ΠΡΟΣΩΠΑ

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΤΥΜΒΟΥ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΓΕΡ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΑΡΘΡΑ-ΔΟΚΙΜΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗ ΔΥΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ. ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 12ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 13ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ-ΜΕΛΕΤΗ- Γ. Γ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΛΟΓΟΤΡΟΠΙΟ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ-ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΜΥΘΟΙ & ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΝΕΑ ΤΑΞΗ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ Ο ΚΥΝΙΚΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟ 1821 ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΑΧΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΙ ΠΟΙΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ-ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΗΡΩΙΚΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΤΟΥ 1821 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΤΕΧΝΕΣ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗς ΑΦΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΕΧΝΗ-ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΦΩΤΟΘΗΚΗ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΤΕΧΝΙΚΕΣ

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2016

Ο Ολλανδός ζωγράφος, Frans Hals- (1580-1666)

Γράφτηκε από την  Κατερίνα Ρουμπέκα
Ο Φρανς Χαλς ήταν Ολλανδός ζωγράφος, με ιδιαίτερη επίδοση στην προσωπογραφία, (Αμβέρσα 1580 - Χάρλεμ 1666). Γεννήθηκε στην Αμβέρσα και μαθήτευσε γύρω στα 1600, στο εργαστήριο του Βαν Μάντερ. Οι γονείς του έφυγαν από τη νότια Ολλανδία επειδή ήταν διαμαρτυρόμενοι και εγκαταστάθηκαν στην πλούσια ολλανδική πόλη Χάρλεμ.


Αυτοπροσωπογραφία του Φρανς Χαλς

Ήταν σχεδόν, αποκλειστικά προσωπογράφος, δημιουργός ομαδικών προσωπογραφιών, που αποτελούσαν τυπικό χαρακτηριστικό της νέας διαμαρτυρόμενης και αστικής ολλανδικής δημοκρατίας, καθώς και μεμονωμένων προσωπογραφιών, που είναι περισσότερες και παρουσιάζουν κατά κανόνα τις μορφές στραμμένες προς τον θεατή κατά τα τρία τέταρτα. Τα πρώτα έργα του Χαλς, χρονολογούμενα γύρω στο 1610, φανερώνουν με το σίγουρο και ελεύθερο σχέδιό τους, τους δεσμούς του με την παράδοση των μανιεριστών του Χάρλεμ, Κάρελ Βαν Μάντερ, Χέντρικ Γκόλτσιους, Κορνέλις Κορνέλις, αλλά και μια νέα, δυνατή ρεαλιστική όραση, που με την πάροδο του καιρού θα καταλήξει στη διαμόρφωση μιας τεχνοτροπίας απαλλαγμένης από τον μανιερισμό και εκφραζόμενης με μια πραγματικά καινούργια γλώσσα. Στις πρώιμες επιδόσεις του, όπως «Τοξότες του Αγίου Γεωργίου», 1616, ο καλλιτέχνης εμφανίζει μια εκπληκτική νεωτεριστική δεξιοτεχνία, ως προς την οργάνωση των μορφών στο χώρο. Παντρεύτηκε δύο φορές, απέκτησε οχτώ παιδιά και για κάποια περίοδο της ζωής του χάρηκε τη διασημότητα.
 

Προσωπογραφία της Σάρας Άντριεσντρ Χέσσιξ, 1626


Στη δεκαετία 1630-1640, ο Χαλς είχε κατακτήσει την αστική κοινωνία του Χάρλεμ. Διατηρούσε σχέσεις με εξέχοντες καλλιτέχνες της εποχής του, όπως τον Βαν Ντάυκ και για ένα διάστημα μετά το 1637, εγκαταστάθηκε στο Άμστερνταμ.

Συμπόσιο των αξιωματικών του Λόχου της πολιτοφυλακής του Αγίου Γεωργίου, το 1616

Στον πίνακα του «Συμπόσιο των αξιωματικών του Λόχου της πολιτοφυλακής του Αγίου Γεωργίου», το 1616, ο καλλιτέχνης δείχνει τη λάμψη και την πρωτοτυπία με την οποία προσέγγιζε την δουλειά. Οι πολίτες των περήφανων ανεξάρτητων πόλεων των Κάτω Χωρών, έπρεπε να υπηρετούν με τη σειρά στην πολιτοφυλακή, συνήθως υπό τις διαταγές ευπορότερων κατοίκων. Ήταν συνήθεια στην πόλη Χάρλεμ να τιμούν τους αξιωματικούς αυτών των μονάδων, όταν τελείωναν την θητεία τους, με ένα πλουσιοπάροχο συμπόσιο και είχε γίνει παράδοση να αποθανατίζουν αυτό το ευχάριστο γεγονός σε έναν μεγάλο πίνακα. Ο Χαλς εξέφρασε το πνεύμα του φαιδρού περιστατικού και την απόδοση ζωής σε μια τέτοια τελετουργική ομάδα χωρίς να παραβλέψει τον σκοπό του. Να δείξει δηλαδή τους δώδεκα παρευρισκόμενους τόσο πειστικά ώστε να αισθανόμαστε ότι τους έχουμε γνωρίσει. Από τον εύσωμο συνταγματάρχη, που κάθεται στην κορυφή του τραπεζιού και σηκώνει το ποτήρι του, ως το νεαρό σημαιοφόρο στην αντίθετη άκρη, που δεν του δώσανε κάθισμα, αλλά κοιτάζει περήφανα προς το μέρος μας, σαν να θέλει να θαυμάσουμε την ωραία του στολή.
 

Ένα ζευγάρι, 1621

Ο Φρανς Χαλς άρχισε την ανεξάρτητη δραστηριότητα του σαν καλλιτέχνης μάλλον αργά και ο πίνακας «Ένα ζευγάρι», είναι εκτελεσμένος το 1621. Οι εικονιζόμενες μορφές είναι ο Φρανς Μάσσα και η γυναίκα του Βεατρίκη βαν ντερ Λάεν. Τα εφέ του υπαίθρου δείχνουν το ενδιαφέρον του καλλιτέχνη για το στυλ του Τερμπρούχεν και του Χόντχορστ. Ενώ η αρχιτεκτονική, ο κήπος και οι μορφές στο βάθος, δείχνουν την επίδραση των μανιεριστών του Χάρλεμ.
 

Ο εύθυμος πότης, 1630

Οι ηθογραφικοί πίνακες του Χαλς ανήκουν στο πρώτο ήμισυ της σταδιοδρομίας του έως το 1635. Αυτά τα πορτραίτα γλεντοκόπων, ηθοποιών και μουσικών, σε φυσικό μέγεθος, που γελούν κα μας κλείνουν το μάτι, είναι εμπνευσμένα από τους λεγόμενους μανιεριστές της Ουτρέχτης. Τα που διαλέγει φαίνονται καμωμένα για το στυλ του και στα χέρια του ξαναζούν με μια ζωντάνια. Στον πίνακα «Ο εύθυμος πότης», 1630, παρατηρούμε την προτίμηση του καλλιτέχνη για τους ελαφρούς τόνους και το πώς χρησιμοποιεί μια πλατιά, έντονα χρωματισμένη περιοχή, για μια απροσδόκητη αντίθεση. Οι πυκνές, απότομες, συνοπτικές πινελιές, δίνουν στις μορφές και στα αντικείμενα που προσδιορίζουν, μια εντύπωση συνεχούς κινήσεως.
 

Η Τσιγγάνα, 1630

«Η Τσιγγάνα», 1630, είναι από τις πιο χαρούμενες φιγούρες του οικείου, λαϊκού και αστικού κόσμου που ζωντανεύει ο Χαλς μέσα σε μια σειρά από πορτραίτα χαρακτήρων. Ο καλλιτέχνης την έχει ζωγραφίσει με τα νεωτεριστικά του τεχνικά μέσα. Η πινελιά του άλλοτε παχιά, άλλοτε πλατιά, ορμητική συνάμα και ρευστή, παρουσιάζει μεγάλη ελεγχόμενη ποικιλία. Το φως, καθαρό και άμεσο, φωτίζει κατά μέτωπο την εικόνα, που γεννιέται από την αρμονία ή την αντίθεση των χρωμάτων. Για αυτό κάθε πινελιά είναι ταυτόχρονα ύλη, φως και κίνηση. Αληθινή και αυθόρμητη, η κοπέλα στρέφεται χαμογελαστή προς τον θεατή, με μια αμεσότητα που αναβρύζει από την ίδια την ζωή.
 

Πορτραίτο ηλικιωμένης κυρίας, 1633

Στο «Πορτραίτο ηλικιωμένης κυρίας», 1633, η σύνθεση των χρωμάτων είναι πιο σαφής. Οι δύο τόνοι του φόντου και του φορέματος, δίνει την αίσθηση ότι προβάλλουν τα χέρια και το κεφάλι με μια επιβλητική ζωντάνια. Πάνω από τον κύκλο του κολάρου, το κεφάλι, κλεισμένο στη σφαιρική καλύπτρα, είναι ένα υπόδειγμα στυλ. Η ηλικιωμένη κυρία, που η τόσο ζωντανή φυσιογνωμία της προκαλεί τη συμπάθεια, φαίνεται να αρχίζει ένα χαρούμενο διάλογο με τους απογόνους και μας επιτρέπει να κατανοήσουμε την εκφραστική του Χαλς.
 

Ο Pieter van den Broecke, 1633

Το πορτραίτο του «Ο Pieter van den Broecke», 1633, μοιάζει σχεδόν με φωτογραφία. Ένας γνήσιος έμπορος, τυχοδιώκτης, του 17ου αιώνα. Δίνει την εντύπωση, πως ο ζωγράφος έπιασε μια χαρακτηριστική στιγμή του μοντέλου και την αποτύπωσε, για πάντα στον μουσαμά. Παρακολουθούμε το γρήγορο και επιδέξιο πινέλο του καλλιτέχνη, να δημιουργεί από το τίποτα, την εικόνα ανακατεμένων μαλλιών ή ένα τσαλακωμένο μανίκι, με μερικέ ανοιχτές ή σκούρες πινελιές. Εκείνο που στην αρχή μοιάζει πως έγινε κατά τύχη και πέτυχε, είναι ουσιαστικά αποτέλεσμα μιας προσεχτικά σχεδιασμένης εντύπωσης. Όπως και άλλοι ζωγράφοι του Μπαρόκ, έτσι και ο Χαλς, ήξερε να δημιουργεί την εντύπωση της ισορροπίας χωρίς φαινομενικά να ακολουθεί κανέναν κανόνα.
 

Προσωπογραφία του Νίκολας Χάσσελερ, 1630-1633

Στην «Προσωπογραφία του Νίκολας Χάσσελερ», 1630-1633, ο εικονιζόμενος που ήταν δήμαρχος του Άμστερνταμ, πέθανε το 1635 σε ηλικία 43 ετών και το πορτραίτο αυτό ζωγραφίστηκε μεταξύ 1630 και 1635. Ένα ρωμαλέο στοιχείο στο πορτραίτο είναι η πλατιά κίνηση του χεριού και δένεται, περνώντας από τον μεγάλο δαντελένιο γιακά, με το δυνατό αυτό κεφάλι το ζωγραφισμένο σε τρία τέταρτα. Το πρόσωπο είναι από τα εντονότερα χαρακτηρισμένα ανάμεσα σε όλα τα πορτραίτα του καλλιτέχνη. Η έκφραση κάπως επίσημη, δίνει την εντύπωση ότι το πρόσωπο που εικονίζεται έχει επίγνωση της θέσεως του. είναι πιο «ποζάτη» από εκείνες που συναντάμε στις διάφορες ομαδικές προσωπογραφίες. Την επισημότητα ελαφρύνει ένα απροσδόκητα ανθρώπινο χαρακτηριστικό, τα βαθιά σκιασμένα μάτια.



Ο Χαλς δεν έμεινε ανεπηρέαστος από τον Ρούμπενς, αλλά η αναμφισβήτητη ζωτικότητά του και η ανθρώπινη απλότητα των έργων του, που έχουν εντελώς απομακρυνθεί από την ουμανιστική παράδοση και από κάθε θρησκευτική, κοινωνική και ηθική επίδραση, απέχουν πολύ από το αυλικό και εξιδανικευμένο ύφος του Φλαμανδού ζωγράφου. Διεισδυτικός παρατηρητής, τολμηρός χειριστής του χρώματος, απεικόνισε με οίστρο και με εκφραστική δύναμη, με πάθος άγνωστο ως τότε στην ολλανδική τέχνη, μορφές που τοποθετούνται αβίαστα στην αιώνια πινακοθήκη των ανθρώπινων τύπων.
 

Οι αντιβασιλείς, 1641

Από το 1640, η τεχνοτροπία του Χαλς, πάντα τολμηρή και ουσιαστική, γίνεται πιο αυστηρή, τείνει σχεδόν προς τη μονοχρωμία και καταλήγει σε μια εσωτερική διάσταση πιο συγκεντρωμένη και βαθιά. Το αποκορύφωμα της εξέλιξης αυτής, στην οποία φαίνεται ότι επέδρασε ο Ρέμπραντ, σημειώνεται στα τελευταία έργα του καλλιτέχνη, όπως η «Προσωπογραφία ενός ανδρός με το καπέλο στραβά» και στα αριστουργήματά του, «Οι αντιβασιλείς» και «Οι Κυρίες του Συμβουλίου του Γηροκομείου» το 1644. Ο Χαλς, ενώ ήταν φημισμένος τουλάχιστον κατά το πρώτο ήμισυ της σταδιοδρομίας του, αγνοήθηκε σχεδόν τελείως έως τον 19ο αιώνα, ώσπου ο Κουρμπέ, ο Ντελακρουά, ο Μανέ και ο Βαν Γκογκ, ανακάλυψαν σε αυτόν τις μακρινές ρίζες μιας εκπληκτικά μοντέρνας ευαισθησίας και τον χαρακτήρισαν κορυφαίο και επαναστατικό καλλιτέχνη.

Σε βαθιά γηρατειά και ύστερα από άτακτη ζωή, ο καλλιτέχνης πέθανε στο Χάρλεμ το 1666, πάμφτωχος σε ένα νοσοκομείο της γενέτειράς του, αλλά η δυνατή τέχνη του κέρδισε το γέρας της αιωνιότητας.
 

Η Ομάδα του Λοχαγού Reynier Reael και του Υπολοχαγού Michielsz Blaeuw, 1633-1637

Ο πίνακας «Η Ομάδα του Λοχαγού Reynier Reael και του Υπολοχαγού Michielsz Blaeuw», 1633-1637, παραγγέλθηκε το 1633. Δόθηκε στον Pieter Codde για να τον συμπληρώσει και εκείνος δούλεψε πάνω σε μερικές από τις μορφές, δεξιά. Είναι από τις πιο επίσημες προσωπογραφίες, τυπικές της ολλανδικής ζωγραφικής του 17ου αιώνα και η περιφημότερη μαζί με το «Συμπόσιο των αξιωματικών του Λόχου της πολιτοφυλακής του Αγίου Γεωργίου». Η διαδοχή των μορφών αποκτά ισορροπία χάρη στην επανάληψη ορισμένων χειρονομιών και στάσεων. Αυτό ενισχύεται από τη σταθερή σχέση ανάμεσα στις μορφές του πρώτου πλάνου, με τα χέρια πάνω στους μηρούς και τους αγκώνες τεντωμένους προς τα έξω και στις μορφές που βρίσκονται πιο πίσω και προσδιορίζουν το βάθος του χώρου.

Πρόκειται για ένα τυπικό ομαδικό πορτραίτο, που ανήκει σε μια παράδοση τελετουργικής προσωπογραφίας και ο καλλιτέχνης έχει δώσει δραματικότητα στην κάθε μορφή. Το κάθε άτομο είναι ένα ξεχωριστό πορτραίτο, απόλυτα χαρακτηρισμένο, αλλά τοποθετημένο κατά μέρος, σε μια επίσημη πόζα. Το γενικό πνεύμα της συνθέσεως και το εσωτερικό ύφος της προσδιορίζει η ελαφρά ειρωνική αντίληψη αυτής της επισημότητας. Οι μορφές αποκτούν την ταυτότητά τους, κατά μεγάλο μέρος, χάρη στη λαμπρότητα της φορεσιάς τους. Σε αυτή τη μεγαλοπρέπεια και την επίδειξη προσαρμόζουν τις πόζες και τις εκφράσεις τους. Ο καθένας φαίνεται να αναγνωρίζει τον εαυτό του μέσα σε αυτήν την επίσημη προσωπικότητά του και πρέπει να πάρει μια στάση ανάλογη με τη σημασία της θέσεώς του. οι πανοραμικές διαστάσεις του πίνακα και οι φυσικού μεγέθους μορφές σημαίνουν ότι η πρόθεση του καλλιτέχνη ήταν ψευδαισθητική, πράγμα που τονιζόταν από τη θέση όπου ο πίνακας ήταν τοποθετημένος. Με τον τρόπο αυτό, η πομπικότητα γινόταν τελετουργική και οι απεικονιζόμενοι ήταν περισσότερο ανθρώπινες παρουσίες μέσα στο πλαίσιο όπου ο ζωγράφος τις αποθανάτισε, παρά πολιτικοί ή στρατιωτικοί αξιωματούχοι.
 

Πορτραίτο του Λουκά ντε Κλέρκ, 1635

Είναι γνωστό ότι ο Φρανς Χαλς υπήρξε κυρίως ένας μεγάλος προσωπογράφος. Τα χρόνια μεταξύ 1630 και 1640, θεωρούνται η λαμπρότερη περίοδος στο στυλ του καλλιτέχνη. Αυτή την εποχή ανέπτυξε έναν τύπο προσωπογραφίας που παρέμεινε σταθερός στην τέχνη του. Στα «Πορτραίτο του Λουκά ντε Κλερκ» και «Πορτραίτο της Φάυντσε βαν Στένκιστε», 1635, παρατηρούμε στο ζεύγος, τα έντονα μονόχρωμα εφέ που αντικατέστησαν τη φωτεινή ανοιχτόχρωμη παλέτα που τόνιζε την κίνηση στην έκφραση των προσώπων. Τα κοστούμια είναι σκοτεινόχρωμα, που ήταν στην μόδα εκείνη την εποχή στην Ολλανδία. Οι μορφές είναι πιο συγκρατημένες στην πόζα τους, έχουν όμως ζωντάνια που είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της τέχνης του Χαλς.

Πορτραίτο της Φάυντσε βαν Στένκιστε, 1635


Πορτραίτο της Maritge Voogt Claesdr, 1639

Ο πίνακας το «Πορτραίτο της Maritge Voogt Claesdr», χρονολογείται το 1639, όταν ο Χαλς είχε αρχίσει να τονίζει την αντίθεση ανάμεσα στη φωτεινότητα του προσώπου και στις μονόχρωμες αρμονίες του φόντου και της φορεσιάς, στις προσωπογραφίες του. Η πόζα της ηλικιωμένης γυναίκας είναι υποδειγματική. Σταθερά καθισμένη στην πολυθρόνα της, κλείνεται μέσα στο ατσαλάκωτο φόρεμά της, παρουσιάζοντας στο φως μόνο το κεφάλι και τα χέρια. Το αριστερό της χέρι πιάνεται από το μπράτσο της πολυθρόνας, ενώ το δεξί κρατά μια Βίβλο, σαν να θέλει να διαδηλώσει την πίστη της. Στις προσωπογραφίες του ο καλλιτέχνης, έδειχνε το ίδιο συναισθηματικό βάρος σε κάθε περιγραφική λεπτομέρεια. Σε αυτήν την προσωπογραφία για λόγους αρμονίας με όλα τα άλλα στοιχεία της συνθέσεως, το κεφάλι, προβάλλει απομονωμένο μέσα από τον άσπρο κολλαριστό γιακά και τη γεωμετρική κόμμωση. Τα μάτια κοιτάζουν μακριά και το στόμα, αν και μισοχαμογελά, έχει μια σταθερότητα.
 

Πορτραίτο αξιωματικού, 1635-1638

Το «Πορτραίτο αξιωματικού», που εκτελέστηκε το 1635-1638, ανήκει στα αριστουργήματα του Χαλς. Τα πληθωρικά και χαρούμενα χρώματα των πινάκων της πενταετίας 1630-1635, έχουν δώσει τη θέση τους σε μια χρωματική κλίμακα που τη χαρακτηρίζει η τέλεια αρμονία ανάμεσα στις διάφορες αποχρώσεις του χρυσού, ένα είδος μονοχρωμίας που συχνά αποδόθηκε στην επίδραση του Ρέμπραντ. Η γοργή, κεφάτη εκτέλεση πλάθει μια σύνθεση της στιγμής. Η αυθόρμητη, χωρίς γυρίσματα πινελιά ανήκει σε έναν καλλιτέχνη που ζωγραφίζει απευθείας πάνω στο μουσαμά, δίχως προκαταρκτικά σχέδια. Έτσι το ψυχολογικό και συναισθηματικό πορτραίτο βρίσκει αμέσως το ύφος του.
 

Προσωπογραφία του Βίλλεμ Κρους 1662-1666

Η μικρή αυτή «Προσωπογραφία του Βίλλεμ Κρους», 1662-1666, σε μέγεθος προτομής, είναι ακίνητη στην κατά μέτωπο συμμετρία της και το πρόσωπο έχει ένα συνηθισμένο καλόγνωμο ύφος και μια κοινότυπη έκφραση. Η υποβλητική δύναμη της πινελιάς, που είναι πλατιά, ρέουσα, διαποτισμένη με χρώμα και φως και συναρπαστικά μοντέρνα, ξεχωρίζει στο πορτραίτο. Φανερή είναι η εκρηκτική ζωντάνια, του καλλιτέχνη που γνωρίζει, πώς να θυμίζει τόσα πολλά πάνω σε ένα πρόσωπο, πέρα από τα φυσικά χαρακτηριστικά του και την έκφραση. Δημιουργεί μια πραγματικότητα που προχωρεί πέρα από το εικονιζόμενο άτομο και πέρα από την ιστορική στιγμή και τις κοινωνικές και γεωγραφικές καταστάσεις, για να αποκτήσει μια υψηλότερη ανθρώπινη αξία.

Βιβλιογραφία:

- E.H. Gombrich, 1998, «Το χρονικό της Τέχνης», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
- Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Τόμος 15ος, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
- Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Πινακοθήκη, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
- Τα Μεγάλα Μουσεία του Κόσμου, (Εθνική Πινακοθήκη-Ουάσιγκτων), (Λούβρο-Παρίσι), (Βασιλικό Μουσείο-Άμστερνταμ), (Παλαιά Πινακοθήκη-Μόναχο), 1970, Εκδόσεις Φυτράκη-Αθήναι
- Ιστοσελίδα της Wikipedia

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...