Μουσταΐρας Γιώργος
«Τον ταμπουρά μου έσπασα από ‘ξω απ’ την αυλή σου, αμάν γιατί φιλί δε μου ‘δωσε αυτή η αδελφή σου…». Ηχεί η πλάκα του γραμμοφώνου με την γλυκιά φωνή του Δημήτρη Περδικόπουλου, του φημισμένου δημοτικού τραγουδιστή και τον συνοδεύει με το μπουζούκι του ο Βασίλης Τσιτσάνης (1937).
Το τραγούδι γεφυρώνει ιδανικά μια ιστορία αιώνων και ξεκινά από τους αρχαίους προγόνους του μπουζουκιού, την πανδούρα-ταμπουρά και καταλήγει στις μέρες μας στο γνωστό μας μουσικό όργανο.Ξεκινώντας να την
ψηλαφήσουμε θα πάμε πίσω στους αιώνες για να βρούμε τους προγόνους του
σημερινού μπουζουκιού, τότε που το τρίχορδον έπαιζε τον αψύν αντικρυστόν στα
γλέντια των Ελλήνων (σημερινό απτάλικο ζεϊμπέκικο).
Σύμφωνα με τους μελετητές, τα έγχορδα αρχαία μουσικά όργανα διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες: «Στην πρώτη κατηγορία, λύρας, κιθάρας, ανήκουν η φόρμιγξ, η κίθαρις και η βάρβιτος. Στην δεύτερη κατηγορία ανήκουν τα λεγόμενα ψαλτικά όργανα. Η τρίτη κατηγορία αντιπροσωπεύεται από ένα και μοναδικό όργανο: το τρίχορδον. Το τρίχορδο είχε μικρό σώμα και μακρύ βραχίονα και παιζόταν με πλήκτρο». (Θεώνη Παγκάλου-Ζερβού, περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΑ, τεύχος 262).
Στο βιβλίο του Σόλωνα Μιχαηλίδη “Η Μουσική της Αρχαίας Ελλάδας, μια εγκυκλοπαίδεια” (1978), με πρόλογο του Reginald Pepys Winnington-Ingram (Βρετανός κλασικιστής, μελετητής της ελληνικής τραγωδίας και της αρχαίας ελληνικής μουσικής) και στο λήμμα Πανδούρα διαβάζουμε:
«Πανδούρα, επίσης
πανδουρίς και πάνδουρος. Ένα τρίχορδο όργανο της οικογένειας του λαούτου,
ονομαζόμενο από τους αρχαίους τρίχορδον. Στους Αλεξανδρινούς χρόνους το όνομα
πανδούρα χρησιμοποιούνταν για να δηλώνει και ολόκληρη την οικογένεια όμοιων
οργάνων που παίζονταν με πλήκτρο».
Όπως λέει ο Sachs
(Hist.137) «είχε ένα μακρύ βραχίονα (χέρι) χωρίς στριφτάρια (κλειδιά,
κόλλαβους) μικρό σώμα, τάστα και τρεις χορδές”. (Πολύ. IV, 60) «τρίχορδον δε,
όπερ Ασσυριοι πανδούραν ωνόμαζον, εκείνων δ’ην και το εύρημα» (το τρίχορδο που
οι Ασσύριοι ονόμαζαν πανδούραν, ήταν και δική τους εφεύρεση). Κατά τον Πυθαγόρα
«η πανδούρα κατασκευάζονταν από τους τρωγλοδύτες της Ερυθράς θάλασσας από λευκή
δάφνη που φυτρώνει κοντά στη θάλασσα».
Ο Νικόμαχος γραφεί στο “Εγχειρίδιο” του (κεφ. 4) ότι το μονόχορδον ονομαζόταν φάνδουρος. Ο Ησύχιος χρησιμοποιεί την λέξη πανδουρίς για το όργανο και τον όρο πάνδουρος για τον εκτελεστή. «Πανδούρα ή πανδουρίς, όργανον μουσικον. Πάνδουρος δε ο μεταχειριζόμενος το όργανον». Πανδουρίζω, παίζω την πανδούρα. Πανδουριστής, ο εκτελεστής της πανδούρας.
Για
τη συνέχεια εδώ:
https://slpress.gr/politismos/oi-archaioi-progonoi-toy-mpoyzoykioy/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου