ΠΡΟΣΩΠΑ

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΤΥΜΒΟΥ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΓΕΡ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΑΡΘΡΑ-ΔΟΚΙΜΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗ ΔΥΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ. ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 12ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 13ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ-ΜΕΛΕΤΗ- Γ. Γ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΛΟΓΟΤΡΟΠΙΟ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ-ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΜΥΘΟΙ & ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΝΕΑ ΤΑΞΗ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ Ο ΚΥΝΙΚΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟ 1821 ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΑΧΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΙ ΠΟΙΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ-ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΗΡΩΙΚΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΤΟΥ 1821 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΤΕΧΝΕΣ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗς ΑΦΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΕΧΝΗ-ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΦΩΤΟΘΗΚΗ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΤΕΧΝΙΚΕΣ

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

Ο Γαγάτος και τ΄άλογο


Διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

για την αντιγραφή Γ.Γ.Γ

Μια επίκαιρη και ουσιαστική επιτομή της τοκογλυφίας και όλων αυτών που μας συμβαίνουν ως χώρα, από τον μέγιστο των νεοελληνικών γραμμάτων. Εδώ, σε αυτό το διήγημα του 1900, με αφορμή την ιστορία του τοκογλύφου Γαγάτου, μας αναλύει τη μέθοδο της υφαρπαγής των περιουσιών, αλλά και προσφέρει το ηθικό δίδαγμα που προκύπτει μέσα από την αφήγηση. Αξίζει να το διαβάσετε....


(....) Ο Κώστας ο Γαγάτος τώρα ήτον μέγας και πολύς, τοκιστής εις το χωρίον, πότε 18 τοις εκατόν, πότε 16 ή 15, τα σίγουρα, και «το διάφορο κεφάλι». Τα θαλασσοδάνεια συνήθως 36 τοις εκατόν, πάλιν «το διάφορο κεφάλι».
Ήτον δε πρόθυμος να δανείζη, και να ενθαρρύνη προς εργασίαν. Άμα έβλεπε χωρικόν τινα έχοντα καλά κτήματα, τον εκατάφερνε προσφερόμενος να του δώση χρήματα, διά να επεκτείνη την καλλιέργειαν. Άμα έβλεπεν τινα βαρκάρην, πάλιν, ήτον πρόθυμος να του δώση, διά να ναυπηγήση βρατσέραν, ή γολετί, ή κότερον. Με αυτόν τον τρόπον, είχε φάγει τα κεφάλια πολλών, χωρικών ή θαλασσινών, ενώ αυτός δεν έχανε ποτέ του τίποτε, ούτε διάφορο, ούτε κεφάλι.

Άλλ΄ήτον και πράγματι «γερό κεφάλι», ο Κώστας ο γαγάτος. Αν διά της μεθόδου ταύτης, δεν απέκτα δημοτικότητα, αν εγίνετο μάλλον λαομίσητος, πεντάραν δεν έδιδε. Ήρκει να μη χάση τα χρήματα. Ήξευρε πολύ καλά ότι πας τοκογλύφος, αρκεί να έχη φιλοδοξίαν- και ποίος δεν έχει;- Θα έλθη ημέρα, ώρα, ψυχολογική στιγμή, όπου θα γίνη σύμβουλος, δήμαρχος, ή και βουλευτής, αρκεί να το θέλη. Ήξευρεν ότι, όσον μισείται τις, τόσον φοβερός και σημαντικός γίνεται. Άλλ΄ όταν φανή ανάξιος και «μπόσικος», και του φαν οι άλλοι τα λεπτά, τότε, εις το τέλος, περιφρονείται, και «τύφλα!» του φωνάζουν όλοι.

Δι΄αυτής της μεθόδου, ως ανωτέρω, είχε καταφέρει και τον Γιάννην τον Περιβόλαν, έχοντα αλογόμυλον, να πωλήση ένα παλιό άλογο που είχε, και ν΄αγοράση νέον, τον εδάνεισε δε τριακοσίας δραχμάς.
Τον πρώτον χρόνον, ο Γιάννης ο Περιβόλας του επλήρωσεν όλον τον τόκον, προς 16 τοις εκατόν, και μέρος του κεφαλαίου. Τον δεύτερον χρόνον δεν εύκολύνθη να δώση τίποτε από το κεφάλαιον, μόνον ήθελε να δώση ακριβώς τον τόκο του υπολειπομένου κεφαλαίου. Ο Γαγάτος του είπε: «Φερ΄εσύ, κ΄εγώ τα σβήνω, κάνουμε καλά».
Έλαβε τα δύο εικοσιπεντάρικα τα οποία εκράτει εις χείρας ο άνθρωπος, ζητών να λάβη τα ρέστα, και ο Γαγάτος του έδωκε μόνον δύο δραχμάς, κρατήσας 48 απέναντι ακεραίου του κεφαλαίου, ενώ εδικαιούτο να λαμβάνη μόνον διά το υπολοιπόμενον κεφάλαιον. Τον τρίτον χρόνον, πάλιν ο Περιβόλας ημπόρεσε να δώση μέρος του κεφαλαίου, και ο Γαγάτος είπεν ότι τα σβήνει, και ας μην ανησυχή, κτλ. Τον τέταρτον χρόνον ο Περιβόλας μόνον τόκον έδωσε «κουτουρού», επειδή δεν ήξερε «πόσα κάνει».
Τον πέμπτον και τον έκτον χρόνον είχε πέσει δυστυχία, αφορία μεγάλη κτλ. Ασθένειαι και θάνατοι και γέννησις διδύμων είχον ενσκήψει εις την οικίαν του Περιβόλα. Ο άνθρωπος δεν ημπόρεσε να δώση ούτε τόκον.
Ο Γαγάτος τον είχε τυλίξει εις τρόπον ώστε να μη γνωρίζη πλέον πόσα εχρεώστει, και πόσα είχε πληρώσει. Ήρχισε δε να τον πιέζη, απαιτών τους τόκους δύο ετών, και ολόκληρον το κεφάλαιον.

Ο Κώστας, ενώ εξωδίκως έλεγεν ότι «τα σβήνει», ότι τα έχει σημειωμένα εις το κατάστιχον του, κτλ., επί δικαστηρίου μόνον το ομόλογον επαρουσίασε, και μόνον τους τόκους των τεσσάρων ετών ανεγνώρισεν ότι είχε λάβει. Δεν εβράδυνε να εκδοθή απόφασις «εκτελεστή».
Την άλλην ημέραν ο Ανδρέας της Βασιλικής, δικαστικός κλητήρ, φουστανελοφόρος, μετά του τρίτου παρέδρου, κτλ., προέβησαν εις την κατάσχεσιν του αλόγου του Περιβόλα.
Το άλογον ήτον ακμαίον ακόμη. Ήτον ξεκούραστον από ημερών, και εδέχετο αναβάτην, επειδή τα αλέσματα εις τον μύλον, κριθάρια ή καλαμβόκια, ήσαν σπάνια εκείνην την χρονιάν.

Ο Γαγάτος, αν το επωλούσε, θα έπιανε βεβαίως τα χρήματα, αλλά δεν ήθελε να το πωλήση. Το ήθελε διά τον εαυτόν του. Είχε κτήματα πολλά, και φάμπρικες και ελαιοτριβεία, ο Γαγάτος.
Το έλαβεν εις την δικαιοδοσίαν του ο γιος του Γαγάτου, ο Θοδωρής, ο οποίος άλφα δεν είχε μάθει, ούτε εις άλλο τίποτε ήτον χρήσιμος, μόνον είχε μανίαν να τρέχη με τα ζώα, ως αγωγιάτης, να χορταίνη την καβάλα, ν΄ατακτή και να ωρύεται την νύκτα εις τα λιβάδια, ενίοτε και εις τας οδούς τις πολίχνης. Ήτον πλασμένος διά να γίνη ονηλάτης.
Ο Θοδωρής το έλαβε. Το εκοίταξε, το εκαμάρωσε, το εχάιδευσε, και είπε:

- Μωρέ, κελεπούρι!....τεφαρίκι!.... βρε, πλιάτσικο.

Το εκαβαλίκευσε εν θριάμβω, κ΄επήγε να το βοσκήση. Το επότισε. Πάλιν το εβόσκησε. Το εκαβαλίκεψε πάλιν, το επηλάλησε. Το εκαμάρωνεν, ως καινούργιο κόσκινο, δεν ήξευρε τι να το κάμη, του εφαίνετο ως λεία, ως λάφυρον, ως εύρημα, ως έρμαιον, ως κειμήλιον, ως θεόπεμπτον, ως ουρανοκατέβατον, ως μυθώδες πράγμα.

Το βράδυ επέστρεψε νύκτα, και το έκλεισεν εις τον σταύλον, τον συνεχόμενον με το ελαιοτριβείον του πατρός του, εντός μεγάλου αυλογύρου με υψηλόν περίβολον.
Την πρωίαν το ζώον ευρέθη νεκρόν. Τι είχε πάθει; Έκ ποίας τάχα αφορμής; Ένας γέρων, όστις ήτον ο εμπειρικός κτηνίατρος του τόπου, απεφάνθη:

«Αν δεν είναι από αβασκαμό, θα έσκασε απ΄το κακό του, γιατί άλλαξε αφέντη».

(1900)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...