Πινακοθήκη ηρωικών μορφών
(75)
Επιμέλεια Γ.Γ.Γ
====================
Ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος (ο Πρεσβύτερος), ήταν πελοποννήσιος έμπορος
και μια από τις ευγενέστερες μορφές της επανάστασης του 1821. Γεννήθηκε στην
Κόρινθο το 1766 και ο πατέρας του, Γεώργιος, γιος παπά καταγόταν από τα
Κατσανοχώρια στην Ήπειρο. Πολύ μικρός έμεινε ορφανός από μάνα και πατέρα και
αναγκάσθηκε να εγκατασταθεί στην Πάτρα κοντά στον θείο του Αναστάσιο, ο οποίος
ζούσε εκεί.
Ασχολήθηκε με το εμπόριο σταφίδας και το 1800 παντρεύτηκε την Ελένη
Καλαμογδάρτη. Έκανε πολύ μεγάλη περιουσία και υπήρξε ο πλουσιότερος των
Πατρινών στα χρόνια πριν την επανάσταση. Είχε μεγάλη ακίνητη περιουσία στην
συνοικία του Αγίου Δημητρίου όπου ήταν και το σπίτι του. Την περιουσία αυτή την
διέθεσε μετά τον αγώνα στην πόλη όπου και κατασκευάστηκε πλατεία που σήμερα
φέρει το όνομά του.
Από το σπίτι του ξεκίνησε στις 21 Μαρτίου 1821 ο ξεσηκωμός των Πατρινών
και εκεί έγινε στην Πάτρα η πρώτη μάχη του αγώνα όταν οι Τούρκοι επιχείρησαν να
το καταλάβουν ανεπιτυχώς. Διέθεσε όλη του την περιουσία στον αγώνα παρακινώντας
τους Έλληνες και κουβαλώντας πολεμοφόδια από την Ιταλία πληρωμένα όλα από τον
ίδιο. Τον Ιούνιο του 1821 επιστρέφει από την Ιταλία με πλοίο γεμάτο πολεμοφόδια
και παρόλο το κυνήγι των Αγγλικών πλοίων στον Πατραϊκό, καταφέρνει να τα
μεταφέρει με μικρά σκάφη από το Μεσολόγγι όπου άραξε στην Πάτρα. Παίρνει μέρος
σε πολλές μάχες και τον Μάρτιο του 1822 διορίζεται γενικός φρούραρχος του
στρατοπέδου Πατρών και συμμετέχει στην παραλαβή του κάστρου του Ναυπλίου.
Διαχειρίστηκε τον στόλο της Ύδρας, των Σπετσών αλλά και τις εισφορές της Ηλείας
στον αγώνα. Διετέλεσε πρόεδρος της τριμελούς εκ βουλευτών επιτροπής χέρσου
Ελλάδος.
Συμμετείχε πολεμώντας στην δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου από τον
Μάρτη του 1825. Παρόλο που είχε φτάσει 62 ετών πηγαινοερχόταν στην Ζάκυνθο
αγοράζοντας και κουβαλώντας πολεμοφόδια και τρόφιμα για τους πολιορκημένους.
Τότε την οικογένειά του την μεταφέρει από την Πάτρα στην Ζάκυνθο. Παρολο που οι
φίλοι του τον συμβούλευσαν να μην επιστρέψει στο Μεσολόγγι αυτός δεν τους
άκουσε. Συμμετείχε στην ηρωική έξοδο των ελεύθερων πολιορκημένων του
Μεσολογγίου, αλλά συνελήφθη αιχμάλωτος και αποκεφαλίστηκε. Η οικογένειά του με
το τέλος της επανάστασης γύρισε στην Πάτρα.
Ήταν παντρεμένος με την Ελένη Καλαμογδάρτη, κόρη της αρχοντικής πατρινής
οικογένειας των Καλαμογδάρτηδων, και είχε έξι παιδιά, τον Αναστάσιο, τον
Παναγιώτη, τον Σπυρίδωνα, τον Δημήτριο, τον Κωνσταντίνο και τον Αδαμάντιο. Η
πολιτεία για να τον τιμήσει έδωσε το όνομά του σε δρόμο της πόλης και σε
πλατεία, στην οποία βρισκόταν το σπίτι του.
Πηγές
Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα,
Εκδόσεις Πάπυρος Γραφικαί Τέχναι, τόμος 48, σελ. 100
Χρήστος Μούλιας, Το λιμάνι της σταφίδας,
Εκδόσεις Περί Τεχνών, Πάτρα 2000 ISBN 960-86814-0-5
Σπυρίδωνος Τρικούπη, Ιστορία της Ελληνικής
επανάστασης, Εκδόσεις Νέα Σύνορα-Λιβάνη, Αθήνα 1993 SET ISBN 9602363703
Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος ο πρεσβύτερος –
Κώστα Δ. Παπαδημητρίου.
Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος, ο πρεσβύτερος, ένας από τους ευγενεστέρους
αγωνιστές του 1821.
Σημαντική ήταν η προσφορά του Ιωάννου Παπαδιαμαντόπουλου στον Αγώνα του
1821. Τελευταία του αποστολή ήταν να σταλεί απ’ την κυβέρνηση στο κλεισμένο
Μεσολόγγι. Εκεί η πείνα και οι αρρώστιες έστελναν τους ανθρώπους κοπαδιαστά στο
χάρο.
Ο Παπαδιαμαντόπουλος είχε αχώριστη συντροφιά του ένα άλογο κι ένα
σκυλάκι. Τα αγαπούσε και τα δυο πολύ και μαζί τους έβγαινε ταχτικά σεργιάνι.
Στο δρόμο του μια μέρα συναντά μερικούς στρατιώτες να μαλώνουν για ένα
άλογο, ποιος να το πάρει για να το φάει με τη φαμίλια του.
-Σταθήτε, βρε παιδιά μου, λέει ο Παπαδιαμαντόπουλος, μη μαλώνετε. Πάρτε
το δικό μου και σταματείστε τον καυγά.
Ήταν κι αυτός εξαντλημένος και πλησίαζε το τέλος του. Με δυσκολία έσερνε
τα πόδια του και τέλος δεν μπορούσε να σηκωθεί απ’ το κρεβάτι. Τον λυπόταν ο
χουσμεκιάρης του (δούλος του) μα τι να έκανε.
Με την πολλή σκέψη βρήκε και τη λύση. Πιάνει κρυφά και σφάζει το
σκυλάκι, το μαγειρεύει και δίνει στον αφέντη του να φάει. Έφαγε κι αυτός. Και
αναζωογονήθηκαν λιγάκι.
Ο Παπαδιαμαντόπουλος τον ρώτησε τότε τι ήταν αυτό το εύρημα.
-Τυφλοπόντικο αφέντη- τόβρα τυχερά σε μια τρύπα, χωμένο μέσα στο χώμα.
Έτσι θα πάρεις τώρα λίγη δύναμη να ξεκινήσουμε για την Έξοδο. Ρίχτηκε με
λαιμαργία ο Γέρος κι έτρωγε. Σκέφτηκε όμως και το σκυλάκι του.
Σηκώθηκε όρθιος και αρχίζει να το κράζει για να του πετάξει τουλάχιστον
τα
κόκκαλα, που ήταν δικά του.
Το σκυλάκι δεν ερχότανε και τότε ο άμοιρος κατάλαβε την αλήθεια. Και
άρχισε να φωνάζει κλαίγοντας.
-Καλύτερα να πέθαινα, έλεγε, της πείνας, παρά να μου σφάξεις το σκυλί.
Και μάλωνε το χουσμεκιάρη του.
Και κείνος παρηγορώντας τον του έλεγε:
-Αύριο πεθαίνεις κι η αφεντιά σου κι εγώ, αφέντη μου, μα το σκυλί σου θα
πούμε πως μας έσωσε ως τότε για να πεθάνουμε σαν άνδρες, ορθοί στα ποδάρια μας
κι όχι να πέσουμε στο δρόμο άψυχοι από την πείνα. Όπως κι έγινε.
Από το βιβλίο του Κώστα Δ. Παπαδημητρίου:
«ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΩΡΕΣ -ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΟΓΙΑ των ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ του 21.» Αθήνα, Φλεβάρης 1993.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου