του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου
Οι κορυφαίοι καλλιτέχνες, σαν τον
Leonardo da Vinci[1], όπως παρατηρεί η El.Munro, εκφράζουν στα έργα τους βαθιά
ταραχή, που βρίσκεται σε συνάρτηση με τις πολυκύμαντες ζωές τους. Η προσωπική
μου άποψη, είναι, πως το έργο του Μιχαήλ Αγγέλου εκφράζει αυτή την ένταση σε
μεγαλύτερο βαθμό, ίσως, επειδή η φύση του, που ήταν πιο εκρηκτική και βίαιη,
από την θετικά στοχαστική του Λεονάρντο, βίωνε την οδύνη μιας ιδεολογικής
αμφιταλάντευσης. Ωστόσο, μια πλήρης και διεξοδική αναφορά, αντάξια του
τεράστιου έργου των δύο καλλιτεχνών, δεν θα ήταν δυνατή στο πλαίσιο αυτής της
μελέτης, και έτσι, θα περιοριστούμε στο αναγκαίο, για να φωτίσουμε κάποιες
όψεις, που ίσως φανούν χρήσιμες στην εξέλιξη της.
Ο Λεονάρντο ντα
Βίντσι, που έζησε στη μεταβατική περίοδο από τον 15ο στον 16ο
αι., συγκέντρωνε στο μεγαλύτερο βαθμό όλα τα χαρακτηριστικά του πρότυπου του
αναγεννησιακού ανθρώπου, του Homo universalis. Όπως και άλλοι της εποχής του, π.χ., ο Μιχαήλ Άγγελος, ο Μπραμάντε, ο
Ραφαέλλο, είχε πολύπλευρη γνώση και ήταν ικανός, όχι μόνο σε μια τέχνη, αλλά σε
πολλές. Ήταν ο ανήσυχος καλλιτέχνης, ο ερευνητικός επιστήμονας, ο πολυπράγμων
στοχαστής. Είχε έμφυτη την τάση να αμφισβητεί τις «αυθεντίες», και για το λόγο
αυτό δε βασίστηκε, όπως οι λόγιοι, στη δανεισμένη από το κύρος των αρχαίων
συγγραφέων γνώση, αλλά αναζήτησε στη ίδια τη φύση τις αποδείξεις των σκέψεών
του, με πειράματα, που θα τον έπειθαν για την αλήθεια τους. Πίστευε ότι σε μια
τέχνη που βασίζεται στο ratio, θα άξιζε να αποδίδεται ο ίδιος ελεύθερος και πνευματικός χαρακτήρας
και η ίδια εκτίμηση που αποδιδόταν στην ποίηση ή στην επιστήμη. Εξέφραζε έτσι
την ιδια επιθυμία με τον Έλληνα καλλιτέχνη του 5ου π.Χ., αι. για
αναγνώριση και κοινωνική αποδοχή.
Ο Μ. Antonie[2] γράφει ότι: «Πολλές φορές εικόνιζε με το πινέλλο του σκηνές
θρησκευτικές που δεν πίστευε ο ίδιος. Ήταν άθεος; Ασφαλώς όχι. Ήταν αδιάφορος
και όμως θεϊστής, που εστήριζε τα πάντα στην πείρα και στην παρατήρηση. Όσο
πλησίαζε όμως προς το τέρμα της ζωής τόσο περισσότερο άρχιζε να νοιώθει το φόβο
για την άλλη ζωή». Και ο Vasari επιβεβαιώνει με τη μαρτυρία του: «Όταν
γέρασε, έμεινε πολλούς μήνες άρρωστος και αφού ένοιωσε πως πλησιάζει προς το
τέρμα της ζωής εζήτησε να μάθει όλες τις λεπτομέρειες της καθολικής λατρείας,
της καλής πίστεως και εξομολογήθηκε με πολλά δάκρυα[3]».
Θα αδικούσε κανείς το
ελεύθερο πνεύμα του, που σπατάλησε ολόκληρη τη ζωή και την ενέργειά του στην
αναζήτηση της αλήθειας και της απόδειξης, με την εύκολη σκέψη, ότι αυτές οι
αντιδράσεις οφείλονταν στο φόβο ενός ηλικιωμένου ανθρώπου μπροστά στο φάσμα του
θανάτου. Η αλήθεια του περιείχε εκείνο το «μυστικό», που ξεπερνούσε τη φύση. Ο
τρόπος με τον οποίο έχει ζωγραφίσει το Μυστικό Δείπνο και άλλα θρησκευτικά του
έργα, φανερώνει το αντίθετο. Αποπνέει συγκίνηση και δραματικότητα, είναι
καινοτόμος και από κάθε άποψη, τεχνική ή πνευματική, πιο διεισδυτικός και
στοχαστικός σε σχέση με τα έργα των παλαιότερων.
Το κείμενο αποτελεί μέρος της μελέτης μου: (ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΘΡΗΣΚΕΙΑ «Μια επισκόπηση της
ανάπτυξης του πολιτισμού»), Γ΄ Μέρος: ΝΕΟΤΕΡΟΙ ΧΡΟΝΟΙ, Κεφ, 6. H ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ Η ΝΕΟΤΕΡΗ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ
ΔΥΣΗΣ-Το ιστορικό πλαίσιο της
Αναγέννησης, παρ. 6.8 Τα πρόσωπα στην
τέχνη της ώριμης Αναγέννησης
[1] Ο Leonardo da Vinci μαθήτευσε στο εργαστήρι του περίφημου φλωρεντινού ζωγράφου και γλύπτη Andrea del Verrocchio (1435-1488). Ασχολήθηκε με επιτυχία και διεύρυνε την έρευνα σε τόσους
τεχνικούς και επιστημονικούς τομείς, όσο κανείς άλλος. Πάνω από όλα όμως ήταν
ζωγράφος και γλύπτης. Εργάστηκε στη Φλωρεντία, στο Μιλάνο και στη νότιο Γαλλία,
όπου και πέθανε το 1519. Ζωγράφισε
πορτραίτα κυριών με πιο γνωστό το «Κυρία με την Ερμίνα» και φυσικά την
περίφημη «Μόνα Λίζα» του 1503-6.
[3] Ρύθμισε ακόμη με τη διαθήκη του όλες τις λεπτομέρειες της κηδείας του
και του ενταφιασμού: Τον αριθμό των λειτουργιών, των αριθμό των ιερέων, τον
αριθμό και το βάρος των λαμπάδων, και ακόμη ζήτησε να συνοδέψουν το φέρετρό του
εξήντα φτωχοί με λαμπάδες στα χέρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου