Πολεμιστής
που ανεβαίνει στο άρμα
|
Αθηναίος αγγειογράφος του 5ου αι. π.Χ, από τους
σημαντικότερους της πρώιμης ερυθρόμορφης αγγειογραφίας (τελευταία δεκαετία 6ου
αι.). Ήταν γιος του γλύπτη Πολλία και ζωγράφισε αγγεία, ακολουθώντας τον
ερυθρόμορφο αττικό ρυθμό. Ήταν σύγχρονος του αγγειογράφου Ευφρόνιου, αλλά,
καθώς έλεγε, ήταν καλύτερος απ` αυτόν. Από τα έργα του σώζονται μόνο πέντε.
Αριστούργημά του θεωρείται ο αμφορέας που εικονίζει την αρπαγή της Κορώνης από
το Θησέα. Βρίσκεται στο μουσείο του Μονάχου.
Ο
Ευθυμίδης ήταν φίλος κι ανταγωνιστής του Ευφρόνιου. Ο Μ. Τιβέριος παρατηρεί: «Η
ζωγραφική του χαρακτηρίζεται συχνά από τις τολμηρές και ζωντανές στάσεις των
μορφών, που είναι αποδομένες με χάρη και ευγένεια από διάφορες οπτικές γωνίες.
Η μνημειακότητα που τις διακρίνει πετυχαίνεται με τον καθαρό και συμπαγή όγκο
τους, πράγμα που επιτρέπει να κινούνται με
μεγαλύτερη άνεση μέσα στο διαθέσιμο χώρο. Είναι εφευρετικός και
δεξιοτέχνης στην απόδοση επιμέρους λεπτομερειών, ενώ ρίχνει το βάρος του στο
σχέδιο και όχι στη διακοσμητικότητα.
Ωστόσο, ως
προς την απόδοση των ανατομικών λεπτομερειών και γενικότερα ως προς την
ποιότητα των συνθέσεών του, δεν μπορεί να συγκριθεί με τον Ευφρόνιο και ας
καυχιέται για το αντίθετο ο ίδιος στο έργο του». Ο Beazley γράφει: Η φιλική
φράση του «ως ουδέποτε Ευφρόνιος» γραμμένη δίπλα σε μορφή που κάνει τολμηρή στροφή
του κορμού, με τις ανατομικές γραμμές αποδομένες σωστά καθώς και η ελεύθερη,
σχεδόν σπάταλη, χρήση από μέρους του της γραμμής από αραιωμένη βαφή για την
απόδοση των ανατομικών λεπτομερειών, δίνουν στις μορφές του έναν αέρα που σαφώς
θυμίζει γλυπτά έργα. Οι μορφές του είναι πιο βαριές και πιο σαρκώδεις από
εκείνες του Ευφρονίου. Συνήθως αποδίδει με εγχάρακτη γραμμή το περίγραμμα της
κόμης και αποφεύγει τους ανάγλυφους βοστρύχους. Γενικά, ρίχνει το βάρος στη
σχεδίαση μάλλον παρά στη διακόσμηση. Σπάνια αποδίδει τις βλεφαρίδες· τα αυτιά
τα σχεδιάζει απλούστερα με δυο μικρές γραμμές ή ένας άγκιστρο στο κέντρο· οι
όρχεις σχεδιάζονται χαλαροί, τα πόδια μακριά και πλατιά, τα δάκτυλα εύκαμπτα.
Τα ιμάτια αναδιπλώνονται με σκληρές πτυχές στον αυχένα. Στα φυτικά κοσμήματα
χρησιμοποιεί λιγότερους λωτούς με τα στοιχεία τους χωρισμένα. Φαίνεται ότι
προτιμούσε τους μεγάλους ενιαίους αμφορείς (τύπου Α), από τους κρατήρες».
Πλευρά Α'
Ένας πολεμιστής ετοιμάζεται να ανεβεί στο άρμα
Πλευρά Β'
Ένας άντρας μια ώριμη γυναίκα και μια νέα. Μουσείο του Λούβρου.
Δύο αθλητές
κι εκπαιδευτής. Αμφορέας τύπου Α, Μουσείο του Μονάχου.
|
Εξοπλισμός
του Έκτορα. Αμφορέας τύπου Α. ύψος 60,5 εκ. Μουσείο του Μονάχου. (Πηγή:
Vikipaideia, Beazley). Ο Έκτορας εξοπλίζεται για τη μάχη, ενώ τον παρακολουθούν
ο Πρίαμος και η Εκάβη.
|
Ο Έκτορας
προσπαθεί να βάλει το θώρακα πάνω από το κοντό ιμάτιο. Στα πόδια του βρίσκεται
η ασπίδα του. Δεξιά η Εκάβη κρατάει στα χέρια της το δόρυ και το κράνος. Ο
Πρίαμος, στα αριστερά, είναι τυλιγμένος στο ιμάτιό του, βαστάει βακτηρία και
νουθετεί τον Έκτορα, ανασηκώνοντας ελαφρά το χέρι του. Η γεροντική ηλικία του
Πρίαμου είναι έκδηλη από τα λίγα μαλλιά και τη φαλάκρα, το αραιό γένι και
μουστάκι.
Δε
θεωρείται ιδιαίτερα πετυχημένη η απόδοση του κεφαλιού του Έκτορα σε κατατομή με
το σώμα σε κατενώπιον στάση. Ο
Ευθυμίδης πάντως, το θεωρούσε από τα καλύτερα γι' αυτό κι έγραψε «Ως ουδέποτε
Ευφρόνιος».
Στην α'
όψη διακρίνονται οι επιγραφές: Ανάμεσα στον Πρίαμο και τον Έκτορα: ΕΥΘΥΜΙΔΕΣ ΕΓΡΑΦΣΕΝ ΗΟ ΠΟL[L]ΙΟ (ο
Πολίου), δίπλα στον Έκτορα: ΗΕΚΤΟΡ,
δίπλα στην Εκάβη: ΗΕΚΑΒΕ
Στη β' όψη
του αγγείου εικονίζονται τρεις γενειοφόροι κωμαστές. Αριστερά βρίσκεται ο
Κώμαρχος κρατώντας κάνθαρο, στη μέση ο Εύδημος με ανασηκωμένη μια βακτηρία και
δεξιά ο Τέλης. Είναι σχεδόν γυμνοί, φορούν μόνο ιματίδιο και είναι στεφανωμένοι
με στεφάνι από αμπλελόφυλλα(;). Το όνομα Κώμαρχος, κατά το Μ. Τιβέριο,
παραπέμπει σε στιγμή από τη γιορτή των κατ' αγρούς Διονυσίων, στη διάρκεια της
οποίας οι Κώμαρχοι οδηγούσαν τους κωμαστές, χορεύοντας, τραγουδώντας και
κάνοντας κωμικές χειρονομίες.
Αξιολογείται
θετικά η απόδοση του μπροστινού και του πίσω μέρους του σώματος σε όψη τριών
τετάρτων, χωρίς όμως να είναι πετυχημένη και η απόδοση του αριστερού ποδιού του
κωμαστή στα δεξιά. Καθώς οι κωμαστές αποδίδονται από διάφορες οπτικές γωνίες,
δημιουργούν την εντύπωση ότι έχουν σχηματίσει κύκλιο χορό, με έντονη την
αίσθηση της τρίτης διάστασης.
Στη
σχεδίαση ο Ευθυμίδης χρησιμοποίησε ανάγλυφη και επίπεδη γραμμή.
Διακρίνονται
οι επιγραφές: ΚΟΜΑΡΧΟΣ, ΕΥ[Ε]ΔΕΜΟΣ, ΤΕΛΕΣ
ΕΛΕΟΠΙ, πίσω από τον Κώμαρχο: ΟΣ
ΟΥΔΕΠΟΤΕ ΕΥΦΡΟΝΙΟΣ
Ο Ηρακλής
αρπάζει το δελφικό τρίποδα. Αμφορέας τύπου Α. ύψος: 65 εκ., 520-520 π.Χ., mfa
Boston, 63.1515
Αμφορέας
τύπου Α Μουσείο του Μονάχου.
|
Ο Ηρακλής,
αριστερά, έχει αρπάξει το δελφικό τρίποδα, επειδή το μαντείο των Δελφών έχει
αρνηθεί να του δώσει χρησμό, μετά το φόνο του Ίφυτου. Δεξιά ο Απόλλωνας
προσπαθεί να σταματήσει τον Ηρακλή, πιάνοντας το χέρι του. Πίσω τους ένας
φοίνικας, σ' ανάμνηση του φοίνικα στη Δήλου, κάτω από τον οποίο η Λητώ γέννησε
τον Απόλλωνα και την Άρτεμη.
Διακρίνονται
οι επιγραφές: ΑΠΠΟΛΛΟΝΟΣ, ΗΡΑΚΛΕΟΣ, ΚΑΛΟΣ
Ο Ηρακλής αρπάζει το δελφικό τρίποδα. (Λεπτ.) |
Στη β' όψη
του αγγείου εικονίζεται μαινάδα ανάμεσα σε δύο Σάτυρους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου