ΠΡΟΣΩΠΑ

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΤΥΜΒΟΥ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΓΕΡ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΑΡΘΡΑ-ΔΟΚΙΜΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗ ΔΥΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ. ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 12ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 13ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ-ΜΕΛΕΤΗ- Γ. Γ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΛΟΓΟΤΡΟΠΙΟ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ-ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΜΥΘΟΙ & ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΝΕΑ ΤΑΞΗ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ Ο ΚΥΝΙΚΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟ 1821 ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΑΧΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΙ ΠΟΙΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ-ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΗΡΩΙΚΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΤΟΥ 1821 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΤΕΧΝΕΣ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗς ΑΦΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΕΧΝΗ-ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΦΩΤΟΘΗΚΗ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΤΕΧΝΙΚΕΣ

Παρασκευή 5 Ιουνίου 2015

Ανθρώπινα Δικαιώματα και η Ορθόδοξη Εκκλησία

Χρήστος Γιανναράς

Τί ννοομε ταν λέμε «νθρώπινα δικαιώματα»;
Μ τ πίθετο «νθρώπινα» ποδίδεται κάτι σ λους τος νθρώπους ν γένει. Τ «δικαιώματα» νήκουν σ κάθε νθρωπο τομικά, προϋπόθετα κα νεξαίρετα. Κάθε τομικ παρξη, φόσον εναι νθρώπινη, ποτελε φορέα δικαιωμάτων. λέξη «δικαίωμα» ναφέρεται στν ξίωση-παίτηση νς τόμου, τν ποίαν καθιστ φικτ νας ποδεκτός π' λους (καί, ς κ τούτου, ποχρεωτικός γι λους) νομικός κώδικας. νομικς κώδικας (τ «κοινωνικ συμβόλαιο») ξασφαλίζει τι τ δικαίωμα εναι νόμιμο , δηλ. ξαναγκαστ κατ πάντων τομικ ξίωση.

νομική (μέσω νομικν κωδίκων) διασφάλιση τν τομικν δικαιωμάτων συνιστ θεμελιδες γνώρισμα τς Νεωτερικότητας. θεωρητική της δραίωση νάγεται στν φιλοσοφία το Διαφωτισμο (τέλη 18ου α.). ννοια το δικαιώματος εναι γνωστ στν Δύση π τν Μεσαίωνα δη, στω κι ν δν εναι ξεκάθαρο τ πότε κριβς χρησιμοποιεται γι πρώτη φορά. στόσο, τ δικαιώματα κατ τν Μεσαίωνα φοροσαν σ συγκεκριμένα τομα κοινωνικς τάξεις. ριζικ τομ πο πέφερε Νεωτερικότητα γκειται στ γεγονς τι ατή κανε τ δικαιώματα «νθρώπινα», δηλ. κοιν γι λους τος νθρώπους, χωρίς διακρίσεις.

προστασία τν νθρωπίνων δικαιωμάτων γινε τ σύμβολο το σύγχρονου (νεωτερικο) δυτικο πολιτισμο. Μαζί μ τν υοθέτηση τς τεχνολογικς ξέλιξης, νάληψη τς νομικς δέσμευσης (διεθνες συνθκες) γι τν προστασία τν τομικν δικαιωμάτων θεωρεται σήμερα ς πόδειξη τι μι κοινωνία εναι πολιτισμένη. Βέβαια, ο χρες πο χουν πογράψει ατς τς διεθνες συνθκες κα τς χουν νσωματώσει στ δικαιϊκό τους σύστημα δν εναι πάντοτε συνεπες μ τς ποχρεώσεις στς ποες χουν δεσμευτε. κόμα περισσότερο τ νθρώπινα δικαιώματα δν γίνονται σεβαστ στ πεδίο τν διεθνν σχέσεων κα τν στρατηγικν σχεδιασμν π τς Μεγάλες Δυνάμεις.

Ατ σημαίνει τι προστασία τν νθρωπίνων δικαιωμάτων παραμένει να θικ πρόβλημα. δ θικ πάντοτε κα μεσα συνοδεύεται π τ ρώτημα: ποιός κα μ ποιά ξουσία ρίζει τ θικό, ποιός δεσμεύει τος νθρώπους ν πακούουν στος κανόνες της θικς; Εναι Θες κα ο νόμοι Του, πως ατο διατυπώνονται π τ θρησκευτικ καθιδρύματα; Μ ατν τν ντίληψη, Ερωπαϊκ Δύση ζησε (στν λεγόμενο Μεσαίωνα) μία πολ ρνητικ στορικ μπειρία. θρησκευτικ θικ συνδέθηκε, στν νθρώπινη συνείδηση, μ καταστάσεις κοινωνικς δικίας, βασανιστήρια, αθαιρεσία, φιαλτικς τιμωρίες, δεολογικ τρομοκρατία.

μπειρία το Μεσαίωνα δήγησε τν Νεωτερικότητα στν πολεμικ πόρριψη κάθε μεταφυσικς θεμελιώσεως τς θικς κα το Δικαίου. ρνηση τςΜεταφυσικς νεθάρρυνε τν πόλυτη ποδοχ τς Φύσεως (Φυσικς). βασικ δέα ταν τι ο κανονιστικς ρχς κα ο κανόνες το Δικαίου δν θ πρεπε ν ξάγονται π τν ποθετικ «Θεο Νόμο», πο αθαίρετα χειρίζονταν τ θρησκευτικ καθιδρύματα, λλ' π τν λογικ τν φυσικν νόμων ποία ταν ντικειμενικ κα λέγξιμη.
νθρωπος εναι φύσει λογικ παρξις· λόγος εναι φυσικ χαρακτηριστικ το καθένα. Συνεπς, δυνάμεθα ν ξαγάγομε κανονιστικς θικς ρχς π τν λογικ καθορισμ το κοινο καλο κα συμφέροντος. ννοεται τι, φόσον κάθε πρόσωπο θ δεσμευόταν —κούσια— στν κοινή (φυσική) λογική, τ πρόσωπο ατ θ ποδεχόταν πεύθυνα κα τος ρους το «κοινωνικο συμβολαίου».

Κατ' ατν τν τρόπο ννοια το «Φυσικο Δικαίου» διαπέρασε λην τν Νεωτερικότητα μ μι κπληκτικ δυναμικ σ λους τος τομες. Μαζί της μφανίστηκε δέα το «φυσικο» δικαιώματος γι κάθε «φυσικ» τομο πρ οασδήποτε κοινωνικς, ταξικς, οκονομικς λλης διαφοροποίησης. θρησκεία διαχωρίστηκε αστηρ π τν κοινωνικ ργάνωση, μετατραπεσα τσι σ τομικ πόθεση· διαχωρισμς το «ερο» π τ «κοσμικό» (κκλησία κα Κράτος) θεωρεται σήμερα ς θεσμικ sine qua non γι τς δυτικς κοινωνίες. Βέβαια, δη πὸ τὰ τέλη τοῦ 18ου αἰώνα, σὲ μία ἀτμόσφαιρα ἐνθουσιαστικῆς κατάφασης ἀπὸ τὴν μία τῆς φύσεως καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἀπόρριψης τῆς μεταφυσικῆς, ὁ μαρκήσιος De Sade εἶχε προλέξει ὅτι ἡ λογικὴ τῆς φύσεως δὲν ἦταν πάντοτε ἀγαθὴ καὶ ὅτι, ἀντίθετα, τὸ ἔγκλημα ἦταν ἐγγενὲς στὴν ἀνθρώπινη βιοδομή. Ἡ φρίκη τῆς ἀπάνθρωπης συμπεριφορᾶς, ἡ πλήρης καταστροφὴ κάθε ἔννοιας ἀτομικῶν δικαιωμάτων, ἔφτασε στὸ ἀποκορύφωμά της κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ 20οῦ αἰ. Ἀκόμα καὶ σήμερα, ποὺ ἡ παγκόσμια ἡγεμονία τῆς Δύσεως χαιρετίζεται ὡς ὁ θρίαμβος τῆς προάσπισης τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, οἱ πρακτικὲς γενοκτονίας, οἱ ἐθνοκαθάρσεις, οἱ σφαγὲς ἀθώων ἀνθρώπων, τὰ βασανιστήρια, ἡ ἀστυνομοκρατία καὶ ἡ λογοκρισία, ἀκόμα καὶ ἡ δουλεία, βρίσκονται στὴν ἡμερήσια διάταξη τῆς διεθνοῦς σκηνῆς. Ἀρκεῖ νὰ θυμηθοῦμε τὴν τραγῳδία τῶν Παλαιστινίων, Κούρδων, Σέρβων, ἢ τῆς βόρειας Κύπρου, γιὰ νὰ ἀντιληφθοῦμε ὅτι συνήθως ἡ Δύση ἀποφασίζει γιὰ τὸ ποιοί λαοὶ ἔχουν ἀνθρώπινα δικαιώματα καὶ σὲ ποιούς λαοὺς αὐτὰ ἐξ ὁρισμοῦ δὲν παρέχονται.

Ὑπάρχει ἕνα κρίσιμο ἐρώτημα, ποὺ οἱ περὶ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα εἰδικοὶ ἀφήνουν ἀναπάντητο. Πῶς καὶ γιατί ἡ Ἀρχαία Ἑλλάδα, ποὺ στὴν παγκόσμια ἱστορία ἐπινόησε τὴν πολιτική (ὡς «τέχνη» καὶ ὡς «ἐπιστήμη»), ὅπως καὶ τὸ τόσο μεγαλειῶδες ἐπίτευγμα τῆς δημοκρατίας, πῶς καὶ γιατί ἀγνοοῦσε παντελῶς τὴν ἰδέα τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων». Τὸ ἴδιο ἐρώτημα θὰ μποροῦσε νὰ τεθεῖ καὶ γιὰ τὸ Ῥωμαϊκὸ Δίκαιο, ποὺ ἐπηρέασε καθοριστικά ὅλες τὶς νέες κωδικοποιήσεις τοῦ Δικαίου στὴν Εὐρώπη καὶ ποὺ ἐπίσης ἀγνοοῦσε τὴν ἔννοια τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων». Θὰ πρέπει ἄραγε νὰ συμπεράνουμε ὅτι ἡ Κλασσικὴ Ἀρχαιότητα, ποὺ γι' αὐτὴν ἡ Εὐρώπη καμαρώνει τόσο, ἦταν ἀδιάφορη γιὰ τὴν προστασία τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, τιμῆς καὶ ἀξιοπρέπειας;

Θὰ προσπαθήσω νὰ δώσω μία σύντομη ἀπάντηση σχετικὰ μὲ τὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα, διότι σχετίζεται μὲ τὸ κυρίως θέμα μου.
Ἡ ῥιζοσπαστικὴ καινοτομία τῆς Ἀρχαίας Ἑλλάδας στὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου ἦταν ὅτι μεταμόρφωσε τὴν ἁπλῆ συμβίωση στὸ κατόρθωμα τῆς πόλεως, ὅτι μεταμόρφωσε τὴν ἀναγκαία (γιὰ ὠφελιμιστικοὺς λόγους) συλλογικότητα σὲ «ἄσκηση τοῦ ἀληθοῦς». Πόλις εἶναι τὸ σύνολο τῶν σχέσεων κοινωνίας ποὺ δημιουργεῖται ὅταν σκοπός καὶ ἄξονας τῆς συλλογικότητας εἶναι μεταφυσικοὶ καὶ ὄχι ὠφελιμιστικοὶ. Ὁ σκοπὸς αὐτὸς εἶναι ἡ μίμηση τοῦ «ὄντως ὑπαρκτοῦ», τοῦ τρόπου τοῦ «κατ' ἀλήθειαν βίου», τοῦ τρόπου τῆς ἀφθαρσίας καὶ ἀθανασίας. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ τρόπος τοῦ «ξυνοῦ» -κοινοῦ (δηλ. συμπαντικοῦ) λόγου, τοῦ λόγου τῆς ἁρμονίας καὶ τῆς εὐταξίας, ποὺ κάνει τὸ Σύμπαν νὰ εἶναι κόσμος (κόσμημα).

Ἡ μίμηση τῆς κοινωνίας τῶν «κατ' ἀλήθειαν» σχέσεων εἶναι ἡ τέχνη καὶ ἡ ἐπιστήμη τῆς πολιτικῆς ποὺ μεταμορφώνει τὴν συλλογικότητα σὲ πόλιν. Αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀτομικὴ προσπάθεια μίας ἀτομικῆς στόχευσης· εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ ἕνα κοινωνικὸ γεγονός, ἕνα «κοινὸ ἄθλημα». Οἱ ἄνθρωποι ποὺ συμμετέχουν σὲ αὐτὸ τὸ ἄθλημα εἶναι πολίτες: μοιράζονται τὴν ὕψιστη τιμὴ νὰ πραγματώνουν, μέσα ἀπ' τὴν ζωὴ καὶ τὶς σχέσεις τους, τὴν ἀλήθειαν, τὸν τρόπο ὕπαρξης τοῦ «ὄντως ὑπαρκτοῦ».

Στὴν Νεωτερικότητα, τὰ «ἀτομικὰ δικαιώματα» προστατεύουν τὸ ἄτομο ἀπὸ τὴν αὐθαίρετη ἄσκηση Δύναμης. Ὅμως, στὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα, ἡ Δύναμη ταυτιζόταν μὲ τὸ σύνολο τῶν πολιτῶν (δῆμο) —τὸ «Κράτος» (κράτος = δύναμη) ἀνῆκε στὸν δῆμο (δημοκρατία). Κάθε πολίτης «μετέχει κρίσεως καὶ ἀρχῆς» : ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ εἶναι πολίτης , εἶναι καὶ ἱκανὸς ἐξ ὁρισμοῦ γιὰ ὁποιοδήποτε πολιτικὸ ἀξίωμα (αὐτὸς ἦταν καὶ ὁ λόγος ποὺ ἐπιλέγονταν στὰ διάφορα ἀξιώματα μὲ κ λ ῆ ρ ο καὶ ὄχι μὲ ἐκλογές).
Ἐπειδὴ κάθε πολιτικὸ λειτούργημα εἶναι ἱερό (ὑπηρετεῖ τὴν ἀλήθεια), γιὰ τοῦτο καὶ τὸ σῶμα ἑνὸς πολίτη εἶναι ἐπίσης ἱερό. Στὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα ἦταν ἀδιανόητη ὁποιαδήποτε τιμωρία ἐπέφερε σωματικὴ βλάβη σὲ πολίτη (μαστίγωμα, ῥάπισμα κλπ)· ἦταν ἀδιανόητο νὰ προσβάλουν τὸ σῶμα ἑνὸς πολίτη. Ἦταν ἀκόμη ἀδιανόητο νὰ ὑπάρχει ἐκτελεστής: ὁ Σωκράτης, ποὺ προτίμησε τὸν θάνατο ἀπὸ τὴν ἐξορία, ἤπιε μόνος του τὸ κώνειο —δὲν ὑπῆρχε δήμιος γιὰ νὰ τὸν ἐκτελέσει.

Καταλαβαίνουμε συνεπῶς ὅτι διαφύλαξη τῶν «ἀτομικῶν δικαιωμάτων» στὸν ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κόσμο ἦταν ἐντελῶς περιττή ὅλη ἰδέα ἦταν ἀσύμβατη μὲ τὴν ἑλληνικὴ ἐκδοχὴ τῆς πολιτικῆς. Ἡ τιμὴ τοῦ νὰ εἶσαι πολίτης παρεῖχε πολὺ περισσότερα προνόμια ἀπὸ αὐτὰ ποὺ παραδοσιακὰ παρέχουν (μέσῳ τοῦ ἀστικοῦ κώδικος καὶ τοῦ Συντάγματος) τὰ προστατευόμενα ἀτομικὰ δικαιώματα.
Τὸ ἀρχαιοελληνικὸ πολιτιστικὸ παράδειγμα μᾶς βοηθάει νὰ καταλάβουμε τὴν στάση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (ἐὰν ἐξαιρέσουμε τὸν ἰδεολογικὸ «Ὀρθοδοξισμό» τῆς ἐποχῆς μας καὶ τὶς θεσμικές του ἐκφάνσεις) ἀπέναντι στὸ ζήτημα τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων». Δὲν εἶναι τυχαῖο ποὺ οἱ πρῷτες Ἀποστολικές (ἱδρυθεῖσες ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ) Χριστιανικὲς κοινότητες, προκειμένου νὰ διατυπώσουν καὶ νὰ φανερώσουν τὴν ταυτότητά τους καὶ τὴν εἰδοποιὸ διαφορά τους ἀπὸ κάθε ἄλλη «θρησκεία», δανείστηκαν ἀπὸ τὸ ἀρχαῖο Ἑλληνικὸ πολιτικὸ γεγονὸς τὸν ὅρο «ἐκκλησία».

Παρόμοια μὲ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ «ἐκκλησία τοῦ δήμου», ὅπου οἱ Ἕλληνες πολίτες δὲν συνάζονταν πρωταρχικὰ γιὰ νὰ συζητήσουν, νὰ κρίνουν καὶ νὰ λάβουν ἀποφάσεις, ἀλλὰ κυρίως γιὰ νὰ δώσουν ὑπόσταση, νὰ συστήσουν καὶ φανερώσουν τὴν πόλιν (τὸν τρόπο τοῦ «κατ' ἀλήθειαν βίου»)· κατὰ τὸν ἴδιον τρόπο, οἱ Χριστιανοὶ δὲν συνάζονταν πρωταρχικὰ γιὰ νὰ προσευχηθοῦν, λατρεύσουν καὶ κατηχηθοῦν, ἀλλὰ γιὰ νὰ δώσουν ὑπόσταση, νὰ συστήσουν καὶ φανερώσουν, στὸ Εὐχαριστιακὸ δεῖπνο, τὸν τρόπο τῆς ζωῆς «κατ' ἀλήθειαν», τὴν ἀφθαρσία καὶ ἀθανασία: ὄχι πλέον τὴν μίμηση τοῦ κοσμικοῦ «λόγου», ἀλλὰ τῆς Τριαδικῆς Κοινωνίας τῶν Προσώπων, τὴν κοινωνία ποὺ συνιστᾷ τὴν ἀληθινὴ ὕπαρξη καὶ ζωή, διότι « θεὸς ἀγάπη ἐστίν» (Ἰωάννου Α', 4:16). Οἱ μέτοχοι αὐτοῦ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ γεγονότος, ἀκόμα καὶ οἱ ληστές, οἱ τελῶνες, οἱ πόρνες, οἱ ἁμαρτωλοί, δὲν χρειάζονται νὰ καθιερώσουν ἀτομικὰ δικαιώματα. Ὄντας μέτοχος καὶ μέλος τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας σημαίνει ὅτι ὑπάρχεις γιὰ νὰ ἀγαπᾷς καὶ νὰ ἀγαπᾶσαι —ἑπομένως ὑπάρχεις πέραν οἱασδήποτε προσδοκίας γιὰ αὐτο-προστασία μέσῳ μιᾶς νομοθεσίας «ὑποχρεωτικῆς γιὰ ὅλους».

ἱστορικὸς αὐτὸς μετασχηματισμὸς τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ πολιτικοῦ γεγονότος σὲ Εὐχαριστιακὸ σῶμα τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας ἔχει δύο βασικὲς συνέπειες:

Πρώτη συνέπεια: τὸ Ἑλληνικὸ πολιτικὸ μοντέλο ἦταν ἡ ἱστορικὴ σάρκα ποὺ πραγμάτωσε καὶ φανέρωσε τὴν καισαρικὴ διαφορὰ μεταξὺ Ἐκκλησίας καὶ θρησκείας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι γεγονὸς καὶ τρόπος κοινωνίας μεταξὺ προσώπων, ὁ τρόπος-ὁδὸς τῆς ἀγάπης, δηλ. τῆς ἐλευθερίας τῆς ὕπαρξης ἀπὸ τὴν φύση, ἐλευθερίας ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς περιορισμοὺς χρόνου, φθορᾶς καὶ θανάτου. Ἀντιθέτως, ἡ θρησκεία εἶναι ἀτομικὸ γεγονός, ὑποκείμενο στὴν φυσικὴ ἀνάγκη κάθε ἀνθρώπου νὰ λατρεύει καὶ νὰ κατευνάζει τὸ ἄγνωστο καὶ ὑπερβατικό — εἶναι μία ἀτομικὴ ἐπιδίωξη ἀτομικῆς πίστεως, ἀτομικῶν ἀρετῶν, ἀτομικῆς δικαίωσης, ἀτομικῆς σωτηρίας.

Στὴν πρώτη περίπτωση (αὐτὴν τῆς Ἐκκλησίας) ἡ ἀτομικὴ ταυτότητα πραγματώνεται καὶ ἀποκαλύπτεται μέσω τῆς αὐθυπέρβασης καὶ αὐτο-προσφορᾶς. Εἶναι ἡ ταυτότης αὐτοῦ ποὺ ὀνομάζουμε π ρ ό σ ω π ο ν, ἤτοι μία ὕπαρξη μὲ ἐνεργὸ δημιουργικὴ ἑτερότητα, ποὺ εἶναι ὁ καρπὸς τῶν σχέσεων κοινωνίας, ἀγάπης καὶ ἐλευθερίας ἀπὸ τὸ ἐγώ. Στὴν δεύτερη περίπτωση (τῆς φυσικῆς θρησκευτικότητας καὶ τῶν θρησκειοποιημένων ἐκδοχῶν τῆς Χριστιανοσύνης σὲ Δύση καὶ Ἀνατολὴ ὁμοῦ), τὸ ἄτομο ἀναζητᾷ τὴν αὐτοδικαίωση καὶ ἀτομικὴ σωτηρία, τὴν διασφάλιση τῆς ἐγωκεντρικῆς μεταφυσικῆς προστασίας του, μέσῳ ἀρετῶν, καλῶν πράξεων κ.λπ.

Κατὰ συνέπεια, εἶναι βάσιμη ἄποψη ὅτι, στὴν Εὐρωπαϊκὴ ἱστορία, θρησκευτικὸς ἀτομοκεντρισμὸς προηγήθηκε τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ ἑνὸς θρησκειοποιημένου (ἀπὸ τὸν Καρλομάγνο κι ἔπειτα) Χριστιανισμοῦ κι ἔγινε μήτρα τῆς ἀπόλυτης προτεραιότητας τῶν ἀτομικῶν δικαιωμάτων στὴν Νεωτερικότητα. Ὅταν πλέον μπῆκε στὸ περιθώριο ἡ τυραννία τῆς μεταφυσικῆς, ὁ στόχος τῆς ἀτομικῆς μεταφυσικῆς σωτηρίας ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ τὸν στόχο μίας ἐκκοσμικευμένης (νομικῆς) προστασίας. Ἔτσι γεννήθηκε τὸ πολιτικὸ σύστημα τῆς λεγόμενης «ἀντιπροσωπευτικῆς δημοκρατίας», ποὺ βρίσκεται στοὺς ἀντίποδες τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς δημοκρατίας (μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ ὁ θρησκειοποιημένος ἀτομοκεντρικὸς Χριστιανισμὸς βρίσκεται στοὺς ἀντίποδες τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας).

δεύτερη συνέπεια τῆς μεταμορφώσεως τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ πολιτικοῦ γεγονότος σὲ εὐχαριστιακὸ σῶμα τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας εἶναι διαφύλαξη καὶ ἀποκάλυψη τῆς διαφορᾶς μεταξὺ μεταφυσικῆς καὶ ἰδεολογίας: οἱ διάφορες μορφὲς «θεοκρατίας» δὲν ἔχουν καμμίαν ἀπολύτως σχέση με τὴν ἀρχαία Ἑλληνικὴ πολιτικὴ ὡς «ἄσκησιν τοῦ ἀληθοῦς», οὔτε μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ πραγμάτωση τῆς εἰκόνας τῆς Τριαδικῆς Κοινωνίας. Θεοκρατία εἶναι ἡ χρήση τῆς μεταφυσικῆς (ὡς ὕψιστης αὐθεντίας) γιὰ νὰ ἐπιβληθοῦν κανονιστικὲς ἀρχὲς τῆς συμπεριφορᾶς ἢ ὁ διὰ τῆς βίας ἐξουσιασμὸς πάνω στὴν συλλογικότητα (λ.χ. ἡ Τζιχὰντ στὴν ἰσλαμικὴ παράδοση ἢ τὸ ῥητὸ «In God we trust» πάνω σὲ κάθε Δολλάριο). Ἀλλὰ ἡ ὅποια χρήση τῆς μεταφυσικῆς γιὰ κοσμικοὺς σκοποὺς μεταμορφώνει τὴν μεταφυσικὴ σὲ ἰδεολογία, σὲ ψυχολογικὴ παραίσθηση.

Στὶς περιπτώσεις ὅμως τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς δημοκρατίας καὶ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, τὸ κοινωνικὸ γεγονὸς δὲν μπορεῖ νὰ ὑποταχθεῖ σὲ ἰδεολογικοὺς κανόνες ἢ στόχους, καθὼς ἡ δυναμική της πραγμάτωση ἀποτελεῖ αὐτοσκοπό. Οἱ σχέσεις ποὺ πραγματώνουν τὴν κοινὴ μετοχή (κοινωνία) στὴν ζωὴ εἶναι καί στὶς δύο περιπτώσεις ὁ μοναδικὸς στόχος τῆς συλλογικότητας, καθὼς συνιστοῦν τὸν τρόπο τοῦ «ὄντως ὑπαρκτοῦ» (ἀκόμα κι ἂν αὐτὸς ὁ τρόπος ἀναφέρεται σὲ δύο διαφορετικὰ μοντέλα).

Ἡ μεταφυσικὴ γίνεται ἕρμαιο τῆς ἰδεολογίας (ὁδηγῶντας σὲ φαινόμενα ὅπως ἡ «θεοκρατία», «ἡ ἐλέῳ Θεοῦ βασιλεία», ὁ παποκαισαρισμός, ὁ καισαροπαπισμός ἢ ὁ φονταμενταλισμός) ὅταν τῆς στεροῦμε τὸ ὀντολογικό της περιεχόμενο (δηλ., τὸ ἐρώτημα περὶ τοῦ ὄντος, περὶ τῆς αἰτίας καὶ τοῦ σκοποῦ τῶν ὑπαρκτῶν). Ἡ μεταφυσικὴ χωρὶς ὀντολογία ὑπηρετεῖ τὴν ἀτομικὴ ψυχολογία (τὴν προτεραιότητα τῶν ἀτομικῶν αἰσθήσεων, συναισθηματικῶν «βεβαιοτήτων», «πεποιθήσεων» ποὺ προστατεύουν τὸ «ἐγώ»). Καὶ ἡ μεταφυσικὴ δανείζεται αὐτὲς τὶς «βεβαιότητες» καὶ τὶς «πεποιθήσεις» ἀπὸ τὶς ἰδεολογίες.

Ὁ διάσημος καθηγητὴς Samuel Huntington, στὸ περιβόητο βιβλίο του γιὰ τὴν «Σύγκρουση τῶν Πολιτισμῶν» (ἕνα βιβλίο μὲ χτυπητὲς ἀνακρίβειες καὶ μνημειώδεις ἑρμηνευτικὲς αὐθαιρεσίες), κατηγορεῖ τὶς σημερινὲς κοινωνίες ποὺ πολιτιστικὰ διαμορφώθηκαν ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη παράδοση ὅτι δὲν μποροῦν νὰ ἀφομοιώσουν τὶς ἀρχὲς τῆς προστασίας τῶν ἀτομικῶν δικαιωμάτων. Σύμφωνα μὲ τὴν ὀπτικὴ τοῦ συγγραφέα, οἱ δυσχέρειες τῶν κοινωνιῶν αὐτῶν νὰ προσαρμοστοῦν στὶς ἀπαιτήσεις Δυτικῶν ἰδεολογημάτων, ὅπως ὁ «πλουραλισμός», ἢ στὴν ἀξίωση γιὰ «ἀνοχὴ στὴν διαφορετικότητα», εἶναι ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς ἀδυναμίας.
Σίγουρα, ἡ Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ παράδοση ἀγνοεῖ τὴν ἰδέα τῆς συλλογικότητας ὡς societas, ὡς «ἑταιρισμοῦ ἐπὶ κοινῷ συμφέροντι». Ἀγνοεῖ τὴν συλλογικότητα ὡς ἄθροισμα ἀδιαφοροποίητων ἀτόμων, ἀγνοεῖ τὴν ἀνθρώπινη συν-ύπαρξη ὡς ἁπλῆ συμ-βίωση στὴν βάση ἑνὸς ρασιοναλιστικοῦ συμβολαίου, ἀγνοεῖ τὸ ἰδανικὸ τῶν «κοινωνιῶν» ἄσχετων ἀτόμων. Ἀναφερθήκαμε συνοπτικὰ στὴν ἀντίληψη γιὰ τὸ κοινωνικὸ καὶ πολιτικὸ γεγονὸς ποὺ ἐνστερνίζεται ὁ Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ παράδοση καὶ στὴν ἀπεριόριστη ἀξία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, τὴν ὁποίαν ἡ ἀντίληψη ἀυτὴ συνεπάγεται.

Ὡστόσο, καί στὴν Ὀρθόδοξη βιβλιογραφία ὑπάρχει κατανόηση καὶ σεβασμὸς γιὰ τὴν ἀρχὴ τῆς προστασίας τῶν ἀτομικῶν δικαιωμάτων, τὴν ὁποίαν εἰσήγαγε Δυτικὴ Νεωτερικότητα. Τὸ μεῖζον (ἡ κοινωνία τῶν προσώπων, ἡ ἀποκάλυψη τῆς μοναδικότητας τοῦ προσώπου, ἡ ἑτερότητα καὶ ἐλευθερία μέσῳ τῶν σχέσεων κοινωνίας) δὲν ἀκυρώνει οὔτε ἀναιρεῖ τὸ ἔλασσον (τὴν νομική, θεσμικὴ καὶ ὁμοιόμορφη προστασία κάθε ἀτόμου ἀπὸ τὴν αὐθαιρεσία τῆς Δύναμης). Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι λαοὶ ἀναγνωρίζουμε πὼς ἡ ἱστορικὴ ἐμπειρία περιόδων ὅπως ὁ Δυτικὸς Μεσαίωνας ἀποδεικνύει ὅτι ἡ προστασία τῶν ἀτομικῶν δικαιωμάτων εἶναι ἕνα μέγιστο καὶ πολύτιμο ἐπίτευγμα.

Παρόλ' αὐτά, θὰ ἐρχόμασταν σὲ σύγκρουση μὲ τὴν ἱστορικὴ μνήμη καὶ τὴν κριτικὴ σκέψη ἐἀν, παράλληλα, δὲν ἀναγνωρίζαμε ὅτι, σὲ σύγκριση μὲ τὴν ἀρχαία Ἑλληνικὴ πόλιν τὴν Βυζαντινή (καὶ μετα-Βυζαντινή) κοινότητα, κατοχύρωση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων εἶναι προ-πολιτικὸ ἐπίτευγμα. Εἶναι ἀδιαμφισβήτητο ἐπίτευγμα, ἀλλὰ ἐπίτευγμα ποὺ δὲν ἔχει ἀκόμη φτάσει (ἴσως οὔτε κὰν ἔχει κατανοήσει) τὸ πρωταρχικὸ καὶ θεμελιῶδες νόημα τῆς πολιτικῆς: τῆς πολιτικῆς ὡς τοῦ κοινοῦ ἀθλήματος τοῦ «κατ' ἀλήθειαν» βίου, τῆς πολιτικῆς ποὺ περιστρέφεται γύρω ἀπὸ ὀντολογικὸ ἄξονα (καὶ ὄχι ἀυτοαναφορικοὺς στόχους).

ἔννοια τῶν «ἀτομικῶν δικαιωμάτων» δὲν εἶναι ἁπλὸ παράγωγο τῆς φιλοσοφίας τοῦ Διαφωτισμοῦ, μία ἔννοια -χαρακτηριστικὴ ἔστω- τοῦ πολιτισμοῦ τῆς Νεωτερικότητας. Στὴν παροῦσα ἱστορικὴ πραγματικότητα, τὰ ἀτομικὰ δικαιώματα εἶναι ἡ πρωταρχικὴ πρώτη ὕλη γιὰ τὴν πραγμάτωση τοῦ νεωτερικοῦ «παραδείγματος», τοῦ σύγχρονου τρόπου ζωῆς. Στὸν τρόπο λειτουργίας τῆς πολιτικῆς καὶ τῆς οἰκονομίας, στοὺς «κοινωνικοὺς ἀγῶνες», ἢ σὲ ἀτομικὰ ὑπαρξιακὰ προβλήματα (ὅπως ἡ εὐθανασία), ἡ ἔννοια τῶν «ἀτομικῶν δικαιωμάτων» προ-υποτίθεται ὡς τὸ ἀυτ-απόδεικτο κριτήριο κάθε πράξεως, σχεδιασμοῦ ἢ λογικῆς ἐγκυρότητας.
Παράλληλα ὅμως, μία πλήθουσα διεθνὴς βιβλιογραφία ἐπισημαίνει καὶ ἀναλύει τὴν ἀδιαμφισβήτητη κρίση τοῦ νεωτερικοῦ πολιτιστικοῦ «παραδείγματος». Οἱ μελετητὲς ἀναγνωρίζουν γενικὰ τὸ «ἱστορικὸ τέλος» πολλῶν θεμελιωδῶν συνιστωσῶν τῆς Νεωτερικότητας: τὸ τέλος τῶν ἰδεολογιῶν, τὸ τέλος τοῦ κοινοβουλευτισμοῦ, τὸ τέλος τοῦ ρασιοναλισμοῦ κλπ. Καὶ δὲν εἶναι μιὰ ἁπλῆ ὑπόθεση ἐργασίας. Κάθε πολίτης τῶν λεγόμενων «ἀνεπτυγμένων κοινωνιῶν» ἔχει ἄμεση καθημερινὴ ἐμπειρία τῆς ῥαγδαίας παρακμῆς καὶ ἀπαλλοτρίωσης θεμελιωδῶν συνιστωσῶν τῆς Νεωτερικότητας:

Ἡ ἐμπορευματοποίηση τῆς πολιτικῆς, ἡ ὑποταγή της στὴν διαφήμιση καὶ ἡ πλύση ἐγκεφάλου τῶν μαζῶν, ἔχουν κυριολεκτικὰ καταργήσει τὸ «ἀντιπροσωπευτικὸ» κοινοβουλευτικὸ σύστημα. Οἱ πολιτικοὶ δὲν ἀντιπροσωπεύουν τοὺς πολίτες καὶ τὰ συμφέροντά τους ἀλλὰ ὅσους χρηματοδότησαν τὴν προεκλογικὴ ἐκστρατεία τους καὶ τὰ συμφέροντα αὐτῶν. Στὸν διεθνῆ χῶρο, ἡ διαπλοκὴ οἰκονομικῶν καὶ πολιτικῶν συμφερόντων ὁδηγεῖ στὴν κοινωνικὴ διαφθορὰ ποὺ αὐξάνεται δραματικὰ ἐξ αἰτίας τοῦ ἀμοραλισμοῦ τῶν ΜΜΕ καὶ τῆς λειτουργίας αὐτῶν μὲ γνώμονα τὴν «μόδα» καὶ τὴν «ἀναγνωσιμότητα». Τὸ ἐμπόριο ὅπλων συντηρεῖ πολέμους καὶ συρράξεις, ἐνῷ τὸ ἐμπόριο ναρκωτικῶν καταστρέφει τὴν νεολαία. Ἡ πίστη στὴν ὀρθολογικότητα τοῦ «κοινωνικοῦ συμβολαίου» ἔχει καταρρεύσει πρὸ πολλοῦ· ἐπικρατεῖ μονάχα ἡ λογικὴ τοῦ ἀνταγωνισμοῦ συμφερόντων.

Συμπτώματα τέτοιας κλίμακας δὲν εἶναι ποτὲ τὸ προϊὸν μίας ἁπλῆς ἠθικῆς παρακμῆς· εἶναι ξεκάθαρες ἀποδείξεις τοῦ τέλους ἑνὸς πολιτιστικοῦ «παραδείγματος». Τὸ «παράδειγμα» τῆς Νεωτερικότητας θεμελιώθηκε στὸν ἐγωκεντρισμὸ τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων». Μία κοινωνιο-κεντρικὴ ἐκδοχή, βασισμένη στὴν προστασία τῆς ἀνθρώπινης ὑπαρκτικῆς ἀλήθειας καὶ γνησιότητας, ἴσως νὰ κυοφορεῖ ἕνα νέο πολιτιστικὸ «παράδειγμα».

 Μετέφρασε ο φίλος της ιστοσελίδας Aπόλλων Μπαζάντες από την αγγλική έκδοση του κειμένου στο περιοδικού Θεολογία, Τόμος ΟG' (2002), Τεύχος 2.
Το εικαστικό που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο του Νίκου-Γαβριήλ Πεντζίκη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...