ο Καθηγητής Φιλολογίας
του Πανεπιστημίου Αθηνών,
Μέλος του Ε.Ε.Π. του Ιδρύματος
κ. Καρυδάς Ι. Σ. Γρηγόριος
«Αχ,
όλα έπρεπε να΄ρθουν καθώς ήρθαν!
Οι
ελπίδες και τα ρόδα να μαδήσουν.
Βαρκούλες
να μου φύγουνε τα χρόνια,
να
μου φύγουνε να σβήσουν...»
Ποίημα,
«Μόνο»
«...Έμποροι
και κονσόρτσια κι Εβραίοι,
είναι
πολλά του αιώνα μας τα χρέη,
πολλές
οι αμαρτίες, που θα διαβάσουν οι γενεές,
όταν
σε παρομοιάσουν με το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ»
Ποίημα,
«Στο άγημα της Ελευθερίας».
Ο Μέγας Ποιητής, ο Μόνος, ο
Παντέρημος, ο δικός μας Καρυωτάκης γεννήθηκε το 1896 στην Τρίπολη Αρκαδίας και
κατέληξε αυτόχειρας στην Πρέβεζα το 1928. Γράμματα γνώριζε πολλά και καλά μια
και είχε σπουδάσει Νομικά στον «εν Αθήνηση Καποδιστριακό Παν/μιο». Εξαιρετικά
μοναχικός, αυτοπυροβολήθηκε σε ηλικία 32 ετών μη αντέχοντας το πνιγηρό,
κοινωνικό περιβάλλον της εποχής του Μεσοπολέμου. Η ματαιότητα της ζωής, η
απελπισία και τα συναισθήματα μειονεξίας που ένιωθε τον έκαναν σμπαράλια, όμοια
κόλαση η ζωή του, βασανισμένη που έβρισκε ευτυχώς παρηγοριά στη ζωγραφική και
στην ποίηση, ποίηση όμως γεμάτη από απόγνωση, άγχος και θλίψη ενός τραγωδού,
όχι μόνον των δικών του δεινών αλλά και των καημών του απαξάπαντος κόσμου.
Ο υπερευαίσθητος αυτός Νέος ανήκε
στην ομάδα των κολασμένων, των καταραμένων ποιητών, των πνιγμένων σε αδιέξοδα
ψυχής και μαύρες φαντασιώσεις. Πρόγονοι των Μπίτνικ οι παρακάτω δημιουργοί: Κων/νος Χρηστομάνος (1867-1911), Μαρία Πολυδούρη (1902-1930), Ναπολέων Λαπαθιώτης (1888-1944), Έντγκαρ Άλαν Πόε (1809-1849), Αρθούρος Ρεμπώ (1854-1891), Στεφάν
Μαλλαρμέ (1842-1898), Κώστας
Ταχτσής (1927-1988), Κατερίνα
Γώγου (1940-1993), Δημοσθένης
Βουτυράς (1827-1958), Νίκος
Νικολαϊδης (1884-1950), Δημήτρης
Παπαρρηγόπουλος (1843-1873), Σπύρος
Βασιλειάδης (1845-1874), Ντόλης
Νίκβας (1903-1937) κ.α., όχι πολλοί με πρώτο και κορυφαίο τον Κ.
Καρυωτάκη, έκαναν τέχνη υψηλή την μη κοινωνική προσαρμοστικότητά τους.
Αιρετικός, εραστής της παραίτησης και της Ουτοπίας καταγγέλλει ο Ποιητής μαζί
με άλλους ομοτέχνούς του τις καθιερωμένες αξίες των αστών, πολεμά με μόνο όπλο
του τη γραφή, τις κοινωνικές, ηθικές και αισθητικές απόψεις και αντιλήψεις της
«άδικης τάξης», δηλ. μάχεται τους συντηρητικούς, τους τακτοποιημένους, τους
«ήσυχους» πολίτες, τους υποταγμένους στο κοινωνικό σύστημα που ξεδιάντροπα, εδώ
και αιώνες τώρα κυριαρχεί και καταπιέζει τους Λαούς.
Εικ. 2-3: Ο Κ. Καρυωτάκης με φίλους |
Παρόλα αυτά τα πονήματά του είναι
εξόχως αριστουργηματικά. Μέσα από τον ολοφάνερο εγωκεντρισμό του, έριχνε
πότε-πότε και μια ματιά, γεμάτη συμπόνια στα προβλήματα του κόσμου. Η
ειλικρίνεια και η πηγαιότητα των έργων του αποδεσμευμένη από παραδοσιακές
φόρμες ποίησης, χαρακτηρίζεται από απλότητα και αμεσότητα π.χ «Ελεγεία». Ένας
εμφανής σπαραγμός και μια αθεράπευτη μηδενιστική διάθεση εκφράζουν τον ψυχικό
αλλά και σωματικό πόνο του δημιουργού που πασχίζει να΄ βρει στη ζωή κάτι πιο
πνευματώδες και ουσιαστικό. Για αυτό: « Ω! Κι αν δεν ήταν η βαθιά λύπη στο
σώμα, ω!, κι αν δεν ήταν στην ψυχή ο πραγματικός πόνος μας για να μας λέει ότι
υπάρχουμε ακόμα».
Η σαρκαστική του διάθεση χτυπά όλους
και ταρακουνά με απέλπιδα γραφή «τα γύναια και το μαστροπό λαό» του Ρώμου Φιλύρα (1888-1942). Τα ποιήματα
που κληροδότησε στην Ελληνική Γραμματεία «ο μελαγχολικός δανδής» της Πρέβεζας
χαρακτηρίζονται ως μαρτυρίες που εμπεριέχουν χαρίσματα και ανθρώπινο πόνο και
άσκησαν και ασκούν περισσότερο στις μέρες μας μεγάλη επίδραση στους Νέους
εργάτες του λόγου, όχι μόνο της εποχής του αλλά κυρίως της εποχής μας, ένας
αντεξουσιαστής υπήρξε ένας αντικομφορμιστής που αγαπούσε τους περιθωριακούς,
τους Λούμπεν, τους Προλετάριους...
Στη «Σταδιοδρομία» λέγει ο ποιητής:
«θηρεύοντας πράγματα αιώνια, θ΄ αφήσω να φύγουν τα χρόνια, θα φύγουν και
θα΄ναι η καρδιά μου σα ρόδο που επάτησα χάμου» κι ακόμα: «πληρώνω για
όσους καθώς εγώ δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό στη ζωή τους, έμεναν πάντα έρμαιοι
των δισταγμών τους κι εθεώρησαν την ύπαρξή τους παιχνίδι χωρίς ουσία. Σ΄ αυτούς
απευθύνομαι».
Σπουδαίοι στίχοι του Ποιητή είναι
και οι παρακάτω: «Τι νέοι που φτάσαμε εδώ, όταν απομακρύνθηκεν ο τελευταίος
μας φίλος, ήρθαμε αγάλι, σέρνοντας την αιώνια πληγή». Και συνεχίζει αλλού:
«Ήταν η ζωή τους λένε τραγωδία, θεέ μου το φριχτό γέλιο των ανθρώπων, τα
δάκρυα, ο ίδρως, η νοσταλγία των ουρανών, η ερημία των τόπων». Ακόμη πιο
απελπισμένος φανερώνεται ο ποιητής μέσα από τους ακόλουθους στίχους: «Νέοι,
που μας άφησεν εδώ μια νύχτα, σ΄ένα βράχο, το πλοίο που τώρα χάνεται στου
απείρου την καρδιά, χάνεται και ρωτιόμαστε, τι να΄χουμε, τι να΄ χω, που
σβήνουμε όλοι, φεύγουμ΄ έτσι νέοι, σχεδόν παιδιά». Πιστεύουμε κλείνοντας το
άρθρο αυτό, ότι οι στίχοι του Κ.
Παπαρρηγόπουλου εκφράζουν τον ποιητή απόλυτα: «Εις μάτην επεζήτησα παντού
την ευτυχίαν, δεν εύρον, ει μη στεναγμόν και πόνον και πικρίαν».
Στο Παρίσι το 1928 |
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Πολίτης Λίνος, Ποιητική
Ανθολογία, Γαλαξίας. Αθήνα. 1967
2. Αυγέρης, Ρώτας, Σταύρου,
Παπαϊωάννου, Η Ελληνική Ποίηση, Παρθενών, Αθήνα. 1977
3. Βιογραφικό Λεξικό, Αφοί
Παγουλάτοι
4. Βιογραφίες Ελλήνων Λογοτεχνών, Εκδόσεις Πέλλα.
5. Π. Στρουμπούκη, Βιογραφίες
ποιητών και πεζογράφων, Παιδικός Λόγος, Αθήνα. 1977
6. Νέα Δομή, Δομή, Αθήνα. 1996
Κυκλοφορούν τα «Άπαντα» του Κ. Καρυωτάκη που αποτελούνται από τρεις (3) τόμους. Τα «Νηπενθή», «Ελεγεία» και «Σάτυρες» κ.α. Έγκυρη έκδοση με σπουδαία φιλολογική επιμέλεια θεωρείται εκείνη του Γ. Π. Σαββίδη, τομ. 1-2, Αθήνα. 1965-1966, Εκδόσεις Ερμής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου