ΠΡΟΣΩΠΑ

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΤΥΜΒΟΥ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΓΕΡ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΑΡΘΡΑ-ΔΟΚΙΜΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗ ΔΥΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ. ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 12ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 13ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ-ΜΕΛΕΤΗ- Γ. Γ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΛΟΓΟΤΡΟΠΙΟ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ-ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΜΥΘΟΙ & ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΝΕΑ ΤΑΞΗ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ Ο ΚΥΝΙΚΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟ 1821 ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΑΧΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΙ ΠΟΙΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ-ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΗΡΩΙΚΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΤΟΥ 1821 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΤΕΧΝΕΣ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗς ΑΦΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΕΧΝΗ-ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΦΩΤΟΘΗΚΗ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΤΕΧΝΙΚΕΣ

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2017

Συμβουλὲς τοῦ Κυβερνήτη Καποδίστρια πρὸς τὸν νεαρό Γεώργιο Μαυρομιχάλη

π τ πομνημονεύματα το Θεόδωρου Κολοκοτρώνη
Ες τ 1828 ες τν Αγινα πγεν Γεώργιος Μαυρομιχάλης ν πισκεφθ τν Κυβερνήτη. φόρεσε τν λαμπρότερη νδυμασία του, βουτημένη ες τ μάλαμα· γελοσαν τ φορέματά του, γελοσε καρδιά του, διατ νέος εχε κλίσιν πρς τν Κυβερνήτην· τν δεχθη ατς λλ το επε:

Δν σ’ παιν δι τ φορέματά σου· κα πρν πατήσω τ χώματα τ λληνικά, κα φο λθα κα εδα τ βεβαιώθηκα, εναι καιρο πο πρέπει ν φορομε λοι ζώνη δερματένια, κα ν τρμεν κρίδαις μ γριο μέλι·

Εδα πολλ ες τν ζωήν μου, λλά σν τ θέαμα ταν φθασα δ ες τν Αγινα, δν εδα τί παρόμοιο ποτέ, κα λλος ν μν τ δ· προεδα μεγάλα δυστυχήματα δι τν πατρίδα, ν σες δν θ εσθε σύμφωνοι μαζί μου κα γ μ σς.

Ζήτω Κυβερνήτης σωτήρας μας, λευθερωτής μας, φώναζαν γυνακες ναμαλιάραις, νδρες μ λαβωματιας πολέμου, ρφαν γδυτά, κατεβασμένα π τας σπηλιας· δν τον τ συναπάντημά μου φων χαρς, λλ θρνος· γ βρέχετο π δάκρυα, βρέχετο μερτι κα δάφνη το στολισμένου δρόμου π τν γιαλν ες τν κκλησίαν· νατρίχιαζα, μο τρεμαν τ γόνατα, φων το λαο σχιζε τν καρδίαν μου· μαυροφορεμέναις, γέροντες μο ζητοσαν ν ναστήσω τος ποθαμένους τους, μανάδες μο δειχναν ες τ βυζ τ παιδιά τους, κα μο λεγαν ν τ ζήσω, κα τι δν τος πέμειναν παρ κενα κα γώ…

Υἱὲ το Μαυρομιχάλη, δι ν μ τιμήσης λθες εμορφοστολισμένος· τ ννο κα σ γαπ, θεν κα σο νοίγω τν καρδίαν μου.

λθεν ες τν πατρίδα σας νας μογενς περισσότερος, δν φερα ξένους πλοφόρους, συνοδίαν μου χω μόνον τν πειθώ, τ φίλεργον, κα τίμια γηρατεα· χι σύ, πο εσαι νέος, λλ ο πλέον, πλέον γέροντες δν χετε γνσιν λευκαμένην π παλαιότητα καιρο.

ς ψάρι ες τ δίκτυ σπαράζει ες πολλος κινδύνους κόμη λληνικ λευθερία. Μο δόσατε τος χαλινος το κράτους· τίνος κράτους; μετρομε ες τ δάκτυλα τν πικράτειάν μας, τ’ νάπλι, τν Αγινα, Πόρον, δραν, Κόρινθον, Μέγαρα, Σαλαμίνα.

βραΐμης κρατε τ κάστρα κα τ μεσόγειον τς Πελοπόννησου, Κιουτάγιας τν Ρούμελη, πολλ νησι βασανίζονται π ατεξούσιον στρατιώτην κα π πειρατείαν, τ δύο μεγάλα καράβια σας, εναι ραμμένα ’ξαρμάτωτα ες τν Πόρο, θήνα φαγε πέρυσι τος νδρειοτέρους τν λλήνων.

Πο τ θησαυροφυλάκιον το θνους; κούω, πουλήσατε κα τν δεκατι το φετεινο τους πρν κόμη σπαρθ τ γέννημα· τόπος εναι χέρσος, σπάνιοι ο κάτοικοι, σκόρπιοι ες τ βουν κα ες τ σπήλαια· τ δημόσιον εναι πλακωμένο π δύο κατομμύρια λίραις στερλίναις χρέος, λλα τόσα ζητετε ο στρατιωτικοί, γ εναι ποθηκευμένη ες τος γγλους δανειστάς· νάγκη ν τν λευθερώσωμεν μ τν δίαν πόφασιν, ς θ τν λευθερώσωμεν κα π τ ρματα το Κιουτάγια κα το Αγυπτίου.

Δν λυπομαι, δν πελπίζομαι· προτιμ ατ τ σκπτρο το πόνου κα τν δακρύων παρ λλο· θες μο τ ’δωσε, τ πέρνω, θέλει ν μ δοκιμάση· εμαι π τν φυλήν σας, ες να μνμα μαζ μ ’σς θ θαφτ· ,τι χω ζωήν, περιουσίαν, φιλίαις ες τν Ερώπην, κεφάλαια γνώσεων ποκτημένα π τόσα θεάματα κα κροάματα συμβάντων το κόσμου τς μέρας μου, τ φιερόνω ες τν κοινν πατρίδα, ς ψώσωμεν τ μεγαλεον της, στε ποιος θελήσει, δυσκόλως ν τ ταπεινώση, στερεωμένο ες ρίζαις ρετς εναι καταμάχητον.

κάματε ργα πολεμικ θάνατα· Βασιλες καθνη σς παίνεσαν, λλ πίστευσέ μου, δι πολυετίαν κόμη ζώνη το Προδρόμου πρέπει ν ναι στολισμός σας, χι χρυσοΰφαντη χλαμύδα.

ς ο παλαιο ρωες Βασιλες τς λλάδος πρέπει ν φυτεύωμεν δένδρα, ν νοίγωμεν δρόμους, ν παλεύωμεν μ τ θηρία το δάσους, ν δέσωμεν τν κοινωνίαν μας μ νόμους σύμφωνους μ τ θνος μας· οτε πίσω οτε μπρός το καιρο μας· μ μο ζητετε ζωγραφίαις πολύτιμαις ες οκοδόμημα κόμη τελείωτον.

Μέτρον μας κα στρο: ες δειν λληνικὰ θεραπεία Ἑλληνική. Μὲ τὸ στόμα μας, ὂχι ὡς οἱ χειρουργοί τῆς Εὐρώπης κόφτοντας, ἀλλὰ μὲ τὸ στόμα μας νὰ βυζαίνομεν τὸ ἔμπυο της πατρίδος, διὰ νὰ τὴν γιάνωμεν… ἐπειδὴ κάθε τόπος ἔχει χωριστὰ τὸ μυστήριον τῆς ζωῆς του, τὸν νόμον τῆς εὐτυχίας του, ἂν πλανεθῆ ὁ ἑλληνισμός μας καὶ σηκωθῆ σκοτάδι μεταξὺ μας ὥστε ἐσεῖς νὰ μὴ διαβάζετε εἰς τὴν καρδίαν μου, θολοθοῦν καὶ ’μὲ οἱ ὀφθαλμοί, ποῖος ἠξεύρει… ποῦ θὰ ’πᾶμε, τί θὰ γινοῦμε; …

Κατεβαίνω πολεμιστὴς εἰς τὸ στάδιον, θὰ πολεμήσω ὡς Κυβέρνησις, δὲν λαθεύομαι, τὸν ἔρωτα τῶν προνομίων ποῦ εἶναι φυτευμένος εἰς ψυχαῖς πολλῶν, τὰ ὀνειροπολήματα τῶν λογιωτάτων, ξένων πρακτικῆς ζωῆς, τὸ φιλύποπτο, κυριαρχικὸ καὶ ἀνήμερον ἀλλοεθνῶν ἄνδρων. Ἡ νίκη θὰ εἶναι δική μας ἂν βασιλεύη τὴν καρδίαν μας, Θεὸς ζηλότυπος, μόνον τὸ αἴσθημα τὸ Ἑλληνικὸ- ὁ φιλὴκοος τῶν ξένων εἶναι προδότης».

Εἴθε οἱ νέοι τῆς Ἑλλάδος νὰ ἦναι βοηθοί μου καὶ πρῶτος ἐσύ· μφορὴς πολυτελῆ φορέματα ἀτέριαστα μὲ τὴν ἔνδειαν τῶν πολλῶν καὶ κεφάλαιο θαμένο, ἀχρησίμευτο· ἢ ἄφορμη, ἡ ἀπόκτησίς του, κακῶν ὀρέξεων καὶ πράξεων· μὴ θέλεις ἄλλο στολίδι καὶ καύχημα εἰμὴ ὅτι εἶσαι ἀπὸ οἰκογένεια δοξασμένη, ποῦ τόσο ἔχυσε αἷμα ἀνδρειωμένο διὰ τὴν ἀναγέννησιν καὶ τὴν ἐλευθερίαν τῆς Πατρίδος».

Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
 Εικόνα από:eranistis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...