Επιμέλεια Γ.Γ.Γ
=================
στη Τζιά έκλεψε
τη 19χρονη Ελένη ή Ελέγκω, σύζυγο του προεστού και πρεσβευτή της Γαλλίας Mιχάλη
Πάγκαλου, την οποία άφησε στην Άνδρο φρουρούμενη και προσέλαβε ως παραδουλεύτρα
τη Σιδερή από τον Βόλο, για να τη φροντίζει. Επιστρέφοντας μετά την αποτυχία
της εκστρατείας, την παντρεύτηκε καθώς στο μεταξύ ο νόμιμος σύζυγός της είχε
πεθάνει.
================
Ο Βάσος, [Βασίλειος],
Μαυροβουνιώτης, Έλληνας από την Ιλλυρία και αγωνιστής μαζί με τα αδέλφια του,
της Εθνεγερσίας του 1821, γεννήθηκε το 1797 στο Μπελοπάβλιτς του σημερινού
Μαυροβουνίου από αρχοντική οικογένεια και πέθανε στις 9 Ιουνίου 1847 στην
Αθήνα, από πνευμονία. Γιοι του ήταν οι στρατιωτικοί Τιμολέων
ΒάσσοςΜαυροβουνιώτης και ο Αλέξανδρος Βάσσος.
«Ανήρ φύσει ιπποτικού
χαρακτήρος» κατά τον συγγραφέα Αθανάσιο Χρυσολόγη, όταν ενηλικιώθηκε πήγε στη
Μικρά Ασία, όπου συνδέθηκε με φιλία με τον Νικόλαο Κριεζώτη και κατατάχθηκε στο
σώμα του.
Σύμφωνα με τις
περιγραφές ήταν όμορφος άντρας και με ιδιαίτερη ικανότητα στις σχέσεις του με
το γυναικείο φύλο. Αναφέρεται ότι απήγαγε και ατίμασε κοπέλα λίγες μέρες πριν
το γάμο της και για το λόγο αυτό φυλακίστηκε, όμως απέδρασε.
Tο 1826, μαζί με τον
Χατζημιχάλη Νταλιάνη έλαβε μέρος στην εκστρατεία της Bηρυτού. Τα καράβια που
τους μετέφεραν έκαναν στάση στη Τζιά κι εκεί έκλεψε τη 19χρονη Ελένη ή Ελέγκω,
σύζυγο του προεστού και πρεσβευτή της Γαλλίας Mιχάλη Πάγκαλου, την οποία άφησε
στην Άνδρο φρουρούμενη και προσέλαβε ως παραδουλεύτρα τη Σιδερή από τον Βόλο,
για να τη φροντίζει. Επιστρέφοντας μετά την αποτυχία της εκστρατείας, την
παντρεύτηκε καθώς στο μεταξύ ο νόμιμος σύζυγός της είχε πεθάνει. Το γεγονός
αυτό εξηγεί την μακρινή συγγένεια του στρατηγού και γιου του Τιμολέοντα
Βάσου-Μαυροβουνιώτη με την οικογένεια Πάγκαλου και την αναδοχή του στη βάπτιση
του μετέπειτα στρατηγού και δικτάτορα, Θεοδώρου Πάγκαλου. Αναφέρεται ότι
διατήρησε ως το τέλος της ζωής του την ενδυμασία των Ελλήνων οπλαρχηγών, ενώ η
φιλελεύθερη σύζυγος του, που ασχολούνταν μεταξύ άλλων, με την ιππασία και τη
μουσική- προτιμούσε ευρωπαϊκά φουστάνια και καπέλα.
Επαναστατική δράση
Τον Αύγουστο του 1821
ήρθε στην Ελλάδα και ύψωσε την επαναστατική σημαία στην Κάρυστο και μαζί με τον
Ηλία Μαυρομιχάλη πολέμησε στις 12 Ιανουαρίου 1822 στον Άγιο Βασίλειο στα Στύρα,
όπου απέκλεισαν 800 Τούρκους χωρίς επιτυχία, στα Βρυσάκια και τη Βάθια. Μέχρι
το 1823 πολέμησε τους Τούρκους της Καρύστου, όπου σε μια μάχη κοντά στην Κύμη
νίκησε τα στρατεύματα του Ομέρ πασά. Ύστερα τον βρίσκουμε χιλίαρχο στο
στρατόπεδο του Γεωργίου Καραϊσκάκη στην Αττική και το 1824, στρατηγό στην Ύδρα.
Στις 12 Νοεμβρίου 1824, στον εμφύλιο στην Αρκαδία, ανήκε στην πελυρά των
κυβερνητικών και πολέμησε την οικογένεια Κολοκοτρώνη, όταν στη διάρκεια των
συγκρούσεων σκοτώθηκε, σε ηλικία 26 ετών, ο Πάνος Κολοκοτρώνης.
Πολέμησε εναντίον του
Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο και νικήθηκε στο Κρεμμύδι. Γύρισε στη Στερεά Ελλάδα
και μαζί με τον Θεόδωρο Γκούρα και το Νικόλαο Κριεζιώτη νίκησε τους Τούρκους
στη Φοντάνα. Στο Θριάσιο Πεδίο στις 10 Ιουλίου 1826, πήρε μέρος στη ομώνυμη
μάχη, εναντίον δύο χιλιάδων στρατιωτών υπό τις διαταγές του Ασλάμπεη, που
κράτησε δύο μέρες και έληξε με ήττα των Τούρκων. Στη διακυβέρνηση του Ιωάννη
Καποδίστρια, μαζί με τον Δημήτριο Υψηλάντη πολέμησε στη Λιβαδειά, τη Θήβα και
στις 29 Ιανουαρίου 1829 νίκησε το Μαχμούτ-πασά στο Μαρτίνο.
Στις 17 έως τις 20
Μαρτίου 1829, έφθασε με τα στρατεύματα του στην Αττική, όπου αντικατέστησε την
χιλιαρχία του Καρατάσου. Στη διάρκεια της προελάσεως τους οι στρατιώτες του
προκάλεσαν μεγάλες ζημιές στον τοπικό πληθυσμό, λεηλατώντας και αρπάζοντας
τεράστια κοπάδια ζώων, γεγονότα που προκάλεσαν τις αντιδράσεις των κατοίκων και
ανάγκασαν τον Α. Πετράκη, προσωρινό διοικητή Ελευσίνος και Μεγαρίδος, να
αποστείλει έγγραφη διαμαρτυρία] στη Γενική Γραμματεία της Επικράτειας. Στις 6
Ιουλίου 1829, απέκρουσε στον Άγιο Ιωάννη της Χασιάς επίθεση των Τούρκων, οι
οποίοι έχασαν πάνω από 250 άνδρες και εγκατέλειψαν στο πεδίο της μάχης πολλούς
τραυματίες. Συνολικά έλαβε μέρος σε περισσότερες από 36 μάχες στην Αθήνα, στην
Εύβοια, στην Πελοπόννησο, τη Θάσο και Στερεά Ελλάδα.
Μετεπαναστατική δράση
Ήταν ένθερμος
υποστηρικτής του Γαλλικού κόμματος και τάχτηκε εναντίον του Θεόδωρου
Κολοκοτρώνη και αγωνίστηκε εναντίον των μοναρχικών, όμως επί Όθωνα έγινε
υπασπιστής του. Σε επιστολή του που σώθηκε με ημερομηνία 4 Μαρτίου 1832,
αναφέρει αυθαιρεσίες των επιστατών στη διανομή και κατασπατάληση αλεύρου στα
Μέγαρα. Στο Ημερολόγιο του ο Νικόλαος Κασομούλης, αναφέρει τις μετακινήσεις του
για επιθεώρηση και καθοδήγηση των καταδιωκτικών αποσπασμάτων, καθώς και τις
μετακινήσεις των ληστών. Οι εγγραφές του καλύπτουν την περίοδο από τις 25 Φεβρουαρίου
1836 ως τις 30 Οκτωβρίου 1837, όταν υπηρετούσε στο Σώμα της Εθνοφυλακής, η
οποία με επικεφαλής το Μαυροβουνιώτη προσπαθούσε να επιβάλει την τάξη στην τότε
παραμεθόρια Φθιώτιδα και στη Ρούμελη, όπως προκύπτει από επιστολή του στον
Ιωάννη Κωλέττη. Στα γενικά αρχεία του Ελληνικού Κράτους υπάρχει ο «Κατάλογος
των εν τη παλαιά Επαρχία Ζητουνίου πρώην Οθωμανικών κτημάτων», όπου αναφέρεται
ότι αγόρασε αντί του ποσού των 325.000 γροσίων το χωριό Φραντζή, [«Φραντσίον»],
του τότε Δήμου Ηρακελιωτών, στην περιοχή Νότια του Σπερχειού ποταμού. Μέρος του
ποσού κατέβαλλε το 1837 ενώ η κυριότητα του παραχωρήθηκε στις 6 Μαΐου 1846 με
την υπ΄αριθμό 1833 «Έκθεση εγκαταστάσεως» του συμβολαιογράφου Λαμίας Ιωάννη
Πέτρου. Το πρόβλημα της οριοθετήσεως του χωριού δεν λύθηκε και οι κληρονόμοι
του, μετά το θάνατό του, έμπλεξαν σε δικαστικούς αγώνες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου