O
Μοσχοφόρος από την Aκρόπολη.
Πρόκειται
για αναθηματικό άγαλμα πιστού
που
παριστάνεται με ένα μοσχάρι στους ώμους,
προσφορά
στη θεά Aθηνά. Περίπου 570 π.X.
|
Αρχαϊκή Γλυπτική
Στη
διάρκεια της Αρχαϊκής περιόδου έλαβαν χώρα οι θεμελιώδεις αλλαγές που
προσδιόρισαν την όψη του ελληνικού πολιτισμού. H επανάκτηση της γραφής σε
συνδυασμό με τις κοινωνικές εξελίξεις έδωσαν νέα ώθηση στα γράμματα. Tο έπος
γνώρισε μια δεύτερη άνθιση, ενώ παράλληλα η συστηματοποίηση των ιδεών για τον
κόσμο και τον άνθρωπο γέννησε την ιωνική φιλοσοφία. Όμως η πρόσληψη του κόσμου
μπορούσε πια να έχει και υποκειμενικό ή βιωματικό χαρακτήρα, γεγονός που
αποτυπώθηκε στα ποικίλα και ολοζώντανα -ακόμα και για το σύγχρονο αναγνώστη-
έργα της λυρικής ποίησης.
Οι επαφές
με την Ανατολή εμπλούτισαν τη μορφοπλασία της ελληνικής τέχνης, ενέπνευσαν
πρωτότυπες συνθέσεις και απελευθέρωσαν τη φαντασία των ελλήνων καλλιτεχνών και
τεχνιτών. Η κεραμική και η μεταλλοτεχνία, ως χρηστικές κυρίως τέχνες, ήταν οι
πρώτες που επωφελήθηκαν από τη γόνιμη ζύμωση με τα ανατολικά στοιχεία και
γρήγορα ανέπτυξαν ένα πρωτοφανές σε έκταση και ποικιλία εικονογραφικό
ρεπερτόριο. H γλυπτική επικεντρώθηκε στη μελέτη της ανθρώπινης μορφής, αντανακλώντας
την τόσο καθοριστικής σημασίας μετατόπιση της ελληνικής σκέψης από τη
θεοκεντρική στην ανθρωποκεντρική θέαση του κόσμου.
Η
Πεπλοφόρος.
Η κόρη
φορούσε πέπλο στερεωμένο
με περόνες στους ώμους,
όπως
υποδηλώνουν οι οπές,
και σε κάθε της χέρι κρατούσε ένα αντικείμενο,
προσφορά
στη θεά. Περίπου 530 π.Χ.
|
Πολλές
τελετουργίες και λατρείες γεννήθηκαν ή αποκρυσταλλώθηκαν στη διάρκεια της
Αρχαϊκής περιόδου. Οι θρησκευτικές πρακτικές συνδέονταν στενά με τις κοινωνικές
εξελίξεις και ανάγκες, τις οποίες συχνά κωδικοποιούσαν ή ερμήνευαν. Mέσα από
τις θυσίες, τους καθαρμούς, τα αφιερώματα, τις μυήσεις και τις γιορτές οι
Έλληνες επιχείρησαν να εναρμονίσουν τον πρωτόγονο φόβο για το θείο με την
ορθολογική προσέγγιση και εμπιστοσύνη στην ανθρώπινη εμπειρία. Η θέση αυτή, που
δε μεταβλήθηκε ουσιαστικά μέχρι την επικράτηση του χριστιανισμού, είναι ίσως το
σημαντικότερο επίτευγμα του αρχαϊκού ελληνισμού και συνεχίζει μέχρι σήμερα να
αποτελεί έναν από τους πόλους της εσωτερικής αντίφασης του δυτικού πολιτισμού.
Oι αλλαγές
και οι καινοτομίες στο χώρο των τεχνών κατά την Αρχαϊκή περίοδο ήταν πολλές και
συγκλονιστικές. Στα τέλη του 8ου αιώνα π.X. συνέβη μία σχεδόν ξαφνική μετάβαση
από την αυστηρή σχηματικότητα της Γεωμετρικής περιόδου προς ένα περισσότερο
φυσιοκρατικό και ανθρωποκεντρικό μοντέλο. Oι νέες τεχνοτροπίες εμπνεύστηκαν από
ανατολικά πρότυπα, πράγμα που έδωσε στην τέχνη του 7ου αιώνα π.X. το όνομα
"ανατολίζουσα". H πρόσληψη όμως των ανατολικών στοιχείων έγινε με
επιλεκτικότητα και δημιουργική φαντασία, γεγονός που επέτρεψε την ανάπτυξη του
καθαρού ελληνικού αρχαϊκού ιδιώματος τον ακόλουθο αιώνα.
Στην
αρχιτεκτονική, εξαπλώθηκε η χρήση της λιθοδομίας -φαινόμενο στο οποίο συντέλεσε
και η επικράτηση νέων τεχνικών- και διαμορφώθηκαν οι δύο ρυθμοί που
χαρακτηρίζουν ολόκληρη την ελληνική αρχαιότητα, ο δωρικός και ο ιωνικός. H
γλυπτική αναπτύχθηκε από νωρίς στην Kρήτη μέσω του λεγόμενου "δαιδαλικού
ρυθμού", για να οδηγηθεί κατόπιν στα αριστουργήματα του 6ου αιώνα π.X.,
που ήταν τα αναθηματικά και ταφικά αγάλματα των κούρων και κορών. Από τις
χρηστικές τέχνες καλύτερα γνωρίζουμε την εξέλιξη της κεραμικής. Ξεχωριστές
τεχνοτροπίες αναπτύχθηκαν στην Iωνία, την Kόρινθο και τη Σπάρτη, αλλά η
πλουσιότερη και πιο ενδιαφέρουσα παραγωγή ήταν τα αττικά αγγεία του
μελανόμορφου και ερυθρόμορφου ρυθμού. H μεταλλοτεχνία, επίσης, ακολούθησε
διάφορες τοπικές παραδόσεις επιτρέποντάς μας να διακρίνουμε πολλά εργαστήρια
στη διάρκεια του 6ου αιώνα. Tα σημαντικότερα έργα τους ήταν ειδώλια για τα
ιερά, αγγεία και σκεύη συμποσίου, όπλα, κοσμήματα και εξαρτήματα καλλωπισμού.
Αρχαϊκή Τέχνη
Είναι
κανόνας πως στην ιστορία της τέχνης δε γίνονται άλματα. Αν όμως στη γεωμετρική
εποχή η τέχνη εξελισσόταν με αργά βηματισμό τότε στην επόμενη, την Αρχαϊκή
700-480 π.Χ. εξελισσόταν επί τροχάδην. Η εξέλιξη αυτή που σημειώθηκε παράλληλα
με άλλες προόδους, σ’ όλους τους τομείς της ζωής δεν αφορούσε μόνο στην τεχνική
βελτίωση ήδη κατακτημένου χώρου αλλά και στην κατάκτηση νέων εκφραστικών μεθόδων,
μορφών και τεχνικών θεμελιακής σημασίας που μαρτυρούν τη σπουδαιότητα της
εποχής.
Πάνω από
όλα ξεχωρίζει το γεγονός πως για πρώτη φορά, στην εποχή αυτή, η ελληνική τέχνη
αποκτά ένα από τα πιο ουσιαστικά, ίσως το σπουδαιότερο από τα γνωρίσματα της,
την αίσθηση του μνημειακού, του μεγαλείου. Είναι τώρα, που διαμορφώνεται ο
Δωρικός και Ιωνικός ρυθμός σε μνημειακούς μεγαλόπρεπους ναούς που επιβάλλονται
με τη σοβαρότητα και στιβαρότητά τους (Δωρικοί ναοί) ή με τη χάρη και λεπτότητα
της κατασκευής τους (Ιωνικοί ναοί). Η κάτοψη, κοινή και στους δύο ρυθμούς
βασίζεται στο Μέγαρο, κληρονομιά από τους Μυκηναΐους.
Την
αίσθηση του μεγαλείου και μνημειακού διαπιστώνουμε και στη γλυπτική σε ολόγλυφα
ή ανάγλυφα που κοσμούσαν τους ναούς, όπως επίσης και στον περίφημο τύπο του
γυμνού «Κούρου» και της ντυμένης με δωρικό πέπλο ή ιωνικό χιτώνα «Κόρης». Στους
δυο αυτούς τύπους οι επιδράσεις της Ανατολής, έντονες στην αρχή, εξαφανίζονται
προς το τέλος της περιόδου κάτω από την πίεση της ελληνικής αισθητικής. Κούρος
και Κόρη αποκτούν φόρμες και χαρακτηριστικά πιο φυσιολογικά, οργανικά
συνταιριασμένα μεταξύ τους γύρω από ένα ευλύγιστο αλλά στέρεα αρθρωμένο άξονα.
Το παλιό «μειδίαμα» και ατένισμα σ’ άλλους μακρινούς κι απροσδιόριστους χώρους
δίνουν τη Θέση τους σε μια πιο συνειδητά παρουσία.
Τα ομηρικά
έπη, θρύλοι και παραδόσεις, θεοί και ημίθεοι, ήρωες και κοινοί θνητοί, πράξεις
παλιές αλλά και σύγχρονες προσφέρουν ένα ανεξάντλητα θεματολόγιο που εμπνέει
συνέχεια και που βρίσκει την εικαστική του έκφραση, σ’ ένα καινούριο, ταιριαστό
για την περίπτωση είδος αναπαράστασης, τις διηγηματικές αφηγηματικές σκηνές που
αφθονούν στην αρχαϊκή αγγειογραφία.
Αμφορέας
του Εξηκία, γύρω στο 530 π.Χ.:
Οι
Διόσκουροι, ο Τυνδάρεως και η Λήδα.
Βατικανό,
Museo Gregoriano Etrusco.
|
Οι
τεχνικές κατακτήσεις στην αγγειογραφία είναι επίσης σημαντικές. Στο Μελανόμορφο
ρυθμό —που γνωρίζει την κορύφωσή του στην Αττική, δουλεμένος από άξιους
καλλιτέχνες όπως τον Εξηκία, Σόφιλο και άλλους— οι φιγούρες σχεδιάζονται στην
κόκκινη επιφάνεια του αγγείου και γεμίζονται με μαύρο χρώμα, ενώ οι
λεπτομέρειες και χαρακτηριστικά αποδίδονται με χαράξεις. ‘Ομως η τεχνική αυτή
περιορίζει την πλαστικότητα, τη φυσική κίνηση των φιγουρών και την ελεύθερη
έκφραση. Προς το τέλος λοιπόν της Αρχαϊκής εποχής ο «ζωγράφος του Ανδοκίδη»
δημιουργεί ένα νέο ρυθμό, τον Ερυθρόμορφο με πιο πολλές δυνατότητες οι φιγούρες
τώρα αφήνονται άβαφες στο φυσικό χρώμα του πηλού, ενώ το φόντο γεμίζεται με
μαύρο. Όλες οι λεπτομέρειες στο πρόσωπο και στο σώμα, οι πτυχώσεις στα φορέματα
και άλλα στοιχεία αποδίδονται με μεγάλη ευαισθησία και φυσικότητα, όχι με
ξυστές γραμμές αλλά με ευέλικτες γραμμές που τραβιούνται με το πινέλο.
Αγγειογράφοι όπως ο Ευθυμίδης και άλλο πολλοί της Αρχαϊκής και Κλασικής Εποχής,
έδωσαν σκηνές αφηγηματικής ζωντάνιας και διακοσμητικής χάρης.
Δυστυχώς
μόνο ελάχιστα αποσπασματικά έργα ζωγραφικής διασώθηκαν στην Ελλάδα της Αρχαϊκής
εποχής. Κρίνοντας όμως απ’ αυτά και από άλλα σύγχρονα στην Ετρουρία, ελληνικής
επίδρασης, αλλά και από την αξιόλογη αγγειογραφία που αντέγραψε πολλές φορές τη
ζωγραφική, μπορούμε με ασφάλεια να συμπεράνουμε πως η ζωγραφική έφτασε σε
μεγάλο ύψος στην εποχή αυτή.
Από την τέχνη
της κυπροαρχαϊκής εποχής περίφημα είναι τα αγγεία στο σχήμα της πρόχου με το
λευκό επίχρισμα και παραστάσεις ζώων, πουλιών, ψαριών, φυτικών μοτίβων και
ανθρώπων στο ελεύθερο ζωγραφικό ρυθμό όπως και οι μικρές ή μεγάλες τερρακότες
της Αγίας Ειρήνης με ανατολικές επιδράσεις με ανθρώπους, ιππείς, πολεμιστές,
άρματα, κενταύρους. Αξιόλογα είναι επίσης τα γλυπτά σε ασβεστόλιθο, όπως το
Άρσος, μνημειακών διαστάσεων με ανατολίτικες ή και ιωνικές επιδράσεις.
Πηγή:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου