Τι καλά το λέει τ' αηδόνι! - Συζητώντας με τους καλλιτέχνες και την επιμελήτρια της έκθεσης, Πολύνα Κοσμαδάκη, για τη site specific εγκατάσταση που πραγματοποιείται για πρώτη φορά στις συλλογές νεοελληνική-λαϊκής τέχνης του Μουσείου
Κείμενο: Πέπη Νικολοπούλου
Στον πρώτο όροφο του
Μουσείου Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού, απλώνεται η συλλογή νεοελληνικής-λαϊκής
τέχνης. Μια συλλογή ευρύτερα γνωστή ως «υλικός πολιτισμός», που περιλαμβάνει
όλα εκείνα τα αντικείμενα που δεν ανήκουν στη λεγόμενη υψηλή τέχνη αλλά
αποτελούν στοιχεία της κουλτούρας του τουρκοκρατούμενου ελληνισμού. Πάνω σε
αυτά εκφραζόταν ολόκληρος ο ελληνικός πολιτισμός καθώς δεν υπήρχε με τη
δυτικοευρωπαϊκή έννοια ούτε γλυπτική ούτε ζωγραφική εκείνη την εποχή.
Σε αυτό τον χώρο φιλοξενείται η νέα έκθεση «Τι καλά το λέει τ’ αηδόνι» που σχεδίασε η Νικομάχη Καρακωστάνογλου και ο Ηλίας Παπαηλιάκης για να φωτίσουν αυτή τη συλλογή υλικού πολιτισμού σε συνεργασία με την Πολύνα Κοσμαδάκη.
Ηλίας Παπαηλιάκης,
Νικομάχη Καρακωστάνογλου, Πολύνα Κοσμαδάκη Photo: Andreas Simopoulos
Αν και παρόμοιες
εικαστικές δράσεις έχουν πραγματοποιηθεί στο παρελθόν, τόσο σε σχέση με τη
ζωγραφική αλλά και τις αρχαιολογικές συλλογές του Μουσείου, είναι η πρώτη φορά
που μια site specific εγκατάσταση πραγματοποιείται στον εκθεσιακό χώρο που
φιλοξενεί τις συλλογές νεοελληνικής – λαϊκής τέχνης, και πιο συγκεκριμένα στον
πρώτο όροφο με τα αντικείμενα που βρίσκονται στην καρδιά της συλλογής και των
ενδιαφερόντων του ίδιου του Αντώνιου Μπενάκη που ξεκίνησε αυτή τη συλλογή.
Τι
καλά το λέει τ’ αηδόνι!
Μια εγκατάσταση
προσαρμοσμένη όχι μόνο στον χώρο, σε εικαστικό διάλογο με τα εκθέματα αλλά και
σε περιεχόμενο, απευθύνοντας δηλαδή μια σιωπηρή πρόσκληση στοχασμού της εποχής
μας, αυτή η έκθεση συνδιαλέγεται με την παράδοση σε μια χρονική στιγμή που ενώ
ανθεί η εικονική πραγματικότητα, η ψηφιακή τέχνη, το conceptualism, αποκαλύπτει
τις δυνατότητες της επαφής με το χέρι, με το υλικό:
«Αυτό το έργο συμβάλει
με το πώς το κοινό μπορεί να ξανακοιτάξει τις υλικότητες, τα χρώματα των υλικών
και τι μπορούν να πουν αυτά τα αντικείμενα, τα παλιά και τα καινούργια μεταξύ
τους», μας αναφέρει η επιμελήτρια της έκθεσης Πολύνα Κοσμαδάκη στη συνάντησή
μας μαζί με τους καλλιτέχνες λίγο πριν ανοίξει για το κοινό.
Η διαδρομή που
προτείνουν προσκαλεί τον θεατή σε στάσεις – στιγμές συνομιλίας με τα μόνιμα
εκθέματα του Μουσείου, φωτίζοντας τις αστείρευτες εκφράσεις του μέρους και του
όλου στην ελληνική λαϊκή παράδοση: «Ολόκληρος ο ελληνικός πολιτισμός αιώνων,
αποτυπώνεται πάνω σε αυτή την υλική κουλτούρα, την κουλτούρα της χειροτεχνίας»,
συνεχίζει κατά τη ξενάγησή μας στον χώρο.
Μια έκθεση που αφηγείται
τη δική της ιστορία, το δικό της παραμύθι, αφουγκραζόμενη τα αφηγήματα, τις
παραδόσεις, τις τελετουργίες και τους ψιθύρους που τα ίδια τα αντικείμενα, οι
ξύλινες κασέλες, οι ενδυμασίες, τα κοσμήματα, τα κεντήματα, τα ξυλόγλυπα που
την περικλείουν, κουβαλούν. «Τι καλά το λέει τ’ αηδόνι» και ο ταιριαστός τίτλος
της έκθεσης, δανεισμένος από το παραδοσιακό τραγούδι, εμφατικό της περιφρόνησης
προς κάθε μορφής εξουσίας και χρήματος, μια συγκινητική παρότρυνση να
ανακαλέσουμε την αξία της ουσίας στη ζωή μας:
Που ’σουν εψές λεβέντη
μου
κι αντιπροψές καλά μου
Τι καλά το λέει τ’
αηδόνι
Εψές ήμουν στους
ουρανούς
κι αντιπροψές στους
Άγιους
Τον Άγγελό μου φίλευα
και τον Χριστό κερνούσα
Και την κυρά την Παναγιά
την επαρακαλούσα
Για να μου δώσει τα
κλειδιά
κλειδιά του Παραδείσου
Ν’ ανοίξω τον Παράδεισο
να μπω να σεργιανίσω
Να δω που κάθονται οι
φτωχοί
που κάθονται οι
αρχοντάδες
Στον ίσκιο κάθονται οι
φτωχοί
στον ήλιο οι αρχοντάδες
Και τους φτωχούς
παρακαλούν
και τους παρακαλούνε
Δώστε φτωχοί τον ίσκιο
σας
και πάρτε τα φλουριά μας
Οι
πρώτοι αποθέτες και η αρχή αυτής της συνεργασίας
Η Νικομάχη
Καρακωστάνογλου κατά τη διάρκεια της ενασχόλησής της με τα κεραμικά γλυπτά της,
κλήθηκε να σκεφτεί δημιουργικά πώς να διαχειριστεί τους «αποθέτες» που
προέκυπταν, έργα δηλαδή με ατέλειες που δεν μπορούσε αμέσως να εντάξει σε
κάποιο κομμάτι της δουλειάς της, μεταφέρονταν στο εργαστήρι του Ηλία Παπαηλιάκη:
«Ο Ηλίας άρχισε να τα
καλοδέχεται και να τα ανατρέπει από κάθε άποψη, αρχίζοντας να τα ζωγραφίζει,
φεύγοντας από τον καμβά και τις δύο διαστάσεις, μπαίνοντας στις τρεις
διαστάσεις». Αυτό άρχισε να δίνει και στους δύο καλλιτέχνες τεράστια χαρά. Από
τη μια πλευρά στη Νικομάχη προσέφερε ανακούφιση, γιατί πλέον οι αποθέτες της
έβρισκαν τον δρόμο τους και από την άλλη στον Ηλία Παπαηλιάκη μια νέα εικαστική
προοπτική, δουλεύοντας πλέον με νέες επιφάνειες. Μια φάση αναγέννησης και για
τους δύο.
Για
τη συνέχεια εδώ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου