Tης Θεοδώρας Κουφοπούλου-Ηλιοπούλου
Όπως το διαβάζετε κι
όπως το ακούτε, αγαπητές φίλες και φίλοι, «Coiffure Marlen» έγραφε η πινακίδα κομμωτηρίου πατριώτισσάς μας. Πριν αρκετό καιρό,
ήμουν προσκεκλημένη σε κάποια εκδήλωση. Ίδιον των γυναικών ο καλλωπισμός.
Βρέθηκα, λοιπόν, στο κομμωτήριο «Coiffure Marlen». Μοντέρνος
εξοπλισμός, μουσική στη διαπασών που δεν την άντεχες, μήτε την καταλάβαινες ως
ξενόφερτη. Να σου και η χαριτωμένη κοκκινομάλλα δεσποινίς Μαρλέν. Μάρω την
φώναζαν στο χωριό της, Μαρία το βαφτιστικό της.
- Δεν μου λέτε,
δεσποινίς, (ο πληθυντικός μου έκφραση ευγένειας κι ας είμαι κατά πολύ
μεγαλύτερή της), γιατί τέτοια πινακίδα;
-Μα, κυρία μου, έτσι
πρέπει να΄ναι. «Χτυπητή», να κάνει «μπάμ» στο μάτι και στο αυτί, έτσι θα «τραβάω»
περισσότερη πελατεία.
-Μπά! σκέφτηκα και
σηκώθηκαν οι τρίχες της κεφαλής μου.
-Έχω την εντύπωση,
καλή μου, της είπα μελιστάλαχτα μη και την θυμώσω, εάν έβαζες στην πινακίδα το
βαφτιστικό σου, είτε «Η καλή δουλειά» ή «Κομμώσεις
η Ελληνίδα» βρε αδελφέ, περισσότερη πελατεία θα «τραβούσες» και τιμή για
την πατρίδα μας θα είναι, αφού τις ρίζες μας κρατάμε και την ταυτότητά μας,
μιας και οι καιροί χαλεποί - βοούν - και φοβούμαι - προφήτισσα να μην βγω -
μειονότητα πως θα γενούμε.
Αλήθεια, διάβασες,
άκουσες, Μαρλέν, τι υπέροχη υποδοχή έκαναν στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μας στο
ελληνόφωνο χωριό Μαρτάνο της Ιταλίας; Θεέ μου, τι υπέροχη διάλεκτος η Greco στην λεβεντομάνα Κρήτη σε φέρνει. «Κρατάμε
μέσα μας την Ελλάδα» είπαν οι κάτοικοι «και
δεν θέλουμε να χαθεί η γλώσσα μας». Ξέρεις, αγαπητή Μαρία, πότε χάνεται η
γλώσσα; Όταν χαθούν οι αξίες των ανθρώπων που την μιλάνε.
Άκουσε και το άλλο:
Στη Στερνατία, ένας φοιτητής πανεπιστημίου, που σπουδάζει την ελληνική
φιλοσοφία, είπε μιλώντας απταίστως ελληνικά και με πάθος: «Πρέπει να διαφυλάξουμε την διάλεκτό μας!!!» Πόσο συγκινείσαι να τ΄ακούς. Εμείς οι νεοέλληνες, γέννημα
και θρέμμα τούτης της χώρας, με τέτοια κληρονομιά, τι κάνουμε; Βάζω στοίχημα,
εάν αλλάξεις την πινακίδα, περισσότερη πελατεία θα «τραβάς» καθώς λες.
Χαμογέλασε, γέλασε
ξεκαρδιστικά, με χτένισε κι έφυγα.
Μετά από λίγους μήνες
ξαναπήγα να χτενιστώ…Πήγα, λοιπόν, πουθενά
η Μαρλέν. Έψαξα με τα μάτια μου γύρω τριγύρω, τίποτα. Τι έγινε, ρωτάω,
πού, πώς, πότε, γιατί;
«Δεν είχε δουλειά κι έκλεισε το «μαγαζί», μου είπε ο φούρναρης που ήταν δίπλα.
Αχ, Μαρλέν, Μάρω στο
χωριό και Μαρία το βαφτιστικό, όπου και να βρίσκεσαι, μάθε πως η καλή δουλειά
πελατεία «τραβά».
Φεύγοντας, ένα δάκρυ κύλησε από τα μάτια μου. Ένα δάκρυ,
που έχασε την δουλίτσα της η Μαρλέν, ένα δάκρυ λύπης για την κατακαημένη Ελλάδα
μας, που δεν της αποδίδουμε τον πρέποντα σεβασμό σ΄ό,τι περικλείει και σ΄ό,σα
ακτινοβολεί.
Εσείς, τι λέτε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου