Γερ. Γερολυμάτος:"Ο άνθρωπος-Χαμαιλέων"- 2009 |
Του Γεράσιμου Γ.
Γερολυμάτου
Ζωγράφου
Μια κοινωνία ανθρώπων
για να μπορεί να υπάρξει, έχει την ανάγκη να διέπεται από κανόνες και νόμους,
αλλιώς μετατρέπεται σε αγέλη πρωτευόντων ζώων, όπου η εξουσία γίνεται λάφυρο στα
χέρια του δυνατού και ο αδύναμος μεταβάλλεται σε λεία του. Η δύναμη της
Δημοκρατίας βασίζεται στους πολλούς, που συμβαίνει να είναι οι ανίσχυροι, αφού
η οικονομία της φύσης επιτρέπει μόνο σε λίγους ισχυρούς να υπάρχουν, ώστε να
διατηρείται μια ισορροπία και για να μην αυτοκαταστρέφεται η κοινωνία δια των ανεξέλεγκτων
ανταγωνισμών.
Η Δημοκρατία, είναι μια
άγνωστη έννοια στη φύση, καθώς πουθενά δεν υπάρχει ισότητα. Στο φυσικό
γίγνεσθαι, ισχύει η αριστοτελική άποψη της Τελεολογίας, περί της επιβίωσης μόνο
των καταλληλότερων και των πιο ικανών μορφών ενός είδους. Δηλαδή των πιο
ισχυρών μελών του. Αυτό προτάσσει η κυνικότητα της φύσης, αλλά ταυτόχρονα, αυτό
είναι, που αμφισβήτησε και ο νους του Έλληνα. Για να αλλάξει, λοιπόν, τη φυσική
νομοτέλεια, που διέπει τις ισχυρές αρχές των πρωτόγονων μορφών διακυβέρνησης,
χρησιμοποίησε τον πολιτισμό του και εφηύρε την Δημοκρατία. Για αυτό το λόγο,
άλλωστε, η Αριστοκρατία, η Τυραννία και η Ολιγαρχία, που ήταν αρχαιότερες,
αντιστάθηκαν στη Δημοκρατία, υποστηρίζοντας το φυσικό δικαίωμα των ισχυρών
γενών στη νομή της εξουσίας. Στη Δημοκρατία, η φυσική ανισότητα μεταξύ των
μελών της κοινωνίας αντικαταστάθηκε από την πολιτκή ισότητα, ενώ ο ισχυρός
περιορίστηκε μέσα στα πλαίσια που του επιτρέπουν οι νόμοι της και η πολιτική
αξία της ψήφου κατέστησε τον πρώτο, ίσο με τον έσχατο.
Όπως η θέσπιση των
νόμων και των δικαστηρίων, έπειτα από την αρχική περίοδο της αυτοδικίας, υπήρξαν
καρποί του πολιτισμού και της αλλαγής των ηθών, που μάλιστα αποδώθηκαν στην
Αθηνά, έτσι και η εφαρμογή της Δημοκρατίας, που είναι ένα κυβερνητικό σύστημα
διαφορετικών απόψεων, και όχι μια κομματική ιδεολογία, είναι προϊόν του ανθρώπινου
πνεύματος και του πολιτισμού. Μια υπέροχη αντινομία μέσα στην ηθική αδιαφορία
της φύσης. Η Δημοκρατία ακολούθησε την ίδρυση της πόλης, όπως και η έννοια του
πολίτη, που είναι ο λειτουργός της.
Ο Φασισμός από την άλλη,
είναι μια καθαρά φυσική μορφή αντίληψης της ιεραρχίας, που κανείς δεν την
ανακάλυψε, αφού ήταν σύμφυτη με την αρχική ακατέργαστη ανθρώπινη φύση, και όπου
η επιβολή της ισχύος ματαιώνει τη δύναμη της πειθούς, αφού δεν θέτει ως
προϋπόθεση το διάλογο. Η κατά κοινή ομολογία έφεση του Φασισμού προς την φυσική
δύναμη και την ρώμη, αντανακλά αυτή ακριβώς την αντίληψη περί της φυσικής
ιεραρχίας και τα μέσα για την κατάκτηση της. Στη σημερινή του μορφή αποτελεί
μια επεξεργασμένη πλέον μεταφορά στο πλαίσιο μιας ακραίας πολιτικής ιδεολογίας.
Οι νόμοι και η
Δημοκρατία, συμπεραίνουμε πως σχετίζονται στενά μεταξύ τους, με το σκοπό να
περιορίσουν την ισχύ των λίγων, χάριν των συμφερόντων των πολλών. Έτσι, εκ
θέσεως, οι ισχυροί αντιπαθούν τους νόμους και την Δημοκρατία, διότι αυτά
δημιουργήθηκαν για την προστασία των αδύναμων από την πλεονεξία τους και ενάντια
στα συμφέροντα τους. Άρα, οι ισχυροί, έχουν κάθε λόγο να υπονομεύουν την
Δημοκρατία και τους θεσμούς της και να προσπαθούν να υπερβούν τους νόμους που
θέτουν εμπόδια και τους περιορίζουν. Στην πιο έξυπνη εκδοχή της, σήμερα, αυτή η
φυσική τάση των ισχυρών, υπαγορεύει την ύπαρξη μιας φαινομενικής Δημοκρατίας,
που κρατά μόνο τα προσχήματα, χωρίς την ουσία, ενώ ταυτόχρονα ασκεί την
τιμωρητική ισχύ των νόμων προς τους αδύναμους, εφόσον οι ισχυροί μπορούν
ατιμώρητα να τους παρακάμπτουν. Έτσι, είναι όλοι ευχαριστημένοι. Ο λαός, επειδή
νομίζει πως έχει μια Δημοκρατία και οι ισχυροί, επειδή γνωρίζουν, πως αυτή απλά
δεν υπάρχει.
Η ατιμωρησία, είναι
σύμπτωμα της ανομίας και απόδειξη της δημοκρατικής δυσλειτουργίας. Η
αυστηρότητα των νόμων εξαντλείται στους φτωχοδιάβολους, την ίδια στιγμή, που
τεράστιες παρανομίες συγκαλύπτονται υποκριτικά και μένουν ατιμώρητες από τη
συνωμοσία της συνενοχής. Δεν τίθεται, όμως, θέμα ποσοτικής ή και ποιοτικής
διαφοράς της παράνομης πράξης, αλλά μπαίνει ζήτημα ηθικής δεοντολογίας, σε ό,τι
αφορά την ισότητα απέναντι στους νόμους. Η Δημοκρατία αυτοκαταργείται, καθώς ο
βασικός πυλώνας της ισονομίας καταρρέει, εξαιτίας της μεροληψίας, της
σκοπιμότητας και του αριβισμού. Το γεγονός, ότι αυτή η κατάσταση επιβάλλεται εκ
των άνω, είναι, νομίζω ικανό από μόνο του στο να μας διαφωτίσει για το είδος
και για την ποιότητα της Δημοκρατίας μας.
Το να πιάσει κανείς
τον σαλτιμπάγκο καταχραστή από το αυτί και να τον καθίσει στο σκαμνί, αποτελεί
δικαίωση του κοινωνικού συστήματος και προσφέρει υπηρεσία στην Δημοκρατία, αφού
υπερασπίζεται το κύρος της και ικανοποιεί το περί δικαίου λαϊκό αίσθημα. Και
αυτό δεν είναι λαϊκισμός, όπως έχουν συμφέρον κάποιοι να ισχυρίζονται, κάθε
φορά που πάει να ξεκινήσει σοβαρή συζήτηση, για την τιμωρία όσων μας έφεραν
μέχρι εδώ. Αυτό, λέγεται απονομή δικαιοσύνης. Η προοπτική μιας επερχόμενης τιμωρίας,
προκαλεί ανησυχία σε αρκετούς, όπως είναι φυσικό. Μεγαλύτερη, όμως, ακόμη
ανησυχία, θα πρέπει να προκαλεί σε όλους τους άλλους, η διαφαινόμενη πρόθεση
των ταγών, να συγκαλύψουν τα ανομήματα εναντίον ημών των πολλών, όλων εκείνων
που τα διέπραξαν.
Η μέθοδος για αυτό,
είναι απλή. Ονομάζεται διάχυση των ευθυνών σε όσους το δυνατόν περισσότερους,
εκτός του ίδιου του υπαιτίου- Η αμυντική τακτική της μεταφοράς της ευθύνης σε
κάποιον τρίτο, που πρώτοι χρησιμοποίησαν οι Πρωτόπλαστοι, είναι τόσο
δικαιολογημένα φυσική, που ακόμη και ένας μαθητής του Δημοτικού σχολείου, γνωρίζει
να την εφαρμόζει από ένστικτο. Όταν η θυμωμένη δασκάλα ζητά να τον τιμωρήσει
για κάποια αταξία του, εκείνος αρχίζει να κλαίει και να ισχυρίζεται ότι δεν
φταίει μόνο ο ίδιος, αλλά πως φταίνε ο Γιωργάκης, ο Κωστάκης, ο Νικολάκης και η
Αννούλα. Αυτοί, όλοι το αρνούνται, αλλά ο Γιαννάκης επιμένει πως δε φταίει μόνο
αυτός και στο τέλος η δασκάλα, που δε μπορεί να βγάλει άκρη, μπερδεύεται και
επειδή δε θέλει να τιμωρήσει και κάποιον αθώο μαζί με τον αληθινά ένοχο,
παραιτείται, καθώς το κουδούνι χτυπάει και αυτόματα η «αταξία» παραγράφεται.
Την ίδια παλιά, αλλά
δοκιμασμένη μέθοδο, χρησιμοποίησε και ο ευφυολόγος, λάτρης της ατάκας, σπανίως
πετυχημένων, βέβαια, εκτός αυτής, κ. Θ. Πάγκαλος, όταν μας είπε με κάθε
σοβαρότητα, πως «Μαζί τα φάγαμε!». Με τον τρόπο αυτό πρόβαλλε τη «συνενοχή»,
πίσω από την οποία θα ήθελε να καλυφθεί ο οποιοσδήποτε ένοχος, που πιάστηκε με
το δάχτυλο στο μέλι. Είναι σα να μας λέει, «Ε, αφού τα φάγαμε μαζί, τι ψάχνετε
τώρα;» ’Όμως, έτσι, εμμέσως, πλην σαφώς, παραδέχεται, μεν, ότι κάτι «φάγαμε»,
και πως υπάρχουν υπαίτιοι για παράνομες πράξεις και άρα έργο για τους
Εισαγγελείς. Διότι πράγματι κάποιοι «έφαγαν»! Αλλά, προς θεού! Δεν φταίνε μόνο
οι κυβερνώντες θησαυροφύλακες, μας λέει, φταίνε και οι κυβερνώμενοι!
Φταίνε πρώτα οι
εργαζόμενοι, επειδή δέχθηκαν μια νόμιμη αύξηση στο μισθό της εργασίας τους,
στις συντάξεις τους, στα προνοιακά τους επιδόματα. Φταίνε έπειτα οι δημόσιοι
υπάλληλοι και οι συμβασιούχοι, που διορίστηκαν, ώστε να μπορεί να εκλέγεται ο
κάθε πολιτικός και το συνάφι του, ανταλλάσσοντας έδρες με θέσεις εργασίας. Η
αμαρτία τους, είναι, ότι στην πλεινότητα διορίστηκαν με πολιτικό μέσο και όχι
το ότι εργάζονται σε μια θέση προσφοράς, χτυπώντας καθημερινά κάρτα και δεν
αναφέρομαι στους υπαλλήλους φαντάσματα, παιδιά του συστήματος. Φταίνε προπάντων
και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, που σαν πιστά αντίγραφα του αναξιόπιστου
κράτους, αποκρύπτουν εισοδήματα και φοροδιαφεύγουν από βίτσιο και όχι για να μη
τους ξεσκίσει το αρπακτικό κράτος, που έχει καταντήσει να γίνει συνέταιρος
τους, όπως και οι ιδιοκτήτες των ακινήτων, που έχουν μετατραπεί πλέον σε
ενοικιαστές των σπιτιών τους, όπου το κράτος τους κάνει τη χάρη και τους αφήνει
ακόμη να μένουν! Ευτυχώς, δηλαδή, που
έχουμε καπιταλισμό και όχι κομμουνισμό και δε θα μας πάρει τα σπίτια! Πόσο
χιούμορ, αλήθεια, διαθέτει η ζωή!
’Ολοι αυτοί φταίνε, λοιπόν,
διότι δεν αντιστάθηκαν στα γλυκά τραγούδια των τραπεζικών Σειρηνών. Φταίνε,
επειδή δεν αρνήθηκαν την αύξηση του μισθού τους, αλλά και επειδή δέχθηκαν να
γίνουν «συνδαιτημόνες» στο μεγάλο φαγοπότι της δικομματικής παρέας που μας
κυβέρνησε επί 40 χρόνια. Φταίνε, επειδή, όταν οι άλλοι έτρωγαν αστακούς και
φουά-γκρα, αυτοί γλένταγαν με σαρδέλες και με γόπες. Φταίνε, γιατί, ενώ ανησυχούσαν
για τον λογαριασμό, πίστευαν αυτούς που τους διαβεβαίωναν πως «Λεφτά
υπάρχουν!». Και όταν, στο τέλος, ήρθε η «λυπητερή», αυτοί που έφαγαν τους
αστακούς και πήραν και για το σπίτι, είπαν σε εκείνους που έφαγαν τις σαρδέλες:
«Μαζί τα φάγαμε και άρα θα πληρώσουμε όλοι ρεφενέ». Φταίνε, λοιπόν, οι ανόητοι,
που έφαγαν τις σαρδέλες, διότι έδωσαν τη δικαιολογία της συνενοχής στους
παλιανθρώπους.
Και μη νομίσετε, ότι
είναι εύκολο πράγμα να είναι κανείς επιτυχημένος παλιάνθρωπος. Λάθος! Οι
περισσότεροι καθημερινοί μικρο-παλιάνθρωποι, δεν ξεπερνούν ποτέ τα μίζερα
κράσπεδα της απλής κακίας. Η Παλιανθρωπιά, όμως, με το Π κεφαλαίο; Ω, η
Παλιανθρωπιά με το Π κεφαλαίο, είναι ολόκληρη επιστήμη! Τέχνη θα έλεγα, που
απαιτεί ταλέντο, θέλει να έχει κανείς φαντασία, θράσος και τσαμπουκά. Δεν
κάνουν όλοι για αυτό. Οι μικρο-παλιάνθρωποι αργά ή γρήγορα καταλήγουν στην
φυλακή, αλλά οι Παλιάνθρωποι μπορούν να κάνουν μέχρι και κηρύγματα πολιτικής ηθικής.
Μπορούν να εκλέγονται ξανά και ξανά και να σε βάζουν να πληρώνεις στο τέλος και
τους αστακούς τους, νοιώθοντας τύψεις που στην αρχή διαμαρτυρήθηκες!
Καταλαβαίνετε, λοιπόν, την ποιοτική διαφορά της Παλιανθρωπιάς και την υπεροχή
της, απέναντι στην άτεχνη κακία. Είναι θα λέγαμε, η έντεχνη πλευρά της
φαυλότητας, που στις ημέρες μας τείνει, δυστυχώς, να ταυτιστεί με την άσκηση της
«υψηλής» πολιτικής.
Όπως και αν το δει
κανείς, το όλο πράγμα απαιτεί δεξιοτεχνία και επαγγελματισμό. Στην Ελλάδα δύο
πράγματα μισούνται πολύ. Οι προδότες και οι μονοφαγάδες. ’Ετσι, ο κάθε επίδοξος
καταχραστής του δημόσιου χρήματος, ακολουθεί μια απαράβατη αρχή, που τον προστατεύει
από το να πάει στη φυλακή. Και αυτή δεν είναι άλλη, από τη δημιουργία πολλών
συνενόχων και το μοίρασμα των κλοπιμαίων, δίχως ποτέ, να απαρνιέται ο ίδιος τη
μερίδα του λέοντος. Οι μικροσυνένοχοι, όταν αποκαλύπτεται το σκάνδαλο,
προκειμένου να προστατεύσουν ο καθένας τον εαυτό του, δημιουργούν τελικά ένα
πυκνό πλέγμα προστασίας γύρω από εκείνον. Ακόμη και αν μερικοί από αυτούς
ατυχήσουν, σαν τα πιόνια στο σκάκι που θυσιάζονται για το βασιλιά τους, ο πολιτικός
αυτουργός παραμένει ατσαλάκωτος.
Όταν δίνει κάποιος
κάτω από το τραπέζι 1000 € σε αρκετούς φτωχοδιάβολους, τη στιγμή που αυτός
καταχράται 1.000.000.000 €, αποκτά το δικαίωμα να επικαλείται το χαρτί της
συνενοχής και να φωνάζει πως δεν τα έφαγε μόνος! Αυτό θα πει ευφυϊα! Οι άλλοι
είναι απλά ανθρωπάκια, ανάξια λόγου, αλλά αυτός είναι Ο Παλιάνθρωπος! Αυτοί
μπορούν να πάνε στην φυλακή, αλλά αυτός μπορεί να προσκληθεί στο Χάρβαρντ, για
να δίνει διαλέξεις για τον τρόπο που μπορούν να αδειάσουν τα ταμεία μιας χώρας,
δίχως τον κίνδυνο της τιμωρίας. Με αυτό
τον τρόπο κατέστησαν «συνένοχους» δέκα εκατομμύρια Ελλήνων! Με αυτή την
ισοπεδωτική λογική, καλούνται οι κάτοικοι της πτωχής, ορεινής Παρνασίδος, να
πληρώσουν τους αστακούς και τις πισίνες των γκλαμουράτων νεοτσίπηδων της
Μυκόνου! Με αυτό το σχετικοκρατικό σκεπτικό, δε θα πρέπει να τιμωρηθεί κανένας,
επειδή φταίνε όλοι! Με αυτήν τη σοφιστική εξίσωση, το 1.000.000.000 €, ισούται
με τα 1.000!
Δε μπορώ να το δεχθώ!
Αν εσείς μπορείτε, τότε δεχτείτε το! Ταυτόχρονα, όμως, θα πρέπει να αποδεχθείτε
και το βέβαιο γεγονός, ότι η χώρα θα συνεχίσει να βολοδέρνει στα κύματα, έρμαιο
των καιρών και των περιστάσεων. Ότι, με μαθηματική βεβαιότητα, σε δέκα χρόνια,
θα είμαστε πάλι αντιμέτωποι με ένα νέο οικονομικό γιουρούσι. Εκείνος, που
αδρανεί να δώσει λύσεις στα σημερινά του προβλήματα καταλήγει να καταποντισθεί
από αυτά. Το ξέρετε και το ξέρω, ότι έτσι θα συμβεί, αν και αυτή τη φορά δεν
λειτουργήσουν η Δικαιοσύνη και οι θεσμοί της Δημοκρατίας. Είναι, σα να βλέπω
από τώρα τους Παλιανθρώπους του τότε, να μας λένε πάλι με κυνισμό και ειρωνεία:
«Όλοι μαζί τα φάγαμε! Αλλά, αφού τότε δεν μας τιμωρήσατε, καλά να πάθετε!»
Έτσι ακριβώς φίλε ....
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ ωραίο άρθρο. Συγχαρητήρια!