βουλ­γα­ρι­κὴ Ἐ­θναρ­χί­α 1870) ἡ Δυ­τι­κὴ πο­λι­τι­κὴ ἐ­πε­δί­ω­κε τὴν βί­αιη­ ἀ­πό­σπα­ση τῶν ἐ­παρ­χι­ῶν τῆς Ἐ­θναρ­χί­ας καὶ τὴν ὁ­ρι­στι­κὴ δι­ά­λυ­ση τῆς Ἐ­θναρ­χί­ας ὡς συ­νέ­χει­ας τῆς «Βυ­ζαν­τι­νῆς» Αὐ­το­κρα­το­ρί­ας. Αὐ­τό, ἄλ­λω­στε, γρά­φει καὶ ὁ Ὑ­πουρ­γὸς Ἐ­ξω­τε­ρι­κῶν Ἀ­να­στ. Λόν­τος στὸν Ἐ­πι­τε­τραμ­μέ­νο τῆς Ἑλ­λά­δος Πέ­τρο Δε­λη­γι­άν­νη στὶς 6 Φε­βρου­α­ρί­ου 1850 (μὲ τὴν ἔ­ναρ­ξη τῶν προ­σπα­θει­ῶν γι­ὰ τὴν λύ­ση τοῦ Ἑλ­λα­δι­κοῦ Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ ζη­τή­μα­τος): «Αἱ κυ­βερ­νή­σεις τῆς Ἀγ­γλί­ας καὶ Γαλ­λί­ας ἐν­δι­α­φέ­ρον­ται οὐ­χὶ μι­κρὸν εἰς τὸ ζή­τη­μα τοῦ­το καὶ ἐ­πι­θυ­μοῦ­σι δι­ὰ πο­λι­τι­κοὺς λό­γους νὰ ἴ­δω­σι τὴν Ἑλ­λη­νι­κὴν Ἐκ­κλη­σί­αν ἐν­τε­λῶς ἀ­νε­ξάρ­τη­τον τοῦ ἐν Κω­σταν­τι­νου­πό­λει Πα­τρι­αρ­χεί­ου». Ὁ Ρω­μη­ὸς Ἰωάννης Κα­ππο­δί­στρι­ας ἔ­σπευ­δε νὰ ἐ­πι­τύ­χει λύ­ση μέ­σα στὸ πνεῦ­μα τῆς ἱ­στο­ρι­κο­κα­νο­νι­κῆς πα­ρα­δό­σε­ως τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, ποὺ δι­α­φο­ρο­ποι­οῦταν δι­α­με­τρι­κὰ ἀ­πὸ τὰ σχέ­δι­α τῆς Εὐ­ρώ­πης γι­ὰ τὴν Ὀρ­θό­δο­ξη Ἀ­να­το­λή. Καὶ μό­νο ἡ ἐ­νέρ­γει­ά του αὐ­τὴ εἶ­ναι ἱ­κα­νὴ νὰ δεί­ξει τὴν ἀ­λη­θι­νὴ φύ­ση τοῦ εὐ­ρω­πα­ϊ­σμοῦ του. Ἡ πε­ρί­πτω­ση, μά­λι­στα, αὐ­τὴ ἐν­τάσ­σει καὶ σὲ ἕ­να ἄλ­λο πλαί­σι­ο τὴν δο­λο­φο­νί­α τοῦ Κυ­βερ­νή­τη με­τὰ ἀ­πὸ λί­γες μέ­ρες. Δι­ό­τι μὲ τὴν ἀ­πο­στο­λὴ τοῦ Κυ­νου­ρί­ας, ποὺ πρέ­πει ὁ­πωσ­δή­πο­τε νὰ γνώ­ρι­ζαν οἱ Δυ­τι­κὲς κυ­βερ­νή­σεις, χά­ρα­ζε γι­ὰ τὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἔ­θνος μί­α προ­ο­πτι­κὴ ποὺ ἐρ­χό­ταν σὲ πλή­ρη ἀν­τί­θε­ση μὲ τὰ συμ­φέ­ρον­τα καὶ τὰ σχέ­δι­ά τους γι᾿ αὐ­τήν.

Πολ­λοὶ προ­σπά­θη­σαν νὰ προ­σε­ται­ρι­στοῦν τὸ ὄ­νο­μα τοῦ Κα­ππο­δί­στρι­α ὡς «Εὐ­ρω­πα­ϊ­στῆ», «Ἀ­δέ­σμευ­του ἀ­π᾿ τὴν Πί­στη», «Προ­ο­δευ­τι­κοῦ» κ.ἄ. Ὅ­μω­ς ὁ Κα­ππο­δί­στρι­ας ἦ­ταν πά­νω ἀπ᾿ ὅ­λα Ρω­μη­ὸς. Καὶ πι­θα­νὸν σή­με­ρα κά­ποι­οι πνευ­μα­τι­κοὶ ἀ­πό­γο­νοι αὐ­τῶν ποὺ τὸν σκό­τω­σαν νὰ θέ­λουν νὰ τὸν προ­βά­λουν ὡς δι­κό τους ἄν­θρω­πο. Ἂς εἶ­ναι. Ἡ Ἱ­στο­ρί­α θὰ τοὺς δι­α­ψεύ­δει…

Posted by Φαίη

ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΗΩCΥΝΗ

Πηγή:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου