Οι
Μοίρες είναι οι δυνάμεις που ευθύνονται για τα καλά και τα κακά της ζωής του
κάθε θνητού, από τη γέννηση μέχρι το θάνατό του. Παίρνουν την δύναμή τους από
τον Δία. ο οποίος για το λόγο αυτό καλείται και «Μοιραγέτης». Στην Μοίρα
υπακούουν μέχρι και οι θεοί, οι οποίοι έχουν όμως τη δύναμη να την αλλάζουν.
Πρακτικώς όμως, μια τέτοια αλλαγή θα διατάρασσε την αρμονία του σύμπαντος. Στον
Προμηθέα Δεσμώτη ο Αισχύλος παρουσιάζει τον Δία και τους άλλους θεούς
υποταγμένους στις Μοίρες.
Η πρώτη Μοίρα, η Κλωθώ,
«αυτή που κλώθει», γνέθει το νήμα της ζωής, (συμβολίζει το παρόν), η δεύτερη, η
Λάχεσις (το παρελθόν), το ξετυλίγει, (μοιράζει τους κλήρους, καθορίζει τι θα
«λάχει» στον καθένα, εξ ού και λαχείο), ενώ η τρίτη, η Άτροπος το κόβει, όταν
έρθει η ώρα (συμβολίζει το μέλλον). Σημειωτέον ότι οι έννοιες παρελθόν, παρόν
και μέλλον δεν είναι παρούσες σε όλες τις πηγές.
Η
Άτροπος η νεότατη των Μοιρών, κρατεί ψαλίδα και έκοπτε το νήμα της ζωής εις το
σημείο εκείνο μέχρι του οποίου ήτο καθορισμένη η διάρκεια της ζώνης του
ανθρώπου. Ώστε το νήμα εκτεινόμενο σήμαινε την διάρκειαν της ζώνης,
τυλισσόμενο, τα συμβησόμενα κατ’ αυτή, κοπτόμενο δε το τέλος του. -Τα ψαλίδια
με σταυρωτές λεπίδες εφευρέθηκαν κατά την Ρωμαϊκή εποχή γύρω στο 100 μ.Χ.
- Η Άτροπος ήταν μία από τις τρεις Μοίρες της ελληνικής μυθολογίας. Οι άλλες δύο ήταν η Κλωθώ και η Λάχεση. Σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησίοδου ήταν κόρες της Νύχτας. Σύμφωνα με άλλη πηγή ήταν κόρες της Θέμιδος και του Δία.
- Η Άτροπος αντιπροσώπευε το παρελθόν· ό,τι έχει περάσει είναι αμετάκλητο. Εξέφρασε το αναπόφευκτο, το μοιραίο αλλά και το άτεγκτο και το δογματικό στη ζωή των ανθρώπων. Ήταν η μικρότερη αδελφή και η πιο αδίστακτη από τις τρεις και έκοβε τη ζωή των ανθρώπων με τα τρομερά ψαλίδια της χωρίς κανένα δισταγμό, ενώ η Κλωθώ γύριζε το νήμα της ζωής και η Λάχεση μετρούσε τη διάρκεια. Συχνά απεικονιζόταν ως γριά. Το ίδιο το όνομά της σημαίνει "το αναπόφευκτο".
Στον Ησίοδο (στ. 217),
όπως και στον Αισχύλο (Ευμενίδες), οι Μοίρες είναι κόρες της Νύχτας. Ο ίδιος
Ησίοδος όμως τις παρουσιάζει σαν κόρες του Δία και της Θέμιδας σε άλλο σημείο
(στ. 904). Στα ομηρικά έπη εμφανίζονται ως μία και μόνη: η «Αίσα ή Μοίρα», η
οποία είναι σύνθρονη του Δία και δίνει σε κάθε θνητό το μερίδιό του από τις
χαρές και τις λύπες, ορίζοντας έτσι το πεπρωμένο του. Η Μοίρα, η Αίσα, η
Ειμαρμένη ή η Ανάγκη, συμβαίνει κάποτε να θεωρούνται και αυτές ανώτερες των
θεών. Ο Πίνδαρος προσθέτει στις τρεις Μοίρες την Τύχη, για την οποία θεωρεί
μάλιστα ότι έχει μεγαλύτερο κύρος.
Οι
τρεις Μοίρες του Friedrich Paul Thumann 1834- 1908
>Σύμφωνα με τον
Ησίοδο, Θεογονία
217-219] ....καὶ Μοίρας
καὶ Κῆρας ἐγείνατο νηλεοποίνους,
[Κλωθώ τε Λάχεσίν τε καὶ
Ἄτροπον, αἵ τε βροτοῖσι
γεινομένοισι διδοῦσιν ἔχειν
ἀγαθόν τε κακόν τε,] - Ησίοδος , Θεογονία ' [1]
901-906] δεύτερον ἠγάγετο
λιπαρὴν Θέμιν, ἣ τέκεν Ὥρας, Εὐνομίην τε Δίκην τε καὶ Εἰρήνην τεθαλυῖαν,
αἵ τ᾽ ἔργ᾽ ὠρεύουσι
καταθνητοῖσι βροτοῖσι, Μοίρας θ᾽, ᾗς πλείστην τιμὴν πόρε μητίετα Ζεύς,
905 Κλωθώ τε Λάχεσίν τε
καὶ Ἄτροπον, αἵ τε διδοῦσι
θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἔχειν
ἀγαθόν τε κακόν τε. ' [2]
Απόδοση στην Ν. Ελληνική
217-219] Γέννησε και τις
Μοίρες και τις Κήρες που τιμωρούνε ανελέητα,
[την Κλωθώ, τη Λάχεση
και την Άτροπο,
που δίνουν στους θνητούς
όταν γεννιούνται το καλό και το κακό,]
901-906] Δεύτερη πήρε
σύζυγο τη λαμπερή τη Θέμιδα που γέννησε τις Ώρες,
την Ευνομία, τη Δίκη και
τη θαλερή Ειρήνη που των ανθρώπων των θνητών φροντίζουνε τα έργα,γέννησε και
τις Μοίρες που ο συνετός ο Δίας τούς έδωσε τη μέγιστη τιμή, τη Λάχεση, την
Άτροπο και την Κλωθώ που στους ανθρώπους
δίνουν τους θνητούς και
το καλό και το κακό να έχουν.
>Την αρχική τριάδα
ξανασυναντούμε και αργότερα στον Πλάτωνα που παρουσιάζει τις Μοίρες ως κόρες
της θεάς Ανάγκης στο έργο του Πολιτεία, καθισμένες σε θρόνους, με χιτώνες λευκούς
και στεφάνι στο κεφάλι, να συνοδεύουν με τη φωνή τους την αρμονία που βασιλεύει
στις ουράνιες σφαίρες.
- Η Λάχεσις, κόρη της Aνάγκης, εμφανίζεται να έχει ένα ειδικό λειτούργημα στην Πολιτεία του Πλάτωνα, Βιβλίο Χ - ο Μύθος του Ηρός - φέροντας στα «γόνατά της τις μοίρες και τα είδη ζωής », κατά την διάρκεια τελετής όπου οι ψυχές των νεκρών που πρόκειται να επιστρέψουν στη γη, καλούνται να διαλέξουν ανάμεσα τους, το πεπρωμένο τους για την μελλοντική τους μετενσάρκωση.
Η λέξη «μοίρα»
προέρχεται από το αρχαίο ρήμα μείρομαι= μοιράζω, είναι δηλαδή το «μερίδιο», το
κομμάτι που παίρνει ο καθένας από τη μοιρασιά ενός συνόλου (εδώ, του συνόλου
της ανθρωπότητας).
Ο τρεις Μοίρες
απαντώνται και σε άλλες ευρωπαϊκές μυθολογίες να παίζουν τον ίδιο ρόλο: είναι
αντίστοιχα οι τρεις Νορν στην σκανδιναβική μυθολογία και οι τρεις Πάρκες
(Parcae) στην ρωμαϊκη.
Ο
μύθος του Ηρός
O πλατωνικός μύθος του
Hρός εξιστορεί τη μεταθανάτια εμπειρία του ομώνυμου προσώπου. Το δίδαγμα του
πλατωνικού μύθου είναι ότι μετά θάνατον οι δίκαιοι επιβραβεύονται και οι άδικοι
τιμωρούνται σκληρά.
Ο
μύθος
Η πλατωνική Πολιτεία
λύνει με έναν μεγάλο εσχατολογικό μύθο (614b-621b). O μύθος περιγράφει τη
μεταθανάτια εμπειρία του ανατολίτη Hρός, ο οποίος είχε άθελά του την τύχη του
ομηρικού Oδυσσέα, να επισκεφτεί δηλαδή τον κάτω κόσμο και να μεταφέρει στους
ανθρώπους τα όσα είδε εκεί.
Ο Hρ επιστρέφει στη ζωή
12 μέρες μετά τον θάνατό του. Διηγείται ότι έφθασε με άλλες ψυχές σε έναν τόπον
δαιμόνιον, όπου βρέθηκε μπροστά σε δύο χάσματα. Ανάμεσα στα χάσματα δίκαζαν
δικαστές. Έστελναν επάνω τους δίκαιους και κάτω τους άδικους, ενώ τον ίδιο τον
άφησαν να παρατηρεί για να μεταφέρει όσα είδε στους ανθρώπους. Οι ψυχές
επέστρεφαν μετά την ανταμοιβή ή την τιμωρία τους, που κρατούσε 1000 χρόνια.
Μετά τον καθαρμό τους, οι
ψυχές έμειναν σε έναν λειμώνα 7 μέρες και την όγδοη ξεκίνησαν, και αφού
περπάτησαν 4 μέρες αντίκρισαν ένα λαμπρό φως που διαπερνούσε ως άξονας τον
ουρανό και τη γη. Εκεί αντίκρισαν το αδράχτι της Aνάγκης. Το αδράχτι ενσωμάτωνε
στο εσωτερικό του 8 ομόκεντρα ημισφαίρια, τα οποία στρέφονταν με αργή κίνηση
αντιστρόφως προς την κίνηση του αδραχτιού. Από την πλατωνική περιγραφή ο
εξοικειωμένος με την αστρονομία αναγνώστης αντιλαμβάνεται αμέσως ότι το αδράχτι
της Ανάγκης εικονίζει τη «σφαίρα» των απλανών αστέρων και τους 7 πλανήτες.
Οι τρεις μοίρες, η
Λάχεση, η Kλωθώ και η Άτροπος, κινούσαν το αδράχτι ψάλλοντας τα περασμένα, τα
παρόντα και τα μέλλοντα. Αναγγέλλουν στις ψυχές τη μοίρα τους, λέγοντάς τους
ότι υπάρχουν πολλαπλές μορφές βίου, και ότι η κάθε ψυχή θα πρέπει μόνη της να
διαλέξει το είδος βίου που έμελλε να ξαναζήσει: «Υπαίτιος είναι ο επιλέγων, ο
θεός είναι αναίτιος» (617e1-5). Οι ψυχές έκαναν, με διάφορα κριτήρια, την
επιλογή τους και στη συνέχεια πορεύονταν προς την πεδιάδα της λήθης, έφθαναν
στον ποταμό Aμέλητα, όπου έπιναν το νερό της λησμονιάς και ξεχνούσαν όσα έζησαν
στον άλλο κόσμο. Βυθίζονταν σε ύπνο και εκσφενίζονταν στη γη, όπου άρχιζαν τη
νέα τους ζωή.
Ἑσπερίδας θ᾽, ᾗς μῆλα πέρην
κλυτοῦ Ὠκεανοῖο 215
χρύσεα καλὰ μέλουσι φέροντά
τε δένδρεα καρπόν.
καὶ Μοίρας καὶ Κῆρας ἐγείνατο
νηλεοποίνους,
[Κλωθώ τε Λάχεσίν τε καὶ Ἄτροπον,
αἵτε βροτοῖσι
γεινομένοισι διδοῦσιν ἔχειν ἀγαθόν
τε κακόν τε,]
αἵτ᾽ ἀνδρῶν τε θεῶν τε
παραιβασίας ἐφέπουσιν· 220
οὐδέ ποτε λήγουσι θεαὶ δεινοῖο
χόλοιο,
πρίν γ᾽ ἀπὸ τῷ δώωσι κακὴν ὄπιν,
ὅς τις ἁμάρτῃ.
Ησίοδος Θεογονία
Αρχική
εικόνα: Αρχαιολογικό Πάρκο Πάφου. Οικία του Θησέα: Μωσαϊκό του λουτρού του
Αχιλλέα - ο βασιλιάς Πηλέας, ο πατέρας του Αχιλλέα και οι τρεις Μοίρες Κλωθώ,
Λάχεσις και Ατρόπος.
Βιβλιογραφία
(ψευδο)
Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη
Ησίοδος
Θεογονία 217-219 ; 901-906 (αρχαία)
Αισχύλος
Ευμενίδες
Νόννος
ο Πανοπολίτης, Διονυσιακά (VI, 94, VII, 106, VIII, 351, XI, 255).
Πηγές
Ησίοδος,
Θεογονία
Αισχύλος,
Ευμενίδες
el.wikisource.org/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου