Ο Θερσίτης είναι ένας ομηρικός αντιήρωας. Κακομούτσουνος, καμπούρης, πολυλογάς και αθυρόστομος. Ένας γελωτοποιός σε έναν κόσμο ηρωικό, όπου το γελοίο αντιμετωπιζόταν ως θανάσιμο αμάρτημα.
Ο Όμηρος λέει πως δεν
τον ένοιαζε τι θα πει, αρκεί να προκαλούσε τα γέλια της ομήγυρης. Το μεγαλείο
της ομηρικής ποίησης και του ελληνικού πολιτισμού, εκτός των άλλων, έγκειται
στο ότι βρήκε μια θέση στο ανθρώπινο σύμπαν και για τους Θερσίτες, έστω κι αν
τους εμφανίζει ως αρνητικούς πρωταγωνιστές.
Στο Β της Ιλιάδας ο Όμηρος αφηγείται ένα
περιστατικό με πρωταγωνιστή έναν αμφιλεγόμενο χαρακτήρα, που εμφανίζεται σε
λίγους στίχους και μετά εξαφανίζεται εντελώς.
Η σκηνή διαδραματίζεται
στη συνέλευση των Αχαιών. Μετά από εννιά χρόνια πολιορκίας η Τροία αντέχει
ακόμη και δεν παραδίδεται. Ο αρχιστράτηγος Αγαμέμνων θέλει να διαπιστώσει αν
έχουν κουράγιο οι Αχαιοί να συνεχίσουν τον πόλεμο ή έχουν κουραστεί και θέλουν
να γυρίσουν στις πατρίδες τους. Τους συγκεντρώνει και με τα παρακάτω λόγια τους
ανακοινώνει ότι δεν έχει νόημα να συνεχιστεί ο πόλεμος. Απέτυχαν να κυριεύσουν
την Τροία και είναι καιρός να μπουν στα πλοία και να γυρίσουν στην Ελλάδα.
«Ήρωες φίλοι Δαναοί,
στρατιώτες του πολέμου,
βαριά πολύ με τύφλωσε
και μ’ έμπλεξε ο Δίας.
Μου υποσχέθηκε ο σκληρός
την πυργωμένη Τροία
πως θα πορθήσω κι
ένδοξος θα πάω στην πατρίδα.
Και δόλο τώρα σκέφθηκε
και με προστάζει στο Άργος,
τόσο στρατό αφού ξέκανα,
να πάω ντροπιασμένος…
Είναι ντροπή οι
μελλούμενες γενιές και να τ᾿ ακούσουν,
τόσος λαός των Αχαιών
και τόσο ανδρειωμένος
πόλεμο ατελείωτο μ’
εχθρούς πολύ πιο λίγους
τόσους καιρούς να πολεμά
και να μη φαίνεται άκρη….
Εννέα χρόνια πέρασαν σαν
ήρθαμε στην Τροία
και τα καράβια σάπισαν
και λιώσανε τα ξάρτια
και κάθονται οι γυναίκες
μας με τα μικρά παιδιά μας
στα σπίτια μας και
καρτερούν. Και αυτό, που εμείς με πόθο
ήλθαμε εδώ να κάνουμε,
δε λέει να τελειώσει.
Αλλά ακούστε τι θα πω.
Να φύγουμε σας λέω
όλοι με τα καράβια μας
για τη γλυκιά πατρίδα,
γιατί δε γίνεται ποτέ να πάρουμε την Τροία!»
[Ιλιάδα, Β, 110-140]
Η αντίδραση των Αχαιών
στα παραπλανητικά αυτά λόγια, ήταν μια μεγάλη έκπληξη και απογοήτευση για τον
Αγαμέμνονα. «Σείστηκε η συνέλευση σαν της θάλασσας τα πελώρια κύματα και οι
Αχαιοί με αλαλαγμούς που έφταναν ως τον ουρανό όρμησαν στα καράβια, να φύγουν για
την πατρίδα».
για
τη συνέχεια εδώ:
https://ellinondiktyo.blogspot.com/2025/03/blog-post_71.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου