ΠΡΟΣΩΠΑ

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΤΥΜΒΟΥ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΓΕΡ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΑΡΘΡΑ-ΔΟΚΙΜΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗ ΔΥΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ. ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 12ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 13ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ-ΜΕΛΕΤΗ- Γ. Γ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΛΟΓΟΤΡΟΠΙΟ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ-ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΜΥΘΟΙ & ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΝΕΑ ΤΑΞΗ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ Ο ΚΥΝΙΚΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟ 1821 ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΑΧΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΙ ΠΟΙΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ-ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΗΡΩΙΚΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΤΟΥ 1821 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΤΕΧΝΕΣ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗς ΑΦΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΕΧΝΗ-ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΦΩΤΟΘΗΚΗ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΤΕΧΝΙΚΕΣ

Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

Αρχαία Ελλάδα - Η Μουσική στο πέρασμα των αιώνων...

(Μέρος Α΄)

Επιμελείται-γράφει
ο μουσικός Χρήστος Δημ. Γεωργακόπουλος
 

Μεταξύ άλλων αρχαιολογικών ευρημάτων, η ανασκαφική δραστηριότητα του αρχαιολόγου και καθηγητού του ΑΠΘ κ. Γ. Χουρμουζιάδη στο Δισπηλιό Καστοριάς, έφερε στο φως μια οστέινη φλογέρα που χρονολογείται γύρω στο 5.260 π.Χ.



Στα αιγαιοπελαγίτικα νησιά Θήρα και Κω βρέθηκαν μαρμάρινα ειδώλια εκτελεστών άρπας και διπλού αυλού (μέσα 3ης χιλιετίας π.Χ.), τα οποία μαρτυρούν (;) την επίδραση της μουσικής της Μεσοποταμίας, της Φρυγίας και της Αιγύπτου στον πρώιμο κυκλαδικό πολιτισμό. Την άρπα την συναντάμε για πρώτη φορά περίπου 1000 χρόνια πριν ταυτόχρονα στην Αίγυπτο και στους Σουμέριους. Στον Μινωικό πολιτισμό της Κρήτης (περί το 1500 π.Χ.) συναντάμε απεικονίσεις λυρών και διπλών αυλών. Στην ηπειρωτική Ελλάδα βρέθηκαν στους θολωτούς τάφους του Μυκηναϊκού πολιτισμού (περί το 1200 π.Χ.)  τμήματα μιας πολυτελούς λύρας από ελεφαντόδοντο. Κατά τη Γεωμετρική εποχή (1000 π.Χ.) πληθαίνουν τα ευρήματα μουσικών απεικονίσεων.


Το κύριο χαρακτηριστικό της Μυκηναϊκής μουσικής είναι ότι παιζόταν κατά κανόνα από ένα μόνο εκτελεστή και όχι από ομίλους μουσικών, όπως αλλού. Έτσι, υποθέτουμε ότι η κυριότερη, αν όχι η μοναδική, μουσική εκδήλωση στα μυκηναϊκά χρόνια ήταν το τραγούδι ή η μουσική απαγγελία με απλή συνοδεία από ένα ή το πολύ δύο όργανα, αυτό δηλαδή που αργότερα θα εξελιχθεί σε μουσική παιδεία της απαγγελίας των επών (ομηρικών και άλλων). Όσον αφορά την προέλευση των μουσικών οργάνων, θα πρέπει να σκεφτούμε πως οι νέες ανακαλύψεις, αναιρούν προηγούμενα συμπεράσματα.

Γεωμετρική περίοδος- Ομηρική εποχή  (11ος - 8ος αι. π.Χ.)


"Ραψωδός με λύρα"
Οι όλο και περισσότερες απεικονίσεις σε αγγεία και τα φιλολογικά τεκμήρια στην Ιλιάδα (16.000 στίχοι) και Οδύσσεια (12.000 στίχοι) του Ομήρου παρέχουν ακριβέστερη εικόνα της μουσικής. Κατά την εποχή του Ομήρου (8ος π.Χ. αι.), συντελείται μια ταχύτατη άνοδος στον ελληνικό πολιτισμό που οδηγεί, γύρω στο 700 π.Χ. σε μια σημαντικότατη άνθιση. Η αρχαιότερη μορφή μουσικής είναι η μορφή της εποχής αυτής, το έπος, ένα μακροσκελές αφηγηματικό ηρωικό τραγούδι που έψαλλε στα συμπόσια ηγεμόνων ένας τεχνίτης τραγουδιστής, ο αοιδός, υμνώντας τα έργα των θεών και τις σπουδαίες πράξεις των ηρώων.

Στην αρχή παιζόταν το προοίμιον, ένας ύμνος αφιερωμένος στους θεούς. Αυτά τα δύο αξεπέραστα έργα, Ιλιάδα και Οδύσσεια, καταγράφτηκαν για πρώτη φορά, όταν ο Τύραννος των Αθηνών, Πεισίστρατος (605-527 π.Χ.) συνέστησε μια επιτροπή η οποία κάλεσε τους ονομαστότερους ραψωδούς της εποχής και κατέγραψε τα κείμενα των δύο Ομηρικών επών κατά την υπαγόρευσή τους. Στις παραστάσεις γεωμετρικών αγγείων της Ομηρικής εποχής, ο αοιδός συνοδεύει τα έπη με τη φόρμιγγα (πρόδρομο της καθαρά ελληνικής κιθάρας) και ανοίγει τον χορό. Τέτοιους φημισμένους ραψωδούς αναφέρει ο Όμηρος, όπως τον Θάμυρη, τον Δημόδοκο, τον Φήμιο κ.α. Στον Όμηρο επίσης αναφέρεται η σύριγξ ως μουσικό όργανο των βοσκών.

Την ίδια περίοδο και παράλληλα με τα Έπη, εμφανίστηκε ένα είδος τραγουδιών προς τιμή του Απόλλωνα, που ονομάστηκαν Νόμοι, επειδή η σύνθεσή τους έπρεπε να βασίζεται σ’ έναν εκ των προτέρων δεσμευτικό τύπο. Δεν παρείχαν δηλαδή ελευθερία απομάκρυνσης από τις αρχές τους. Υπήρχαν τέσσερις κατηγορίες νόμων: α) κιθαρωδικοί, επινοήθηκαν από τον Τέρπανδρο, β) αυλωδικοί που επινόησε ο Πολύμνηστος, γ) κιθαριστικοί και δ) αυλητικοί. Ο πιο σημαντικός αυλητικός νόμος ήταν αυτός που περιέγραφε τον αγώνα του Απόλλωνα με τον Δράκοντα Πύθωνα. Ίσως πρόκειται για ένα από τα πρώτα παραδείγματα προγραμματικής μουσικής. Αποτελείται από 5 υποχρεωτικά μέρη: την Πείρα, εισαγωγή, τον Κατακελευσμό, πρόκληση του δράκοντα από τον θεό, το Ιαμβικόν, εξιστόρηση του αγώνα, το Σπόνδειον, ανακοίνωση νίκης του θεού και τέλος η Καταχόρευση (νικηφόρος χορός), όπου ο θεός γιορτάζει τη νίκη του με χορό.

Στην εποχή μετά τον Όμηρο, οι ραψωδοί κρατώντας τις χαρακτηριστικές τους ράβδους, ταξίδευαν σε όλη την Ελλάδα και απήγγελαν κομμάτια από τα ομηρικά έπη, καθώς και δικούς τους στίχους, αλλά όχι πια με τη συνοδεία μουσικών οργάνων, ενώ το προοίμιον εξελίσσεται σε αυτόνομο μουσικό κομμάτι.

Αρχαϊκή εποχή (7ος –5ος αι. π.Χ.)

Λύρα
Κατά την Αρχαϊκή περίοδο διαμορφώνεται ένα είδος ποίησης και μουσικής που διαφέρει από το έπος, είναι η λεγόμενη λυρική ποίηση. Ονομάστηκε έτσι στα αλεξανδρινά χρόνια γιατί ακριβώς οι ποιητές-συνθέτες τραγουδούσαν τα ποιήματά τους με τη συνοδεία λύρας, είτε μόνης, είτε σε συνδυασμό με τον αυλό. Η λυρική ποίηση ήκμασε στη Λέσβο με πρώτο τον Τέρπανδρο (7ος π.Χ. αι.) που διαμόρφωσε τον νόμο. Σπουδαιότεροι εκπρόσωποι είναι ο Αρχίλοχος ο Πάριος (περί το 650 π.Χ.), η Λεσβία Σαπφώ και ο επίσης Λέσβιος Αλκαίος (περί το 600 π.Χ.), o Μίνερμος, ο Ανακρέων, η Κορίννα, ο Στησίχορος, κ.α. Σώζονται μόνο τα κείμενα. Ο στίχος σχηματίζει μια ενότητα μουσικής και λόγου, η οποία χαρακτηρίζεται με τον όρο μουσική. Οι ρυθμοί των στίχων βασίζονται σε εναλλαγή όχι ποιοτική, όπως συμβαίνει σε σύγχρονες γλώσσες με τονισμένες και άτονες συλλαβές, αλλά ποσοτική, με βραχείες και μακρές συλλαβές, οι οποίες αντιστοιχούν με την άρση και τη θέση του ποδιού στην χορευτική κίνηση.

Οι ρίζες της λυρικής ποίησης βρίσκονται στη λατρεία των θεών (παιάνες, υμέναιοι), σε εκδηλώσεις που σχετίζονται με το γάμο ή το θάνατο (υμέναιοι, θρήνοι και ελεγείες), στα τραγούδια που συνδέονται με έθιμα. Με τη λυρική ποίηση εκφράζει ο άνθρωπος, μέσα από το τραγούδι, τα προσωπικά του αισθήματα και τις σκέψεις. Η αρχαία έννοια της λυρικής ποίησης περιελάμβανε δύο σημαντικά είδη: τη χορική ποίηση και τη μονωδία (τραγούδια). Ως λυρικά είδη, ο ίαμβος και η ελεγεία, έπαψαν πολύ νωρίς να τραγουδιούνται, ενώ η καθ’ αυτό λυρική ποίηση, η μελική –όπως την ονόμαζαν- προϋποθέτει οπωσδήποτε το τραγούδι. Στις αρχές του 6ου κιόλας αιώνα, προστίθενται στις Δελφικές γιορτές οι αυλητικοί  αγώνες (μουσική μόνο με αυλό, χωρίς τραγούδι) και όχι πολύ αργότερα και οι κιθαριστικοί (μόνο με λύρα ή κιθάρα).

Την ίδια εποχή, στη Σπάρτη ανθεί η χορική ποίηση και μουσική, ποιήματα δηλαδή που τραγουδιούνται από ομάδες νέων, αγοριών και κοριτσιών. Το χορικό τραγούδι ήταν συνδεδεμένο με κίνηση χορευτική και τα όργανα που το συνόδευαν ήταν η λύρα και ο αυλός ταυτόχρονα. Στη χορική ποίηση είναι πολύ πιθανότερο, απ’ ότι στη λυρική μονωδία, να υπήρχε κάποια μορφή πολυφωνίας-ετεροφωνίας. Το χορικό τραγούδι ως είδος σύνθεσης προήλθε από την αρχαία όρχηση. Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να συνοδεύουν το χορό με ρυθμικά επιφωνήματα, ύστερα με ολόκληρες φράσεις και κατόπιν με τραγούδια.

Το χορικό τραγούδι αναπτύχθηκε στα πλαίσια θρησκευτικών τελετών προς τιμήν διαφόρων θεών και περιλάμβανε κάποια μιμική όρχηση. Έγινε και παρέμεινε ένα βασικό στοιχείο του διθυράμβου και του δράματος. Χορικά τραγούδια ήταν τα εμβατήρια, τα προσόδια (τραγούδι με πανηγυρικό χαρακτήρα εκτελεσμένο χορευτικά με συνοδεία αυλού κατά τη στιγμή που η πανηγυρική πομπή πλησίαζε στο ναό ή βωμό), τα παρθένια (τραγούδια που τραγουδιόντουσαν αποκλειστικά από νέες κοπέλες σε διάφορες τελετές προς τιμήν του Απόλλωνα ή της Άρτεμης), οι παιάνες (ευχαριστήριοι ύμνοι με συνοδεία κιθάρας, αφιερωμένοι στον Απόλλωνα και στην Άρτεμη για τη λύτρωση από το κακό και αργότερα προς οποιονδήποτε θεό, επίσης παιάνας ήταν ένα θριαμβευτικό τραγούδι μετά από νίκη σε πόλεμο ή σε εθνικούς αγώνες), τα υπορχήματα (ομαδικά τραγούδια κατά τη διάρκεια που ο ιερέας έκανε την καύση των σφαγίων στο βωμό), τα εγκώμια (τραγούδια που επαινούσαν κάποιους νικητές, συνήθως τους αθλητές), οι θρήνοι (νεκρικά άσματα με αυλούς), οι υμέναιοι (γαμήλια άσματα με συνοδεία αυλού), τα επινίκια (τραγούδια στο τέλος των εορταστικών εκδηλώσεων μέσα στο ναό).

Ελληνική κιθάρα με πλήκτρο
Ένα μουσικό είδος που η εξέλιξή του έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της μετέπειτα μουσικής των Ελλήνων ήταν το σκόλιον τραγούδι του τραπεζιού θα λέγαμε και όχι του χορού (σκόλιος σημαίνει αντίθετος από το ορθός, όρθιος ή ευθύς ). Το είδος αυτό ξεκίνησε σαν ένα αυτοσχέδιο ποίημα που τραγουδιόταν στα συμπόσια. Ο καθένας από τους ομοτράπεζους όταν τελείωνε το τραγούδι του, έδινε τη σειρά του στον επόμενο, προσφέροντας του ταυτόχρονα τη λύρα ή ένα κλωνάρι μυρτιάς. Το σκόλιον σιγά-σιγά από αυτοσχέδιο ποίημα διαμορφώθηκε σε πραγματικό καλλιτέχνημα (Πίνδαρος, Σιμωνίδης, Ανακρέων, Αλκαίος και Τέρπανδρος) και οδήγησε γύρω στον 6ον π.Χ. αιώνα στην ανάπτυξη της λυρικής ποίησης.  Ο πρώτος χορικός ποιητής που ξέρουμε είναι ο Αλκμάν (7ος π.Χ. αι.), θεωρείται ο πατέρας της σπαρτιατικής κλασικής χορικής μουσικής, έγραψε πολλούς ύμνους, παρθένια, υπορχήματα, παιάνες και σκόλια. Αντιλαμβανόταν το ποιητικό κείμενο τη μουσική και το χορό ως μια άρρηκτη ενότητα. Αρκετοί στίχοι των ποιητικών του κειμένων έχουν σωθεί. Από τους σημαντικούς χορικούς ποιητές ο Σακάδας (7ος/6ος αι.) ήταν διάσημος αυλητής και συνθέτης. Κέρδισε πολλά βραβεία στα Πύθια σε αγώνες αυλητικής ενώ με τους «νόμους» του έδωσε συγκεκριμένη μορφή και δομή στα μουσικά έργα. 

Ένα ιδιαίτερο είδος χορικού τραγουδιού με τεράστια σημασία για την εξέλιξη τόσο της μουσικής όσο και του αρχαίου δράματος είναι ο διθύραμβος που τραγουδιόταν με τη συνοδεία αυλού προς τιμήν του Διονύσου. Μιλούσε για το θεό, τη γέννησή του, τους άθλους του, τους θριάμβους του στον πόλεμο, για τις χαρές της ανέμελης ζωής του κ.λ.π. Ένας μεγάλος ποιητής και μουσικός, ο Αρίων (625 π.Χ. ) συνέθεσε έξοχους διθυράμβους, όταν ζούσε κοντά στον Τύραννο της Κορίνθου, Περίανδρο. Αργότερα ο διθύραμβος έγινε δημοφιλής και στην Αττική ιδιαίτερα στους δήμους των Μεσογείων (Μαραθώνα, Σπάτα, Κορωπί ). Οι αμπελουργοί των περιοχών αυτών την εποχή του τρύγου τιμούσαν τον θεό Διόνυσο με γιορτές και πανηγύρια που σιγά –σιγά πήραν ένα πάνδημο χαρακτήρα. Η ομάδα των τραγουδιστών και χορευτών που συμμετείχαν ονομαζόταν θίασος. Αργότερα έγινε συνήθεια να παρουσιάζεται ο διθύραμβος με μορφή διαλόγου μεταξύ των τραγουδιστών-χορευτών και ενός υποκριτού  (ηθοποιός). Καθώς ο διάλογος αυτός συνοδευόταν από μιμητικές αναπαραστάσεις, ο διθύραμβος έπαψε σταδιακά να είναι αφήγηση πράξεων και έγινε αναπαράσταση πράξεων, δηλαδή θέατρο. Γύρω στο 600 π.Χ. οι  ήδη πολλαπλασιασμένοι θίασοι διθυράμβων, μπήκαν και στην Αθήνα όπου θεσπίστηκαν και οι πρώτοι θεατρικοί διαγωνισμοί.

Με τον Σιμωνίδη  (6ος π.Χ. αι.) από την Κέα καθιερώνονται τα επινίκια. Συνέθεσε επίσης εγκώμια, ύμνους, παιάνες, θρήνους, ελεγείες κ.λ.π. Η πορεία της μουσικής συνεχίζεται με έναν από τους μεγαλύτερους ποιητές της αρχαίας Ελλάδας, τον Πίνδαρο (522-446π.Χ.) από την Βοιωτία. Γεννήθηκε στις Κυνός Κεφαλές κοντά στην Θήβα. Συνθέτει επινίκια (ο «Πυθιόνικος» είναι το αρχαιότερο που σώζεται), παιάνες, ύμνους, διθυράμβους, προσόδια, παρθένια, υπορχήματα και θρήνους. Ως προς τον χαρακτήρα των έργων του, έμεινε πιστός στη παράδοση και με το απλό, σεμνό και μεγαλόπρεπο ύφος του κέρδισε το σεβασμό όλων των Ελλήνων. Αυτός είναι και ο τελευταίος μεγάλος λυρικός ποιητής.

Κλασική εποχή (5ος-4ος αι. π.Χ.)

Ο πρώτος ύμνος
Όπως ήδη αναφέρθηκε, στον διθύραμβο-αλλά και στα φαλλικά άσματα, εύθυμα, σκωπτικά και συχνά άσεμνα στο ποιητικό τους περιεχόμενο χορευτικά τραγούδια-βρίσκονται οι ρίζες του δράματος. Το δράμα συνένωσε σε ένα αδιάσπαστο σύνολο, τον λόγο, την κίνηση, την μουσική και αποτελεί κορυφαία πολύτεχνη έκφραση του αρχαίου ελληνικού πνεύματος. Το νέο αυτό δραματικό είδος, αποτελούσε μιαν υπέροχη σύζευξη ποίησης και χορού. Εκτός απ’ τα χορικά, που τραγουδιόνταν με συνοδεία αυλού, οι μονόλογοι κι οι διάλογοι ήταν μια λυρική απαγγελία με συνοδεία λύρας ή κιθάρας που λεγόταν παρακαταλογή. Η απαγγελία αυτή συχνά υψωνόταν σε πραγματική μελωδία. Στην δημιουργία της παρακαταλογής έχει συμβάλλει και η προσωδία της Ελληνικής γλώσσας, η απαγγελία δηλαδή που έδειχνε καθαρά την διαφορά των μακρών και των βραχέων συλλαβών. Ο χορός που χορευόταν γύρω απ’ την θυμέλη στην τραγωδία λεγόταν εμμέλεια, σεμνός και εκφραστικός στις κινήσεις του. Περισσότερο ελεύθερος ήταν ο χορός του σατυρικού δράματος, η σίκιννις και εντελώς ελεύθερος με άσεμνες κινήσεις ο κόρδαξ, που χορευόταν στην κωμωδία.

Με πρώτον τον Θέσπι (μέσα περίπου του 6ου αι. π.Χ.), που θεωρείται ο δημιουργός του δράματος, αφού αυτός εισήγαγε τον υποκριτή που διαλέγεται με το χορό του διθυράμβου, ακολουθεί μια σειρά από ποιητές – μουσικούς που δίνουν στο δράμα την αλματώδη εξέλιξή του: Χοιρίλος, Φρύνιχος, Πρατίνας, οι τρεις μεγάλοι τραγωδοί Αισχύλος (525-456 π.Χ.), Σοφοκλής (496-406 π.Χ.), Ευριπίδης (485-406 π.Χ.), καθώς και ο κορυφαίος της Αττικής κωμωδίας Αριστοφάνης (445-388 (π.Χ.). Αυτό που αξίζει να παρατηρήσουμε, είναι το γεγονός, ότι το αρχαίο ελληνικό δράμα (τραγωδία και κωμωδία), ήταν ένα είδος όχι απλώς θεατρικό (και μάλιστα με τη σημερινή έννοια), αλλά μια τελετουργία όπου η μουσική έπαιζε θεμελιακό ρόλο.

Υδραυλίς
Από τον «ψιλό λόγο» (πεζό) των επεισοδίων, ο ποιητής-συνθέτης οδηγούσε το ακροατήριο του πρώτα στη μουσική απαγγελία των αναπαιστικών μερών (συνοδευόμενα από κιθάρα), για να το εισαγάγει κατόπιν στην υπέρτατη ποιητική και μουσική έκφραση: τα στάσιμα, τους κομμούς, τα εμβόλιμα χορικά, και μονωδικά ή αμοιβαία μέλη, που έψαλλαν ο χορός και οι υποκριτές με τη συνοδεία αυλού. Το τραγούδι του ο χορός συνόδευε με αρμονικές κινήσεις, ένα είδος εκφραστικού ή μιμικού χορού. Το κάθε χορικό προετοίμαζε μια εισαγωγή (προαύλημα) με ένα ή δύο αυλούς. Τέλος δεν πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε τον ίδιο τον θεατρικό χώρο και τα θαυμάσιας αρχιτεκτονικής, ακουστικής θέσης και σχέσης με το περιβάλλον θέατρα. Η νέα μουσική του 5ου αιώνα στοχεύει στην υποκειμενική έκφραση. Η έκταση της μελωδίας διευρύνεται, είναι αγαπητό το χρωματικό και το εναρμόνιο γένος. Ο Φρύνις ο Λέσβιος (περί το 450 π.Χ.) και ο Τιμόθεος ο Μιλήσιος (περί το 400 π.Χ.) ηγούνται αυτής της νέας μουσικής που εμφανίζει συγχρόνως μεγάλους δεξιοτέχνες των οργάνων.

Απροσδόκητα από τα μέσα του 5ου αιώνα η μουσική στην Ελλάδα προτρέχοντας όλων των άλλων τεχνών, αρχίζει μια αργή καθοδική πορεία και μάλιστα σε μια εποχή που οι εικαστικές τέχνες είναι στη μεγάλη ακμή τους. Όπως συνεπάγεται μέσα από τις διαμαρτυρίες του Πλάτωνα και πολλών άλλων κλασικών συγγραφέων, η παρακμή στη μουσική οφείλεται στην κοινωνική και ηθική οπισθοδρόμηση και στους μουσικούς νεωτερισμούς που όπως ήταν φυσικό ακολούθησαν. Από κοινό κτήμα κάθε πολίτη από το σχολείο, η μουσική μετατρέπεται σιγά-σιγά σε δραστηριότητα λίγων διάσημων δεξιοτεχνών.

Ύστερα από την Μακεδονική κατάκτηση, η μουσική δημιουργική φλόγα άρχισε λίγο-λίγο να σβήνει. Η μουσική δραστηριότητα μεταφέρεται σε άλλες πόλεις εκτός Ελλάδος π.χ. στην Αντιόχεια και στην Αλεξάνδρεια. Η ελληνιστική περίοδος, που ξεκινά για την μουσική από τον 4ου π.Χ. αιώνα και φθάνει μέχρι τον 4ο μ.Χ. αιώνα μας άφησε λιγοστά ονόματα μουσικών. Αξίζει να αναφέρουμε τον Μεσομήδη (Κρήτη, 2ος μ.Χ. αι.) στον οποίο αποδίδονται τρεις ύμνοι της εποχής του που σώζονται, στη Μούσα, στον Ήλιο και στην Νέμεση.



(Πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό ΕΝΝΕΑΔΑ )  

Βιβλιογραφία :

« Άτλας της μουσικής»    Ulrich Michels
«Η Μουσική μέσα από την ιστορία της» Βασιλειάδης-Γλύνια-Κανάρης-Φραγκούλη
« Η μουσική των ανθρώπων»   Π. Ταμπούρης
« Μορφολογία της μουσικής» Αμάραντος Αμαραντίδης
« Η Ιστορία της Μουσικής»  Karl Nef
«Η περιπέτεια της τεχνολογίας στην αρχαία Ελλάδα» Χρήστος Λάζος, εκδόσεις ΑΙΟΛΟΣ
«Αρχαίες μαρτυρίες για τον Όμηρο και την γλώσσα»  Κώστας Δούκας (Φεβρ. 1996)
«Αρχαία Ελληνικά Μουσικά Όργανα» Π. Καλογρίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...