Η αναδρομική έκθεση στο Tate Modern δείχνει πόσο επηρέασαν οι γυναίκες
τον γνωστό ζωγράφο. Ο ίδιος συνήθιζε να
λέει «καταλαβαίνεις πως είσαι ζωντανός όταν αρχίσεις πραγματικά να ζεις». Μόνο
που ο φημισμένος ζωγράφος, Αμεντέο Μοντιλιάνι, το έκανε με έναν εξτρεμιστικό
τρόπο.
Καταραμένος εκ φύσεως και ιδιοσυγκρασίας, έφτασε στο σημείο να γίνει ο
εκλεκτός βασανιστής του εαυτού του. Για όλους τους υπόλοιπους ήταν ένας θρύλος
- σκοτεινός το δίχως άλλο. Το «τρομερό παιδί» του μοντερνισμού ήταν ένας
καταραμένος με το σημάδι στο μέτωπο.
Εθίστηκε σε πλείστες όσες ουσίες. Πέρασε από τη στενωπό του αλκοόλ, των
ναρκωτικών και των ψυχότροπων. Ακόμη και το πάθος του για τις γυναίκες
περισσότερο ομοίαζε με μια εμμονή που δεν μπορούσε να ξεδιψάσει με τίποτα, για το πάθος ενός επαγγελματία ερωτιδέα. Το αποτέλεσμα ήταν να αφαιρέσει πολύ
νωρίς το λάδι από το καντήλι του και να πεθάνει σε ηλικία μόλις 35 ετών
χτυπημένος από τη φυματίωση.
Καλυμμένος από αχλή μυστηρίου, δεν κατάφερε ποτέ να γίνει γνωστός στους
συγκαιρινούς του όσο ζούσε. Κατάφερε να οργανώσει μόλις μια έκθεση (!). Τώρα,
όμως, κάμποσα χρόνια από το θάνατό του, η θέση του στην Ιστορία της Τέχνης
είναι καταγεγραμμένη και τα έργα του πωλούνται έναντι σεβαστών ποσών στους
πλειστηριασμούς.
Ωστόσο, όλη αυτή η μυθολογία που τον περιβάλλει απομακρύνει πολλούς
μελετητές του έργου από σημαντικές αλήθειες: μεταξύ αυτών, ο κεντρικός ρόλος
που έπαιξαν οι ερωμένες του στη διαμόρφωση του έργου του. Παρά το γεγονός ότι
οι σχέσεις του με το άλλο φύλο ήταν ταραχώδεις, η επιρροή που άσκησαν οι
συγκεκριμένες γυναίκες στο έργο του διαφαίνονται με έκτυπο τρόπο.
Η αναδρομική έκθεση που οργανώνει η γκαλερί Tate Modern στοχεύει να
αποκαταστήσει αυτή την ανισορροπία ανάμεσα σε όσα γνωρίζουμε για τον Μοντιλιάνι
και όσα δεν μπορούσαμε να υποθέσουμε. Η ματιά των επιμελητών είναι
συγκεκριμένη: μέσα από τρεις ταλαντούχες γυναίκες που συνέπλευσαν μαζί του, ο
θεατής μπορεί να δει πόσο του έδωσαν το έναυσμα να προχωρήσει την τέχνη
του.
Άννα Αχμάτοβα
Η σχέση του με την ρωσίδα ποιήτρια ήταν καθοριστική. Βέβαια, το να
ξεκινήσει κανείς μια σχέση τη στιγμή που βρίσκεται σε ταξίδι του μέλιτος μπορεί
να φαίνεται εξωφρενικό. Όχι, όμως, για τους μποέμ του Μονπαρνάς. Η Αχμάτοβα
ήταν μια επιβλητική φιγούρα: ψηλή, με σκούρα μαλλιά και με μιαν κομψότητα που
θάμπωνε. Όταν έφτασε στο Παρίσι το 1910 έκλεψε την καρδιά του 24χρονου τότε
Μοντιλιάνι.
Madam Pompadour, 1915Courtesy of The Art
Institute of Chicago and Tate Modern
Τη στιγμή που ο πλούσιος σύζυγός της ζούσε αμέριμνος, η Αχμάτοβα έκανε
μακρινούς περιπάτους με τον Μοντιλιάνι με τον τελευταίο να την ωθεί ολοένα και
περισσότερο προς την ποίηση. Η αιφνίδια επιστροφή της Αχμάτοβα στην Αγία
Πετρούπολη θα αφήνει τον νεαρό Αμεντέο με μια ανεπούλωτη πληγή στην καρδιά. Ένα
χρόνο μετά επιστρέφει ξανά στο Παρίσι και ξαναβρίσκει το νήμα του έρωτα με τον
Μοντιλιάνι. Φευ, όμως, δεν ήταν γραφτό να ευοδωθεί ο δεσμός τους. Εκείνη
επέστρεψε για πάντα στη Ρωσία κι εκείνος, ολότελα τσακισμένος πλέον, καταλήγει
να παίρνει φάρμακα για να νικήσει την κατάθλιψή του.
Η μοίρα της Αχμάτοβα, ομοίως, δεν θα είναι καλύτερη. Ο πρώτος άνδρας της θα εκτελεστεί από τα όργανα του Στάλιν, ο γιος της θα φυλακιστεί και ο δεύτερος
σύζυγός της θα σταλεί στην κόλαση των γκουλάγκ. Η ίδια αντιμετώπισε πάμπολλες
διώξεις από το σοβιετικό καθεστώς και η ποίησή της άνθισε μέσα σε λογής
απαγορεύσεις, έως τη στιγμή που έλαβε τη θέση που δικαιούνταν στην παγκόσμια
λογοτεχνία.
Μπεατρίς Χάστινγκς
Beatrice
Hastings 1915-Courtesy of Tate Modern
Όταν η Μπεατρίς Χάστινγκς συνάντησε τον Μοντιλιάνι στο Café La Rotonde στο Mονπαρνάς, σημείωσε στο ημερολόγιό της: «Κάθισα απέναντι του. Χασίς
και κονιάκ. Καθόλου εντυπωσιασμένη. Δεν ήξερα ποιος ήταν. Φαινόταν άσχημος,
άγριος, άπληστος».
Δεν ήταν η πιο ελπιδοφόρα πρώτη εντύπωση - αλλά ήταν μια συνάντηση που
θα μεταμόρφωνε τις ζωές και των δύο τους. Ήδη από τα 30 του, ο Μοντιλιάνι είχε
πάψει να είναι παραγωγικός. Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και ναρκωτικών και η
αδυναμία του να πουλήσει τα έργα του, τον οδήγησαν σε ένα αδιέξοδο.
Η Χάστινγκς, πέντε χρόνια μεγαλύτερή του, ένιωσε το θάλπος του μυστηρίου
του και την τράβηξε η μποέμικη ζωή του. Αλλά κι εκείνος ένιωσε θαμπωμένος από
την ανεξαρτησία και την εξυπνάδα της.
Η Χάστιγνκς, από πολύ μικρή έδειξε πως ήταν ένα ιδιαίτερο παιδί.
Μετανάστευσε στη Ν. Αφρική από πολύ νωρίς. Ωστόσο, χρειάστηκε να επιστρέψει
πίσω στη Βρετανία λόγω του δύσκολου χαρακτήρα της. Εκεί, κατάφερε να αναπτύξει
όλα τα ταλέντα της: έγινε εκλεκτή πιανίστρια, τραγουδίστρια και ποιήτρια.
Επίσης, τάχθηκε υπέρ του αγώνα του σοσιαλιστών και των δικαιωμάτων ψήφου για
τις γυναίκες.
Ήταν προφανές πως η σχέση με τον Μοντιλιάνι ήταν μια φωτιά. Και οι δύο
τους ήταν τόσο διάπυροι από τη φύση τους που δεν θα μπορούσαν να δημιουργήσουν
μια συμβατική σχέση. Χώρισαν όταν η Χάστινγκς αποφάσισε να βρει μια πιο σταθερή
σχέση (πειραματίστηκε και με τα δύο φύλλα), αλλά απογοητευμένη από τη δημόσια
υποτίμηση των ταλέντων της οδηγήθηκε στην αυτοκτονία.
Το 2004, ο Στέφεν Γκρέι γράφει τη βιογραφία της Χάστινγκς και ουσιαστικά
φωτίζει αυτές τις κρυφές πτυχές και αποδεικνύει πως η σχέση της με τον
Μοντιλιάνι ήταν καθοριστική και για τους δύο.
Ζαν Χεμπουτέρν
Jeanne Hébuterne Seated, 1918
Το 1917, ο Μοντιλιάνι κολυμπούσε ήδη στα βαθιά ερέβη του εθισμού.
Αρκετοί μελετητές διαφωνούν ως προς τις αιτίες. Άλλοι λένε πως η συμπεριφορά
του επηρεάστηκε αρκετά από τη φυματίωση και την αγωγή που έπαιρνε. Το σίγουρο
είναι ότι τα πράγματα στη ζωή του άρχισαν να παίρνουν καταστροφική στροφή.
Η Ζαν Χεμπουτέρν είδε στο πρόσωπό του κάτι εντελώς όμορφο και παράξενο:
η ίδια ήταν νέα, λεπταίσθητη και συνεσταλμένη, προερχόμενη από μια καθολική
οικογένεια. Κι όμως, κατάφερε να του κλέψει την καρδιά και να αποτελέσει την
κεντρική φιγούρα των έργων του στην τελευταία περίοδο του βίου του. Απέκτησαν
μια κόρη και κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου έφυγαν άρον άρον για τη Νις
και το Cagnes-sur-Mer, εκεί η Ζαν έμεινε ξανά έγκυος. Η Ζαν συνέχισε να
ζωγραφίζει χωρίς μεγάλες φιλοδοξίες, ενώ ο Μοντιλιάνι εισχωρούσε ολοένα και
περισσότερο στις μανίες του.
Blue Eyes (Portrait of Madame Jeanne Hébuterne) 1917
|
Οι γονείς της δεν ήθελαν αυτό το γάμο, και, μάλλον, όχι άδικα: ο
Μοντιλιάνι πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Γυρνούσε κάθε βράδυ τους δρόμους
ολότελα μεθυσμένος, ενώ η φυματίωση άρχισε να τον τσακίζει. Τελικά, πέθανε
νωρίς κάτι που οδήγησε την Ζαν στην τρέλα. Αυτοκτόνησε παίρνοντας μαζί και το
αγέννητο παιδί τους.
Με πληροφορίες από το anothermag.com
Φίλε μου σου εύχομαι χαρούμενες γιορτές και η καινούρια χρονιά να σε βρει να κάνεις θαύματα στην τέχνη και στη γνώση.
ΑπάντησηΔιαγραφήγ.κ.
Καλέ μου φίλε Γιώργο σε ευχαριστώ πάρα πολύ για τις εγκάρδιες ευχές σου! Εύχομαι και σε εσένα ευλογημένα Χριστούγεννα και κάθε καλό!
Διαγραφή