ΠΡΟΣΩΠΑ

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΤΥΜΒΟΥ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΓΕΡ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΑΡΘΡΑ-ΔΟΚΙΜΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗ ΔΥΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ. ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 12ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 13ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ-ΜΕΛΕΤΗ- Γ. Γ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΛΟΓΟΤΡΟΠΙΟ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ-ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΜΥΘΟΙ & ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΝΕΑ ΤΑΞΗ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ Ο ΚΥΝΙΚΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟ 1821 ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΑΧΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΙ ΠΟΙΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ-ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΗΡΩΙΚΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΤΟΥ 1821 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΤΕΧΝΕΣ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗς ΑΦΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΕΧΝΗ-ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΦΩΤΟΘΗΚΗ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΤΕΧΝΙΚΕΣ

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2012

Η καλλιτεχνική οντότητα, μια ψυχική φύση μέσα στην Φύση

Giorgio de Chirico: The Red Tower (La Tour Rouge) (1913).

του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου
ζωγράφου

Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι οι καλλιτέχνες δημιουργούν, ενώ η πιο ακριβής απόδοση θα ήταν: «ανακαλύπτουν και ανασυνθέτουν» σε ένα έργο, με επιλεκτικό τρόπο, εκείνες τις μορφές που είναι σημαντικοί φορείς της ψυχικής ενέργειας. Αυτή η ικανότητα, χαρακτηρίζει την καλλιτεχνική φύση, αλλά μόνο από την άποψη της σύνθεσης του έργου ισοδυναμεί με δημιουργία. Το σύνολο των μορφών που έχει προσλάβει η συνείδηση του καλλιτέχνη μέσω της παρατήρησης, ακόμη κι αυτές που έχουν υποστεί μια διανοητική επεξεργασία ή προέρχονται από την φαντασία, έχουν αντλήσει το αρχικό υλικό τους από την φύση.
Δεν είναι δυνατόν να υπάρξει καλλιτεχνική φύση, ούτε ολοκληρωμένη συνείδηση, χωρίς την πρώτη ύλη των στοιχείων που παρέχει για την ανάπτυξή τους η φύση. Αυτή είναι η αληθινή δημιουργός των μορφών και ο διδάσκαλος του καλλιτέχνη για την κατανόησή τους. Η καλλιτεχνική οντότητα, είναι μια ψυχική φύση μέσα στην Φύση.

Έχω την αίσθηση ότι η ελληνική γλώσσα εκφράζει πληρέστερα από οποιαδήποτε άλλη γλώσσα την αρχική φύση της τέχνης και του καλλιτέχνη. Οι λέξεις ζωγραφική και ζωγράφος (=η τέχνη που περιγράφει την ζωή - αυτός που αναπαριστά την ζωή, κάτι ζωντανό), που χρησιμοποιεί, είναι πιο κοντά ως έκφραση στην αρχική σημασία της καλλιτεχνικής πράξης που αποδίδεται, ως περιγραφή της ζωής, από ότι είναι για παράδειγμα οι λέξεις «τέχνη» και «καλλιτέχνης» με τις οποίες εννοούνται όλα ή ακόμα περισσότερο, ο σύγχρονος επινοημένος όρος «εικαστικός-α», για τον καλλιτέχνη της μορφής και του χώρου που είναι πιο αφηρημένος και διανοητικός. Επιπλέον οι λέξεις αυτές δηλώνουν κατηγορηματικά, πως το αντικείμενο του καλλιτέχνη και της τέχνης του είναι η ζωή, δηλαδή η φύση, υλική και πνευματική. Το «ζώον μιμητικόν» του Αριστοτέλη και το «μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας…», φανερώνει την φύση του καλλιτέχνη και την εξάρτηση της τέχνης από τα φυσικά της πρότυπα, ακόμη και όταν μπορεί εύκολα να τα μετατρέπει σε αφηρημένα σύμβολα.

Είναι αναμφίβολο πως η ιδιότητα του καλλιτέχνη, ως ευαίσθητης ψυχικής οντότητας, είναι καταλυτική και έχει μεγάλο ενδιαφέρον για την κατανόηση της καλλιτεχνικής φύσης η μελέτη αυτής της ψυχικής ικανότητας, της Ενσυναίσθησης, από την οποία εξαρτάται η ίδια η τέχνη. Καθόσον, μάλιστα, μια ψυχική προσέγγιση της τέχνης δεν μπορεί να βρει το αληθινό της νόημα δίχως αυτήν, επειδή η τέχνη είναι μια αποκλειστική, κοινωνική δραστηριότητα ανάμεσα σε ανθρώπους. Λαμβάνοντας υπόψιν την τελευταία επισήμανση, παρατηρούμε, ότι εφόσον η τέχνη, όπως και η θρησκεία, έχει βαθύ κοινωνικό χαρακτήρα, αυτό σημαίνει πως όλοι οι άνθρωποι έχουν μια εσωτερική σχέση με αυτήν, αν και ο καλλιτέχνης είναι αυτός που δίνει το ερέθισμα της μορφής. Μια περαιτέρω προέκταση της σκέψης, οδηγεί στο συμπέρασμα πως οι περισσότεροι άνθρωποι διαθέτουν αυτήν την ψυχική ικανότητα, σε κάποιο βαθμό, ώστε ακόμη και αν δεν μπορούν να είναι οι ίδιοι δημιουργοί, να μπορούν ωστόσο να είναι κοινωνοί της τέχνης.

Picasso: The Portrait of a Painter after El Greco (1950
Η τοποθέτηση αυτή δεν υποβαθμίζει τον ρόλο του καλλιτέχνη, αφού είναι το δρων υποκείμενο του μετασχηματισμού της ψυχικής ενέργειας σε σύμβολα και σε καλλιτεχνικές μορφές. Διαθέτει την ψυχική ευαισθησία να ανακαλύπτει τις μορφές εκείνες που είναι σημαντικές και ψυχικά ενεργές, και χρησιμοποιεί την λειτουργία της Ενσυναίσθησης στο βαθμό που έχει αναπτύξει αυτή την ικανότητα, για να ταυτιστεί μαζί τους, και για να κατακτήσει στιγμιαία το νόημα τους. Γνωρίζει επίσης με ποιον τρόπο λειτουργούν οι μορφές και πως επιδρούν στον ψυχισμό. Έχει μάθει να τις κατασκευάζει καλλιτεχνικά και να επιλέγει τις πιο κατάλληλες από αυτές. Τέλος το σπουδαιότερο, που ισοδυναμεί με τη δημιουργία, είναι η επιτυχημένη σύνθεση των μορφών στο τελικό σχήμα του ίδιου του έργου, ώστε να αποτελεί το πλήρες νόημα του σκοπού που επιθυμεί.

Μερικές φορές, ο μόνος λόγος κατάρριψης ενός παλιού μύθου, δεν είναι άλλος από το κτίσιμο ενός νέου. Όπως λέει ο Read[1], σε πολλά σημεία οι δογματισμοί του διαλεκτικού υλισμού σχετικά με την τέχνη τον βρίσκουν αντίθετο. Στον πρόλογο του βιβλίου του «Ιστορία της Μοντέρνας ζωγραφικής», αναφερόμενος στη φύση του καλλιτέχνη, διαχωρίζει τη θέση του, γράφοντας: «Αυτό όμως που ούτε οι μαρξιστές ούτε οι αντίπαλοί τους μπορούν να εξηγήσουν με τις δογματικές μεθόδους τους, είναι το φαινόμενο της μεγαλοφυΐας στην τέχνη. Δεν μπορούν να εξηγήσουν τη φύση του καλλιτέχνη, ούτε και τις συνθήκες που προσδιορίζουν την εκκεντρική τους ύπαρξη…».

Στο ίδιο πνεύμα και ο Luc Ferry[2], παρατηρεί σχετικά με τον χαρακτήρα του έργου τέχνης και τον καλλιτέχνη: «Έτσι συμβαίνει με το έργο τέχνης, όταν είναι μεγάλο: Γεννιέται σε μια εποχή, έναν τόπο, μια κουλτούρα, από τη μεγαλοφυΐα του καλλιτέχνη».

Η τάση υπερβολής γύρω από το ζήτημα της «μεγαλοφυΐας» του καλλιτέχνη, εμφανίζεται περιοδικά στην ιστορία σε περιόδους θρησκευτικών και ιδεολογικών κρίσεων και μάλιστα από δυτικούς ορθολογιστές διανοούμενους. Συνέβη την αρχαϊκή εποχή στην Ελλάδα, την ελληνιστική εποχή στην ανατολική μεσόγειο, στην ιταλική και ευρωπαϊκή αναγέννηση, και συμβαίνει στις μέρες μας. Εμφανίζεται σε κάθε ανθρωποκεντρική εποχή, όπου η αξία που αποδίδεται στον καλλιτέχνη αποτελεί την υπεραξία του έργου του. Χωρίς να αποδίδω την πρόθεση αυτή σε όσους χρησιμοποιούν την λέξη «μεγαλοφυΐα», ωστόσο ο ήχος της ακούγεται κούφιος. Μια μεγαλοφυΐα είναι πνιγμένη στις αδυναμίες της και ταυτόχρονα αυτές οι αδυναμίες την τρέφουν.

Η «μεγαλοφυΐα» του καλλιτέχνη, αν πρέπει να χρησιμοποιείται ένας νεωτεριστικός όρος που αποδίδεται από τους αισθητικούς για τους καλλιτέχνες της κλασικής εποχής και δώθε, δεν μπορεί να εννοείται ως κάτι περισσότερο από τον υπερθετικό βαθμό ανάπτυξης αυτής της ψυχικής ικανότητας, που κατά βάση είναι κοινή σε όλους. Και αυτό, παρόλο που η καλλιέργεια και η ανάπτυξη αυτής της ικανότητας σε συνδυασμό με την τεχνική γνώση δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Ο ανθρωποκεντρικός μύθος για τη μεγαλοφυΐα, συμπιέζεται, όχι μόνο από τα ίδια τα πεπερασμένα εσωτερικά όρια της ψυχικής λειτουργίας του καλλιτέχνη, ως υποκείμενου, αλλά και από την ψυχική επίδραση που ασκεί σ΄αυτόν ο άπειρος αντικειμενικός κόσμος. Έτσι η εξορθολογισμένη εικόνα του, δεν είναι ικανή να τον διατηρήσει, κάτω από δυνατό φως. Ο ζωτικός χώρος για την ανάπτυξη ενός μύθου στην τέχνη, δεν μπορεί να βρίσκεται στη μεγαλοφυΐα του καλλιτέχνη, που έχει προσλάβει χαρακτήρα διανοητικό, αλλά μόνο στην ύπαρξη της άγνωστης δημιουργικής αιτίας όλων αυτών, που βρίσκεται πέρα από την νόηση.


(πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό πολιτιστική «ΕΝΝΕΑΔΑ», τ. 22ο , 2007)



[1] H. READ: «Ιστορία της Μοντέρνας Ζωγραφικής», Εκδ. Υποδομή, Αθήνα-1978, σ. 9, 10
[2] LUC FERRY: «Οι Μοντέρνοι Καιροί και η Σοφία τους», Εκδ. «Νέα Σύνορα» Α.Α.Λιβάνη, Αθήνα-1993, σ. 655

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...