Του Ελπιδοφόρου Ιντζέμπελη
Δάσκαλου-Συγγραφέα
Το 1931 τυπώθηκε στην Αθήνα μια ολιγοσέλιδη ποιητική συλλογή
με τον τίτλο «Στροφή». Από την πρώτη
του συλλογή ο Γ. Σεφέρης σηματοδότησε μια ρήξη με τον εγωκεντρικό αρνητισμό που
κυριαρχούσε στην ποίηση της προηγούμενης δεκαετίας( Καρυωτακισμός) και
προσπάθησε να οραματισθεί ένα ανοιχτό ποιητικό σύμπαν.
Ο ποιητής παραμερίζει τα κείμενα που διαβάζει και σταματά
για πολλή ώρα σε μια λέξη, σε μια φράση που θα γίνουν η αφετηρία μιας βαθειάς
σκέψης και ίσως ακόμη ένας από τους σταθμούς της ποιητικής του συνείδησης. Η
Ιλιάδα, η Οδύσσεια, ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής, ο Ευρυπίδης, ο Πλάτων, ο Ηρόδοτος,
ο Ησίοδος, ο Πίνδαρος είναι τα βιβλία που έχει κάτω από το προσκεφάλι του. Η
γλώσσα που μιλάει είναι δύσκολη, είναι όμως καθαρή και έχεις την εντύπωση πως ο
ποιητής πετυχαίνει την καίρια έκφραση που δεν μπορεί να ειπωθεί αλλιώς. (1)
Ο Σεφέρης εφάρμοσε τη μαθητεία του στη δική μας
ανθρωπογεωγραφία. Μισός ανατολή και μισός δύση, σωστός Έλληνας. Δεν έχουμε
δεύτερο παράδειγμα Έλληνα ποιητή τόσο εξωτερικά αδιάσπαστου και σχεδόν εξαρχής
προσηλωμένου στην αυστηρή δομή της ποιητικής του, που μετά τα πρώτα
εξαγγελτήρια βήματά της (Στροφή, Στέρνα)
προχωράει σαν τον αρχαίο χορό, στην πλακόστρωτη ορχήστρα, αποφεύγοντας κάθε
έμφαση, κάθε τι ικανό να βάλει σε κίνδυνο την ισορροπία του σκηνικού χώρου.
Τα βασικά χαρακτηριστικά της ποίησής του δίνουν μια ποίηση
ελληνική, ριζωμένη στο χώμα της Ελλάδας που τον γέννησε. Η Ελλάδα του Σεφέρη
δεν έχει τη φανταχτερή λαμπρότητα μιας θεώρησης εξωτερικής, αλλά μιας
συνείδησης, γεμάτης βάρος και ευθύνη αδιαίρετη στο χρόνο, στον τόπο και στο
ανθρώπινο στοιχείο:
«Με τα΄αρχαία μνημεία και τη σύγχρονη θλίψη» (Από το βασιλιά της
Ασίνης). «Η Ελλάδα είναι μια διαρκής
διαδικασία…Η Ελλάδα μας δίνει τη δύναμη για το καλύτερο ή το χειρότερο,
οτιδήποτε είναι στη ζωή και δεν έχει εκπνεύσει ακόμη. Αυτό είναι ένα γεγονός»
(2)
Στις τρεις συλλογές του «Γυμνοπαιδεία»
(1936), «Τετράδιο Γυμνασμάτων» (1940)
και «Ημερολόγιο καταστρώματος Α΄»
(1940), περιέχονται μερικά από τα γνωστότερα ποιήματά του με το θέμα της
τραυματικής σχέσης με την παράδοση το οποίο επαναλαμβάνεται σε διάφορες
παραλλαγές και συνοψίζεται στον πιο περιώνυμο, ίσως στίχο του ποιητή «Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει»
από ένα ποίημα του 1936 στη συλλογή Τετράδιο Γυμνασμάτων.
Κοιτάζει τα πράγματα όχι από τη σκοπιά του Ελλαδίτη, αλλά
του Έλληνα που έγινε πολίτης της οικουμένης. Έχουμε μια σύγχρονη ενσάρκωση του
Οδυσσέα κι αυτός είναι ίσως ένας λόγος που ο ποιητής δανείζεται την
προσωπικότητα του ομηρικού ήρωα:
«πιστεύω σε δυο-τρεις ιδέες που προχωρούν, και τώρα ακόμη ύστερ΄από
χιλιάδες χρόνια σ΄αυτή τη γλώσσα. Γι΄αυτές τις δυο-τρεις ιδέες που πρέπει να
ζήσουν εδώ, και μονάχα εδώ θα μπορούσαν να ζήσουν, καθώς τις σκέφτομαι, υπομένω
αυτή την αθλιότητα ». (3)
Ο πόνος του Γ. Σεφέρη ήταν βαθύς και δίκοπος. Πόνος για την
ενότητα του έθνους, πόνος για την ενότητα της γλώσσας. (4) Η συντριβή της Μ.
Ασίας πέρα από το διάχυτο αίσθημα του καταποντισμού που προκάλεσε, σήμαινε για
τον Γ. Σεφέρη την οριστική απώλεια της ιδιαίτερης πατρίδας του κάτι που έπρεπε
να απωθηθεί μαζί με τους μύθους, την αρχαιότητα και ότι άλλο είχε χαθεί.
Εάν φυλλομετρήσει κάποιος τις Μέρες, τα πολιτικά ημερολόγια
ή την αλληλογραφία του θα αντιληφθεί ποιές ήταν οι κρίσεις του για τους Έλληνες
διανοούμενους, για τους πολιτικούς, όπως τους γνώρισε σαν διπλωμάτης. Οι
χαρακτηρισμοί του είναι ανεπάρκεια, επιπολαιότητα, ασυνειδησία, έλλειψη
σοβαρότητας, επαρχιωτισμός, ραγιαδισμός, διασυρμός κάθε ανθρώπινης αξίας.
Αντίθετα συμπαθεί τους λαϊκούς ανθρώπους.
Στην απονομή του βραβείου Νόμπελ ποίησης |
Το ζήτημα της Ελληνικότητας κυριάρχησε στην εποχή του,
επηρέασε τη γενιά του και συνέβαλε στη διαμόρφωση της ποίησής του. Η ανάδειξη
όμως και η προβολή μιας θεωρίας για τον Ελληνισμό δεν είναι φυσικά στοιχεία
μόνο της σεφερικής ποίησης. Η έννοια του Ελληνισμού διακρίνεται και στο έργο
του Σολωμού, του Κάλβου, του Παλαμά και του Σικελιανού. (5)
Ενώ όμως οι συνομήλικοί του ζητούσαν στο ταξίδι την απόδραση
από την καθημερινότητα και από τον πνιγηρό αέρα της ελληνικής ατμόσφαιρας, ο
ίδιος κατάφερε να γράψει για τον καημό της Ρωμιοσύνης που δεν περιορίζεται στη
νοσταλγία, αλλά περικλείει και τον πόνο για όσα βασανίζουν την πατρίδα. Τις
εμπειρίες του τις καταθέτει στο «Ημερολόγιο
Καταστρώματος» και στο «Μυθιστόρημα».
«Ο τόπος μας είναι
κλειστός, όλο βουνά που έχουν σκεπή το χαμηλό ουρανό μέρα και νύχτα, δεν έχουμε
ποτάμια, δεν έχουμε πηγές, μονάχα λίγες στέρνες, άδειες κι αυτές που ηχούν και
που τις προσκυνούμε».
Η δραματική οικονομία και η συγκινησιακή φορά η ομιλούσα,
απορροφημένη στο μονόλογό της που άλλοτε προσφέρεται και άλλοτε μένει μέσα στο
πρόσωπο δεν είναι υποχρεωμένη να πληροφορεί για όλα, να εξηγεί. Οι συνειρμοί
μένουν ασύνδετοι, ανυπότακτοι στη λογική τάξη. (6) Ο Γ. Σεφέρης ήταν ένας
εξόριστος που έχασε «τα τιμιώτατα»
που αποτελούσαν τον κόσμο του. Από τότε πήρε τη συνείδηση του χώρου ότι θα
είναι αναγκασμένος να ζει μελετώντας τα ερείπεια του Ελληνικού Πολιτισμού.
Δεν βλέπει μόνο την Ελλάδα με όλη τη γνώση που μάζεψε
ταξιδεύοντας στο μεγάλο κόσμο, βλέπει επίσης το δράμα της οικουμένης με τα
μέτρα και τον τρόπο του Ελληνισμού- ή αλλιώς, του ανθρωπισμού, όπως του
επέτρεψε να τον αισθανθεί και να τον εκφράσει η ελληνική γλώσσα, η ελληνική
παράδοση, ο ελληνικός κόσμος. (7)
Το βλέμμα του Σεφέρη, καθαρά ελληνικό αποκτά μια ευρωπαϊκή
ευρύτητα είναι ένας Έλληνας του κόσμου. (8) Αυτός ο ποιητής με την πλατιά και
κριτικά διυλισμένη πανευρωπαϊκή, αρχαιοελληνική και νεοελληνική λογοτεχνική
μόρφωση και καλλιέργεια, έμεινε ταυτοχρόνως και ένας Έλληνας λαϊκός τεχνίτης,
με την καλύτερη σημασία του όρου. (9)
«Η συμβολή του Σεφέρη
στη νεοελληνική γραμματολογία είναι διπλή: Αυτό που είπε και ο τρόπος που βρήκε
να το ειπεί. Χρειάστηκε να μεταφέρει και να ανακατασκευάσει με τα δικά μας
παραδοσιακά δεδομένα μια καινούργια ποιητική. Τόσο αξιοθαύμαστη νομίζω πως
κανείς άλλος δεν τα κατάφερε». (10)
Το έργο του Γ. Σεφέρη είναι από τα κορυφαία γιατί μας
γνώρισε το ρόλο της παράδοσης στο σύγχρονο Ελληνισμό, δημιουργώντας μια
καθαρότητα γλωσσικού αισθήματος που έτσι ζυγιασμένη και θετική μόνο στα
δημοτικά τραγούδια, στο Σολωμό και στο Μακρυγιάννη τη συναντάμε.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Πολίτης Γ. (1991) Ιστορία της
Νεοελληνικής Λογοτεχνίας- σ.287, ΜΙΕΤ
2.
E. Keeley and G. Seferis (2000) Greece is a
continous Process. Περιοδικό Hellenic Quarterly, σ.4. Απόσπασμα από τη δίγλωσση
Ελληνοαγγλική έκδοση, A conversation with G.Seferis, Athens :Agra Publications, 1982.
3. Σεφέρης Γ. (1934), Σεφέρης Μέρες
Γ΄(16 Απρίλη 1934 -14 Δεκέμβρη 1940), Ίκαρος 1977.
4. Κωνσταντέλλου Λ. (2000). Το
μεταφραστικό έργο του Γ. Σεφέρη, σ.18. Περιοδικό Προσανατολισμοί, τεύχος 11.
5. Κουδούνης Θ. (2000). Ο Ελληνισμός
του Γ. Σεφέρη, σ. 26, περιοδικό Ομπρέλα, τεύχος 50
6. Vitti
M.
(1987). Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, σ.401, εκδόσεις Οδυσσέας.
7. Κιουρτσάκης Γ. (1999). Γ.
Σεφέρης. Το όραμα του Ελληνισμού στη ζωή και στο έργο του, σ.449, από το βιβλίο
''Εισαγωγή στην ποίηση του Σεφέρη'' Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης.
8. Βρεττάκος Ν. (1989). Η Στροφή και
η θέση του Σεφέρη,σ.53, απ΄λο το βιβλίο ''Για τον Σεφέρη-Τιμητικό Αφιέρωμα στα
τριάντα χρόνια της Στροφής'', Εκδόσεις Νεφέλη.
9. Καραντώνης Α. (1972). Στοχασμοί
την ώρα του θανάτου, σ.1544, περιοδικό ΕΣΤΙΑ.
10. Βρεττάκος Ν. (1989). Οπου σ. 55.
11. Αυγέρης Μ. (1989). Η ποίηση του
Σεφέρη, σ. 35, απ΄ το βιβλίο ''Για τον Σεφέρη - Τιμητικό Αφιέρωμα στα τριάντα
χρόνια της Στροφής'', εκδόσεις Νεφέλη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου