Γιάννης Τζιμούρτας
Δημοσιογράφος
Η τέχνη ως μέσον δημιουργικής ενασχόλησης αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για την ανάπτυξη του παιδιού. Η εξοικείωση με την οπτική αισθητική αποδεικνύεται σημαντική για τα μετέπειτα χρόνια.
Η τέχνη βοηθά στο παιδί να καλλιεργήσει λεπτές κινητικές δεξιότητες, το εξοικειώνει με τις έννοιες των μαθηματικών – κυρίως λόγω των σχημάτων – του δίνει μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση καθώς νιώθει καλά με τον εαυτό του, του διδάσκει να μαθαίνει από τα λάθη του. Μη ξεχνάμε αυτό που έλεγε ο Αρνό, με τίποτε άλλο το παιδί δεν είναι τόσο μόνο, όσο με τη ζωγραφική.
Μικρή
καλλιτέχνιδα στο εργαστήριο της Νεανικής Τέχνης της Βιέννης.
Η παιδική τέχνη άρχισε
να απασχολεί καλλιτέχνες και επιστήμονες από την περίοδο του διαφωτισμού. Μια
πρωτόφαντη για την εποχή του άποψη
διατυπώνει ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ στο μυθιστόρημα «Αιμίλιος», ουσιαστικά το πρώτο
βιβλίο στη Δύση που ασχολείται με τη φιλοσοφία της εκπαίδευσης. Με την παιδική
τέχνη καταπιάνεται σε πολλά από τα εκπαιδευτικά του βιβλία και ο J.Η.
Pestalozzi. Άλλωστε ο Ελβετός παιδαγωγός είναι αυτός που συνέβαλε τα μέγιστα
ώστε να εξαλειφθεί ο αναλφαβητισμός από τη χώρα του τις πρώτες δεκαετίες του
18ου αιώνα.
Στο Λονδίνο από το 1850
η παιδική τέχνη απασχολεί εκπαιδευτικούς και παιδαγωγούς σε συνάρτηση πολλές
φορές με τα μαθήματα επαγγελματικής κατάρτισης. Αποκορύφωμα η εισήγηση για την
«Παιδεία στην Τέχνη» που παρουσιάζεται σε διεθνές συνέδριο για την Υγεία στο
Λονδίνο. Το 1887 ο Ιταλός Corrado Ricci δημοσιεύει το πρώτο βιβλίο παιδικής
τέχνης με 1250 έργα παιδιών. Ο Ricci, διακεκριμένος αρχαιολόγος, ιστορικός
τέχνης και φωτογράφος αργότερα πλαισίωσε το Μουσολίνι και υπηρέτησε το
φασιστικό καθεστώς από καίρια πόστα.
Ο
Cizek και οι μαθητές του
Τρία χρόνια αργότερα στο Λονδίνο πραγματοποιείται η πρώτη έκθεση παιδικής ζωγραφικής.
Την ίδια περίοδο στη
Βιέννη δραστηριοποιείται ο Τσέχος καλλιτέχνης και παιδαγωγός Franz Cizek, ο
οποίος με ρηξικέλευθες ιδέες και μεθόδους φέρνει τη δική του επανάσταση στην
παιδική τέχνη, της οποίας χαρακτηρίζεται ως ο κυριότερος εισηγητής. Επίσης σ’
αυτόν, και τους συνεργάτες του
πιστώνεται ο όρος «ελεύθερη έκφραση».
O Franz Cizek
δραστηριοποιήθηκε στη Βιέννη από τις αρχές του περασμένου αιώνα. Ως
καλλιτέχνης, δάσκαλος και παιδοψυχολόγος υποστήριξε και διευκόλυνε έναν
αποδεκτό τρόπο αυθόρμητης έκφρασης των παιδιών. Οι μελέτες του και η ενασχόληση
με τα παιδιά ήταν επίμονες και πολύχρονες. Αυτή η προσπάθεια είναι που του
χάρισε τον τίτλο «πατέρας της δημιουργικής διδασκαλίας της τέχνης».
Η προσέγγιση του στη
διδασκαλία ήταν εντυπωσιακά διαφορετική από το ανελαστικό και άκρως
προκαθορισμένο πρόγραμμα αντιγραφής και εντοπισμού που προσφέρονταν στα
δημοτικά σχολεία στις αρχές του 20ου αιώνα.
Με ένα δίωρο πρόγραμμα κάθε Σάββατο, στο οποίο μετείχαν μαθητές ηλικίας 5 ως 14 ετών, ο Cizek προσέγγισε την τέχνη δημιουργώντας ένα περιβάλλον φιλικό προς τα παιδιά, χωρίς προκαθορισμένη διδασκαλία. Το έργο βασίστηκε στη φιλοσοφία καλλιέργειας της δημιουργικής τάσης που υπάρχει έμφυτη σε όλα τα παιδιά, επιτρέποντας να πειραματισθούν ελεύθερα πάνω σε δικές τους ιδέες μέσα από μια σειρά υλικών.
Ο Cizek έτρεφε βαθύ
θαυμασμό και σεβασμό για τα έργα τέχνης των παιδιών καθώς θεωρούσε ότι η
έκφραση τους είναι καθαρότερη και ανόθευτη από τη φύση τους. Με λίγα λόγια,
στόχος ζωής του Franz Cizek ήταν να προσφέρει ένα ελεύθερο (τόσο οικονομικά όσο
και ψυχολογικά) καλλιτεχνικό περιβάλλον, όπου τα παιδιά θα μπορούσαν να
απολαμβάνουν την «αυτο-ανακάλυψη».
Δεν ισχυρίστηκε ποτέ ότι
δημιουργεί μελλοντικούς καλλιτέχνες, απλώς επέτρεπε στα παιδιά να ανακαλύψουν
και να εκφράσουν την έμφυτη δημιουργικότητα τους. Μια μαθήτριά του, που
αργότερα εργάστηκε ως κλωστοϋφαντουργός, ανέφερε ότι ο Cizek κάθε άλλο παρά για
τη δημιουργία καλλιτεχνών ενδιαφέρθηκε. Περισσότερο επικεντρώθηκε στην εξέλιξη
της καλλιτεχνικής προσωπικότητας κάθε ατόμου. Υπηρέτησε ένα έργο ζωής που στόχευε
στη μελέτη των παιδιών και στον τρόπο με τον οποίο μαθαίνουν.
Ο Cizek γεννήθηκε το
1865 στην πόλη Λιτομέριτσε της Τσεχίας. Στα 19 του μετακόμισε στη Βιέννη και
γράφτηκε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών. Το 1885 νοίκιασε ένα δωμάτιο στο σπίτι
κάποιου ξυλουργού με πολυμελή οικογένεια. Στα παιδιά του ξυλουργού άρεσε να
επισκέπτονται το δωμάτιο του Cizek, καθώς τους έδινε διάφορα υλικά για να
ζωγραφίζουν και να σχεδιάζουν ενθαρρύνοντας τους να ζωγραφίζουν αυτά που
σκέφτονταν. Σε μια φιλική ατμόσφαιρα, χωρίς καθοδήγηση και υποδείξεις, ο Cizek
είδε πόσο χαρούμενα ήταν τα παιδιά με την αυτοανακάλυψη και πόσο τους άρεσε να
κάνουν τέχνη. Ο Cizek εντυπωσιάστηκε πραγματικά από την αμεσότητα, τον
αυθορμητισμό και την αγνότητα που διέκρινε στα σχέδια αυτών των παιδιών.
Κατέληξε στο συμπέρασμα
ότι όλα τα παιδιά, εκδηλώνονται με παρόμοιο τρόπο όταν απασχολούνται σε ένα
περιβάλλον ελεύθερης έκφρασης και αφήνουν τη φαντασία τους να εκδηλωθεί. Γι’
αυτό πίστευε ότι η Βιέννη ήταν ένας ιδανικός χώρος καλλιτεχνικής δραστηριότητας.
Ο
Franz Cizek στη δεκαετία του ’20
Προσχώρησε στις ιδέες
των Ζετσεσιονιστών, ανέπτυξε φιλικές σχέσεις και μελέτησε τις ιδέες των
κορυφαίων αρχιτεκτόνων Ότο Βάγκνερ, Γιόζεφ Μαρία Όλμπριχ, των εικαστικών
καλλιτεχνών Κόλομαν Μόζερ και Γκούσταφ
Κλιμτ.
Μοιράστηκε μαζί τους την
έρευνά του και το έργο των νεαρών μαθητών του και οι διάσημοι δημιουργοί
γοητεύτηκαν από την αυθεντική έκφραση που ανακάλυψαν σ’ αυτές τις «ατελείς»
εικόνες. Έτσι ενθάρρυναν τον Cizek να ξεκινήσει το δικό του σχολείο.
Ενθουσιασμένος από την ανταπόκριση της δουλειάς του στους κορυφαίους εκείνη την
περίοδο στη Βιέννη, ζήτησε από τις εκπαιδευτικές αρχές να υιοθετήσουν τις
προτάσεις του. Στην αίτηση του μεταξύ άλλων είχε καταθέσει μια απλή αλλά όπως
αποδείχθηκε επαναστατική προτροπή: «Αφήστε τα παιδιά να μεγαλώνουν, να
αναπτύσσονται και να ωριμάζουν».
Για
τη συνέχεια του άρθρου εδώ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου