Το έπος του Διγενή
Ακρίτα και τα ακριτικά τραγούδια θεωρούνται από πολλούς ως αφετηρία της
νεοελληνικής λογοτεχνίας. Πρόκειται για δείγματα της ηρωικής ποίησης των
Βυζαντινών σε δημώδη γλώσσα. Ποιος ήταν όμως ο Διγενής Ακρίτας και πώς
γεννήθηκε το έπος του;
Ο
Διγενής Ακρίτας
Όλοι οι μελετητές
θεωρούν βέβαιο ότι οι αραβοβυζαντινές συγκρούσεις που διήρκεσαν από τον 7ο ως
τον 11ο αιώνα αποτελούν το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η σωζόμενη
ηρωική ποίηση των Βυζαντινών σε δημώδη γλώσσα.
Τα σημαντικότερα και
αρχαιότητα δείγματα αυτής της ποίησης είναι το επικό άσμα «Του Αρμούρη», το
άσμα «Του υιού του Ανδρονίκου» και κατά τον G. Saunier, το άσμα «Του
Θεοφύλακτου».
Ακρίτες ονομάζονταν οι
υπερασπιστές των άκρων, των ακραίων δηλαδή ανατολικών συνόρων της Βυζαντινής
Αυτοκρατορίας. Ήδη από την εποχή του Ιουστινιανού (527-565) αναπτύχθηκαν
αλλεπάλληλες σειρές οχυρωματικών έργων με ισχυρά τειχισμένες και οχυρωμένες
παραμεθόριες πόλεις και με ευρύτατο σύστημα φρουρίων σε στρατηγικά σημεία που
αξιοποιούσαν τα φυσικά εμπόδια (όρη, ποτάμια, έρημες εκτάσεις κλπ.) για να
φυλάνε τις στρατηγικές διαβάσεις και να ελέγχουν με μεγαλύτερη άνεση τις
κινήσεις των εχθρών της αυτοκρατορίας στα ανατολικά, κυρίως, σύνορά της. Ο όρος
«ακρίτας» (ακρίτες, λατινικά limitanei) ή «ακρίτης» αναφέρεται για πρώτη φορά
τον 10ο αιώνα από τον αυτοκράτορα και λόγιο Κωνσταντίνο τον Πορφυρογέννητο στο
έργο του «Περί Βασιλείου Τάξεως».
Γνωστότερος απ΄ όλους
τους ακρίτες, ήταν ο Διγενής Ακρίτης ή Ακρίτας. Πρόκειται για ήρωα του
μεσαιωνικού ελληνισμού, η ακμή του οποίου τοποθετείται γύρω στον 10ο αιώνα στην
περιοχή του Ευφράτη. Πολεμούσε ως ακρίτας εναντίον των Αράβων (κυρίως με τους
τοπικούς άρχοντες και αμιράδες, ηγεμόνες δηλαδή) και των απελατών.
Για
τον Διγενή ως το 1875 γνωρίζαμε ελάχιστα πράγματα.
Τότε ο Κ. Σάθας και ο E.
Legrand δημοσίευσαν ποίημα του Διγενή, στηριζόμενοι στο χειρόγραφο που ο λόγιος
Σάββας Ιωαννίδης βρήκε σε κελί μοναχού στη Μονή της Παναγίας Σουμελά στην
Τραπεζούντα και δώρησε στη βιβλιοθήκη της Τραπεζούντας. Το ποίημα αυτό είναι
ακέφαλο και κολοβό και παρουσιάζει πολλά χάσματα στην αφήγηση. Τα επόμενα
χρόνια έγιναν γνωστές και άλλες παραλλαγές του ποιήματος που διαφέρουν λιγότερο
ή περισσότερο από το κείμενο της πρώτης έκδοσης των Σάθα και Legrand. Αυτές
είναι:
α) η «Διασκευή της
Οξφόρδης» (codex Oxoniensis, Lincoln College 24), την οποία έκανε γνωστή και
δημοσίευσε το 1880 ο Σπυρίδων Λάμπρος. Το χειρόγραφο της Οξφόρδης γράφτηκε το
1670 από τον Χιώτη ιερομόναχο Ιγνάτιο Πετρίτση,
β) η «Διασκευή της
Άνδρου-Αθηνών», που δημοσίευσε το 1881 ο Α. Μηλιαράκης από χειρόγραφο που
βρέθηκε στην Άνδρο,
γ) η «Διασκευή της
Grottaferrata» (G), την οποία δημοσίευσε ο E. Legrand το 1882 από το χειρόγραφο
της ελληνικής μονής της Κρυπτοφέρρης στην Ιταλία,
δ) η «Διασκευή του
Εσκοριάλ» (Ε), που παρουσίασε το 1904 ο K. Krumbacher και δημοσίευσε ολόκληρη
το 1911 ο D.C. Hesseling,
και
ε) η «Πεζή Διασκευή» που
ανακάλυψε το 1898 σε χειρόγραφο της Άνδρου (γραμμένο τον 17ο αιώνα) ο Δ.
Πασχάλης και τη δημοσίευσε το 1928. Από τις έξι σωζόμενες παραλλαγές, που έχουν
αρκετές διαφορές μεταξύ τους, πλέον αξιόπιστες θεωρούνται αυτές του Escorial
και της Grottaferatta. Διασώζουν κείμενα που πλησιάζουν την αρχική μορφή του
ποιήματος και χρονολογούνται πριν το 1204.
Στο πρώτο μέρος του έργου που έχει έντονο επικό χαρακτήρα και αποκαλείται «Το άσμα του αμιρά», ένας Άραβας εμίρης εισβάλλει στην Καππαδοκία και αρπάζει την κόρη ενός Βυζαντινού στρατηγού. Η μητέρα της ειδοποιεί τους πέντε γιους της να σπεύσουν να ελευθερώσουν την αδελφή τους, αλλιώς θα έχουν την κατάρα της. Οι πέντε νέοι πηγαίνουν στο στρατόπεδο του αμιρά και του ζητούν να αφήσει ελεύθερη την αδελφή τους....
Για
τη συνέχεια εδώ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου