ΠΡΟΣΩΠΑ

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΤΥΜΒΟΥ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΓΕΡ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΑΡΘΡΑ-ΔΟΚΙΜΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗ ΔΥΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ. ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 12ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 13ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ-ΜΕΛΕΤΗ- Γ. Γ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΛΟΓΟΤΡΟΠΙΟ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ-ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΜΥΘΟΙ & ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΝΕΑ ΤΑΞΗ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ Ο ΚΥΝΙΚΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟ 1821 ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΑΧΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΙ ΠΟΙΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ-ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΗΡΩΙΚΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΤΟΥ 1821 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΤΕΧΝΕΣ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗς ΑΦΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΕΧΝΗ-ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΦΩΤΟΘΗΚΗ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΤΕΧΝΙΚΕΣ

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2015

Ουαί υμίν τοις "εναρέτοις"...

του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου

Κρίμα δέσποτα! Κρίμα στα σεβάσμια λευκά σου γένια!
Κάποιοι από τους «τέτοιους» που μας λες να φτύσουμε, αγαπούν τον Χριστό και ας παλεύουν σε όλη τους τη ζωή με τα «φαντάσματα» τους!
Κακό έκανες κι όχι καλό στην Εκκλησία, που είναι του Χριστού κι όχι δική σου!

Ακόμα και την πόρνη Εκείνος την δέχθηκε και την μεταμόρφωσε με την Αγάπη!
Ποιος είσαι εσύ, που θα ρίξεις πρώτος τον λίθο του αναθέματος; Πόσους έδιωξες μακριά από τον Χριστό με τα λόγια του μίσους, ξέρεις;;
Πόσες καρδιές σφάλισες για πάντα;
Πόσες αφορμές και αιτίες έδωσες τώρα στους εχθρούς του Χριστού, για να πετροβολούν την Εκκλησία Του, της οποίας είσαι ποιμένας; Δεν είναι το πνεύμα, αλλά είναι ο τρόπος της εκφοράς του λόγου, που κάνει τη διαφορά. Το πλεόνασμα της αγάπης, που δεν βγήκε από την καρδιά σου.
Αν θέλαμε ιμάμη και σαρία γινόμασταν και ισλαμιστές που είναι πιο ορίτζιναλ και που πετάνε τους ομοφυλόφιλους από το μπαλκόνι!
Αλλά εμείς είμαστε χριστιανοί δέσποτα και αυτή είναι η διαφορά μας. Δεν χτυπάμε τα πλάσματα του Θεού, αλλά τα συμβουλεύουμε και τα παρηγορούμε!

Και ως επιμύθιο στις πρόσφατες δηλώσεις σου δέσποτα Αμβρόσιε, προτείνω να διαβάσεις το παρακάτω μεγαλειώδες για μένα ποίημα του Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗ. Και είναι μεγαλειώδες, διότι είναι το πιο βαθύ και το πιο προσωπικό απ΄όλα τα ποιήματα του. Μια εξομολόγηση γεμάτη πόνο και αγωνία. Ένα ανέκδοτο ποίημα, που ανθίζει μόνο στα βάθη της βασανισμένης ψυχούλας του τα εύοσμα άνθη της μεγάλης πίστης και της κατανόησης. Με την προσμονή της Θείας συγχώρεσης. Εκφραστικό της τιτάνιας πάλης ενάντια στον «άλλο» εαυτό του, στο πάθος και στις επιθυμίες του. Με την βεβαιότητα της νίκης του, όπως γράφει, με την βοήθεια του Χριστού.

Μά δέν θά νρθ πιά ποτέ˙ γιατί εμαι γώ σωμένος,
ες το Χριστο τ’ νομα βαπτισμένος.

Όλοι γνωρίζουμε για την ερωτική ζωή του Καβάφη, αλλά δεν μας πειράζει. Τον αγαπούμε για την ποίηση του, που είναι το πιο σημαντικό. Διαβάζοντας το ποίημα του, αναρωτήσου δέσποτα, αν έχουμε το δικαίωμα να τον κρίνουμε εμείς. Αν, δικαιούμαστε εμείς, οι «ενάρετοι», να τον αποκλείσουμε από τη συγχώρεση και από την θεία μακροθυμία, για την οποία αγωνίζεται και ελπίζει εκείνος και οποιοσδήποτε άλλος....


«Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗ
πό τήν Συλλογή ΤΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ»
(1877-1923)

Τήν νύκτα, Δέσποτα Χριστέ μου,
τόν νο καί τήν ψυχή μου φύλαττέ μου
σάν γύρω μου ρχινον καί περπατονε
ντα καί Πράγματα πού νομα δέν χουν
καί τ’ σαρκα ποδάρια των στήν κάμαρή μου τρέχουν
καί κάμνουν στό κρεββάτι μου κύκλο γιά νά μέ διονε –
καί μέ κυττάζουν σάν νά μέ γνωρίζουν
σάν νά καγχάζουν φωνα πού τώρα μέ φοβίζουν.

Τό ξέρω, ναί, μέ καρτερονε
σάν βδελυρούς καιρούς νά μελετούνε
πόταν σως σέρνομουν μαζύ των – μές τό σκότος
μέ τά ντα καί τά πράγματα ατά νακατευμένος.
Κι ποφρενιάζουν καιρός νά
ξαναρθ πρτος.
Μά δέν θά νρθ πιά ποτέ˙ γιατί εμαι γώ σωμένος,
ες το Χριστο τ’ νομα βαπτισμένος.

Τρέμω σάν ασθανθ τό βράδυ
σάν νοιώσω πού μές στό βαθύ σκοτάδι
πάνω μου εναι μάτια καρφωμένα…
Κρύψε με πό τήν ρασί των Δέσποτά μου.

Καί σάν μιλον τρίζουνε, μή φίσεις ς τ’ ατιά μου
κνέν’ πό τά λόγια των ναρθ τά φορεσμένα,
μήν τύχ καί μές στήν ψυχή μου φέρουν
κμμιά φρικώδη νάμνησι π’ τά κρυφά πού ξέρουν.

[1894]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...