Λίγα λόγια για τον ποιητή
Για πολλούς ο Τ. Σ.
Ελιοτ ήταν ο μεγαλύτερος αγγλόφωνος ποιητής του 20ού αιώνα. Μεγαλύτερος ακόμη
και από τον Εζρα Πάουντ, τον άνθρωπο στον οποίο ο Ελιοτ αφιέρωσε το
αριστούργημά του «Ερημη χώρα» αποκαλώντας τον «il miglior fabro» («ο καλύτερος
τεχνίτης»). Θεωρείται ο ηγέτης του μοντερνιστικού κινήματος στην ποίηση. Με την
πειραματική προσέγγισή του στη στιχουργική αναζωογόνησε την αγγλοαμερικανική
ποίηση και με τα κριτικά του δοκίμια τάραξε την ορθόδοξη σκέψη της εποχής του.
Γεννημένος το 1888 στο
Σεντ Λούις του Μιζούρι, ο Τ. Σ. Ελιοτ δεν δέχθηκε την παραμικρή πίεση από την
οικογένειά του να διαλέξει «πρακτική» σταδιοδρομία. Αντ’ αυτού του προσφέρθηκε
η δυνατότητα να λάβει βαθιά μόρφωση, φοιτώντας αρχικά στην Ακαδημία Smith του
Σεντ Λούις, ύστερα στην Ακαδημία Milton της Μασαχουσέτης και τελικά στο
Πανεπιστήμιο Harvard. Πήρε το πτυχίο του το 1909, ύστερα από τρία χρόνια αντί
για τα συνήθη τέσσερα, και το 1910 ταξίδεψε στο Παρίσι, όπου παρακολούθησε
διαλέξεις φιλοσοφίας. Από το 1911 ως το 1914, στο Harvard και πάλι, μελέτησε
ινδική φιλοσοφία και σανσκριτικά. Και το 1914 γνώρισε και συνδέθηκε φιλικά με
τον αμερικανό ποιητή Εζρα Πάουντ.
Ο Έλιοτ με τη σύζυγο
του Βάλερι
|
Το πρώτο σημαντικό
ποίημα που δημοσίευσε ο Τ. Σ. Ελιοτ ήταν το «Ερωτικό τραγούδι του Τζ. Αλφρεντ
Προύφροκ», στη συλλογή «Ο Προύφροκ και άλλες παρατηρήσεις» («Prufrock and Other
Observations», 1917). Ο «Προύφροκ» θεωρείται η απαρχή της μοντέρνας ποίησης. Όπως
και οι ρομαντικοί ποιητές πριν από αυτόν, ο Τ. Σ. Ελιοτ επεδίωκε να αναμορφώσει
την ποιητική, να δημιουργήσει ένα είδος λόγου που θα μπορούσε να απαγγείλει
ένας μορφωμένος άνθρωπος, δίχως να είναι ούτε «ούτε σχολαστικός ούτε χυδαίος».
Το 1919 δημοσίευσε τη συλλογή «Ποιήματα» και ξεκίνησε να εργάζεται στην τράπεζα
Lloyd’s.
Το 1922 ο Τ. Σ. Ελιοτ
δημοσίευσε την «Ερημη χώρα» («The Wasteland»). Μια περίπλοκη σύνθεση σε πέντε
μέρη, η «Ερημη χώρα» πραγματεύεται την απελπισία και την παρακμή, την
«αποσπασματική» ευαισθησία της αστικής ζωής του 20ού αιώνα. Ακόμη περισσότερο,
ο Τ. Σ. Ελιοτ δημιούργησε μια, περισσότερο «άχρονη» παρά διαχρονική, διατριβή
πάνω στη σύγκρουση του ηθικού μεγαλείου και του ηθικού «Κακού». Πολλοί θεωρούν
ότι η «Ερημη χώρα» δεν είναι το μεγαλύτερο ποίημα που έγραψε ποτέ ο Τ. Σ.
Ελιοτ. Είναι σίγουρα όμως το πιο γνωστό.
Πολύ σπάνια ο Τ. Σ.
Ελιοτ μιλούσε για την προσωπική του ζωή. Το 1915 παντρεύτηκε τη Βίβιαν
Χέι-Γουντ, η οποία προοδευτικά μετά το 1933 υπέφερε από ψυχική ασθένεια. Ο Τ.
Σ. Ελιοτ έχει κατηγορηθεί πολύ τόσο για το ότι ήταν με κάποιο τρόπο υπεύθυνος
για την αρρώστια της συζύγου του όσο και για το ότι δεν έκανε αρκετά για να της
συμπαρασταθεί τον καιρό της δοκιμασίας της.
Από τα πρώτα χρόνια
της δεκαετίας του 1920 ως τον θάνατό του, ο Τ. Σ. Ελιοτ εργάστηκε ως επιμελητής
εκδόσεων στον εκδοτικό οίκο Faber & Faber. Από αυτή τη θέση πρόσφερε
απλόχερα την υποστήριξή του σε πολλούς νέους ποιητές.
Άλλα διάσημα έργα τού
Τ. Σ. Ελιοτ είναι τα: «Οι μεταφυσικοί ποιητές» (δοκίμιο, 1921), «Τετάρτη των
τεφρών» (ποιήματα, 1930), «Τέσσερα κουαρτέτα» (ποιήματα, 1943), «Κοκτέιλ πάρτι»
(θεατρικό, 1949).
Το 1948 του
απονεμήθηκε το βραβείο Νομπέλ λογοτεχνίας. Το 1957, δέκα χρόνια μετά τον θάνατο
της Βίβιαν, παντρεύτηκε τη Βάλερι Φλέτσερ, με την οποία έζησε ως το τέλος της
ζωής του, το 1965.
Ζενάκος,
Αυγουστίνος http://www.tovima.gr
«Έρημη χώρα»
του Τόμας Στερνς Ελιοτ
(Μετάφραση Γιώργου Σεφέρη)
A΄. Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΥ
Ο Απρίλης είναι ο
μήνας ο σκληρός, γεννώντας
Μες απ’ την πεθαμένη
γη τις πασχαλιές, σμίγοντας
Θύμηση κι επιθυμία,
ταράζοντας
Με τη βροχή της
άνοιξης ρίζες οκνές.
Ο χειμώνας μας
ζέσταινε, σκεπάζοντας
Τη γη με το χιόνι της
λησμονιάς, θρέφοντας
Λίγη ζωή μ’ απόξερους
βολβούς.
Το καλοκαίρι μας
ξάφνισε καθώς ήρθε πάνω απ’ το Σταρνμπέργκερζε
Με μια μπόρα·
σταματήσαμε στις κολόνες,
Και προχωρήσαμε στη
λιακάδα, ως το Χόφγκαρτεν,
Κι ήπιαμε καφέ, και
κουβεντιάσαμε καμιάν ώρα.
Bin gar keine Russin, stamm’ aus Litauen, echt deutsch.
Και σαν ήμασταν
παιδιά, μέναμε στου αρχιδούκα,
Του ξαδέρφου μου, με
πήρε με το έλκηθρο,
Και τρόμαξα. Κι έλεγε,
Μαρία,
Μαρία, κρατήσου
δυνατά. Και πήραμε τhν κατηφόρα.
Εκεί νιώθεις
ελευθερία, στa βουνά.
Διαβάζω, σχεδόν όλη
νύχτα, και πηγαίνω το χειμώνα στο νότο.
Ποιες ρίζες απλώνονται
γρυπές, ποιοι κλώνοι δυναμώνουν
Μέσα στα πέτρινα τούτα
σαρίδια; Γιε του ανθρώπου,
Να πεις ή να
μαντέψεις, δεν μπορείς, γιατί γνωρίζεις μόνο
Μια στοίβα σπασμένες εικόνες,
όπου χτυπάει ο ήλιός,
Και δε σου δίνει σκέπη
το πεθαμένο δέντρο, κι ο γρύλος ανακούφιση,
Κι η στεγνή πέτρα ήχο
νερού. Μόνο
Έχει σκιά στον κόκκινο
τούτο βράχο,
(Έλα κάτω απ’ τον
ίσκιο του κόκκινου βράχου),
Και θα σου δείξω κάτι
διαφορετικό
Κι από τον ίσκιο σου
το πρωί που δρασκελάει ξοπίσω σου
Κι από τον ίσκιο σου
το βράδυ που ορθώνεται να σ’ ανταμώσει
Μέσα σε μια φούχτα
σκόνη θα σου δείξω το φόβο.
Frisch weht der Wind
Der Heimat zu,
Mein Irisch Kind Wo weilest du?
«Μου χάρισες
γυάκινθους πρώτη φορά πριν ένα χρόνο·
Μ’ έλεγαν h γυακίνθινη
κοπέλα».
—Όμως όταν γυρίσαμε
απ’ τον κήπο των Γυακίνθων,
Ήταν αργά, γεμάτη η
αγκάλη σου, και τα μαλλιά σου υγρά, δεν μπορούσα
Να μιλήσω, θολώσανε τα
μάτια μου, δεν ήμουν
Ζωντανός μήτε
πεθαμένος, και δεν ήξερα τίποτε,
Κοιτάζοντας στην
καρδιά του φωτός, τη σιωπή.
Oed’und leer das Meer.
Η κυρία Σόζοστρις,
διάσημη χαρτομάντισσα,
Ήταν πολύ
κρυολογημένη, μολαταύτα
Λένε πως είναι η πιο
σοφή γυναίκα της Ευρώπης,
Με μια διαβολεμένη
τράπουλα. Εδώ, είπε,
Είν’ το χαρτί σας, ο
πνιγμένος Φοίνικας Θαλασσινός,
(Να, τα μαργαριτάρια,
τα μάτια του. Κοιτάχτε!)
Εδώ ’ναι η
Μπελλαντόνα, η Δέσποινα των Βράχων,
Η δέσποινα των
καταστάσεων.
Εδώ ’ναι ο άνθρωπος με
τα τρία μπαστούνια, κι εδώ ο Τροχός,
Κι εδώ ο μονόφθαλμος
έμπορας, και τούτο το χαρτί,
Τα’ αδειανό, κάτι που
σηκώνει στον ώμο,
Που ’ναι απαγορεμένο
να το δω. Δε βρίσκω
Τον Κρεμασμένο. Να
φοβάστε τον πνιγμό.
Βλέπω πλήθος λαό, να
περπατά ένα γύρο.
Ευκαριστώ. Α δείτε την
αγαπητή μου Κυρίαν Ισοψάλτου,
Πείτε της πως θα φέρνω
τ’ ωροσκόπιο μοναχή μου:
Πρέπει να φυλαγόμαστε
πολύ στον καιρό μας.
Ανύπαρχτη Πολιτεία,
Μέσα στην καστανή
καταχνιά μιας χειμωνιάτικης αυγής,
Χύνουνταν στο Γιοφύρι
της Λόντρας ένα πλήθος, τόσοι πολλοί,
Δεν το ’χα σκεφτεί πως
ο θάνατος είχε ξεκάνει τόσους πολλούς.
Μικροί και σπάνιοι
στεναγμοί αναδινόντουσαν,
Και κάρφωνε ο καθένας
μπρος στα πόδια του τα μάτια.
Χύνουνταν πέρα στο
ύψωμα και κάτω στο Κίνγκ Ουίλλιαμ Στρήτ,
Εκεί που η Παναγία
Γούλνοθ μέτραε τις ώρες
Με ήχο νεκρό στο
στερνό χτύπημα των εννιά.
Εκεί είδα έναν που
γνώριζα, και τον σταμάτησα, φωνάζοντας: «Στέτσον!
Συ που ήσουνα μαζί μου
στις Μύλες με τα καράβια !
Κείνο το λείψανο που
φύτεψες στον κήπο σου τον άλλο χρόνο,
Άρχισε να βλασταίνει;
Πες μου, θ’ ανθίσει εφέτο;
Ή μήπως η ξαφνική
παγωνιά πείραξε τη βραγιά του;
Ω κράτα μακριά το
Σκυλί τον αγαπάει. τον άνθρωπο,
Τι με τα νύχια του θα
το ξεχώσει πάλι !
Συ ! hypocrite lecteur ! – mon semblable,
- mon frère ! »
24grammata.com/ free ebook
Πηγή:
http://www.24grammata.com/?p=30319Ακολουθεί βίντεο με την απαγγελία της “έρημης χώρας” του ίδιου του Ελιοτ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου