ΠΡΟΣΩΠΑ

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΤΥΜΒΟΥ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΓΕΡ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΑΡΘΡΑ-ΔΟΚΙΜΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗ ΔΥΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ. ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 12ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 13ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ-ΜΕΛΕΤΗ- Γ. Γ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΛΟΓΟΤΡΟΠΙΟ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ-ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΜΥΘΟΙ & ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΝΕΑ ΤΑΞΗ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ Ο ΚΥΝΙΚΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟ 1821 ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΑΧΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΙ ΠΟΙΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ-ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΗΡΩΙΚΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΤΟΥ 1821 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΤΕΧΝΕΣ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗς ΑΦΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΕΧΝΗ-ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΦΩΤΟΘΗΚΗ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΤΕΧΝΙΚΕΣ

Παρασκευή 24 Ιουλίου 2015

«Να φύγκετε από την Χώγα!»

του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου

Υπάρχουν κάποια πράγματα στη ζωή, που τη στιγμή που συμβαίνουν δεν τους δίνεται η πρέπουσα σημασία, ή που μπορεί κάποιος να τα εκλάβει ως συγκυριακά και να τα λησμονήσει, αφού ο καιρός που συνέβησαν δεν βοηθούσε στην πλήρη κατανόηση τους. Έρχεται, όμως, κάποια στιγμή, που τα συμβάντα αυτά επιστρέφουν πάλι στη μνήμη πλήρως αποκαλυμμένα, αναγκάζοντας σε να θυμηθείς, πως κάπου, κάποτε, σου είχε δοθεί ένα σήμα κινδύνου, ένα προφαινόμενο, που όμως το είχες αγνοήσει. Και να που τώρα, οι νέες συνθήκες μπορούν να φωτίσουν αυτό, που κάποτε φάνηκε να είναι ένα μόνο μεμονωμένο περιστατικό.

Κάπως έτσι συνέβη και σε εμένα, στη μικρή ιστορία που θα σας διηγηθώ και που είναι 100% αληθινή. Η ιστορία μου, λοιπόν, έχει ως εξής.
Πριν από πολλά χρόνια, βρέθηκα στην Πάτμο για τις καλοκαιρινές μου διακοπές. Είμαστε μια εύθυμη παρέα τεσσάρων φίλων, που απολαμβάναμε την ωραία θάλασσα και τον ήλιο. Ένα βράδυ και καθώς οι νέοι πάντα αναζητούν τη διασκέδαση και τις νέες γνωριμίες, αποφασίσαμε να αφήσουμε την Σκάλα, όπου συνήθως βγαίναμε τα βράδια και να ανέβουμε στην Χώρα για φαγητό και ποτό. Θα επισκεπτόμασταν την Χώρα για πρώτη φορά, μιας και δεν είχαμε αυτοκίνητο και επιπλέον τα δρομολόγια των λεωφορείων σταματούσαν αρκετά νωρίς, οπότε θα έπρεπε στο γυρισμό να επιστρέψουμε στη Σκάλα με τα πόδια.

Πράγματι, ξεκινήσαμε από νωρίς την περιπλάνηση μας στα σοκάκια της όμορφης Χώρας, πήγαμε στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, δειπνήσαμε, και στο τέλος καταλήξαμε σε ένα μπαρ που υπήρχε στην Χώρα, για να πιούμε ένα ποτό. Το μπαρ βρισκόταν στον πανέμορφο χώρο ενός νησιώτικου δίπατου αρχοντικού με εσωτερική αυλή, πηγάδι και δέντρα. Ένα όνειρο θερινής νυκτός!

Το αρνητικό βέβαια ήταν η πολυκοσμία! Ούτε στην Αθήνα να βρισκόμαστε! Γινόταν μέσα-έξω το «πατείς με πατώ σε», από Έλληνες και ξένους. Με τα ποτά στο χέρι, προσπαθούσαμε να σταθούμε στον ασφυκτικά γεμάτο χώρο του μπαρ. Με τα πολλά, κατάφερα επιτέλους να βρω ένα άνοιγμα προς τη μπάρα και να χωθώ, τουλάχιστον για να ακουμπήσω το ποτήρι και τον αγκώνα μου. Έτσι, μπορέσαμε να «παρκάρουμε» για λίγο. Τότε όμως, ξεκίνησε και το ουσιαστικό δρώμενο της ιστορίας.

Από τη στιγμή που προσέγγισα στη μπάρα, πήρε το μάτι μου έναν τύπο με μαύρο μπλουζάκι και με ξενικά χαρακτηριστικά, που ήταν ακριβώς δίπλα μου καθισμένος σε σκαμπό, να με κοιτάζει παράξενα. Του είχα γυρισμένη την πλάτη, αλλά είμαστε τόσο κοντά που μπορούσα να νιώσω πως κάτι δεν πήγαινε καλά με εκείνον. Στην αρχή, μου πέρασε από το μυαλό πως ήταν γκέι, όμως ο λόγος τελικά ήταν άλλος. Κάποια στιγμή με σκούντηξε και εγώ γύρισα να δω τι θέλει. Ο τύπος φανερά ενοχλημένος, άρχισε να μου μιλάει, σχεδόν γαβγίζοντας και πυροβολώντας με, με τσάτρα πάτρα κακοποιημένες ελληνικές λέξεις και με βαριά γερμανική προφορά που έκανε το (ρ) να ακούγεται σαν (γ).

Μια φάτσα ξεφλουδισμένη και καμένη από τον ήλιο, που ο θυμός είχε αλλοιώσει τα έτσι και αλλιώς άσχημα χαρακτηριστικά της, αποκάλυψε τον λόγο της ανησυχίας της και των συνεχών ξεφυσημάτων που έκανε ως φώκια. Άρχισε να μου λέει με επιτιμητικό, θυμωμένο ύφος:

 -«Γκιατί εσείς οι Έλληνες ανεβαίνετε στη Χώγα;»

-«Τι λες ρε φίλε, πας καλά;» του απάντησα έκπληκτος.

-«Γκιατί ανεβαίνετε στη Χώγα;» επέμενε αυτός, «Να κάθεστε οι Έλληνες στην Σκάλα, τι ντουλειά έχετε στη Χώγα; Ντεν βλέπεις που ντεν χωγάμε;»

-«Βρε, αι πάγαινε από εδώ, που θα μου πεις εσύ που θα πάω και που όχι στην πατρίδα μου!» του απάντησα εκ νέου, μόλις κατάλαβα το λόγο της ενόχλησης του, τσαντισμένος από την αναίδεια του.

-«Εγκώ μένω στη Χώγα και τα πιο πολλά σπίτια τα έχουν Γκεγμανοί. Εσείς γκιατί έγχεστε εντώ;  Φασαγία πολύ κάνετε και ντεν χωγάτε. Να φύγετε από την Χώγα!!» συνέχισε να λέει με τον γνωστό γερμανικό τρόπο, που και σε αγαπώ να θέλει να σου πει, μοιάζει σαν να σε βρίζει.

-«Δεν πάω πουθενά ρε, εδώ θα μείνω!» του αντέτεινα κι εγώ.

Ευτυχώς η μουσική κάλυπτε κάπως την ένταση των λόγων, αλλά η συζήτηση τράβηξε την προσοχή των φίλων μου. Με ρώτησαν τι συμβαίνει και τους εξήγησα πως ο Γερμαναράς θέλει να μας διώξει από την Χώρα. Τον στραβοκοίταξαν όλοι μαζί και ο Γερμανός αναγκάστηκε να λουφάξει. Έβραζε στο ζουμί του, αλλά κι εγώ αδιαφορώντας πλέον απολάμβανα να του τη σπάω. Παραγγείλαμε και άλλα ποτά. Έτσι, ο πρώτος τελικά που έφυγε, ήταν αυτός.

Χαράματα πήραμε με τα πόδια τον δρόμο της επιστροφής για την Σκάλα. Από πάνω μας μια φωτεινή πανσέληνος, που είχα την αίσθηση ότι ήταν η πιο μεγάλη και πιο κοντινή στην γη από όσες είχα δει ποτέ. Ήταν λένε η «γαλάζια» πανσέληνος, ένα σπάνιο φαινόμενο, που είχε διαφημιστεί εκείνον τον Αύγουστο αρκούντως.

Κάπου εδώ τελείωσε η ιστορία και πέρα από μια συζήτηση που κάναμε την επομένη, δεν μας είχε απασχολήσει σοβαρά το θράσος του Γερμανού. Μάθαμε όμως από κάποιον Πάτμιο, που κατηγορούσε τους συντοπίτες του, ότι έχουν πουλήσει τα περισσότερα αρχοντικά της Χώρας σε ξένους και πως οι ίδιοι, είτε έχουν έρθει στην Αθήνα, είτε δουλεύουν τον χειμώνα ως επιστάτες συντήρησης και κηπουροί στα σπίτια των ξένων. Έδωσαν δικαιώματα. Όμως, τόσα χρόνια μετά και υπό το φως των σημερινών εξελίξεων που οδηγούν στο ξεπούλημα της χώρας, το «αθώο» περιστατικό με τον Γερμανό στην Χώρα της Πάτμου, αποκτά μια άλλη σκοτεινή προοπτική και μια διαφορετική σημειολογία. Δείχνει το τι μας περιμένει. Το ενδεχόμενο δηλαδή, να γίνει ο Έλληνας ένας ανεπιθύμητος ξένος και θύμα ρατσισμού από τους θρασείς εποικιστές στην ίδια του την χώρα. Αν δεν έχει ήδη γίνει…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...