Οι εργασίες αποκατάστασης και συντήρησης απέδωσαν ένα μεγάλο και περίτεχνο αρχοντικό. Η εικόνα της πολυπόθητης Βασιλεύουσας.
Ο Λάζαρος Πουλκίδης,
ένας εύπορος έμπορος, που διάβαινε στα πέτρινα στενοσόκακα της Σιάτιστας
στάθηκε μπρος του και το θαύμασε. Μια, δυο, τρεις φορές κάθισε και το χάζευε
και κάθε φορά που περνούσε από εκεί ευχόταν να ήταν δικό του. Δεν το ήθελε για
τον ίδιο, μα για την κόρη του, την Ελένη, να της το δώσει προίκα, να έχει να
μείνει με τον άντρα της.
Το διώροφο αρχοντόσπιτο,
ένα κομψοτέχνημα της Σιάτιστας, χτίστηκε στα 1752-1759, είναι από τα παλαιότερα
της πόλης και της δυτικής Μακεδονίας γενικότερα και μαρτυρά μια αστική κοινωνία
που πλούτιζε και εξελισσόταν, βασισμένη στο εμπόριο και στις συναλλαγές με την
Κωνσταντινούπολη στην Ανατολή, αλλά και με τη Βιέννη, τη Βενετία, το
Βουκουρέστι στη Δύση.
Ένας ξεχωριστός έμπορος,
ο Θεόδωρος Εμμανουήλ, έχτισε αυτό το αρχοντικό για τις ανάγκες της οικογένειάς
του. Πείσμων και επίμονος ο Λάζαρος Πουλκίδης, το διεκδίκησε και το αγόρασε,
ενώ το 1910 πέρασε στα χέρια της κόρης του Ελένης Πουλκίδου, γνωστή ως Πούλκω,
η οποία το κληρονόμησε από τη μητέρα της.
Έτσι το υπέροχο
αρχοντόσπιτο με τον εκπληκτικό εσωτερικό διάκοσμο, τα πανάκριβα έπιπλα και τη
χαρακτηριστική μακεδονική αρχιτεκτονική είναι σήμερα πλήρως ανακαινισμένο μέσω
ΕΣΠΑ, από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας, κι αποτελεί ένα κόσμημα για την
ευρύτερη περιοχή.
Στη Σιάτιστα έχουν καταγραφεί περίπου 100 αρχοντικά, όλα εξαιρετικής κατασκευής, που χρονολογούνται στον 18ο και 19ο αιώνα, με τα πιο σπουδαία να ανάγονται μεταξύ 1740-1780. Αποτελούνται από υπόγειους και ημιυπόγειους χώρους, το μεσοπάτωμα και τον όροφο, με χαρακτηριστικό στοιχείο τη μεσιά, που αποτελεί ένα είδος εσωτερικής αυλής και τα κλειστά σαχνισιά. Ο πλούσιος διάκοσμος στο εσωτερικό τους με βιτρώ, τοιχογραφίες και ξυλόγλυπτα, δημιουργεί μια βαριά και επιβλητική ατμόσφαιρα, με στοιχεία από την παράδοση της εκκλησιαστικής μεταβυζαντινής τέχνης, την ισλαμική και την ευρωπαϊκή τέχνη -μπαρόκ και ροκοκό- ενώ μετά τον 19ο αιώνα είναι εμφανής η επίδραση του νεοκλασικισμού.
Το αρχοντικό Πούλκως βρίσκεται στη συνοικία Γεράνεια και φέρει εξαιρετικό γραπτό διάκοσμο, βιτρώ στα παράθυρα και ξυλόγλυπτα. Εκπληκτικά έργα τέχνης είναι οι γύψινες διακοσμήσεις στα τζάκια του αρχοντικού.
Η προϊσταμένη της
Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας, Αγγελική Κοτταρίδη, η οποία μελέτησε το αρχοντικό
και συνέβαλε στην αποκατάστασή του, ανέφερε πως πρόκειται για «ένα εξαιρετικό
δείγμα της αστικής αρχιτεκτονικής των μέσων του 18ου αιώνα, εύγλωττος μάρτυρας
της άνθισης των πόλεων της δυτικής Μακεδονίας, όπου το επιχειρηματικό δαιμόνιο
των Ρωμιών εμπόρων κατάφερε να μετατρέψει τις ευκαιρίες που πρόσφερε η αχανής
Οθωμανική Αυτοκρατορία σε πλούτο και ποιότητα ζωής».
«Οι τοιχογραφίες με τα
αστέρια, τα περίτεχνα αραβουργήματα και τα τρικάταρτα εμπορικά ιστιοφόρα στο
μέτωπο του σπιτιού που με τα δύο σαχνισιά προβάλλεται και δεσπόζει στον χώρο
διασφαλίζουν την απαραίτητη προστασία από το ζηλόφθονο «κακό μάτι» και
συγχρόνως δηλώνουν τις πηγές του πλούτου, αλλά και την κοσμοπολίτικη διάθεση
των ιδιοκτητών του, ενώ οι χρήσεις, η μορφολογία, η δομή και η διακόσμηση του
ακολουθούν τα εξαιρετικά λειτουργικά πρότυπα που, όντας προϊόντα παράδοσης και
εξέλιξης πολλών αιώνων, καθιερώθηκαν και επαναλαμβάνονταν παντού, από την Κωνσταντινούπολη,
τη Σμύρνη και την Αττάλεια, μέχρι το Κάιρο και τα Βαλκάνια, αντικατοπτρίζοντας
το κοινό γούστο -τη μόδα της εποχής- και ενσωματώνοντας τις τοπικές
ιδιαιτερότητες», προσθέτει η κ. Κοτταρίδη.
Στο μεσοπάτωμα υπάρχει
ένας μεγάλος οντάς με τζάκι, πλούσια διακοσμημένος, αλλά και η εξαιρετικά
λειτουργική και ευρύχωρη κουζίνα, με αυτόνομη πρόσβαση στην αυλή, βοηθητικοί
χώροι, αλλά και το λιτό δωμάτιο του αργαλειού, «όπου οι γυναίκες περνούσαν τη
μέρα τους υφαίνοντας την προίκα του σπιτιού και των ενοίκων του».
«Τα πρότυπα αυτών των σπιτιών βρίσκονται σίγουρα στα παλάτια της Κωνσταντινούπολης και δεν είναι τυχαίο ότι στο πιο όμορφο και περίτεχνο δωμάτιο, στον καλοκαιρινό οντά, δεσπόζει η εικόνα της πολυπόθητης Βασιλεύουσας, όπως την ονειρεύονταν οι Χριστιανοί Ρωμιοί ιδιοκτήτες, μια πόλη με τα τείχη και τα σπίτια της, τον ουρανό και τα άστρα της, τα πλοία και τα ψάρια της, τους κήπους και της εξοχές της, όπου ο μαύρος αρχιευνούχος βγάζει βόλτα σε κλειστές άμαξες αθέατες Σουλτάνες, μια πόλη όμως χωρίς τζαμιά, μόνον με εκκλησιές, όπου δεσπόζουν οι σταυροί και το Φανάρι, κάστρο απόρθητο, κυρίαρχο, με πύργους, τρούλους και καμπαναριά, περιφρουρημένο από κανόνια, φτερωτούς δράκους και εξαπτέρυγα και έναν Πατριάρχη με τον σταυρό στο χέρι που υπερίπταται, ευλογώντας τα όνειρα και τις ελπίδες του ποιμνίου του», εξηγεί η κ. Κοτταρίδη.
Αρχαιολόγοι,
αρχιτέκτονες, πολιτικοί μηχανικοί, συντηρητές, εργατοτεχνίτες εργάστηκαν άοκνοι
για καιρό και απέδωσαν όλα τα φέροντα και διακοσμητικά στοιχεία, σε παράλληλους
χρόνους. Και έτσι οι ντόπιοι και οι επισκέπτες της Σιάτιστας έχουν ένα μεγάλο
και περίτεχνο αρχοντικό που αναδεικνύει την ιστορία της πόλης, της
αρχιτεκτονικής του 18ου αιώνα και της εύπορης οικογένειας του Λάζαρου Πουλκίδη.
Πηγή:
Μ. Ριτζαλέου, Voria
Φωτογραφίες:
Υπουργείο Πολιτισμού/ Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου