Αφιλόδοξες σελίδες των
θεατρικών
(μέρος
Β΄)
Γράφει ο
κ. Γρηγόριος Ι.Σ. Καρυδάς
Καθηγητής
Πανεπιστημίου Αθηνών
«Φασγά»:
Γράφτηκε το 1907 με τίτλο παρμένο από την Καινή Διαθήκη. Το έργο αυτό
είναι παρόμοιας θεματογραφίας με το έργο «Ξημερώνει». Εδώ όμως είναι ο ήρωας
Λώρης αυτός που εγκαταλείπει τη γυναίκα του, αρνούμενος να γίνει υποτακτικός
της αστικής τάξης. Δεν δείχνει οίκτο ούτε για τα παιδιά του, τρικυμιασμένος από
μια διάθεση φυγής, μιας FUGA, που τον καταπνίγει. Ο δεσμός του με την Ελένη, την γραμματέα του, του
ξανοίγει νέους δρόμους για μια νέα ζωή μ’ ολό- φρεσκιες αντιλήψεις. Με τρόμο
όμως διαπιστώνει κάποια στιγμή ότι τρελαίνεται κι αντί να ενσωματωθεί στην
εργατική τάξη στην οποία ουσιαστικά απευθύνεται, αντίθετα απομακρύνεται απ’
αυτήν μάλλον συμβιβασμένος με την πρωτινή του κατάσταση. Οι καμπάνες της
Ανάστασης, που συμβολικά βροντούν, σηματοδοτούν το διαζύγιό του με το παρελθόν.
Τελικά ο δρόμος του για τον τάφο είναι μονόδρομος.
Εκεί ξαλαφρωμένος θα βρει
την πολυπόθητη Γαλήνη. Παρά τις πνευματικές του ενασχολήσεις, ο ήρωας, δεν
κατάφερε να νοιώσει τους χτύπους του αγωνιζομένου και χειμαζόμενου Λαού. Οι
τύψεις και η αναπόληση της πρότερης «δήθεν» ευτυχίας του δεν επικουρούν στη δημιουργία
ενός ιδανικού μοντέλου κοινωνικού CREDO ή ακόμα στο χτίσιμο μιας νέας
ελπιδοφόρας Ιδεολογίας. Η δράση του έργου ρέει χωρίς ένταση και οι διάλογοι των
προσώπων κυλούν, θα έλεγε κανείς, πολύ χαλαρά.
«Κωμωδία-Τραγωδία
μονόπρακτη»: Το έργο γράφτηκε το 1908 και δημοσιεύτηκε το 1909. Αναφέρεται με
εμβρίθεια σε υπαρξιακούς προβληματισμούς. Ποιο νάναι άραγε το νόημα της Ζωής; Η
ύπαρξή μας μήπως είναι τελικά άνευ σημασίας; Κι αυτό το μεταφυσικό κενό πώς να
το ορμηνέψει κανείς; Λες νάναι η ύπαρξή μας ένα αλόγιαστο Μηδέν; Πολλά τα
ερωτήματα που γεννιούνται μες τον εγκέφαλο και στο θυμικό του ανθρώπου την ώρα
της ΘΑΝΗΣ. ΙΔΟΥ.
«Βούδας»: Γράφτηκε στο
Βερολίνο και στη Βιέννη το 1922. Η έμμετρη γραφή του απαρτιζόταν από 3000
στίχους. Ξαναδουλεύτηκε το 1932 καθώς και το 1941 στην Αίγινα. Ο πρώτος τίτλος
του έργου ήταν «Γιαγκ-Τσε». Παρότι ο Καζαντζάκης περνούσε την εποχή εκείνη την
απόλυτα Νιχιλιστική του περίοδο, δηλαδή την μηδενική, μπόρεσε και έδωσε στο
έργο αυτό την άποψή του για τον κόσμο. Τον θεωρεί προϊόν των αισθήσεων όπου η
Ελευθερία προχωρά ακόμα και πέρα από τον φόβο και την Ελπίδα. Προσφέρει δε
στους ανθρώπους την απόλυτη και πλήρη συνειδησιακή και νοητική ανεξαρτησία. Μ’
άλλα λόγια η υποκειμενική γνώμη για τον κόσμο λειτουργεί εδώ ως αντίβαρο στα
δεινά της ζωής. Η Ελευθερία καθώς λοιπόν εξάγεται από το όλο έργο, υπάρχει
πάντοτε αθάνατη και αδάμαστη, παρ’ όλα τα τείχη και τα οδοφράγματα που
ορθώνουνε μπροστά της οι θύτες της.
«Οδυσσέας»: Το έργο
δημοσιεύτηκε το 1922 στην Αλεξάνδρεια. Ως θέμα έχει την αντάμωση του Οδυσσέα με
την Πηνελόπη και τον θάνατο των μνηστήρων. Ένα έργο που παρέμεινε στο θάμπος
θάλεγε κανείς, ένα έργο με νοήματα απλοϊκά και άκαπνη δράση, άρα, απ’εξαρχής,
καταδικασμένο. Είναι γραμμένο σε 11σύλλαβο και δημοτική γλώσσα.
«Νικηφόρος Φωκάς»: Γράφτηκε
το 1927. Το όλο του κλίμα είναι έντονα θρησκευτικό και μεταφυσικό. Η
εσωσυνειδησιακή διαπάλη που συντελείται εδώ γίνεται δύσκολα κατανοητή από τον
θεατή. Όλα λειτουργούν εσώτατα, τίποτα δεν εκδηλώνεται κι έτσι δυσχεραίνεται σε
μεγάλο βαθμό η κατανόηση των σκηνών του. Έργο σιωπής που κυλά έρποντας.
Αντιπαλεύουν η Σάρκα και το Πνεύμα χωρίς αποτέλεσμα. Κάτι παρεμβάσεις από τον
χώρο της φαντασίας ή ακόμα το Υπερπέραν, λειτουργούν ενάντια στο έργο πλάθοντας
έτσι μια άνευ ενδιαφέροντος ιστορία.
«Μέλισσα»: Το έργο
συντέθηκε το 1937. Πραγματεύεται την πάλη Γονιών και Παιδιών έχοντας ως ένα
και μοναδικό σκοπό να καταδείξει την
σημασία της αποδέσμευσης του Ατόμου από τα παραδοσιακά γονεϊκά δεσμά. Σκέψεις,
τρόποι και αγώνες για απαλλαγή από τα προγονικά κατάλοιπα λάμπουν διάχυτες
παντού. Ο συγγραφέας είχε μεγάλο προσωπικό πρόβλημα με την πατρική καταπίεση
που όμως, ως φαίνεται, απαλλάχτηκε τελεσίδικα απ’ αυτή, μόνο με την κατάληξη
του πατέρα του στα 1932.
«Ιουλιανός ο
Παραβάτης»: Γράφτηκε στο Λονδίνο το 1939. Θέμα του είναι οι τελευταίες μέρες
του Αυτοκράτορα Ιουλιανού. Τα έργα του, η ψυχολογία, τα πάθη του και τα
συναισθήματά του διαδραματίζονται εδώ με περίσσια ψυχολογική μεταβλητικότητα. Η
Μαρίνα, αν και τον λατρεύει, τον δηλητηριάζει, μια και είναι εξαιρετικά θρησκόληπτη.
Ο Αυτοκράτορας πασχίζει μεν παθιασμένα για την Ελευθερία, μάταια όμως γιατί απ’
τη μια το χρέος κι από την άλλη ο έρωτας, συγκρούονται εντός του αδιάκοπα. Οι
ενέργειες του Ιουλιανού δεν προσφέρουν ούτε γοητεία ούτε πείθουν για την
αντιστοιχία λόγων και πράξεών του. Ο εμφανέστατος σαρκασμός, η συνειδητή όδευση
προς τον θάνατο, η βαθιά αγωνία του για το νόημα της επίγειας ζωής, η αναζήτηση
της Ελευθερίας γίνονται στα δράματά του εύκολα αντιληπτά, εφόσον αποτελούν τα
αιώνια ζητούμενα του ίδιου του συγγραφέα, πόρρω όμως απέχουν από την ετυμηγορία
της ιστορίας για το πρόσωπο του πρωταγωνιστή.
«Προμηθέας»: Πυρφόρος,
Δεσμώτης, Λυόμενος, είναι τα συνθετικά ονόματα του έργου αυτού που γράφτηκε το
1943 στην Αίγινα. Μέσα από το έργο αυτό, που έχει τις ρίζες του στην
αρχαιότητα, ο Καζαντζάκης εκφράζει τα δικά του μηνύματα. Μεταπλάθει το μύθο
προσαρμόζοντάς τον στα δικά του μέτρα και στις δικές του υπαρξιακές ανάγκες.
Αρκετά αδύνατη τριλογία.
«Καποδίστριας»: Γράφτηκε
στην Αίγινα το 1944 και κυκλοφόρησε το 1946. Γραμμένο άλλοτε σε 13σύλλαβο και
άλλοτε σε 11σύλλαβο αφήνει εντυπώσεις αρκούντως ολοκληρωμένες και σημαντικές.
Παρουσιάζεται ο Καποδίστριας σαν άτομο με πλήρη συνειδησιακή υπευθυνότητα που
πορεύεται αταλάντευτα στην υλοποίηση των οραμάτων και των Ιδεών του, αν και
γνωρίζει από πριν το τέλος του. Κερδίζει με την στάση του αυτή την πλέρια
ελευθερία της γνώμης του, δεν οπισθοχωρεί και δεν αμφιταλαντεύεται ποτέ.
«Σόδομα και Γόμορα»:
Το γνωστό μας μοτίβο της Εβραϊκής Ιστορίας που γράφτηκε στην Αντίμπ το 1948.
Υπάρχει άραγε Θεός; Ιδού το ερώτημα. Ο Λωτ συμπεραίνει και φυσικά αποδέχεται τη
μη ύπαρξη του Θεού και γι’ αυτό καταφέρνει να απελευθερωθεί κατακτώντας έτσι
την πολυπόθητη απόλυτη Ελευθερία. Χαρακτηρίζει τον Θεό ως τέκνο του φόβου και
όχι πατέρα.
«Κούρος»: Ο
Καζαντζάκης επηρεασμένος από την ψυχανάλυση έγραψε τον «Κούρο» το 1949. Η
ενασχόλησή του αυτή τον βοήθησε να ορμηνέψει σκοτεινές πτυχές της ψυχικής του
υπόστασης. Αναφέρεται στον μύθο του Μινώταυρου και του Θησέα, διασκευασμένο
όμως πάλι από τον ίδιο. Ο Μινώταυρος, καθώς ο ίδιος ομολογεί, έχει την θέση του
υποσυνείδητου ενώ ο Θησέας είναι ο Λόγος που απελευθερώνει τον Μινώταυρο και
όπως αναφέρει κάπου ο ίδιος μετουσιώνει την ύλη σε πνεύμα. Ο Αγώνας για την
απόκτηση της αιώνιας ζητούμενης Ελευθερίας μπορεί να ευοδωθεί μέσα από την
ψυχανάλυση. Ο Μίνωας εδώ εκπροσωπεί το
πρότυπο της ελεύθερης αναγκαιότητας που διαφυλάσσει το άτομο από την κυριαρχία
των εξωτερικών αναγκών, ενώ ο Θησέας εκφράζει τη μια και ποθούμενη στιγμιαία
ελευθερία επάνω στο ζενίθ της πιο υψηλής κορύφωσης. Το έργο του αυτό χαρακτηρίστηκε ως μανιφέστο Ειρήνης και
Φιλίας ( Αλ. Σολομός).
«Χριστόφορος
Κολόμβος»: Συντέθηκε το θέρος του 1949 ως «Χρυσό Μήλο». Ο Κολόμβος εδώ
παρουσιάζεται ως ένα εξαιρετικά προικισμένο άτομο που υπερπηδώντας και νικώντας
όλες τις αντικειμενικές δυσκολίες και αντιξοότητες της αποστολής του,
καταφέρνει να φτάσει στο τέλος της αναζήτησης. Το έργο είναι εξαιρετικά
καλογραμμένο και άνετα μπορεί να θεωρηθεί ως ένα περίφημο μελέτημα αφιερωμένο
στην αγωνιστικότητα του ανθρώπου, στην πορεία του προς την αναζήτηση της
φίλτατης ερωμένης Ελευθερίας.
«Χριστός»: Η τραγωδία
αυτή γράφτηκε σε τρία στάδια. Το 1921, το 1924 και το 1928. Ο Χριστός
παρουσιάζεται ως άνθρωπος με όλα τα ειδοποιά στοιχεία του ανθρωπίνου όντος.
Παρουσιάζει τον Χριστό ως κοινωνικό μεταρρυθμιστή. Στοιχεία δανείστηκε από τη
μάννα του Χριστού και την Μαγδαληνή του Κ. Βάρναλη. Ο «Χριστός» δεν πήρε καλές
κριτικές εφόσον ο Καζαντζάκης δεν είναι «εμψυχωτής ζωντανών οργανισμών, αλλά
κατασκευαστής ειδώλων» (Κ. Βάρναλης).
«Ο Οθέλλος
ξαναγυρίζει»: Γράφτηκε μεταξύ 1936 – 1937. Θέμα του έργου η ζήλια ενός ηθοποιού
που πνίγει τελικά την γυναίκα του, ηθοποιό στο επάγγελμα κι εκείνη. Το έργο
χαρακτηρίζεται ως μια απόπειρα μοντέρνου Θεάτρου γεμάτη όμως αυτοσχεδιασμούς. Ο
πρωταγωνιστής καταφέρεται κατά του εμπορίου και κατά του ξεπουλήματος ακόμη και
των πόνων και των δακρύων των ανθρώπων. Μάλλον το έργο αποτελεί ένα μανιφέστο
κατά της αναγκαστικής εργασίας όπου ο άνθρωπος υποχρεώνεται να ξεπουληθεί για
να επιβιώσει. Έργο αρκετά συμπαθητικό παρά τις νευρικές εξάρσεις του Οθέλλου
που ξεσπούν έντονα κατά την διάρκεια της γραφής και της σκηνικής δράσης. Ένα
ριψοκίνδυνο αλισβερίσι συντελείται μεταξύ θεατών και ηθοποιών.
Πηγές:
1.
Παπαχατζάκη – Κατσαράκη Θεοδώρα «Το θεατρικό έργο του Ν.
Καζαντζάκη» ,Δωδώνη, Αθήνα, Γιάννινα 1985.
2.
Μέμμος Παναγιωτόπουλος « Νεοελληνική ποιητική ανθολογία, το
απόσταγμα της ψυχής του Έθνους», τ. Β’ Ακάδημος 69
3.
Γραμματάς Θ. « Ξαναδιαβάζοντας το έργο του Ν. Καζαντζάκη»,Διαβάζω,
51, 1982.
4.
Πρεβελάκης Παντελής «Ν. Εστία Χριστούγεννα ’59» Χρονογραφία
του βίου του Ν. Καζαντζάκη.
(Τα έργα του Ν.
Καζαντζάκη από: Εκδόσεις Καζαντζάκη Χαρ. Τρικούπη 116 τηλ. 210 3642829)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου