Ο φιλότιμος
και πατριώτης Έλληνας, Γιάννης Βλαχογιάννης
|
Ο αγώνας
τού Γιάννη Βλαχογιάννη για τη διάσωση τους
Την
ιστορική μαρτυρία που ακολουθεί, μου έθεσε υπόψη ένας φίλος αναγνώστης του
ιστολογίου στην ανάρτηση με τον τίτλο «Το άδοξο τέλος των Αγωνιστών του 1821». Με
το κείμενο αυτό, έρχεται να αποδειχθεί για μια ακόμη φορά, ότι το τρισάθλιο αυτό
«ελληνικό» κράτος (το ψευτορωμέικο) που οι ξένοι έφτιαξαν για εμάς, χωρίς εμάς,
δεν εξουθένωσε μόνο με την αδιαφορία και την αγνωμοσύνη του, τους φιλότιμους
και πατριώτες Έλληνες Αγωνιστές του 1821 και τους καταδίωξε μετά από την
Απελευθέρωση από τους Οθωμανούς, αλλά επιχείρησε επίσης να εξαφανίσει και να
καταστρέψει τις ένδοξες σελίδες της νεώτερης ιστορίας του ελληνικού έθνους! Γιατί
άραγε; Μήπως υπήρχαν έγγραφα που έδειχναν τον αληθινό ρόλο που έπαιξαν οι ξένοι
«προστάτες» μας κατά τη διάρκεια του ιερού μας Αγώνα και έπρεπε να εξαφανιστούν; Ή απλά οι αφιλότιμοι μανδαρίνοι του νεοσύστατου κράτους δεν είχαν καμία απολύτως αίσθηση της ιστορικότητας των αρχείων αυτών, ως μιας λαμπρής παρακαταθήκης για τις επόμενες γενεές και το μέλλον; Τι χρείαν άλλων εχθρών έχουμε, αν εμείς οι ίδιοι είμαστε οι χειρότεροι εχθροί του εαυτού μας; Ερωτήματα και απορίες εκφράζω.....
============
Το Αρχείο
του Αγώνα και του Καποδίστρια από τα πρώτα ακόμα μεταεπαναστατικά χρόνια της
σύστασης του νεοελληνικού Κράτους βρισκόταν στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ως το 1862.
Μονάχα ένα μέρος του μεταφέρθηκε στη Βουλή στα 1855 όπου μια Επιτροπή άρχισε
από το 1857 να τυπώνει τα Αρχεία της Εθνικής Παλιγγενεσίας -επιλεκτικά
όπως είχε τότε καταγγελθεί. Πέρασαν κάποια χρόνια ως το 1893 που διαπιστώθηκε
ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο είχε πλημμυρίσει από χαρτιά άχρηστα και χρήσιμα, κι
αντί να συσταθεί μια επιτροπή αξιολόγησης τους, ο διευθυντής του Σαρσέντης
εισηγήθηκε την εκποίηση τους. Το βάρος τους υπολογίστηκε στις 20 με 30.000
οκάδες. Επειδή πάντα το κακό δεν αργεί, η γραφειοκρατία έκαμε το θαύμα της.
Δημοσίευσε «αυθωρεί» την απόφαση για την δημοπρασία εκποίησης.
Αλλά οι άνθρωποι
βιάζονταν και πριν από την ημέρα που προσδιορίστηκε για το μεγάλο αυτό έγκλημα,
φορτώθηκαν τα Αρχεία σε κάρα και πετάχτηκαν σε μια μάντρα της οδού Αθηνάς 100,
για να τα βλέπουν οι πλειοδότες με άνεση. Ο Γιάννης Βλαχογιάννης μόλις το
πληροφορήθηκε έγινε έξαλλος - κι είναι γνωστό ότι συχνά τον έπιαναν τα
μπουρίνια του. Τρέχει στη μάντρα και διαπιστώνει πως πολύτιμα έγγραφα είναι
εκτεθειμένα στο ύπαιθρο και κινδυνεύουν να καταστραφούν. Εκτός αυτού, ο
εργολάβος πού τελικά αγόρασε το «άχρηστον υλικόν» έβαλε μια ζυγαριά δίπλα και
πούλαγε για δυο δεκάρες την οκά, τις πιο χρυσές σελίδες της ελληνικής Ιστορίας.
Ο Βλαχογιάννης εγκαταστάθηκε δίπλα στον πωλητή και διάλεγε τα πολύτιμα χαρτιά
μέσα από το σωρό - πληρώνοντας διπλάσια τιμή. Έβγανε τους χωρίς αξία φακέλους
και υπόδειχνε στους άλλους αγοραστές να τους προτιμούν. Έτρεχε για δανεικά,
έψαχνε για ανθρώπους που να καταλαβαίνουν την αξία του θησαυρού που χανόταν, κι
έμενε νηστικός πολλές φορές για να εξασφαλίσει μια δυο οκάδες ιστορίας παραπάνω
ενώ παράλληλα δημιουργούσε θόρυβο γύρω απ' αυτό το ζήτημα προσδοκώντας πως θα
συναισθανθεί κάποιος αρμόδιος το χρέος του και θα ενδιαφερθεί.
Δεν
βρέθηκε κανένας. Κάποια στιγμή που βρισκόταν στον πρόεδρο της Εθνολογικής
Εταιρίας και τον παρακαλούσε να παρέμβει μπαίνει ο φίλος του ο Ανδρέας
Καρκαβίτσας και του φωνάζει: «Καπετάν Γιάννη, τα μετέφεραν στο Φάληρο για
πολτοποίηση». Δε χάνει καιρό. Τρέχει στο Φάληρο, βρίσκει τον ιδιοκτήτη του
χαρτοποιείου Νίκο Δεσμίνη και τον Τεχνικό Διευθυντή Α. Πρεζάνη και τους παρακαλεί
με δάκρυα στα μάτια να αναβάλλουν την πολτοποίηση και να τον αφήσουν να βγάλει
τα χρήσιμα για το έθνος χαρτιά. Τους ανέλυσε το ζήτημα, τους μίλησε για την
κουτσουρεμένη μας ιστορία και για το φόβο εξαφάνισης των καλλιτέρων και
αληθινοτέρων σελίδων της. Και για την εθνική υποχρέωση του κάθε έλληνα να
διασώζει τα όποια έγγραφα μπορεί όσα αναφέρονται στον Μεγάλον Αγώνα της
Πατρίδας. Η καταστροφή τους δείχνει τουλάχιστο την αγνωμοσύνη μας προς αυτούς
που με το αίμα τους μας λευτέρωσαν.
Ο
αγαθότατος εκείνος χριστιανός διατύπωσε την εύλογη απορία πως κοτζάμ Κράτος τα
πέταξε αυτά τα παλιόχαρτα κι έρχεται αυτός ο φτωχός να τ' αγοράσει μάλιστα με
δόσεις. Τελικά συμφώνησαν να τα ξεδιαλέξει να τα βάλει σε μια αποθηκούλα του
χαρτοποιείου, και κάθε φορά που θα εξοικονομεί λίγα χρήματα θάρχεται να παίρνει
ανάλογες οκάδες. Μερικές όμως χιλιάδες οκάδες ιστορίας πουλήθηκαν στην αγορά.
Τελικά εξυπηρέτησαν την αθηναϊκή Αγορά: τους στραγαλατζήδες, τους καστανάδες,
τους πλανόδιους ψαράδες και τα δημόσια ανακουφιστήρια. Και είναι διαπιστωμένο
πως μερικά από τα έγγραφα που διέσωσε ο Βλαχογιάννης έχουν τα αποτυπώματα από
τη χρησιμοποίηση τους στα αποχωρητήρια της Ομόνοιας, καθώς εκείνες τις μέρες
της αγοραπωλησίας κάθε βράδυ περνούσε απ' αυτά σύμφωνα με μαρτυρία του φίλου
του Μαρίνου Σιγούρου κι έψαχνε στα γνωστά καλάθια τους.
Έτσι οι
ήρωες του '21 αφού υπηρέτησαν με την ημιθεϊκή τους αντρειοσύνη και ανιδιοτέλεια
την τρισένδοξη πατρίδα τους, τελικά την υπηρέτησαν και μέσω των παλιατζήδων.
Να, λοιπόν, που σωστά το έγραψε ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου:
«Η Ιστορία είναι τύχη. Μια γενεά κάμνει ένδοξα κατορθώματα. Αλλά η φήμη
της εξαρτάται από παραμικρά πράγματα μετά πενήντα ή εκατό έτη. Μία κίνησις του
μπακάλη εις τον οποίον επωλήθησαν χίλιες οκάδες αχρήστου χάρτου, μια μικρά
κίνησις και οι πολεμισταί εκείνοι σβήνονται από την Ιστορίαν, γίνονται μηδέν.
Τύλιγμα δύο σαρδελλών επί πλέον, πάει ένα έγγραφον, αντίο μια σελίς της
επαναστάσεως. Δια να σωθεί πρέπει να συμβεί ώστε να φτάσει εγκαίρως ο κ.
Βλαχογιάννης. Προσέχετε εις την διάρκειαν του χαιρετισμού σας με τον ένδοξον
τούτον ρακοσυλλέκτην τον εξάγοντα χρυσόν Ιστορίας, από το χαρτί της οκάς».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου