Ο Δισκοβόλος του Μύρωνα |
Δύο δημιουργίες του Μύρωνα:
Η Αθηνά με τον Μαρσύα και ο Δισκοβόλος
Ο Μύρων ήταν
ο αρχαιότερος ονομαστός γλύπτης της αρχαίας Ελλάδας. Είναι δηλαδή ο αρχαιότερος
Έλληνας γλύπτης που μέχρι και σήμερα η κοινή γνώμη θαυμάζει τα έργα του για την
τελειότητα, την αρμονία και την πρωτοτυπία τους. Γεννήθηκε στις Ελευθερές, μια
πόλη στα σύνορα της Αττικής με την Βοιωτία. Σύμφωνα με τον Πλίνιο ήταν μαθητής
του Αγέλαδου από το Άργος, ο οποίος για ένα μεγάλο διάστημα ήταν κορυφαίος
γλύπτης της πελοποννησιακής γλυπτικής σχολής με θέμα τον αθλητισμό.
Για τον
Αθηναίο γλύπτη Μύρωνα γνωρίζουμε αρκετά πράγματα: η δραστηριότητά του
τοποθετείται στα χρόνια μεταξύ 470 και 440 π.Χ. και τα έργα του, ορισμένα από
τα οποία αναφέρονται και περιγράφονται, τα θαύμαζαν ιδιαίτερα οι αρχαίοι για τη
ζωντάνια τους και τον ρεαλισμό τους. Ξέρουμε επίσης ότι ο γιος του Μύρωνα, που
λεγόταν Λύκιος, ήταν και αυτός γλύπτης. Περίφημη ήταν μια χάλκινη αγελάδα του
Μύρωνα που ήταν στημένη στην Ακρόπολη της Αθήνας, αλλά τη μετέφερε στη Ρώμη ο
αυτοκράτορας Βεσπασιανός, για να την τοποθετήσει στο τέμενος της Ειρήνης
(Templum Pacis) που ίδρυσε.
Αναπαράσταση σε χαλκό
ενός συντάγματος της Αθηνάς και του Μαρσύα, έργου του Μύρωνα, που ήταν στημένο
στην Ακρόπολη της Αθήνας. Φρανκφούρτη, Städtische Galerie Liebieghaus. |
Ένα
χάλκινο σύνολο του Μύρωνα στην Ακρόπολη της Αθήνας εικόνιζε την Αθηνά και τον
Μαρσύα. Τα δύο αγάλματα μας είναι γνωστά από μαρμάρινα αντίγραφα των ρωμαϊκών
χρόνων· η τοποθέτησή τους αντικριστά προκύπτει από απεικονίσεις σε αθηναϊκά
νομίσματα της ρωμαϊκής εποχής. Ο μύθος σχετίζεται με τη μουσική, και
συγκεκριμένα με την ανακάλυψη και το παίξιμο των αυλών. Η Αθηνά εφηύρε το
μουσικό αυτό όργανο, αλλά το πέταξε με οργή μόλις ανακάλυψε ότι, όταν το
έπαιζε, τα μάγουλά της φούσκωναν και το πρόσωπό της παραμορφωνόταν. Τους
πεταμένους αυλούς τούς βρήκε ο σιληνός Μαρσύας, ένα πρόσωπο του μύθου με ζωώδη
χαρακτηριστικά και ουρά αλόγου, στον οποίο ο ήχος τους άρεσε τόσο πολύ, ώστε έμαθε
να τους παίζει δεξιοτεχνικά. Αλλά η μουσική των αυλών στάθηκε μοιραία για τον
Μαρσύα, γιατί τον έκανε τόσο περήφανο, ώστε να προκαλέσει σε αγώνα μουσικής τον
κιθαρωδό θεό Απόλλωνα.
Άγαλμα του
Μαρσύα, αντίγραφο έργου του Μύρωνα των χρόνων
460-450 π.Χ.
Βατικανό, Museo
Gregoriano Profano.
|
Κριτές του
αγώνα ήταν οι Μούσες, που αποφάσισαν ότι νικητής ήταν ο Απόλλων, αφού μπορούσε
να τραγουδά παίζοντας ταυτόχρονα την κιθάρα του, κάτι που δεν είχε τη
δυνατότητα να κάνει ο Μαρσύας με τους αυλούς. Μετά από αυτό ο Απόλλων τιμώρησε
σκληρά τον Μαρσύα βάζοντας έναν υπηρέτη του να τον γδάρει ζωντανό. Το
αγαλματικό σύνολο του Μύρωνα αποτυπώνει τη στιγμή που ο Μαρσύας ετοιμάζεται να
πάρει τους αυλούς που πέταξε η Αθηνά. Για όσους ήξεραν τον μύθο η σκηνή αυτή
προοιώνιζε την ήττα και το τέλος του Μαρσύα. Αλλά ο μύθος αποτελούσε ταυτόχρονα
κριτική στη μουσική των αυλών, τους οποίους έπαιζαν κυρίως επαγγελματίες
μουσικοί. Αντίθετα, η λύρα και η κιθάρα ήταν τα μουσικά όργανα που προτιμούσαν
οι αριστοκράτες, καθώς συνόδευαν την επική, τη λυρική και τη χορική ποίηση.
Είναι, επομένως, λογικό να υποθέσουμε ότι το έργο του Μύρωνα ήταν ανάθημα ενός
αριστοκράτη ή ενός νικητή σε αγώνες κιθαρωδίας. Χαρακτηριστική για τη
ρεαλιστική τεχνοτροπία του Μύρωνα είναι η μορφή του Μαρσύα με την έντονη
τριχοφυΐα στο στήθος, τη σιμή μύτη, τις ρυτίδες στο μέτωπο και τα ανάκατα μαλλιά.
Η Αθηνά από την πλευρά της δεν έχει την εξιδανικευμένη ομορφιά μιας θεάς, αλλά
τα χαρακτηριστικά μιας καλοφτιαγμένης νεαρής κοπέλας.
Άγαλμα της Αθηνάς, αντίγραφο έργου του Μύρωνα
των χρόνων 460-450 π.Χ.
Φρανκφούρτη, Städtische Galerie Liebieghaus.
|
Τον ίδιο
έντονο ρεαλισμό τον συναντούμε και σε ένα άλλο χάλκινο άγαλμα του Μύρωνα, που
το γνωρίζουμε και αυτό από μαρμάρινα αντίγραφα των ρωμαϊκών χρόνων: τον
Δισκοβόλο. Το έργο εικονίζει έναν νέο αθλητή που ετοιμάζεται να ρίξει τον δίσκο.
Η στάση αποτυπώνει μια στιγμιαία κίνηση: ο αθλητής έχει λυγίσει τα γόνατα, έχει
χαμηλώσει το σώμα και έχει τεντώσει το δεξί χέρι, καθώς παίρνει δυνάμεις· ο
θεατής έχει την αίσθηση ότι είναι έτοιμος να ανασηκωθεί, για να ρίξει όσο
μπορεί μακρύτερα τον δίσκο. Αξιοπρόσεκτη είναι η ακρίβεια με την οποία
αποδίδεται η ανατομία του σώματος. Δεν γνωρίζουμε πού ήταν στημένο το πρωτότυπο
άγαλμα του Δισκοβόλου, μπορούμε όμως να υποθέσουμε ότι ήταν αφιέρωμα κάποιου
αθλητή σε ένα μεγάλο ιερό. Στην Αρχαιότητα ο δίσκος δεν ήταν ένα αυτόνομο
άθλημα, αλλά αποτελούσε μέρος του πεντάθλου, δηλαδή μιας σειράς πέντε
αθλημάτων, που περιελάμβανε τον δρόμο, το άλμα, την πάλη, τον δίσκο και το
ακόντιο.
Δισκοβόλος, αντίγραφο
έργου του Μύρωνα, γύρω στο 450 π.Χ.
Ρώμη, Museo Nazionale Romano
Άγαλμα του
Ερεχθέα: Το
κολοσσιαίο άγαλμα του Ερεχθέα ήταν έργο του Μύρωνα που είχε στηθεί στην
Ακρόπολη. Χρονολογείται στην εποχή μεταξύ του Κλεισθένη και της επίθεσης των
Περσών στην άδεια Αθήνα μετά την χαμένη μάχη των Θερμοπυλών. Ήταν χάλκινο, όπως
συνήθιζε ο Μύρων. Έστεκε επάνω σε βάση. Αναφέρεται από τον Παυσανία ως
αξιολογότατο έργο και παραπέμπει στην νίκη του Ερεχθέα στα Ελευσίνια και τον
θάνατο του Ιμμάραδου από το χέρι του Ερεχθέα.
αποσπάσματα από το έργο του
Egon Friedell
«Η ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ»
…Ο Μύρων
ήταν λίγο μεγαλύτερος στην ηλικία από τον Φειδία. Δούλευε μόνο σε μέταλλο. Το
σύμπλεγμά του «Αθηνά και Μαρσύας» έχει διατηρηθεί σε ρωμαϊκά αντίγραφα. Η θεά,
έφηβη ακόμα, μόλις έχει εφεύρει τη φλογέρα, αλλά παρατηρεί στα νερά του ρυακιού
ότι, όταν παίζει, παραμορφώνεται το πρόσωπό της, οπότε – γνήσιο θηλυκό, παρόλη
την παιδικότητα της την πετάει αγανακτισμένη. Ο Σειληνός Μαρσύας έχει την
αδιακρισία να τρέξει για να την αρπάξει, αλλά μια προσταχτική χειρονομία της
θεϊκής κόρης τον σταματάει. Αυτή η στιγμή έχει καθηλωθεί από τον καλλιτέχνη σε
μια συναρπαστική όσο και βαθυστόχαστη σπουδή της κίνησης. Η Αθηνά διακρίνεται
από γοητευτική χάρη, αλλά, όπως στον Φειδία, έχει μια συγκαλυμμένη ζωντάνια, κι
αυτό ταιριάζει έξοχα σ’ ολόκληρη την εμφάνισή της, που θυμίζει μπουμπούκι.
Το
«ανέκφραστο» πρόσωπο του δισκοβόλου του Μύρωνα, που ήδη στην ελληνιστική εποχή
προκαλούσε επικρίσεις, εξυπηρετεί κι αυτό τη χαρακτηρολογική διαγραφή: η
τρομερή ένταση και αυτοσυγκέντρωση λίγο πριν από τη βολή κάνει αναγκαία το
πρόσωπο να φαίνεται κάπως άδειο. Για πρώτη φορά εδώ παριστάνεται πλαστικά η
κίνηση, και μάλιστα με απαράμιλλη δεξιοτεχνία. Ολόκληρο το σώμα, με κάθε του
μυώνα, παίρνει φόρα– ο καλλιτέχνης, όπως λέει πολύ ωραία ο Άρνολντ φον Ζάλις,
παρουσιάζει «τη στιγμιαία κίνηση να σπιθίζει, όπως η φλόγα στον άνεμο». Είναι η
κίνηση καθεαυτή, θα έλεγε κανείς η φιλοσοφία της κίνησης, και ο καλλιτέχνης λύνει
το πρόβλημα με τέτοια ανωτερότητα, ώστε σχεδόν το κάνει να φαίνεται σαν
κατασκευαστική άσκηση. Αλλά, αν κρίνουμε από τις περιγραφές, το μεγαλύτερο δημιούργημα
του Μύρωνα ήταν ο «Λάδας»,ένας δρομέας που σωριαζόταν νεκρός τη στιγμή της
νίκης του: η προσωποποίηση του αγκομαχητού, κάτι που μόνον ένας Μύρων μπορούσε
να καταφέρει ή μάλλον κάτι που μόνον αυτός μπορούσε να διανοηθεί.
Ο Μινώταυρος. Τμήμα ενός
γλυπτικού συμπλέγματος του Μύρωνα που αναπαριστούσε τη σφαγή του Μινώταυρου από τον Θησέα. |
Και για την «αγελάδα» του επίσης ξέρουμε μόνον από περιγραφές. Oι Έλληνες ήταν ξετρελαμένοι μαζί της: όχι λιγότερα από τριανταέξι επιγράμματα ασχολούνται με την περιγραφή της· λέγεται ότι ένας ταύρος ήθελε να τη βατέψει, ένα μοσχάρι να τη βυζάξει, ένας βοσκός να τη σαλαγίσει, ένας γεωργός να τη ζέψει μπροστά στο αλέτρι του, ένας κλέφτης να την κλέψει, μια αλογόμυγα να την τσιμπήσει, ένα λιοντάρι να την κομματιάσει κι ο ίδιος ο Μύρων θέλησε μια φορά να την αρμέξει όλα αυτά τα ανέκδοτα σκόπευαν μονάχα να παινέψουν τον Μύρωνα ως ακραίο νατουραλιστή, ο έπαινος αυτός θα ήταν πολύ αμφίβολος· όταν όμως μαθαίνουμε ότι ήξερε να πλάθει με τη μεγαλύτερη τελειότητα ακόμα και μυθικά πλάσματα, όπως θαλάσσιους δράκοντες, τότε ίσως να καταλαβαίνουμε καλύτερα ποιο ήταν το νόημά τους: ο Μύρων είχε το χάρισμα ν’ αναπαριστάνει την ιδέα κάθε πλάσματος, έτσι ώστε ο καθένας να μπορεί να ξαναβρεί σ’ αυτή την εικόνα ό, τι διεγείρει τη φαντασία του εκείνη τη στιγμή.
Η Αγελάδα του Μύρωνα από
ρωμαϊκό αντίγραφο |
Το έργο
αυτό υπήρξε ένα από τα αριστουργήματά του, που ενέπνευσε το παρακάτω επίγραμμα
του Ανακρέοντος:
«Βουκόλε ταν αγέλαν πόρρω νέμε, μη το Μύρωνος
βοϊδιον ως έμπνουν βουσί συνεξελασεις».
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ:
Βοσκέ, μακριά βόσκε το κοπάδι σου, για να μην συμπαρασύρεις το βόδι του Μύρωνα,
νομίζοντας το ζωντανό.
Ανακρέων-
Επίγραμμα εις την Μύρωνος βουν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου