Του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου
Προφανώς, ο βουλευτής της «Νίκης» κ. Ν. Παπαδόπουλος δεν έδωσε τη σημασία που έπρεπε στον τίτλο της ρεκλάμας «Η σαγήνη του Αλλόκοτου», που είχε η έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης, όταν εισέβαλλε μαινόμενος για να αποκαθηλώσει τα μη αρεστά και βέβηλα για εκείνον έργα ενός καλλιτέχνη, εν πολλοίς άγνωστου μέχρι σήμερα στο ευρύ κοινό.
Αν είχε καταλάβει τον
τίτλο της έκθεσης «Αλλόκοτο» και το
πιθανό περιεχόμενο των έργων της, ούτε αυτός θα συγχυζόταν, αλλά ούτε θα
γινόταν πρώτο θέμα στην τηλεόραση. Διότι, η έννοια του «αλλόκοτου» προϊδεάζει
τον επισκέπτη, ότι στην έκθεση αυτή θα
δει έργα «αλλόκοτα», ασυνήθιστα, όπως λέει και το όνομα τους. Η αίσθηση του
«αλλόκοτου», είναι σα να ανοίγεις την
κουρτίνα ενός παράξενου τσίρκου, όπου διάφορα περίεργα πλάσματα κάνουν το
νούμερο τους. Νάνοι ακροβάτες και αλλήθωροι τοξοβόλοι, ομιλούσες κομμένες
κεφαλές και γυναίκες με γένια, δικέφαλοι σιαμαίοι, άνθρωποι-φίδια και εκπαιδευμένοι
ψύλλοι. Σε μια έκθεση με θέμα το αλλόκοτο, είναι σαφές ότι οι συμμετέχοντες
καλλιτέχνες συναγωνίζονται μεταξύ τους στην αλλοκοτιά. Ποιος θα είναι δηλαδή
πιο αλλόκοτος από τον άλλο, πιο ευφάνταστος, πιο υπερβολικός, πιο προκλητικός,
πιο αντισυμβατικός, ή ακόμη και πιο κακότεχνος και παραμορφωτικός. Διότι το
αλλόκοτο μπορεί να εκφράζει με το μοναδικό του τρόπο, όχι μόνο την υπέρβαση της
κοινά αποδεκτής αισθητικής, αλλά και την ασχήμια και το γκροτέσκο στην πιο
ακραία μορφή τους, όπως στην περίπτωση αυτή.
Οπότε, τα έργα που
αποκαθήλωσε ο κ. Παπαδόπουλος βρίσκονταν, ως αλλόκοτα που είναι, εκεί ακριβώς
που έπρεπε, στην αίθουσα του «αλλόκοτου». Ο κ. Παπαδόπουλος, όμως, τι ήθελε
εκεί; Τι ακριβώς περίμενε όταν μπήκε σε μια τέτοια έκθεση; Ήθελε να βρει εκεί
κλασικότητα και φορμαλισμό;; Πράγμα αδύνατο.
Προσωπικά, ως
καλλιτέχνη, περισσότερο με θλίβει η εικόνα των πεσμένων έργων, παρά τα ίδια τα
έργα με την ό,ποια αμφιλεγόμενη σημασία ή πρόθεση τους, τα οποία ούτε εγώ θα
γνώριζα, αλλά και ούτε και οι περισσότεροι από εσάς, αν ο κ. Παπαδόπουλος δεν
τα έκανε γνωστά με την πράξη του. Γιατί πόσες «χιλιάδες» επισκέπτες πιστεύετε
ότι θα πήγαιναν στην Εθνική Πινακοθήκη για να τα δουν; Και αν κάποιοι πήγαιναν,
ποιος λέει ότι θα τα αποδέχονταν και δεν θα τα απέρριπταν για την ασχήμια τους;
Οι θεατές έχουν και μάτια και κρίση δική τους. Αυτή είναι η μόνη αποδεκτή
προοπτική για ένα έργο τέχνης στο δικό μας πολιτισμό και όχι στη χώρα των
Ταλιμπάν. Τα έργα να μην αποκαθηλώνονται, παρά μόνο να απορρίπτονται ή να γίνονται αποδεκτά από τους
ίδιους τους θεατές. Διότι φανταστείτε, τι ζούγκλα θα γινόταν, αν ο ένας
αποκαθήλωνε τα έργα του άλλου επειδή δεν του αρέσουν, αφού κανείς δεν αρέσει σε
όλους και σε όλους δεν αρέσουν τα ίδια.
Το γιατί, βέβαια, επέλεξε
ένα δημόσιο ίδρυμα, όπως η Εθνική Πινακοθήκη που χρηματοδοτείται από όλους μας,
να παρουσιάσει αυτά τα έργα που προσβάλλουν το θρησκευτικό συναίσθημα μεγάλου
μέρους της κοινωνίας μέσα στην προπασχαλινή περίοδο και όχι σε μια ιδιωτική
γκαλερί, είναι ένα κρίσιμο ερώτημα. Φυσικά, ούτε σε εμένα άρεσαν αυτά τα έργα,
όμως ο τρόπος του κ. Παπαδόπουλου δεν ήταν ο σωστός και διαφωνώ κάθετα. Κακό
προκάλεσε και όχι καλό. Έδωσε επιχειρήματα σε μια αντίχριστη κουστωδία
επικριτών, που πάντα περιμένει την ευκαιρία για να κάνει επίδειξη
«ανωτερότητας», μιλώντας για μεσαίωνες, για τέχνη δίχως όρια και άλλα τέτοια
φιλελεύθερα κλισέ. Η αδιαφορία απέναντι σε κάτι ανάξιο λόγου θα ήταν καλύτερη
από τη συμπεριφορά ενός μαινόμενου ταύρου. Εκτός και αν αποζητούσε δημοσιότητα,
πάντως κατάφερε να στρώσει βούτυρο στο ψωμί πεινασμένων τηλεοσκόπων και
ανταγωνιστών στην εξύμνηση της ορθότητας. Ο δε καλλιτέχνης, αντί για μήνυση, θα
πρέπει να του προσφέρει ένα γεύμα ως ευχαριστήρια ανταπόδοση για την έξτρα
δημοσιότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου