Ο εθνομηδενισμός είναι καινοφανής όρος στην ελληνική γλώσσα
που καθιερώθηκε ως ο ορισμός που δηλώνει τον ιστορικό αναθεωρητισμό, την
αρνησιπατρία, την αποδόμηση της εθνικής συνείδησης και ταυτότητας στα πλαίσια
της κυρίαρχης παγκόσμιας νέας τάξης πραγμάτων.
Εδώ
συναντώνται παραδόξως (;) παραποιημένες παλαιομαρξιστικές αντιλήψεις περί
ιστορικού υλισμού και επιδιώξεις υπερεθνικών καπιταλιστικών κέντρων, στο όνομα
«της συμφιλίωσης των λαών σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον χωρίς διακρίσεις»
και άλλα ηχηρά πομπώδη.
Όμως,
ανομολόγητος σκοπός είναι η δημιουργία μιας ομογενοποιημένης κοινωνίας
ανιστορικών και μετέωρων ατόμων, μια εύκολη δηλαδή λεία προς χειραγώγηση.
Από τη
στιγμή που έχουμε να κάνουμε με φύσει συμπλεγματικά άτομα, η επιχειρηματολογία
κατά των εθνομηδενιστών περιττεύει. Είναι ανάξια λόγου η αντίκρουση των
ιδεοληψιών αυτών των ατόμων, γιατί δεν οδηγεί πουθενά.
Εξ άλλου
τους δίνουμε και σημασία, την οποία δεν αξίζουν. Πρόκειται για νευρωτικά άτομα
με τραυματικές ενδο-οικογενειακές εμπειρίες στην παιδική τους ηλικία, οι οποίες
ενεγράφησαν στο υποσυνείδητο, και κατά την ενηλικίωση και κοινωνική ανέλιξη
τους εκδηλώνονται συνειδητά. Ο φθόνος κατά των γονέων τους πραγματώνεται με το
μίσος κατά της πατρίδας, του τόπου όπου γεννήθηκαν.
Η
ενοχοποίηση κάθε τι του ελληνικού, η απόρριψη της Παράδοσης και ο χλευασμός των
αξιών από τους μηδενιστές -και κατ΄ επέκταση κάθε συνεκτικού κρίκου που συνδέει
το παρελθόν με το παρόν- αντανακλά τη διάρρηξη δεσμών και συνέχειας αυτών των
ατόμων με τους φυσικούς γεννήτορες τους.
Είναι δε
τέτοιας έκτασης ο νοητικός εκτροχιασμός τους, ώστε κάθε απόπειρα νηφάλιας
κριτικής τούς εξαγριώνει, παρεκτρέποντας τους σε ύβρεις και απαξιωτικές
εκφράσεις εναντίον εκείνων που τολμούν να έχουν μια διαφορετική άποψη. Ασκούν
απροκάλυπτη τρομοκρατία στους αντιτιθέμενους και θεωρούν ότι κατέχουν το
αλάθητο οχυρωμένοι πίσω από έναν υπερφίαλο επιστημονισμό. Νιώθουν όμως
ανασφαλείς λόγω του συμπλεγματικού χαρακτήρα τους και προσπαθούν να γαντζωθούν
στην εξουσία και να αναρριχηθούν σε θέσεις. Έχουν σχηματίσει ιδιότυπες κλίκες
αλληλοϋποστήριξης, ιδιαίτερα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, και λειτουργούν ως
“think tanks” επιβάλλοντας τις θέσεις τους στην εκπαιδευτική πολιτική των
κυβερνήσεων.
Προσπορίζονται
και ενθυλακώνουν τεράστια ποσά από χορηγίες οικονομικών κολοσσών και
προγράμματα διεθνών Οργανώσεων περίεργων συμφερόντων και επιδιώξεων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Κέντρο για τη Δημοκρατία και τη Συμφιλίωση
στη Νοτιοανατολική Ευρώπη (Center for Democracy and Reconciliation in Southeast
Europe – CDRSEE), μια Μη Κυβερνητική Οργάνωση που εδρεύει στην Θεσσαλονίκη -όχι
τυχαία. Μια από τις κύριες δραστηριότητες της είναι -όπως οι ίδιοι
διατείνονται- να αναθεωρήσει τα εθνοκεντρικά σχολικά μαθήματα Ιστορίας. Ήδη
έχει εκδοθεί από ομάδα του εν λόγω Κέντρου «εναλλακτικό εκπαιδευτικό υλικό στα
ελληνικά», αποτελούμενο από 4 Βιβλία Εργασίας. Ο ενδιαφερόμενος μελετητής δεν
έχει παρά να προσφύγει στον ιστότοπο αυτού του Κέντρου ώστε να διαπιστώσει τις
δραστηριότητες, τους στόχους αλλά και τους χρηματοδότες του. 1
Τις μέρες
αυτές (Νοέμβριος – Δεκέμβριος 2015), βοηθούσης και της επικίνδυνα διαλυτικής
πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση στα εθνικά θέματα, ο εσμός των αποδομητών –
εθνομηδενιστών εμφανίζεται ορμητικός στο προσκήνιο με τη διεξαγωγή Κύκλου
Συζητήσεων για την Ιστορία, που πραγματοποιούνται στο Polis Art Café,
Πεσμαζόγλου 5 και Σταδίου, στην Αθήνα.
Ο Α΄
Κύκλος είχε θέμα «Η θέση της Ιστορίας στο Σχολείο και πως θα την αλλάξουμε»,
θέτοντας βλακώδη ερωτήματα, όπως: “Είμαστε ελληναράδες ή δυστυχισμένοι που
είμαστε Έλληνες;», «Περιούσιος λαός ή βδέλυγμα;», «Κακομαθημένα παιδιά της
ιστορίας ή κακομάθαμε ιστορία;», τα οποία χαρακτηρίζουν το ποιόν και τις
προθέσεις των εισηγητών.
Ο Β΄
Κύκλος που διεξήχθη στις 8 Δεκεμβρίου 2015 έθεσε και το γελοίο ερώτημα: «Είμαστε
άραγε δέσμιοι της πολιτιστικής κληρονομιάς και της παράδοσης ή έχει ωριμάσει η
στιγμή αναδιαπραγμάτευσης;». 2
Σε όλους
αυτούς τους συμπλεγματικούς περισπούδαστους τύπους απαντά …ο Λεωνής του Γιώργου
Θεοτοκά:
Οι εφτά
λόφοι του Βυζαντίου, σκοτεινοί, βουβοί, φορτωμένοι με ερείπια Αυτοκρατοριών. Ο
φλοίσβος του Κερατίου στην αστροφεγγιά. Και οι ψηλοί ίσκιοι των Αυτοκρατόρων με
τις ωραίες γενειάδες και τα χρυσά όπλα, που περνούν αέρινοι απάνω στα Τείχη και
σβήνουν μες τη σκιά…
Όλα
σβήνουν, χάνονται, ξαναγίνονται, ξανασμίγουν και πάλι διαλύονται, ολοένα τα
χάνω και ολοένα τα νιώθω που πλησιάζουν να ενωθούν, να γίνουν ένα πράμα, μια
μορφή, μια ουσία, κάτι που πάει να γίνει «εγώ». 3
Τίποτε
λιγότερο, τίποτε περισσότερο.
Γιώργος
Θεοτοκάς. Λεωνής. Βιβλιοπωλείον της « Εστίας», 2013 (26η έκδοση), σ. 154-155.
Πηγή:Αντίβαρο
– στην ιδιωτεία
Εικόνα από:
tragiko.net
Εξαιρετικό!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρα Φωτεινή!
ΔιαγραφήΠόσοι άνθρωποι τα λέμε και τα ξαναλέμε!
Δε μπορεί, θα ξυπνήσουν κάποτε οι Έλληνες που ανέχονται να υφίστανται τόσες προκλήσεις και προσβολές...
- Εξαιρετικότατο, εύ γε
ΑπάντησηΔιαγραφή- Αγαπητέ μου Γεράσιμε αντί άλλου περατέρω σχολιασμού μου...μέρες πού είναι άς πούμε καί κάποιο παραμύθι(χειμωνιάτικο καί...)όπως τά παρακάτω πού σέ παρακαλώ ανάρησέ τα, σ΄ευχαριστώ.
Μέρες πού είναι καιρός πού είναι, άς πούμε κι ένα παραμύθι…
Παραμύθι ένα από τήν συλλογή μου "όσα φέρνει η μνήμη"
-Άναψε τήν γκαζόλαμπα κι έριξε, λοιπόν, η γιαγιά μας η καλή στη θράκα τα κάστανα, κάθισε στην κόχη της, φόρεσε τα γυαλιά χαμηλά στη μύτη της, κι άρχισε να πλέκει την φανέλα της και να μας λέει: Παραμύθι – παραμύθι, το κουκί και το ρεβίθι.. κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη. Δός της μπάτσο, δός της κλότσο να γυρίσει, παραμύθι αρχινήσει…και μείς, εμείς τριγύρω της, φωλιασμένα κλωσόπουλα τ΄ Απρίλη, την ακούγαμε μ΄ ανοιχτό τό στόμα..
- Ήτανε πού λέτε παιδιά μου, σε έναν τρανό κουλουριασμένο ατελείωτο κατάλογο, από πάπυρο καμωμένο, γραμμένα πολλά γεγονότα, σημαντικές προσωπικότητες και άλλα. Όλα γραμμένα με τό Νύ και με τό Σίγμα με απόλυτη αλφαβητική σειρά. Σ’ αυτόν τον μακρύ κατάλογο πλησίασε, λοιπόν, ένας ανθρωπάκος με την πορφυρή του χλαμύδα και με την κάπα του ριγμένη στους ώμους - είχε ένα κρύο κεί απόξω! - πού τον κρατούσε σφιχτά κι αγέρωχα, η αγέραστη κι αειθαλής Παραμυθού γριά -πολύ πιο γριά από μένα - η Ιστορία.
- Είμαι ο Αυγείας είπε, κοντοστάθηκε και στύλωσε τα ποδάρια του σάν μουλάρι. Ψάξτε στο «Α», ψάξτε γλήγορα, γλήγορα ρε!!! στο ΑΛΦΑ. και χτυπά την ράβδο της εξουσίας των κοπαδιών του καταποδιαστά τρείς – τέσσερες φορές καταγής.
–Και ποιός είσαι συ ρέ, για να ψάξουμε να σε βρούμε; ρώτησε με αυστηρότητα σκληρή ο καλαμαράς τής Ιστορίας.
- Είναι γνωστό το ποιός είμαι!…είμαι Βασιλιάς!. Γιός του Ήλιου!.
- Ξέρεις Μεγαλειότατε, οι Βασιλιάδες είναι πάρα πολλοί, δεν χωρούν και δεν μπαίνουν όλοι στα κιτάπια της. Πες μας συγκεκριμένα, ποιά είναι τα έργα σου;.
Τότε είναι που μπήκε στη συζήτηση ο αρχιγραμματέας, πού βαστούσε βιογραφικά σημειώματα, ημερολόγια, ληξιαρχικές πράξεις και ντοκουμέντα, για τις συνεδριάσεις της Ιστορικής Επιτροπής.
- Ψάξτε στο «Η», γλήγορα στό ΗΤΑ.
- Είναι εκείνος ο Αυγείας, εκείνος στην περιουσία του οποίου και στη δούλεψή του, δούλεψε πρίν πολλά – πολλά χρόνια ο Ηρακλής. «Θυμόσαστε άραγε παιδιά μου τους στάβλους, τα γελάδια και τις κοπριές τού Αυγεία;», έ παιδιά μου; ρώτησε η γιαγιά μας, και πήγε να βγάλει τα κάστανα, να μας τα μοιράσει...
Ο αρχιγραμματέας κούνησε στενάχωρα την κεφάλα του:
-‘Αχ! αναστέναξε, και μονολόγησε… αυτός ο Ηρακλής! Πόσες μηδενικές ασημαντότητες έσυρε μαζί του, καί σέρνει στην Ιστορία!. κι γιαγιά μου συνέχισε να ετοιμάζει τα προικιά μας, η ξοχέρα!!!
-Γέμισε θαλπωρή και γλυκιά ευωδία η κάμαρα, θάμπωσαν τα παραθύρια, μάς πήρε ο ύπνος στα ψαθιά και στα κιλίμια, ήρθαν τα ονείρατα.. τα μεσάνυχτα, ήρθαν τα κικιρίκου …κι έζησαν αυτοί καλά και μείς καλύτερα.-
Παραμύθι δύο, από τήν συλλογή μου "όσα φέρνει η μνήμη"
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαραμύθι – παραμύθι, το κουκί και το ρεβίθι.. κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη. Δός της μπάτσο, δός της κλότσο να γυρίσει, παραμύθι αρχινήσει…
- Καί εκεί πού όλα ήσαν εντελώς φυσιολογικά και φυσικά καί καθημερινά συμβαίνοντα, Παιδιά μου.. στήν άκρη σ ένα ξέφωτο του δάσους, νάτος περνά βιαστικός καί τρεχάτος μπροστά από τον Λιόνταρο, ένας στρουμπουλός παχουλούλης αγκαθιάρης σκαντζόχοιρος. Πήγαινε στην φωλιά του, εκεί στην τρύπα του κάτω από τα ξηρά ζεστά φυλλώματα, πού ετοίμασε πρίν από τά πρώτα κρύα χιόνια, για να ξεχειμωνιάσει. Τι τό ‘θελε όμως, ο δόλιος, να σπάσει άθελα τήν ρουτίνα καί τήν απόλαυση του Λιόνταρου τού βασιλιά, πού ρέμβαζε χορτάτος καί ξαπλαρωμένος τό χουζούρεμά του στον προσήλιο, ύστερα από ένα γευστικότατο γεύμα. Μαζί μέ την φαμίλια του κατασπάραξαν πρίν κάμποση ώρα, μιά γριά αντιλόπη, μια ανήμπορη, κουτσή και στραβοκάνα πού δεν μπόρεσε τούτη τήν φορά νά ξεφύγει με τό τρέξιμό της, όπως όλη η αγέλη της, από τα σκληρά, γαμψά νύχια και τα πεινασμένα σαγόνια των λιονταρών.
Έτσι, η άτυχη χόρτασε πρώτα την πείνα του Λιόνταρου πού λιάζονταν τώρα αμέριμνος, και την πείνα της λέαινας ύστερα με τα μικρά της πού τά μάθαινε – λίγο πιό πέρα – πώς να ξεσκίζουν σάρκες, πώς να τίς νά καταπίνουν καί νά σπάνε κόκαλα, ενώ ένα λιγοστό σμήνος από όρνια, έφερνε κύκλους στόν Ουρανό ακριβώς από πάνω. Και καθώς ό Ηλιάτορας έγερνε σιγα- σιγά στήν απεραντοσύνη τής Δύσης του, τότε έγινε καί τό συναπάντημα του φιλαράκου μας, του σκαντζόχοιρου με τον αντρειωμένο ακαμάτη, πλέον, καί χορτάτο Λιόνταρο, βασιλιά τού δάσους.
-Γιατί ρέ περνάς από μπροστά μου! του είπε ορθά κοφτά.
-Μα!!!.. Μεγαλειότατε…εγώ δεν.. καί τού κόπηκε η βηματισιά καί η ανάσα αφθορί.
– Ετοιμάσου ρέ! τώρα, ναί τώρα ρέ, αμέσως, νά σέ βαρέσω! γιατί έτσι μ΄ αρέσει, έτσι γουστάρω ρέ! τόν ξαναείπε επιτακτικά καί μέ τρομερό βρυχηθμό, πού νά σού κόβονται τά ύπατα καί τά γόνατα από τό σβέρκο.
Κουλουριάστηκε αίφνης στό άκουσμα αυτό ο σκαντζόχοιρος, μέ τήν καρδούλα του νά τρέμει καί νά φτερουγίζει, και άντε τώρα όλοι εμείς Παιδιά μου, νά βρούμε πού είναι τά ποδαράκια του, πού τό στήθος του, πού η Ψυχή του. Καί πρίν προλάβει καλά – καλά νά τυλιχτεί σέ αγκαθωτή μπάλα σαν κι αυτή πού κλοτσάτε στην αλάνα, καμιά τρία κιλά βάρος όλο κι όλο, γκντάπ!!! τρώει μια ξερή ξαφνική γροθιά μέ τήν μπροστινή αριστερή ποδάρα του λιόνταρου. Καί μέ τήν δεξιά τό ίδιο θάτανε, αλλά.. λέμε τώρα…
Σύμφωνα μέ τούς νόμους τών φυσικών, μαθηματικών, επιστημόνων, τεχνοκρατών, πτυχιούχων καί περισπούσδαστων σπουδαρχήδηδων επαϊόντων καί τών δεδομένων μάζα, όγκος, βάρος, δύναμη κρούσης, δράσης, αντίδρασης, θερμοκρασία, ένταση, πνοή καί κατεύθυνση ανέμου, χαμηλά βαρομετρικά, μήκος αγκαθιών, χαίτης καί νυχοποδαριών, και άλλα τέτοια ξιππασμένα καί σπουδαγμένα, ο σκαντζόχοιρος έπρεπε να πεταχτεί μακριά, πολύ μακριά 12,68 όλάκερα μέτρα, αλλά έκαμε μόνον 3,55 μέτρα ακριβώς! Τα υπόλοιπα τά έκαμε καί τά κάμνει ακόμα περισσότερα τρέχοντας καί γρυλίζοντας ενδόμυχα καί εκδικητικά ο Λιόνταρος, ο δυνατός ο βασηλιάς, κούτσα – κούτσα παλιμπυγηδόν!!!
Τελικό γενικό Ηθικόν Δίδαγμα: όπου οι Νόμοι της Φύσης λειτουργούν, οι όποιοι αφύσικοι καί ανήθικοι Νόμοι τής σοφίας καί αφασίας τών μυαλών τών (υπ)ανθρώπων, αυτοκαταργούνται.-
Καί ζήσαν αυτοί οι κίναιδοι χειρότερα κι εμείς καλύτερα!
Ω Α