Ανδριάντας
του Ντονατέλλο
έξω από την
Πινακοθήκη Ουφίτσι στην Φλωρεντία
|
Καλλιτεχνικό
ψευδώνυμο του Ιταλού γλύπτη Ντονάτο ντι Νικολό ντι Μπέτο Μπάρντι (Donato di Niccolο di Betto Bardi). Γιος του εριουργού
Νικολό ντι Μπέτο Μπάρντι, εργάστηκε στα νεανικά του χρόνια στο εργαστήριο του
σπουδαίου Ιταλού γλύπτη Λορέντσο Γκιμπέρτι, έως το 1407, ενώ αργότερα μαθήτευσε
κοντά στον αρχιτέκτονα και γλύπτη Φιλίπο Μπρουνελέσκι, μαζί με τον οποίο έκανε
το πρώτο του ταξίδι στη Ρώμη αναζητώντας αρχαία γλυπτά.
Τα πρώτα
έργα του που φανερώνουν το εύρος των ικανοτήτων του είναι ένα μαρμάρινο άγαλμα
του Δαβίδ (Μουσείο Μπαρτζέλο, Φλωρεντία), ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής,
γλυπτό που, μαζί με αυτά των άλλων τριών ευαγγελιστών, όπως ο Άγιος Λουκάς του
Νάνι ντι Μπάνκο, κατασκευάστηκαν για να τοποθετηθούν στην πρόσοψη της Σάντα
Μαρία ντελ Φιόρε στη Φλωρεντία, καθώς και τα αγάλματα του Αγίου Πέτρου και του
Αγίου Μάρκου για την πρόσοψη της εκκλησίας του Ορσανμικέλε. Τα αγάλματα αυτά,
και ιδιαίτερα ο Άγιος Μάρκος, που μαζί με τα γοτθικά στοιχεία εμφανίζουν
κλασικές αναμνήσεις, θέτουν το ζήτημα της σχέσης του Ν. με την αρχαία γλυπτική.
Πρόκειται για το πρώτο γυμνό άγαλμα μετά την αρχαιότητα, που στηρίζεται μόνο
του με κοντραπόστο (αντικίνηση) και, χάρη στη ρεαλιστική απεικόνιση,
παρουσιάζεται ως ολοκληρωμένη, ανεξάρτητη προσωπικότητα, σαν ζωντανός
λειτουργικός οργανισμός.
Μαρμάρινος Δαβίδ, ένα πρώιμο έργο |
Άγιος Ιωάννης
ο Ευαγγελιστής
|
Το κεφάλι του
Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστή, 1408-1415,
Museo dell'Opera del Duomo.
|
Ντονατέλλο |
Το 1416
δημιούργησε ένα ακόμα περίφημο έργο που στολίζει το κωδωνοστάσιο του
Ορσανμικέλε· πρόκειται για το λεγόμενο Zuccone (απεικονίζει κάποιον βιβλικό
προφήτη, αλλά άγνωστο ποιον), που αποτελεί ένα ακόμα δείγμα του ρεαλισμού του
Ν., ο οποίος επεδίωξε την όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστική αναπαράσταση, αλλά
αρνήθηκε να αναπαράγει τα καθιερωμένα πρότυπα της ιδανικής αρμονίας. Έτσι, ο
Zuccone, αν και απεικονίζει έναν προφήτη, κάθε άλλο παρά ανταποκρίνεται στην
κλασική εικόνα του γενειοφόρου γέροντα. Αντίθετα, τα έντονα χαρακτηριστικά της
μορφής, η αυστηρότητα του ενδύματος και το δύσμορφο αλλά γαλήνιο πρόσωπο
παραπέμπουν σε ρήτορα της Αθήνας του 5ου αι. π.Χ. Ο Ν. δεν έκανε τίποτε άλλο
από το να αποτυπώσει στο γλυπτό την εντύπωση που ο ίδιος είχε σχηματίσει για
τους προφήτες, μελετώντας τη Βίβλο· τους αντιμετώπισε, λοιπόν, ως ανθρώπους που
έχουν ως αποστολή να κηρύττουν τον λόγο του Θεού, δηλαδή ως ρήτορες.
Το μπούστο
του Niccolo da Uzzano.
Museo Nazionale del Bargello,
|
Στη βάση
της κόγχης του αγάλματος του Αγίου Γεωργίου, ο Ν. δημιούργησε μια δικής του
έμπνευσης μέθοδο αναγλύφου στο μαρμάρινο φύλλο, γνωστή ως schiacciato (=
επιπεδόγλυφη), με το έργο του Ο Άγιος Γεώργιος φονεύει τον δράκοντα, που δίνει
την εντύπωση ζωγραφικού πίνακα χάρη στην αίσθηση του βάθους που προκαλεί το
έργο. Το 1435 ο γλύπτης, ενώ ακόμα εργαζόταν για τη βελτίωση της επιπεδόγλυφης
τεχνικής του, παρουσίασε το Συμπόσιο του Ιωάννη, που προοριζόταν για το
βαπτιστήριο του καθεδρικού ναού της Σιένα. Πρόκειται για το πιο παλαιό σωζόμενο
ανάγλυφο, σε επιχρυσωμένο μπρούντζο, που παρουσιάζει εφαρμογή των κανόνων της
κεντρικής προοπτικής. Στο έργο αυτό οι ταραγμένες μορφές συγκεντρώνονται στα
άκρα της σύνθεσης για να απαλύνουν τη σκηνή, ενώ το ρομβοειδές δάπεδο και το
φόντο με την τοξοστοιχία, όπου μόλις διαγράφονται μερικές μορφές, εντείνουν την
αίσθηση του βάθους.
Ο Άγιος Γεώργιος
|
«Συμπόσιο του Ηρώδη», 1425. Το μπρούτζινο ανάγλυφο από το Βαπτιστήρι της Σιένα |
Κατά το
1423 ο Ν. φιλοτέχνησε το χάλκινο άγαλμα του Αγίου Λουδοβίκου και το τοποθέτησε
μέσα σε ένα μαρμάρινο προσκυνητάριο στο Ορσανμικέλε. Η κριτική τείνει σήμερα να
δεχτεί ότι και το κουβούκλιο που θυμίζει την τέχνη του Μπρουνελέσκι είναι έργο
του Ν. Από το 1430 έως το 1440 ο καλλιτέχνης εργάστηκε στη Φλωρεντία, στη
Σιένα, στην Πίζα και στη Ρώμη. Πριν από το 1427 είχαν κατασκευαστεί από τον
Μικελότσο και τον Ν. οι μαρμάρινες πλάκες για το ταφικό μνημείο του καρδιναλίου
Μπρανκάτσι στην εκκλησία Σαντ’ Άντζελο α Νίλο στη Νάπολη. Από τα διάφορα
τμήματα του μνημείου, στον Ν. οφείλεται ασφαλώς η σκηνή της Κοίμησης
τοποθετημένη στο κέντρο της σαρκοφάγου. Εκεί εφαρμόστηκε η εξαιρετικά
εντυπωσιακή τεχνική του ζωγραφικού αναγλύφου, που ωρίμασε σε όλα αυτά τα χρόνια
της συνεργασίας του Ν. με τον Μικελότσο, αλλά και σε άλλα έργα, όπως στο ταφικό
μνημείο του (αντίπαπα) Ιωάννη ΚΓ’ (Βαπτιστήριο Φλωρεντίας), στον άμβωνα της
μητρόπολης του Πράτο και στο αγίασμα της μητρόπολης της Σιένα.
Ο Άγιος Ιωάννης
ο Βαπτιστής στη Σιένα
|
Ο
εντυπωσιακός χορωδιακός άμβωνας του Donatello, στο Duomo της Φλωρεντίας
|
Από την
άνοιξη του 1432 έως την άνοιξη του 1433 ο Ν. βρισκόταν με τον Μικελότσο στη
Ρώμη. Εκεί κατασκεύασε τον βωμό του παρεκκλησίου των Ευχαριστιών (σήμερα στον
Άγιο Πέτρο) και τη μαρμάρινη ταφική πλάκα του επισκόπου Κριβέλι στην εκκλησία
της Σάντα Μαρία ιν Αρατσέλι. Η διαμονή του στη Ρώμη του έδωσε την ευκαιρία να
μελετήσει όχι μόνο τα έργα της αρχαιότητας αλλά και αυτά του Αρνόλφο ντι
Κάμπιο. Η μεταφορά κλασικών μοτίβων στη γλυπτική του παρουσιάζεται στο χάλκινο
άγαλμα του Δαβίδ (Εθνικό Μουσείο, Φλωρεντία), καθαρά πραξιτελικό στην έμπνευση,
αλλά εντελώς πρωτότυπο τόσο στην αίσθηση του νευρώδους σπασμού όσο και στη στοχαστική
έκφραση του προσώπου.
Ο Δαβίδ
(ορειχάλκινο)
|
Ο Δαβίδ (λεπτ) |
Στον
άμβωνα της μητρόπολης του Πράτο και στην εξέδρα του Χορού της μητρόπολης της
Φλωρεντίας (απέναντι από την αντίστοιχη του Ντέλα Ρόμπια) η έκφραση της κίνησης
θριαμβεύει με τον χορό των ερωτιδέων-αγγέλων, που αποδίδονται με έκτυπο
ανάγλυφο επάνω στο ψηφιδωτό φόντο, και την παράδοσή τους στην ευτυχία του
χορού. Στην ίδια περίοδο ανάγεται και ο Ευαγγελισμός (Σάντα Κρότσε, Φλωρεντία),
ανάγλυφο σε μαλακή πέτρα μέσα σε κουβούκλιο.
Από το
1443 έως το 1453 ο Ν. βρισκόταν στην Πάντοβα. Εκεί συνεργάστηκε με άλλους στην
κατασκευή του βωμού του Αγίου Αντωνίου και στο έφιππο μνημείο του Γκαταμελάτα.
Όταν ανέλαβε αυτό το έργο, ο Ν. ήξερε ότι θα αντιμετώπιζε μεγάλες δυσκολίες.
Από τα τέλη του Μεσαίωνα είχαν να χυτευθούν τόσο ογκώδη αγάλματα (οι διαστάσεις
του μνημείου του Γκαταμελάτα είναι 3,40 χ 3,90 μ.) και χρειάστηκαν πολλά χρόνια
για να τελειώσει το έργο. Παρά την έκδηλη έμπνευσή του από ρωμαϊκά αγάλματα
εφίππων, το πρόσωπο του κοντοτιέρου, ίσως μια προσωπογραφία εκτελεσμένη από τον
Ν. σύμφωνα με τις υποδείξεις του γιου του Γκαταμελάτα, χαρακτηρίζεται για τη
βαθιά εκφραστικότητά του και τη συνοπτική απόδοση των χαρακτηριστικών.
Τμήμα του
βωμού του Αγίου Αντωνίου αποτελούν οι Σκηνές των Θαυμάτων του Αγίου Αντωνίου,
γεμάτες ανθρώπινες μορφές που κινούνται μέσα σε πολυσύνθετους αρχιτεκτονικούς
χώρους. Στα ανάγλυφα αυτά ο Ν. εμφανίζεται κάτοχος της προοπτικής. Με την
εξαιρετική του τόλμη και τη μεγάλη του ικανότητα, κατόρθωσε να συνδυάσει τη
ζωγραφικότητα με την αίσθηση του χώρου (κυρίως στο θαύμα της Μετανοίας του
Υιού). Ο Ν. φιλοτέχνησε ένα ακόμα αριστούργημά του την περίοδο 1450-55, οπότε
πέρασε κάποια κρίση δημιουργικότητας που οφείλεται πιθανότητα σε ασθένεια·
πρόκειται για τη Μαρία Μαγδαληνή, έγχρωμο γλυπτό στο οποίο αποδίδεται με
σαφήνεια μια μορφή ταραγμένη, γεμάτη συναισθηματική ένταση.
Τα επόμενα
χρόνια ο Ν. επέστρεψε στη Βενετία και κατασκεύασε για τον Κόζιμο των Μεδίκων το
σύμπλεγμα Ιουδίθ και Ολοφέρνης, καθώς και τους δύο χάλκινους άμβωνες για τον
Άγιο Λαυρέντιο, με σκηνές από τα Πάθη. Ήταν το τελευταίο του έργο, στο οποίο
συνεργάστηκαν πολλοί μαθητές του, όπως ο Μπερτόλντο ντι Τζοβάνι και ο
Μπαρτολομέο Μπελάντο. Στην ίδια περίοδο ανήκουν ακόμα ο Βαπτιστής της εκκλησίας
των Φράρι στη Βενετία (1452-53), σε πολύχρωμο ξύλο, και ο χάλκινος Βαπτιστής
της μητρόπολης της Σιένα. Στο έργο αυτό φαίνεται πόσο απομακρύνθηκε ο Ν. από
τον εξιδανικευμένο κλασικισμό και πώς, αναζητώντας την κίνηση, τη
δραματικότητα, τη ζωγραφικότητα και την εκφραστική δύναμη του φωτός, άνοιξε τον
δρόμο στην ώριμη Αναγέννηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου