Γκράφιτι από το Ρέθυμνο |
Γράφει ο εθνοθεολόγος
Φιλήμων Τσομπανάκης
Όλοι μας έχουμε δει
τις διάφορες ζωγραφιές, τα λεγόμενα γκράφιτι, πάνω στους τοίχους των
μεγαλουπόλεων. Άλλοι τα θεωρούμε καλλιτεχνική έκφραση, άλλοι, ιδιοκτήτες των
τοίχων οι περισσότεροι, τα θεωρούμε απλώς μουτζούρες. Πόσοι από εμάς γνωρίζουν
ότι τα γκράφιτι, σαν τέχνη είναι προϊστορική; Πόσοι από εμάς γνωρίζουν ότι η
ιδέα προέρχεται από τον προϊστορικό άνθρωπο και τις απαρχές της ζωγραφικής κι
ότι γίνεται ακριβώς για τους ίδιους λόγους που γίνονταν τα προϊστορικά σχέδια;
Πολλοί θα υψώσουν
φωνές διαμαρτυρίας, επιμένοντας ότι δεν υπάρχουν κοινά στοιχεία της πρωτόγονης
τέχνης με τη σύγχρονη έκφραση των γκράφιτι, αλλά..μήπως δεν είναι έτσι; Άλλοι
πιο κακεντρεχείς, θα χαμογελάσουν και θα πούν κάτι για την κατάντια της νεολαίας.
Μήπως πάλι δεν είναι έτσι; Μήπως τα γκράφιτι είναι έκφραση πανάρχαιων,
φυλετικών μνημών; Μνήμες που ποτέ δε χάθηκαν; Για να απαντήσουμε το ερώτημα
αυτό θα πρέπει, πρώτα, να καταδυθούμε στα βάθη της ιστορίας. Πρέπει να
γνωρίσουμε το τι εννοεί η επιστήμη ως φυλή και ποια ήταν η σχέση της φυλής με
την τέχνη.
Στα βάθη του χρόνου και της Τέχνης
Η επιστήμη της
εθνολογίας μας διδάσκει ότι κάθε ομάδα ανθρώπων που έχει κάποια, κοινά ανάμεσα
στα μέλη της, στοιχεία αποτελεί μια φυλή. Τα στοιχεία αυτά είναι που τη
διαφοροποιούν από την υπόλοιπη ανθρωπότητα και την οδηγούν στο να αποκτήσει
εθνική συνείδηση και ταυτότητα. Ως τέτοια στοιχεία λαμβάνονται ο κοινός τόπος
διαμονής, η κοινή κεντρική γλώσσα (χωρίς τους κατά τόπους ιδιωματισμούς), η
κοινή μαγικο-θρησκευτικη-φιλοσοφική αντίληψη. Τα στοιχεία αυτά επέδρασαν στη
δημιουργία των πρώτων κοινωνιών, που σε κάποια από τα μέλη τους αποδίδεται η
ανακάλυψη της τέχνης. Έτσι καλό θα ήταν να εξηγήσουμε πρώτα τη δομή της
προϊστορικής κοινωνίας, σε γενικές γραμμές, για να μπορέσουμε να καταλάβουμε
την εσωτερική και εξωτερική ανάγκη που έκανε τους ανθρώπους της εποχής να
ανακαλύψουν την τέχνη.
Εδώ πρέπει να σταθούμε
σε ένα σημείο. Γιατί εξετάζοντας τη δομή της προϊστορικής κοινωνίας
ανακαλύπτουμε δύο, διαφορετικές περιόδους. Την προπαγετώνια περίοδο και την
μεταπαγετώνια. Η πρώτη χαρακτηρίζεται από μητριαρχία, ενώ η δεύτερη από την
άνοδο και την επικράτηση των ανδρών στις ηγετικές θέσεις. Η περίοδος που έχουμε
ενδείξεις για τη χρήση της τέχνης είναι η δεύτερη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι
και η πρώτη περίοδος δεν είχε τέχνη. Απλά σημαίνει ότι λόγω των εκτεταμένων
παγετώνων δεν έχουμε διασωθέντα στοιχεία, έτσι είμαστε αναγκασμένοι να δεχθούμε
τη ''θεωρία της δεύτερης περιόδου'' όπως αναφέρεται.
Έτσι λοιπόν για τη
δομή της πατριαρχικής, προϊστορικής κοινωνίας μπορούμε να πούμε ότι ακολουθούσε
τη κάθετη οργάνωση της κοινωνίας με το μοντέλο της διπλής πυραμίδας. Δηλαδή
υπήρχαν δύο ηγετικές φυσιογνωμίες με διαφορετικές εξουσίες η κάθε μία, που όμως
είχαν κοινή πληθυσμιακή βάση. Από τη μια μεριά ο καλύτερος κυνηγός και
πολεμιστής, ο οποίος οδηγούσε τούς άντρες στο κυνήγι και στον πόλεμο και
μπορούσε να συντηρήσει τις περισσότερες γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους. Κι
από την άλλη ο μάγος – γιατρός που ήταν είτε άντρας είτε γυναίκα (κατάλοιπο της μητριαρχίας), και ήταν συνήθως
το μεγαλύτερο σε ηλικία άτομο. Μετά έρχονταν οι κυνηγοί – πολεμιστές,
έπειτα οι ηλικιωμένοι, άντρες και
γυναίκες και τα παιδιά. Ο κάθε ηγέτης υποστηριζόταν από δικούς του οπαδούς. Ο
κυνηγός από τούς άλλους άντρες και ο μάγος από τούς ηλικιωμένους, που αν και
υστερούσαν σε σωματική δύναμη ωστόσο ήταν σεβαστοί λόγω πείρας και γνώσεων.
Η ηγετική θέση του μάγου
υποστηριζόταν κι από δύο άλλους παράγοντες, ίσως τους πιο σημαντικούς. Πρώτα
απ’ όλα ο μάγος ήταν το ενδιάμεσο ζωντανών και νεκρών και ύστερα μπορούσε, μέσω
της μαγείας, να εξασφαλίσει στη φυλή καλύτερες συνθήκες διαβίωσης (καλύτερο κυνήγι, ασφαλέστερο τόπο
διαμονής κ.α.). Ο πρώτος παράγοντας είχε σχέση με τις τότε πρωτοεμφανιζόμενες
λατρείες των προγόνων και το σεβασμό στους νεκρούς (ταφή ή καύση των νεκρών,
ανθρωποθυσίες, τελετουργικός κανιβαλισμός). Ο ανιμισμός, δηλαδή η λατρεία των
ψυχών, είναι η πρώτη σαφής ένδειξη της ύπαρξης μεταφυσικής σκέψης ανάμεσα στους
πρωτόγονους λαούς.
Η δεύτερη ένδειξη είναι η
τέλεση μαγικο– θρησκευτικών τελετών με χορό, μουσική και τραγούδι. Στις τελετές
αυτές δεν ζητούνταν μόνο η εύνοια των νεκρών προγόνων αλλά ήταν και μια
προσπάθεια να επιρρεαστεί η φύση, για καλύτερο κυνήγι ή καλύτερες
κλιματολογικές συνθήκες. Ιδιαίτερα για το κυνήγι, ο μάγος που ωφείλουμε να ομολογήσουμε ότι ήταν ο πρώτος
φιλόσοφος και ο καλλιτέχνης, είχε μια πρωτόγνωρη για τα δεδομένα, ιδέα.
Σκέφτηκε ότι αν αναπαριστούσε το ζώο θα μπορούσε να μπει στην ψυχή και στο
μυαλό του και έτσι να το ελέγξει. Αρχικά, λοιπόν, ντύθηκε με το δέρμα του ζώου
και μιμήθηκε τις κινήσεις του αλλά η μέθοδος αυτή του φάνηκε πολύ προσωρινή και
χωρίς μεγάλα αποτελέσματα. Χρειαζόταν κάτι πιο μόνιμο και αποτελεσματικό.
Δεν ξέρουμε το πως ο
πρώτος μάγος συνέλαβε την ιδέα της ζωγραφικής. Αλλά καταλαβαίνουμε πολύ καλά το
γιατί. Η εικόνα στο τοίχωμα της σπηλιάς ή στο βράχο ήταν πιο μόνιμη από κάθε
τελετουργική αναπαράσταση. Σιγά- σιγά έγινε πιο τολμηρός στις συνθέσεις του και
τον χρωματισμό τους. Εκεί που πρώτα ζωγράφιζε ένα ζώο, τώρα έφτιαχνε ολόκληρες
σκηνές από την ζωή του και τα πιστεύω του. Ήθελε να βάλει την υπογραφή του,
έτσι άφησε το αποτύπωμα της παλάμης του φυσώντας
μπογιά με το στόμα του. Μια τεχνική
που χρησιμοποίησε κατά κόρον και στις άλλες συνθέσεις του (σπήλαια: Αλταμίρα –
Ισπανία, Λασκώ – Γαλλία ).
Μαζί με τη τεχνική δημιούργησε
και την εικαστική του άποψη, ανακαλύπτει τον συμβολισμό και κάνει τα σχέδιά του
πιο περίπλοκα και μυστικιστικά. Τα ζώα, που κυνηγούσε η φυλή, δεν όριζαν πια μόνο τις βιολογικές
ανάγκες της αλλά και το χώρο της και τις πνευματικές της ανάγκες (τοτέμ
– φετίχ). Ο χώρος, πλέον, είχε γίνει ταμπού
για τούς μη ανήκοντες στη φυλή. Τα σχέδια επίσης στολίζουν τα ρούχα και τα
σώματα τους, δημιουργώντας έτσι τον πρώτο διαχωρισμό σε τάξεις (δηλαδή η τάξη
των κυνηγών δεν είχε τα ίδια σχέδια και χρώματα με την τάξη των γεωργών, που
μόλις είχε αρχίσει να δημιουργείται ). Τα πάντα πλέον είχαν τα χαρακτηριστικά
σχέδια της φυλής με αποτέλεσμα να έχουμε μια διακριτή διαφοροποίηση ανάμεσα σε
ομάδες που ζούσαν στον ίδιο τόπο. Ήταν η ώρα που ο πρωτόγονος άνθρωπος
αποκτούσε φυλετική συνείδηση και ανακαλύπτει την έννοια της εθνικής ταυτότητας.
Από τα γκέτο στον κόσμο
Αν κάποιος έβγαινε από τη
σύγχρονη κοινωνία και την παρατηρούσε, το πρώτο που θα έβλεπε θα ήταν ένας
διαχωρισμός της σε ομάδες. Ομάδες με βάση τον οικονομικό, τον επαγγελματικό ή
τον ιδεολογικό διαχωρισμό, με τις ιδεολογικές ομάδες να έχουν την πιο δυνατή
κοινωνική συνοχή. Μια συνοχή, που θυμίζει, στα κεντρικά της σημεία, τις πρώτες
φυλές των ανθρώπων. Έχουν κοινό τόπο διαμονής, κοινή ιδιωματική γλώσσα και
κοινή κοσμο – θεώρηση ).
Οι ιδεολογικές ομάδες, που
χρησιμοποιούν τα γκράφιτι, αποτελούνται κατά κύριο λόγο, από άτομα νεαρής
ηλικίας στην αρχή της εφηβείας έως τα 25 έτη. Άτομα δηλαδή που δεν έχουν
ενταχθεί ακόμα πλήρως στην κοινωνία, χωρίς αυτό να είναι κανόνας. Έχουν την
κάθετη οργάνωση, με πρώτο τον αρχηγό της ομάδας αλλά παράλληλα διασφαλίζει τη συνοχή
και έχει την ευθύνη της ασφάλειας της. Τώρα θα βιαστούν κάποιοι να δηλώσουν την
αντίθεσή τους σε αυτή τη θεωρία λέγοντας ότι σε αυτές τις ομάδες δεν
υπάρχει ο «μάγος». Αλλά είπαμε ότι αυτές οι ομάδες είναι ιδεολογικές.
Ο μάγος δεν είναι πρόσωπο
υπαρκτό πάντα και δεν ανήκει στην ομάδα άμεσα. Έχει αντικατασταθεί από κάποιο «
πρότυπο» του φιλοσοφικού, του πολιτικού ή άλλου χώρου. Η κάθε εκδήλωση του
«πρότυπου» παίρνει εμμέσως μαγικο-θρησκευτικές διαστάσεις και αντιμετωπίζεται
με έντονο μυστικιστικό και θρησκευτικό συναίσθημα. Το ίδιο το «πρότυπο»
ιεροποιήται και γίνεται φετίχ της ομάδας. Όπως ακριβώς ο μάγος και οι τελετές
του από τους πρωτόγονους ανθρώπους. Ακριβώς αυτή την ιδεολογική λειτουργία
είχαν τα πρώτα γκράφιτι που φιλοτεχνήθηκαν στα γκέτο των νέγρων των ΗΠΑ στα
μέσα της δεκαετίας του ΄60.
Ήταν η πρώτη έκφραση της
αντίδρασης στην περιθωριοποίηση τους και στην καταστολή των κινημάτων
απελευθέρωσης τους. Ήταν ένας τρόπος που ο ανώνυμος καλλιτέχνης δήλωνε την
παρουσία του απέναντι σε ένα σύστημα που είχε σκοπό την πλήρη υποδούλωσή του.
Δηλώνει τη διαφορετικότητα και την ανάγκη του για ελευθερία και κατ’ επέκταση
της ομάδας στην οποία ανήκει. Τα γκράφιτι γρήγορα επεκτείνονται και
ενηλικιώνονται. Κάθε ομάδα, που θέλει να δηλώσει τη διαφορετικότητα της,
δημιουργεί τα σχέδια της και τα κάνει γνωστά με τα γκράφιτι. Κι από τον Νέο
Κόσμο περνούν στο Παλιό κι ύστερα σε όλο τον κόσμο.
Μαζί όμως με την γεωγραφική
εξάπλωση, και ίσως εξαιτίας της, τα γκράφιτι αποκτούν έναν ιδεολογικό
πλουραλισμό που λίγα πράγματα έχουν στη σύγχρονη κοινωνία. Οι εικόνες στους
τοίχους δηλώνουν οτιδήποτε η ομάδα θεωρεί ταμπού ή φετίχ κι οι ίδιες οι εικόνες
αποτελούν τοτέμ της ομάδας το οποίο προστατεύεται από τα μέλη της. Ίσως η
χαρακτηριστικότερη περίπτωση αυτής της χρήσης των γκράφιτι, τη συναντάμε στην
βόρεια Ιρλανδία. Βλέπουμε τα γκράφιτι να σημαδεύουν τα σύνορα των περιοχών που
ελέγχουν οι Καθολικοί και οι Προτεστάντες, με την θεματολογία να εκφράζει τα
πιστεύω αλλά και τους σκοπούς της κάθε ομάδας. Και η προάσπιση τους είναι κύριο
μέλημα του «IRΑ» και του «Στρατού του Ούλστερ» αντίστοιχα. Ο καλλιτέχνης είναι πρόσωπο σεβαστό από τούς
αντιμαχόμενους, αλλά οι εικόνες του έχουν τέτοιο αντίκτυπο στη κοινωνία που ο
αγγλικός στρατός κατοχής έχει εντολή να
συλλαμβάνει όποιον δημιουργεί γκράφιτι
!!!
Το παράδειγμα της βόρειας
Ιρλανδίας δεν είναι το μοναδικό. Σε όλο το κόσμο τα γκράφιτι χρησιμοποιούνται
για τους ίδιους ακριβώς λόγους που τα χρησιμοποιούσαν οι πρωτόγονοι άνθρωποι.
Κι αν κάποιοι, πάλι διαφωνήσουν, προτάσσοντας το λογικό επιχείρημα ότι δεν
υπάρχει τίποτα το μυστικιστικό ή έστω το θρησκευτικό σ’ αυτή τη χρήση των
γκράφιτι φτάνει να τούς υπενθυμίσω αυτά πού έγραψε ο Γκέμπελς:
«Με όσο μεγαλύτερη συχνότητα προβάλεις ένα πρότυπο, τόσο πιο γρήγορα
αυτό γίνεται πραγματικότητα». Μια άποψη που η σύγχρονη κοινωνιολογία
αποδέχεται, θεωρώντας ότι το πρότυπο που επαναλαμβάνεται περνάει στο συλλογικό
ασυνείδητο και πραγματοποιήται σε υλικό επίπεδο. Χωρίς, επίσης, να αγνοούμε τις
απόψεις των σύγχρονων αποκρυφιστών για τα σύμβολα και τα πρότυπα και πως αυτά
πραγματοποιούνται στο μεταφυσικό αλλά και το φυσικό επίπεδο.
Μπορεί βέβαια, ο ανώνυμος
καλλιτέχνης να μη γνωρίζει αυτές τις θεωρίες αλλά η χρήση των συμβόλων είναι
κάτι που υπάρχει μέσα σε όλους μας, και πολύ περισσότερο στους νέους που δεν
έχουν ακόμα αλλοτριωθεί πλήρως από τις φυλετικές μας ρίζες.
Βιβλιογραφία :
Λ. Γουάτσον «Ο
παμφάγος άνθρωπος»
Τ.Τ. Φρέϊζερ «Ο χρυσός κλώνο »
Χ. Γκέμπελς «Η προπαγάνδα».
(Πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό πολιτιστική ΕΝΝΕΔΑ, τ, 8, 2001)
(Πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό πολιτιστική ΕΝΝΕΔΑ, τ, 8, 2001)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου