Ροζοκόκη Αλεξάνδρα
Η ρωμαϊκή λογοτεχνία διατρέχεται από μία σταθερή αντίληψη η οποία χαρακτηρίζεται ως “ο νόμος του βαδίσματος”: ο τρόπος δηλαδή που περπατά κανείς καθορίζει και το ποιος είναι.
Έτσι, στο πρώτο βιβλίο
της Αινειάδας, η Αφροδίτη, μητέρα του Αινεία, εμφανίζεται στον γιο της ντυμένη
με κυνηγετικό ένδυμα για να του εξηγήσει σε ποιο τόπο βρίσκεται. Καθώς
απομακρύνεται, γίνεται αντιληπτό τόσο από το ροδαλό δέρμα ή τη θεϊκή ευωδιά των
μαλλιών της, όσο από τον τρόπο που περπατά ότι πρόκειται για αληθινή θεά
(Βιργιλίου Αινειάς 1. 402-5). Ήδη στον
Όμηρο ο μεταμορφωμένος σε Κάλχαντα Ποσειδώνας γίνεται αντιληπτός στον Αίαντα
Λοκρό από τις θεϊκές κνήμες και τα ίχνη των ποδιών του (Ιλιάδα Ν 68-75).
Οι απότομες αλλαγές
βηματισμού αποτελούσαν ένδειξη ενός άστατου νου. Έτσι, ο Οράτιος σατιρίζει την
αστάθεια κάποιου διάσημου ως εξής: «Τίποτα δεν ήταν σταθερό σε αυτό τον
άνθρωπο· άλλοτε το έβαζε στα πόδια σα να τον καταδίωκε ο εχθρός κι άλλοτε
περπατούσε τόσο αργά σα να μετέφερε τα ιερά σκεύη της Ήρας» (Σάτιρα 1.3.9
κ.ε.).
Το
βάδισμα στο Θέατρο
Η θεατρική σκηνή
αποτελούσε ένα ζωντανό χώρο για την αποκωδικοποίηση μηνυμάτων μέσω της
σωματικής κίνησης. Η χρήση της μάσκας στο αρχαίο δράμα μέσω της οποίας η
έκφραση του προσώπου παρέμενε σταθερή, καθιστούσε τη γλώσσα του σώματος πολύ
σημαντική προκειμένου να μπορέσουν οι θεατές να αντιληφθούν τις αλλαγές
διάθεσης. Τόσο οι κωμικοί ποιητές όσο ο τραγικός Σενέκας έδειχναν ιδιαίτερο
ενδιαφέρον για περιγραφές και σκηνοθετική παρουσία διαφόρων τρόπων βαδίσματος·
διότι κατά τη γνώμη τους, το βήμα και τα μάτια αποτελούσαν ένα παράθυρο προς
την ψυχή.
Ας θυμηθούμε π.χ. τον
κωμωδιογράφο Σέξτο Τουρπίλιο: «Παρατηρείς τον τρόπο που περπατά αυτός ο Φρύγας;
Με πόση αυτοπεποίθηση!» (απ. 102). Και στο έργο του Πλαύτου “Η κωμωδία των
γαϊδάρων” (στ. 405-6) ο έμπορος γαϊδάρων παρατηρεί τον ερχομό ενός δούλου
μεταμορφωμένου σε οικονόμο στον οποίο ο έμπορος χρωστά χρήματα: «Μα τον Ηρακλή,
μολονότι βαδίζει τόσο απειλητικά και οργισμένα όπως ο Αχιλλέας, εάν με
ακουμπήσει ο θερμοκέφαλος, θα τον ξυλοφορτώσω». Στη σενέκεια “Φαίδρα” (στ.
989-90) ο Χορός προετοιμάζει την ατμόσφαιρα για αναγγελία κακών ειδήσεων,
παρατηρώντας τον ξαφνικό ερχομό ενός αγγελιαφόρου: «Μα τί νέα φέρνει ο
αγγελιαφόρος με βήμα βιαστικό και τα θλιμμένα μάτια του μουσκεύουν με δάκρυα το
συννεφιασμένο του πρόσωπο;»
Αντιθέτως, το αργό και
αβέβαιο βήμα του Θυέστη να δεχτεί την πρόσκληση/παγίδα του αδελφού του Ατρέα
για να επιστρέψει στο Άργος, εξωτερικεύει φόβο και δισταγμό, όπως άλλωστε
ομολογεί ο ίδιος και παρατηρεί ο μικρός γιος του Τάνταλος:
Για
τη συνέχεια εδώ:
https://slpress.gr/istorimata/to-vadisma-os-ptixi-tis-romaikis-koultouras/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου