«Ένας καλλιτέχνης ανάμεσα σε διάφορα καλλιτεχνικά ρεύματα»
Γράφτηκε
από την Αναστασία Βουτσά
«Το Νταντά είναι το
θεμέλιο της αφηρημένης τέχνης, της ακουστικής ποίησης, ένα σημείο εκκίνησης για
την performance art, ένα προανάκρουσμα για τον μετα-μοντερνισμό, μια επιρροή
για την pop art, μια γιορτή της αντι-τέχνης η οποία μετέπειτα έμελε να αγκαλιαστεί
από αναρχο- πολιτικές χρήσεις στη δεκαετία του 1960 και το κίνημα που έθεσε τα
θεμέλια του Σουρεαλισμού".-- Marc Lowenthan, στην εισαγωγή της μετάφρασης
του Francis Picabia Είμαι ένα όμορφο Τέρας: Ποίηση, Πεζογραφία και Προβοκάτσια.
Εάν
διαβάσουμε με προσοχή το παραπάνω παράθεμα του Marc Lowenthan, το οποίο
βρίσκεται στην εισαγωγή της μετάφρασης του έργου του Francis Picabia «Είμαι ένα
όμορφο τέρας», μπορούμε να καταλάβουμε ότι ο Picabia παρόλο που συνδέθηκε κατά
καιρούς με διάφορα καλλιτεχνικά ρεύματα του 20ου αιώνα, δεν έμεινε ιδιαίτερα
πιστός σε κανένα από αυτά. Ωστόσο, πειραματίστηκε με αρκετά από αυτά και σε
πολλά άσκησε έντονα την επιρροή του.
Ο Francis
Picabia [Francisco Maria Martinez Picabia della Torre] γεννήθηκε στις 22
Ιανουαρίου του 1879 στο Παρίσι της Γαλλίας όπου και πέθανε στις 30 Νοεμβρίου
του 1953. Θεωρείται μιας από τις σημαντικότερες φιγούρες του καλλιτεχνικού
κινήματος του Ντανταϊσμού τόσο στη Γαλλία όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες
παρόλο που ο ίδιος πεισματικά κατάφερε να παραμείνει εκτός οποιασδήποτε
καλλιτεχνικής κατηγοριοποίησης «περνώντας» από διάφορα καλλιτεχνικά κινήματα
και ασκώντας μεγάλη επιρροή σε άλλους καλλιτέχνες τόσο της εποχής του όσο και
μεταγενέστερους.
Εκτός από
σημαντικός καλλιτέχνης της avant- garde τέχνης, ο Picabia υπήρξε επίσης ποιητής
και λογοτέχνης. Στα 1916 περίπου και ενώ βρίσκονταν στην Βαρκελώνη ανάμεσα σε
έναν μικρό κύκλο μεταναστών καλλιτεχνών στον οποία ονήκαν επίσης και οι Marie
Laurencin, Robert Delaunay, Sonia Delaunay και η Olga Sacharoff, ξεκίνησε το
διάσημο Νταντά περιοδικό του «391» βασισμένο στο πρότυπο περιοδικό του
Stieglitz «291» της Gallery 291.
Μπορεί ένα
αρκετά μεγάλο μέρος της καλλιτεχνικής διαδρομής του Picabia να είναι άρρηκτα
συνδεδεμένο με το καλλιτεχνικό κίνημα του Ντανταϊσμού, ωστόσο ο ίδιος, είχε
περάσει από πολλά περισσότερα καλλιτεχνικά κινήματα του 20ου αιώνα χωρίς να
συνδεθεί ποτέ ουσιαστικά με κάποιο από αυτά.
Στα τέλη
της δεκαετίας του 1890, ο Picabia σπούδασε στην École des Arts Decoratifs υπό
της εποπτεία του Fernand Cormon. Ο Cormon, τον πήρε στην Ακαδημία του, της οδού
104 boulevard de Clichy, όπου είχα φοιτήσει επίσης και άλλοι καλλιτέχνες όπως ο
Van Gogh ή ο Toulouse Lautrec. Έτσι, ο Picabia, από την ηλικία των είκοσι
χρόνων κέρδιζε τα προς το ζην ζωγραφίζοντας. Αργότερα, κληρονόμησε κάποια
χρήματα από τη Γαλλίδα μητέρα του η οποία είχε πεθάνει από φυματίωση όταν
εκείνος ήταν μόλις επτά ετών.
Όπως
αναφέραμε ήδη, ο Picabia ήταν ένας από τους καλλιτέχνες που επηρέασαν και
επηρεάστηκαν έντονα από τις συνεχείς εξελίξεις και αλλαγές της τέχνης του
εικοστού αιώνα, αλλά δεν ταυτίστηκε ποτέ ιδιαίτερα με κάποιο συγκεκριμένο
καλλιτεχνικό ρεύμα. Στην αρχή της καριέρας του, από το 1903 περίπου έως και το
1908, ο Picabia ήταν κυρίως επηρεασμένος από την Ιμπρεσιονιστική ζωγραφική και
συγκεκριμένα από την ζωγραφική του Alfred Sisley. Έτσι, τα θέματα που ζωγράφιζε
αποτελούνταν κυρίως από μικρές εκκλησίες, γαλλικές στέγες του Παρισιού ή όχθες
ποταμών.
Σταδιακά,
κάποιοι άρχισαν να αμφισβητούν την ειλικρίνεια των έργων του και να
ισχυρίζονται πως απλά αντιγράφει τον Sisley ή ότι οι Καθεδρικοί ναοί του
μοιάζουν με εκείνους του Monet, ή ακόμη πως ζωγραφίζει ακριβώς όπως ο Signac.
Έτσι λοιπόν, από το 1909 περίπου ήρθε κάτω από την επιρροή εκείνων των
καλλιτεχνών που πολύ σύντομα θα αποκαλούνταν Κυβιστές, με τα έργα του Picabia
να αποτελούνται από εξαιρετικά αφαιρετικές επίπεδες συνθέσεις γεμάτες με
χρώματα και έντονες αντιθέσεις.
Francis Picabia, Udnie Young American Girl, The Dance,
1913, Musée National dArt Moderne Centre Georges Pompidou, Paris
|
Περίπου στα
1911 εντάχθηκε σε μια καλλιτεχνική κοινότητα που βρίσκονταν στα προάστια του Παρισιού.
Εκεί έγινε φίλος με τον Marcel Duchamp και πολύ στενός φίλος με τον Guillaume
Appolinaire. Η καλλιτεχνική αυτή κοινότητα του Puteaux συμπεριελάμβανε και άλλα
μέλη όπως οι Albert Gleizes, Roger de la Dresnayer , Jean Metzinger, κ.α. Το 1913, ο
Picabia ήταν το μοναδικό μέλος αυτής της ομάδας των κυβιστών που παρακολούθησε
το Armory Show και ο Alfred Stieglitz του έκανε ατομική έκθεση στη Gallery 291.
Ανάμεσα
στα 1913 και 1915, ο καλλιτέχνης ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη αρκετές φορές ενώ είχε
ενεργή παρουσία στα avant- garde καλλιτεχνικά κινήματα εισάγοντας ακόμα και την
Μοντέρνα Τέχνη στην Αμερική. Η Νέα Υόρκη ήταν ένα από τα μέρη που τον μαγνήτισε
έντονα και τον «αιχμαλώτισε» αφού το 1915 προσγειώθηκε εκεί μόνο και μόνο
επειδή θα μεταβιβάζονταν σε έναν αερολιμένα με σκοπό να ταξιδέψει στην Κούβα, αλλά
η παραμονή του στην Νέα Υόρκη έγινε παρατεταμένη.
Τα υπέρ
και τα κατά της παραμονής του καλλιτέχνη στη Νέα Υόρκη δεν άργησαν να έρθουν.
Το περιοδικό «291» του αφιέρωσε ένα ολόκληρο τεύχος. Επίσης, εκεί συνάντησε τον
Man Ray. Στην Νέα Υόρκη τον ακολούθησαν και άλλοι καλλιτέχνες όπως ο Gabrielle
και ο Duchamp. Δυστυχώς, τα ναρκωτικά και το αλκοόλ του έγιναν μεγάλο πρόβλημα
και η υγεία του άρχισε να καταρρέει. Στα πρώτα χρόνια της Νταντά καλλιτεχνικής
του εποχής υπέφερε από ταχυκαρδία και υδρωπικία. Σε αυτή την «πρωτο- Νταντά»
καλλιτεχνική του περίοδο, τα έργα του Picabia αποτελούνται κυρίως από τα
διάσημα «πορτρέτα ανελκυστήρων» του.
Francis Picabia, Love Parade, 1917
|
Κατά το
1916 στη Βαρκελώνη ξεκίνησε το περιοδικό «391» το οποίο και συνέχισε με τη
βοήθεια του Marcel Duchamp και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύντομα, περίπου στα
1919, βρέθηκε στη Ζυρίχη προς αναζήτηση θεραπείας για την κατάθλιψη και των
τάσεων αυτοκτονίας από τα οποία έπασχε, γνώρισε τον Tristan Tzara, του οποίου
οι ριζοσπαστικές ιδέες και προσεγγίσεις τον ενθουσίασαν. Έπειτα, ο προβοκάτορας
επέστρεψε σπίτι του, στο Παρίσι συνεχίζοντας την ενεργή συμμετοχή του στο
κίνημα του Ντανταϊσμού. Στα 1921, αποκήρυξε το Νταντά εκδίδοντας, μέσω του
τελευταίου τεύχους του «391», προσωπική επίθεση εναντίον του Breton και έκτοτε
ανέπτυξε ενδιαφέρον για το καλλιτεχνικό κίνημα του Σουρεαλισμού.
Στα 1925,
επέστρεψε στην εικονιστική ζωγραφική και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του
1930 έγινε στενός φίλος της συγγραφέως του μοντερνισμού Gestrude Stein. Στις
αρχές της δεκαετίας του 1940 μετακόμισε στη Νότια Γαλλία όπου η δουλειά του
πήρε μια αναπάντεχη στροφή. Παρήγαγε ζωγραφικά έργα βασισμένα στις γυμνές
φωτογραφίες των Γαλλικών «girlie» περιοδικών με ύφος φανταχτερό που εμφανίστηκε
να ανατρέψει τα κακώς κείμενα της παραδοσιακής ακαδημαϊκής ζωγραφικής του γυμνού.
Στην
ουσία, ο Picabia πάντα γοητεύονταν από την λαϊκή εικονογραφία την οποία πολύ
συχνά χρησιμοποιούσε και ως μέσο για να υπονομεύσει τη σοβαρότητα και τους
προβληματισμούς που έφερε η σύγχρονη τέχνη. Σε αυτή τη κατηγορία και
καλλιτεχνική προσέγγιση ανήκουν και αυτά τα ερωτικά γυμνά που φιλοτέχνησε στις
αρχές του 1940, όπως είναι το γνωστό του έργο «Women and Bulldog» του 1941.
Αυτά τα έργα, οι επιμελητές τέχνης ιδιαίτερα από το 1980 και μετά τα κατέταξαν
στο καλλιτεχνικό κίνημα του Kitsch εντοπίζοντας την επιρροή που άσκησαν σε
καλλιτέχνες όπως τον David Salle ή τον John Currin.
Πριν από
το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, επέστρεψε στην πόλη του Παρισιού όπου
συνέχισε την αφηρημένη ζωγραφική του. Μια μεγάλη αναδρομική έκθεση των έργων
του έγινε στην Galerie René Drouin στο Παρίσι την άνοιξη του 1949. Ο Francis
Picabia πέθανε στην πόλη του Παρισιού το 1953 και ενταφιάστηκε στο νεκροταφείο
της Μονμάρτης.
Όπως
μπορούμε να καταλάβουμε, ο Picabia υπήρξε ένας καλλιτέχνης που επηρέασε και
επηρεάστηκε από πολλά και διαφορετικά καλλιτεχνικά κινήματα του 20ου αιώνα.
Δοκίμασε και δοκιμάστηκε ενώ το έργο του συνδέθηκε τόσο με τις εικαστικές
τέχνες όσο και με τον χώρο της Λογοτεχνίας. Κατά τη διάρκεια της ζωής του
συνδέθηκε και συναντήθηκε με πολλούς καλλιτέχνες που επηρέασαν το καλλιτεχνικό
γίγνεσθαι στον κόσμο της avant- garde τέχνης της εποχής.
Σήμερα, το
Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (ΜοΜΑ) σχεδιάζει μια αναδρομική έκθεση
με έργα του καλλιτέχνη για τον Νοέμβριο του 2016. Οι φήμες αναφορικά με την
αναδρομική έκθεση που κυκλοφορούσαν έντονα ανάμεσα στους καλλιτεχνικούς κύκλους,
επιβεβαιώθηκαν από το Μουσείο στις 30 Οκτωβρίου στις New York Times. Σύμφωνα με
την εφημερίδα Times, το μουσείο έχει δέκα τυπώματα, εννέα ζωγραφικά έργα και
οκτώ σχέδια του καλλιτέχνη στη συλλογή του, ενώ στην έκθεση Art Basel στην
Ελβετία τον προηγούμενο Ιούνιο, το μουσείο απέκτησε το έργο του Picabia
«Tableau Rastadada» του 1920 το οποίο θα συμπεριληφθεί επίσης στην έκθεση.
Αναστασία
Βουτσά (Εικαστικός - Μουσειολόγος)
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
Hopkins, D., «Questioning Dada's Potency: Picabia's 'La Sainte Vierge' and
the Dialogue with Duchamp», Art History 15, No. 3 (September 1992): 317-333
Kenneth, A.,R., «Metamorphosis in 391: A Cryptographic
Collaboration by Francis Picabia, Man Ray, and Erik Satie», Art History 34, No.
1 (February, 2011): 102-125.
Picabia, F., « I Am a Beautiful Monster: Poetry,
Prose, and Provocation», (trans. Marc Lowenthal), Cambridge , 2007.
Richter, H., «Dada: Art and Anti- Art», Paperback,
1997.
Πηγή:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου