ΠΡΟΣΩΠΑ

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΤΥΜΒΟΥ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΓΕΡ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΑΡΘΡΑ-ΔΟΚΙΜΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗ ΔΥΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ. ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 12ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 13ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ-ΜΕΛΕΤΗ- Γ. Γ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΛΟΓΟΤΡΟΠΙΟ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ-ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΜΥΘΟΙ & ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΝΕΑ ΤΑΞΗ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ Ο ΚΥΝΙΚΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟ 1821 ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΑΧΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΙ ΠΟΙΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ-ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΗΡΩΙΚΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΤΟΥ 1821 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΤΕΧΝΕΣ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗς ΑΦΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΕΧΝΗ-ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΦΩΤΟΘΗΚΗ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΤΕΧΝΙΚΕΣ

Κυριακή 16 Ιουνίου 2024

Οι Σπηλαιογραφίες Altamira-Lascaux


του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου

Σπηλαιογραφίες Altamira-Lascaux:. Περισσότερα στοιχεία μας δίνουν τα ίδια τα έργα τέχνης των προϊστορικών ανθρώπων. Παρατηρώντας τα ζωγραφικά τους έργα διαπιστώνουμε ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά στην έκφραση, που αντανακλούν την αντίληψη των δημιουργών τους.

Παρατηρούμε ότι η σκέψη που δημιούργησε τα έργα τους, δεν ήταν κατευθυνόμενη από λογικές συμβάσεις, αλλά ήταν πλήρης έντονων συναισθημάτων από τη διαπίστωση της κατοχής της μορφής. Κατά αρχήν οι εικόνες και οι δρώσες μορφές δεν περιορίζονται στο χώρο μέσα σε κάποιο πλαίσιο, αν και έχουν ορισμένα στοιχεία προοπτικής. Έπειτα οι ζωγραφιές διαφορετικών γενεών και εποχών παρατίθενται η μια δίπλα στην άλλη, άτακτα, με μια αίσθηση διαχρονικής συνέχειας.

Τα θαυμάσια ζωγραφισμένα ζώα των Ωρινιάκιων σπηλαίων της νεοπαλαιολιθικής εποχής, στην Altamira, το Lascaux, το Cosquer κ.α, χρονολογούνται ανάμεσα στις 30.000-15.000 χρόνια πριν από σήμερα. Μας δείχνουν την τέχνη μιας εποχής και τα τελευταία καλύτερα ίσως δείγματα από μια περίοδο, που προετοίμαζε την ακμή αυτή για αιώνες, με άτεχνες και λιγότερο επιτυχημένες παλαιότερες προσπάθειες. Το καλλιτεχνικό επίπεδο των έργων μας οδηγεί στο συμπέρασμα, πως ήδη την εποχή εκείνη, οι συνθήκες ζωής είχαν γίνει ευκολότερες και η μαγική λατρεία ήταν πιο ανεπτυγμένη. Οι Ωρινιάκιοι καλλιτέχνες μπορούσαν να σχεδιάζουν και μάλιστα εξαιρετικά καλά. Ήταν τέλειοι γλύπτες και σχεδίαζαν καλά αγαλμάτια, καθώς και ανάγλυφα. Είναι βέβαιο πως έφτασαν σε μια τόσο θαυμαστή δεξιοτεχνία μετά από ατέλειωτους πειραματισμούς. Αυτό το γεγονός έχει μεγάλη σημασία, γιατί φαίνεται πως η φυλή άφηνε ευχαρίστως αυτά τα άτομα να ξοδεύουν τον καιρό τους μαθαίνοντας να σχεδιάζουν. Αν σκεφτεί κανείς το ολιγάριθμο των φυλών και το κοινοτικό σύστημα του καταμερισμού των εργασιών, το ζήτημα αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Φαίνεται πως η αναγνωρισμένη αξία της μαγικής τέχνης, έπειθε την φυλή να επιτρέπει σε αυτά τα προικισμένα άτομα, να έχουν το χρόνο για να ασχοληθούν με την τέχνη και πιθανόν με τις μαγικές τελετουργίες.

Η πρώτη τέχνη των σπηλαίων ανακαλύφθηκε μόλις το 1879, και δεν ήταν παρά μέχρι το 1902, που έγινε αποδεκτή ως γεγονός από τους ανθρωπολόγους και τους ιστορικούς της τέχνης. Παρόλη την ελλιπή μας γνώση, υπάρχουν ορισμένα κομμάτια πάνω στα οποία μπορούμε να κτίσουμε, ξεκινώντας από το ζήτημα του υποκείμενου. Η τέχνη των σπηλαίων απεικονίζει ανθρώπινα χέρια, μεγάλο αριθμό ζώων σε διαφορετικές δραστηριότητες, περιλαμβανομένων ποικιλίας ειδών, τέτοια όπως ο τριχωτός ρινόκερος που έχει τώρα εκλείψει, και μερικά που είχαν ήδη εξαφανιστεί την εποχή που ζωγραφίζονταν, γεωμετρικές φιγούρες και σημάδια. Άνθρωποι επίσης ζωγραφίζονταν, αλλά αυτά τα στιγμιότυπα ήταν σπάνια, για λόγους που έχουμε αναφέρει.

Η τέχνη των σπηλαίων ή των βράχων, αποτελείται από εγχάρακτα ή ζωγραφισμένα έργα σε υπαίθριους βράχους, ή στα πατώματα, τους τοίχους και τις οροφές των σπηλαίων, μερικά από αυτά σε βαθιές και απρόσιτες σχισμές. Δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της άνω παλαιολιθικής περιόδου (40.000-10.000 π.Χ), και τα καλύτερα από αυτά έγιναν από αυτούς που αποκαλούμε Μαγδαλήνιους (από το όνομα της τοποθεσίας) λαούς, που ήκμασαν στην Ευρώπη από τις 18.000-10.000 π.Χ. Αυτά τα έργα χαρακτηρίζονται από μια ενότητα και μπορούν να περιγραφούν ως το Μαγδαλήνιο σύστημα τέχνης, το πρώτο στην ανθρώπινη ιστορία. Ήταν επίσης η μακροβιότερη, καθώς διήρκεσε για περισσότερο από τα δύο τρίτα του συνολικού χρόνου, που οι άνθρωποι παρήγαν τέχνη. Σε κάθε ιστορία της τέχνης, από τότε, το Μαγδαλήνιο σύστημα πρέπει να καταλαμβάνει μια θέση σημαντικότητας.

Το σπήλαιο της Altamira είναι σκοτεινό, και οι βραχογραφίες καλύπτουν όλα τα τοιχώματα και τις οροφές. Δεν μπορεί να τις δει κάποιος χωρίς φως, και οπωσδήποτε τις ζωγράφισαν υπό το φως δαυλών. Ένα σκοτεινό σπήλαιο δε γίνεται να χρησιμοποιηθεί για έκθεση ζωγραφικής, και δε φαίνεται πως το σπήλαιο ήταν η Εθνική Πινακοθήκη της εποχής. Κάποια από τα έργα αυτά είναι δύσκολο να τα δει κανείς έτσι κι αλλιώς. Το καλύτερο κομμάτι της Altamira, πρέπει να μελετηθεί καθώς κανείς είναι ξαπλωμένος κάτω. Έτσι, η δυσκολία προσέγγισης είναι ένα πραγματικό και αυξανόμενο εμπόδιο στο να ξεκλειδωθούν τα μυστικά της Μαγδαλήνιας τέχνης. Ο μόνος λόγος που μπορεί να εξηγήσει την ύπαρξή τους εκεί, είναι πως πρόκειται σαφώς για έργα μαγικής τέχνης και οι υπόγειοι θάλαμοι όπου βρίσκονται ήταν προϊστορικά ιερά. Πιστεύω, πως τα περισσότερα έργα που βρίσκονται μέσα στα σκοτεινά σπήλαια, σχεδιάζονταν λίγο πριν ή κατά τη διάρκεια μιας τελετουργίας, που γίνονταν στον ίδιο χώρο του σπηλαίου. Είναι πιθανόν, η ίδια η τελετουργία να ήταν το σχεδίασμα του ζώου, που συνοδευόταν και από διάφορα ξόρκια ή μαγικές λέξεις. Σε αυτή την περίπτωση οι καλλιτέχνες ήταν μάγοι και οι δύο ιδιότητες θα ήταν αδύνατο να ξεχωριστούν.

Οι άνθρωποι της Εποχής των Πάγων, δεν ζούσαν σε σπηλιές, παρά μόνο περιστασιακά σε στόμια σπηλαίων, ή κάτω από φυσικές προεξοχές βράχων. Όλα τα κύρια σπήλαια όπου βρέθηκαν έργα τέχνης, ήταν ιδιαίτερα μέρη, και όχι ανθρώπινες κατοικίες. Οι Μαγδαλήνιοι καλλιτέχνες, οπωσδήποτε έκαναν έργα σε υπαίθριους χώρους, αλλά η μεγάλη πλειονότητα των υπαίθριων έργων έχει ασφαλώς εξαφανιστεί. Έχουν διασωθεί έξι δείγματα από αυτά, όλα εγχάρακτα. Το εσωτερικό των υψηλών σπηλαίων με τους πολύχρωμους σταλακτίτες, πρέπει να γέννησε στο νου του ανθρώπου την ιδέα ότι ήταν κατάλληλα για ιεροτελεστίες. Έπειτα σημαντικό ρόλο θα έπαιξε η ίδια η απόκοσμη φύση των σπηλαίων, και ίσως η επιθυμία προφύλαξης των μαγικών εικόνων από τις καταστροφές. Τα σπήλαια χρησιμοποιήθηκαν επειδή ήταν προφυλαγμένα και η τέχνη που δημιουργούνταν στο εσωτερικό τους θα μπορούσε να διατηρηθεί. Αυτό μας οδηγεί στο θέμα της αντοχής και στο γεγονός πως η διάρκεια στο χρόνο τους απασχολούσε. Οι εικόνες σίγουρα θα αντιπροσώπευαν κάτι το πολύ σημαντικό για να έπρεπε να διασωθούν, και ο όρος «θρησκευτική αντίληψη» δεν μπορεί ίσως να εξηγήσει όλες του τις πλευρές, σε μια κοινωνία, που όπως φαίνεται είχε αποκτήσει την αίσθηση κάποιας ιστορικής συνέχειας. Δεν ίσχυε όμως το ίδιο για όλα τα έργα. Κάποια από τα έργα τέχνης των Μαγδαληνίων ήταν εφήμερα, ή ήταν αποτέλεσμα της πρακτικής εξάσκησης μαθητευόμενων. Έχουν βρεθεί πολλά τέτοια πέτρινα τετράδια με πρόχειρα σχεδιάσματα που μελετούν την κίνηση των ζώων στο σπήλαιο του Bedeilhac.

Τα ευρήματα αυτά μας δείχνουν, ότι ήδη από την εποχή εκείνη, είχε συντελεστεί ο διαχωρισμός της τέχνης κατά είδος και χρήση. Όταν ο άνθρωπος δημιούργησε με όσες γνώσεις διέθετε την πρώτη του εικόνα, δεν είχε ακόμη τη δυνατότητα να κάνει τη διάκριση ανάμεσα στο απλό σχέδιο και στο ολοκληρωμένο έργο, ανάμεσα στο λατρευτικό έργο τέχνης ή στο διακοσμητικό, και ακόμη μεταξύ των διαφορετικών τεχνικών. Έκανε μια μόνο τέχνη και αυτή έκφρασε όσα επιθυμούσε να εκφράσει, για αυτό συχνά ένα πρώιμο προϊστορικό έργο τέχνης ήταν ένα πολλαπλό σημαινόμενο πολλών πραγμάτων. Όμως η προστιθέμενη καλλιτεχνική εμπειρία χιλιετιών και οι νέες ανάγκες, έφεραν μοιραία τον διαχωρισμό ανάμεσα στα είδη της τέχνης, βάση της ποιότητας, της τεχνικής και της χρήσης. Αναγνωρίστηκαν η καλή τέχνη και οι ικανοί επαγγελματίες καλλιτέχνες. Αυτός ο διαχωρισμός μας πείθει, ότι τα έργα των σπηλαίων ανήκαν συνειδητά σε μια ιδιαίτερη κατηγορία επίσημης τέχνης, που θα ήταν δυνατό να χαρακτηριστεί ως ιερή. Έτσι, οι εγχαράξεις και οι ζωγραφικές εικόνες της καλής τέχνης των σπηλαίων, είχαν γίνει προφανώς για να διαρκέσουν, και πράγματι διήρκεσαν, σε κάποιες περιπτώσεις για εκατοντάδες ή ακόμη και χιλιάδες χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων ήταν διαθέσιμες στην κοινότητα για χρήση που μόνο να υποθέσουμε μπορούμε.

Τα καλύτερα δείγματα της Μαγδαλήνιας τέχνης, ειδικά οι πολύχρωμες ζωγραφιές, ήταν έργα επαγγελματιών. Πράγματι, η τέχνη ήταν το πρώτο από τα ανθρώπινα επαγγέλματα. Αυτό μπορούμε να το πούμε με εμπιστοσύνη, επειδή η τέχνη των σπηλαίων και τα καλύτερα δείγματά της, ήταν δύσκολη και δαπανηρή στην παραγωγή της. Κατά αρχήν απαιτούσε φωτισμό. Έχουν διασωθεί περί τα είκοσι πέντε βεβαιωμένα και τριάντα ένα προφανή δείγματα παλαιολιθικών λυχναριών, αλλά λιγότερο από το ένα τρίτο από αυτά βρέθηκαν μέσα στα σπήλαια. Ως εκ τούτου η εικασία είναι πως οι καλλιτέχνες εργάζονταν συνήθως υπό το φως δαυλών. Αμφότερα τα λυχνάρια και οι δαυλοί έκαιγαν ζωικά λίπη σε μεγάλες ποσότητες. Δεύτερον χρειαζόταν πολύ κόπο και υποδομές, εφόσον μερικές από τις καλύτερες ζωγραφιές σπηλαίων, ιδιαίτερα στην  Altamira, ήταν ζωγραφισμένες από καλλιτέχνες που στέκονταν όρθιοι, ή σε μερικές περιπτώσεις ξαπλώνονταν ή κάθονταν κάτω, ενώ άλλες απαιτούσαν τεχνητές σκαλωσιές, όχι διαφορετικές στην σκέψη, από αυτές που χρησιμοποιήθηκαν για τις τοιχογραφίες των μεγάλων εκκλησιών.

Μερικές από τις εικόνες φτιάχτηκαν σε γιγάντια κλίμακα, ή σε ύψη πολλών μέτρων από το έδαφος του σπηλαίου. Στο Labastide στα Πυρηναία, βρέθηκε ένα τεράστιο άλογο 4,5 μ. πάνω από το δάπεδο της σπηλιάς. Στο Bernifal στη Dordogne, τα μαμούθ είναι ζωγραφισμένα στα 7 μ. ψηλά. Μερικοί από τους ταύρους στο Lascaux, έχουν περισσότερο από 7 μ. μήκος. Η φημισμένη εικόνα ενός τριχωτού ρινόκερου στο Font de Gaume, του οποίου η ακρίβεια στην αρχή αμφισβητήθηκε, αλλά έπειτα επιβεβαιώθηκε όταν ένα καλοδιατηρημένο δείγμα από αυτό το υποθετικά μυθικό πλάσμα ανασκάφθηκε σε ένα υπόγειο απόθεμα ασφάλτου στην Πολωνία, βρέθηκε ψηλά στον τοίχο μιας τεράστιας σπηλιάς. Η κατακόρυφη κλίμακα της τέχνης είναι τρομακτική. Ο μεγάλος θάλαμος της σπηλιάς στο Lascaux, γνωστός ως «Πινακοθήκη», είναι πάνω από 30 μ. μακρύς και γύρω στα 12 μ. φαρδύς. Τα σπήλαια ήταν ειδικά επιλεγμένα για το μέγεθός τους, όπως ακριβώς και για την ασφάλειά τους. Το σπήλαιο Niaux στα Πυρηναία, έχει πάνω από 600 μ. μάκρος και αυτό δεν είναι καθόλου ασυνήθιστο. Το μεγάλο σπήλαιο στο Rouffignac, διατρέχει πάνω από σχεδόν 10 χμ. μέσα στο βουνό και μερικές από τις τεράστιες συλλογές εγχάρακτων σχεδίων του, φτάνουν σε μήκος σχεδόν τα 2 μέτρα.

Οι επαγγελματίες καλλιτέχνες, τότε, χρειάζονταν όχι μόνο εξέδρες και σκαλωσιές, των οποίων η ύπαρξη στο Lascaux, για παράδειγμα, μαρτυρείται από σκαμμένα κοιλώματα πάνω στους τοίχους, αλλά και βοηθούς. Αυτοί θα ανακάτευαν τα χρώματα, μερικά από τα οποία έπρεπε να χρησιμοποιηθούν γρήγορα πριν στεγνώσουν, τροφοδοτούσαν τα λυχνάρια, ή κρατούσαν τους δαυλούς, τοποθετούσαν και ασφάλιζαν τις σκαλωσιές, και έφτιαχναν πινέλα από κλαδάκια, φτερά, φύλλα και τρίχες ζώων, στην υπηρεσία του δασκάλου. Αυτοί οι βοηθοί  γίνονταν κάποτε και οι ίδιοι ζωγράφοι. Δεν είναι, λοιπόν, υπερβολικό να μιλήσουμε για ένα σύστημα διδασκαλίας, ως βάση της Μαγδαλήνιας τέχνης, αφού υπάρχουν θετικές ενδείξεις, πως εκεί όπου σημαντικά έργα κατασκευάζονταν και μαθητές εξασκούνταν υπήρχαν και εργαστήρια τέχνης. Στην Αίγυπτο υπήρχαν, τουλάχιστον από το 3000 π.Χ. Αυτό το στυλ άφησε ένα χάσμα 7.000 χρόνων από το τέλος της Μαγδαλήνιας περιόδου. Αλλά η ποιότητα και η συνοχή των καλύτερα ζωγραφισμένων έργων στα σπήλαια, και η μαρτυρία του χρόνου, τα έξοδα και η επιδεξιότητα που απαιτούνταν για την κατασκευή τους, υπαινίσσονται πράγματι, ότι οι καλλιτέχνες χρειάζονταν τη συλλογική υποστήριξη από κάτι που θα έμοιαζε πολύ με εργαστήριο. Είναι πιθανό, ότι οι διευθύνοντες καλλιτέχνες των σπηλαίων, ήταν σπουδαίοι άντρες που έχαιραν της γενικής εκτιμήσεως.

Αυτές οι ευνοϊκές συνθήκες μας οδηγούν στην ποιότητα. Στα σύγχρονα μάτια, καθώς είναι συνηθισμένα σε 5.000 χρόνια συνεχούς εξέλιξης στην αναπαράσταση των ζωντανών μορφών, από το Παλαιό Βασίλειο της αρχαίας Αιγύπτου έως την μοντέρνα τέχνη του εικοστού αιώνα, οι καλύτερες από τις Μαγδαλήνιες ζωγραφιές εξακολουθούν να φαίνονται μεγαλειώδεις. Ιδωμένες μέσα στο βάθος και στην απόλυτη σιωπή των σπηλαίων, οι ζωγραφιές θα πρέπει να έκαναν τρομερή εντύπωση στον πρωτόγονο επισκέπτη. Οι ανθρώπινες μορφές είναι σπάνιες και συχνά πολύ αδέξιες. Αλλά η ποικιλία των μορφών ζώων είναι εντυπωσιακή. Στις οκτώ πινακοθήκες του μεγάλου σπηλαίου στο Les Eyzies, υπάρχουν πολλαπλά δείγματα από μαμούθ, ταράνδους, άλογα, αρσενικά ελάφια, βίσονες και λύκους, όσο και από ανθρωποειδή και αφαιρετικά σχήματα ή σύμβολα Αυτές οι υπόγειες πινακοθήκες που ξεδιπλώνονται η μια μετά την άλλη, είχαν σκοπό να εντυπωσιάσουν και το καταφέρνουν. Η τέχνη τους είναι ταυτόχρονα λεπτομερής και μνημειακή, ταλαντευόμενη σχεδιαστικά ανάμεσα στην απλούστευση και την επεξεργασία, ανάμεσα στην ηρεμία της στάσης και στον ακραίο δυναμισμό. Ορισμένοι Μαγδαλήνιοι καλλιτέχνες κατανόησαν καθαρά, αμφότερες την ανατομία των ζώων που ζωγράφιζαν και τις αρχές της δράσης τους. Ήταν το αποτέλεσμα της επίμονης παρατήρησης για πάρα πολλά χρόνια και μιας αυτοπειθαρχίας στο να αποδώσουν αυτό που προϋποθέτει η μακρόχρονη μαθητεία και οι παρατεταμένες σπουδές.

Δεν υπάρχει τίποτα προμελετημένο ή ερασιτεχνικό σε αυτή την τέχνη. Ο απόλυτος όγκος αυτών των άγριων πλασμάτων, η αδάμαστη θηριωδία τους, η ελευθερία των κινήσεων τους, η δύναμη τους, αλλά επίσης η κομψότητα τους, εκφράστηκαν στην φθίνουσα ισορροπία και η φανερή ελαφρότητα των μελών τους μεταφέρθηκε με εμπειρική ακρίβεια και οικονομία γραμμής. Οι ποιότητες του τόνου και η ευφυής χρήση των επιφανειών του βράχου, υπαινίσσονται το βάθος και ακόμη ένα είδος προοπτικής. Αν υπολογίσουμε την φρεσκάδα των χρωματισμών όταν η εργασία θα είχε μόλις τελειώσει, και τη σύγκρουση των γραμμών και των χρωμάτων κάτω από το τρεμάμενο φως των προϊστορικών δαυλών ή λυχναριών, μπορούμε να φανταστούμε τη δύναμη της εντύπωσης, την οποία αυτή η πρώτη καλλιτεχνική εμπειρία προκαλούσε στους πρωτόγονους, των οποίων τα αθώα μάτια ήταν ασυνήθιστα στις οπτικές μορφές έξω από την ίδια τη φύση. Αυτό βοηθάει να εξηγηθεί το γιατί οι κοινωνίες των Μαγδαληνίων, ήταν πρόθυμες να αφιερώσουν ένα τόσο μεγάλο μέρος των σπάνιων πλεονασμάτων των πόρων τους, για τη δημιουργία αυτών των χώρων τέχνης.

(Το κείμενο αποτελεί μέρος της μελέτης μου με τον τίτλο: «ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΘΡΗΣΚΕΙΑ-Μια επισκόπηση της ανάπτυξης του πολιτισμού» Α΄ Μέρος: ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΑ,  Κεφ. 5. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΤΕΧΝΗ: 5.3 Σπηλαιογραφίες Altamira-Lascaux»)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...